Washington Post για Ελληνοτουρκικά: Κάποια συνετή διπλωματία των ΗΠΑ συνεχίζεται με τους δύο ΝΑΤΟϊκούς συμμάχους
Στην επανεκκίνηση των διαπραγματεύσεων ανάμεσα σε Ελλάδα και Τουρκία αναφέρεται άρθρο γνώμης του David Ignatius στην Washington Post. Σύμφωνα με τον αρθρογράφο, έπειτα από έντονη πίεση από τις ΗΠΑ και τη Γερμανία, η Ελλάδα και η Τουρκία συμφώνησαν να εκκινήσουν εκ νέου τις συνομιλίες, προκειμένου να οριοθετήσουν τα θαλάσσια σύνορά τους στα «αμφισβητούμενα νερά» της Ανατολικής Μεσογείου.
Η επανεκκίνηση των διαπραγματεύσεων γίνεται μετά από διακοπή τεσσάρων χρόνων, κάτι που ενδεχομένως να οδηγήσει στην επίλυση του θέματος μέσω διαιτησίας ενός τρίτου μέρους ή την προσφυγή στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Η κρίση που προηγήθηκε οδήγησε τις δύο χώρες στα πρόθυρα της ένοπλης σύρραξης, σύμφωνα με τον αρθρογράφο, καθώς ο Ερντογάν επιδιώκει την περιφερειακή ηγεμονία, κάτι που ανησυχεί τις μεγαλύτερες δυνάμεις.
Η επίσκεψη του Μάικ Πομπέο στην Κύπρο, η μερική άρση του εμπάργκο όπλων προς αυτή και η δήλωσή του ότι «παραμένουμε έντονα ανήσυχοι για τις εξελισσόμενες επιχειρήσεις έρευνας φυσικών πόρων της Τουρκίας, στην Ανατολική Μεσόγειο» καταδεικνύουν την ανησυχία των ΗΠΑ.
Η προγραμματισμένη επίσκεψη του Αμερικανού ΥΠΕΞ στην Ελλάδα, στις 27 και 28 του μήνα, όπου θα επισκεφθεί τη βάση της Σούδας και θα συναντήσει τον πρωθυπουργό Μητσοτάκη, για να συζητήσει την ελληνοαμερικανική αμυντική συνεργασία, χωρίς να επισκεφθεί ταυτόχρονα την Άγκυρα, ενδεχομένως αποτελεί ένα σημάδι ότι αυτός και άλλοι Αμερικανοί αξιωματούχοι είναι εκνευρισμένοι με τις τελευταίες προσπάθειες του Ερντογάν να επεκτείνει την ισχύ του στην περιοχή.
Ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Στίβεν Μπάιγκαν, μιλώντας την Τετάρτη στο Αμερικανοτουρκικό Συμβούλιο, στην Ουάσινγκτον, καταδίκασε απερίφραστα την Τουρκία, δηλώνοντας ότι «υπάρχουν ουσιαστικές και αυξανόμενες ανησυχίες στις ΗΠΑ σχετικά με έναν αριθμό τουρκικών πολιτικών» και συνέχισε, λέγοντας: «Παροτρύνουμε την Τουρκία να σταματήσει τις προκλητικές θαλάσσιες επιχειρήσεις και τα βήματα που αυξάνουν τις εντάσσεις στην περιοχή».
Προσέθεσε, δε, ότι οι ΗΠΑ «ήταν ιδιαίτερα ανήσυχες με την οπισθοδρόμηση της Δημοκρατίας στην Τουρκία». Η αιχμηρή γλώσσα της αμερικανικής διπλωματίας και το ταξίδι Πομπέο σηματοδοτούν την ανησυχία των ΗΠΑ ότι ο πρόεδρος της Τουρκίας έχει ξεπεράσει τα όρια στο παιχνίδι ισχύος του στην περιοχή, «προσβάλλοντας» ακόμα και τον πάλαι ποτέ υποστηρικτή του, Ντόναλντ Τραμπ.
Καθώς πλησιάζουν οι εκλογές, η αμερικανική κυβέρνηση ενδεχομένως να έχει τα μάτια της στην ελληνοαμερικανική ψήφο, έναν παράγοντα σε ορισμένες αμφιταλαντευόμενες πολιτείες.
Η Γερμανίδα καγκελάριος Άνγκελα Μέρκελ, συχνή υποστηρικτής της Τουρκίας, ήταν ο άλλος κρίσιμος διαπραγματευτής που πίεσε την Άγκυρα να αποκλιμακώσει. Ένας Έλληνας αξιωματούχος δήλωσε ότι, σε συνομιλία με τον Ερντογάν, η καγκελάριος προειδοποίησε: «Αν συνεχίσεις [στην Ανατολική Μεσόγειο] ούτε εγώ μπορώ να σταματήσω τις κυρώσεις».
Η παραπομπή είτε στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης είτε σε ανεξάρτητη διαιτησία θα μπορούσε να ξεκινήσει την επίλυση του θαλάσσιου ζητήματος, χωρίς παραχωρήσεις, τις οποίες ούτε ο Ερντογάν ούτε ο Μητσοτάκης μπορούν να αντέξουν πολιτικά. Αλλά πρώτα, οι δύο πλευρές πρέπει να συμφωνήσουν «στους όρους αναφοράς» που εξειδικεύουν το ζήτημα, το οποίο ετοιμάζονται να υποβάλουν για διαιτησία.
Η κάθε πλευρά, πρόσφατα, έχει προσπαθήσει να ενισχύσει τη διαπραγματευτική της θέση, κάνοντας συμφωνίες με κυβερνήσεις κατά μήκος της ακτής της Ανατολικής Μεσογείου, η Τουρκία με την Λιβύη και η Ελλάδα με την Αίγυπτο.
Σύμφωνα με τον αρθρογράφο, ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι μία ελκυστική πολιτική προσωπικότητα στην Ελλάδα, η οποία, μία δεκαετία πριν, βυθιζόταν στο τέλμα του χρέους και την πολιτική διαίρεση. «Επαναπροσδιορίζουμε τη χώρα πολύ γρήγορα» δήλωσε σε μία συνέντευξη. «Λέω στους ανθρώπους ότι αυτό που δείχνουμε είναι ‘μετα-λαϊκισμός’. Τι συμβαίνει αν εκλεγεί ένα λαϊκίστικο κόμμα [ΣΥΡΙΖΑ] και μετά έρθει στην εξουσία ένα παραδοσιακό (mainstream) κόμμα. Η ιστορία αντηχεί πέρα από την Ελλάδα… είναι η εκδίκηση του πολιτικού κέντρου».
Μία άλλη ενίσχυση για τον Κυριάκο Μητσοτάκη ήταν η επιτυχία της Ελλάδας στην αντιμετώπιση της πανδημίας του κορωνοϊού. Λιγότερα άτομα πέθαναν στην Ελλάδα απ’ ό,τι στην περιοχή της Ουάσιγκτον, σύμφωνα με τα στατιστικά από το Πανεπιστήμιο Johns Hopkins. «Ξανακτίσαμε την εμπιστοσύνη μεταξύ της κυβέρνησης και του λαού. Το κράτος πρόβλεψε και το κράτος ενήργησε» δήλωσε σχετικά με την προσπάθεια της χώρας για την αντιμετώπιση της νόσου Covid-19.
«Η εξωτερική πολιτική ήταν σχεδόν… αόρατη ως θέμα κατά τη διάρκεια της προεδρικής εκστρατείας αυτόν τον χρόνο. Αλλά, ευτυχώς, κάποια συνετή διπλωματία των ΗΠΑ συνεχίζεται με τους δύο ΝΑΤΟϊκούς συμμάχους, οι οποίοι ήρθαν επικίνδυνα κοντά σε μία ένοπλη σύρραξη» καταλήγει το άρθρο γνώμης της Washington Post.
(πηγή: ΑΠΕ ΜΠΕ)