UNCLOS: Συμφωνία Αυστραλίας – Ανατολικού Τιμόρ Ως Κίνηση Παραδειγματισμού
Της Μαρίας Ελένη Καλαμπόκα powerpolitics.eu
Αντιμετωπίζοντας τα προβλήματα που συνήθως δημιουργούνται όταν έρχεται στην επιφάνεια η οριοθέτηση της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) μεταξύ γειτονικών κρατών, η Συνθήκη που υπεγράφη ανάμεσα στην Αυστραλία και το Ανατολικό Τιμόρ κρίνεται ως ένα ζήτημα μείζονος σημασίας.
Αυτό συμβαίνει όχι μόνο γιατί τα δύο κράτη καταφέρνουν να ξεπεράσουν τις καθιερωμένες δυσκολίες, αλλά γιατί ιστορικά έχουν χρόνιες διαφωνίες σχετικά με την οριοθέτηση της ηπειρωτικής υφαλοκρηπίδας και των υδάτινων ορίων τους. Πρόκειται για μία συμφωνία που αποσκοπεί στη μελλοντική εμπιστοσύνη μεταξύ των κρατών και χαίρει διεθνούς αναγνώρισης, καθώς αναγνωρίζει θεμελιώδεις βάσεις του δικαίου της θάλασσας και του διεθνούς δικαίου, και παράλληλα αποτελεί κίνηση παραδειγματισμού.
Βασικά Χαρακτηριστικά
Ειδικότερα, η Συνθήκη που υπεγράφη στα Ηνωμένα Έθνη έλαβε χώρα στις 6 Μαρτίου στη Νέα Υόρκη, και είναι αρμόδια για την επίλυση της οριοθέτησης των υδάτων αμφότερων κρατών, καθώς και για την αντιστοιχία των απολαβών που θα απορρέουν από την εκμετάλλευση των ενεργειακών πόρων στην περιοχή Greater Sunrise. (The Straits Times, 2018). Παράλληλα, για πρώτη φορά μετά την ανεξαρτησία του Ανατολικού Τιμόρ από την Ινδονησία το 2002, η οριοθέτηση της ΑΟΖ και η έννοια της «μέσης γραμμής» με βάση το δίκαιο τη θάλασσας καθιστούν σαφές πως αναγνωρίζονται στα όμορα κράτη δικαιώματα για την εξόρυξη και εκμετάλλευση των πόρων που βρίσκονται στο βυθό (The Guardian, 2018). Παρ’όλα αυτά, η Συνθήκη αυτή δεν θα μπορέσει να καταλήξει σε διατάξεις που καθορίζουν την ανάπτυξη των τομέων αυτών, με αποτέλεσμα οι διαπραγματεύσεις να συνεχίσουν να λαμβάνουν χώρα, μέχρις ότου και οι δύο πλευρές να συμφωνήσουν σε μία θεμιτή λύση. (The Guardian, 2018).
Συνεχίζοντας, κάποια ιδιαίτερα χαρακτηριστικά -όπως αυτά ορίζονται στα συμφωνηθέντα- είναι τα εξής:
- Ύπαρξη νότιου ορίου ανάμεσα στην Αυστραλία και στο Ανατολικό Τιμόρ, το οποίο, κατά προσέγγιση, υπολογίζεται να βρίσκεται στη μέση απόσταση και από τα δύο κράτη.
- Ύπαρξη ενός δυτικού ορίου, το οποίο εκτείνεται μέχρι τα όρια της συμφωνίας του 1972 μεταξύ Αυστραλίας και Ινδονησίας.
- Ύπαρξη ανατολικού ορίου, στου οποίου την έκταση εντάσσονται και άλλα παράπλευρα τμήματα, αυτή τη φορά περισσότερα προς ανατολικά και βορειοανατολικά, με βάση τη μεταγενέστερη Συνθήκη εν έτει 2002.
- Συμφωνία επί των εσόδων από την εκμετάλλευση του αερίου στο Greater Sunrise. Συγκεκριμένα, το ποσοστό των εσόδων που θα αντιστοιχεί στο Ανατολικό Τιμόρ υπολογίζεται στο 70-80% – αριθμός που καταδεικνύει πως, σε οποιαδήποτε περίπτωση, η Αυστραλία θα τυγχάνει μικρότερων απολαβών. Το ποσοστό αυτό θα εξαρτάται από το αν οι διαδικασίες εκμετάλλευσης του αερίου θα διεξάγονται σε αγωγούς στην Αυστραλία ή στο Τιμόρ αντίστοιχα.
- Σε κάθε περίπτωση, το Τιμόρ έχει την ευκαιρία να κερδίζει πλήρως τα μελλοντικά έσοδα που θα προκύπτουν από την επεξεργασία των πρωτογενών πηγών, οι οποίες, μέχρι τώρα, αποτελούσαν μέρος του Κοινού Χώρου Ανάπτυξης του Πετρελαίου.
- Δεδομένων των νέων πρωτοβουλιών που φέρει η Συνθήκη, υπάρχει η ανάγκη να χρησιμοποιηθούν / επεκταθούν τα θαλάσσια όρια προς την Ινδονησία – μία διαπραγμάτευση, η οποία λόγω του παρελθόντος των δύο κρατών, ίσως, να αποβεί μοιραία. (The Conversation, 2018).
Η Χρόνια Διαμάχη
Όπως προαναφέρθηκε, η διαμάχη για την οριοθέτηση της μέσης γραμμής και των υδάτινων συνόρων μεταξύ των δύο χωρών διαρκεί χρόνια. Τα ιστορικά δεδομένα δείχνουν πως η έναρξη των διαπραγματεύσεων έλαβε χώρα ήδη από το 1972, όταν η Πορτογαλία, η Ινδονησία και η Αυστραλία προσπάθησαν να θέσουν όρια – μία προσπάθεια η οποία, όμως, κρίθηκε ατελέσφορη. (The Conversation, 2018). Συγκεκριμένα, περισσότερο η Αυστραλία με την Ινδονησία –που τότε περιλάμβανε και το Τιμόρ– έλαβαν μέρος σε μία πληθώρα διαπραγματεύσεων, προκειμένου να οριοθετηθεί η κυριότητα των εκάστοτε χωρών όσον αφορά στον πυθμένα της θάλασσας, καθώς και στο νερό πάνω από αυτόν, η γνωστή αλλιώς «στήλη νερού». (The Diplomat, 2018). Απότοκο αποτέλεσε μία διμερής συμφωνία, βάσει της οποίας δημιουργήθηκε «μία κοινή αναπτυξιακή ζώνη για τα εν λόγω κοινά έσοδα πετρελαίου και φυσικού αερίου σε βάση 50/50». (The Conversation, 2018). Ωστόσο, αντίθετη σε αυτή την εξέλιξη στάθηκε η Πορτογαλία, η οποία τότε κυριαρχούσε στο ανατολικό τμήμα του Τιμόρ, καθώς θεώρησε πως η οριοθέτηση θα έπρεπε να συμφωνεί με την έννοια της μέσης γραμμής ανάμεσα στις περιοχές της δικής της κυριότητας, και έπειτα της Αυστραλίας. (TheDiplomat, 2018).
Η αντικατάσταση της συμφωνίας αυτής ήρθε το 2002, έπειτα από την απόσχιση του Ανατολικού Τιμόρ από την Ινδονησία, και αποσκοπούσε στη δημιουργία μίας νέας κοινής αναπτυξιακής ζώνης, με τη διαφορά, όμως, ότι το ποσοστό εσόδων που αντιστοιχεί στο Τιμόρ υπολογίζεται σε βάση 90/10 υπέρ του τελευταίου. Παρ’όλα αυτά, το πλεόνασμα αερίου που βρέθηκε στην περιοχή Greater Sunrise έδωσε στο Τιμόρ την ευκαιρία να αναζητήσει περισσότερες ευκαιρίες εκμετάλλευσης των πηγών σχετικά με μία διάταξη περί ναυτικών ορίων στο πλαίσιο της UNCLOS (United Nations Convention on the Law of the Sea). (The Diplomat, 2018). Μία τελευταία κίνηση έγινε τον επόμενο χρόνο μέσω μίας «συμφωνίας ενοποίησης», μέσα από την οποία προσπάθησαν να δοθεί έμφαση στις εταιρείες που ευελπιστούσαν να προχωρήσουν σε αναπτυξιακό επίπεδο στην περιοχή του Greater Sunrise – μία κίνηση η οποία βρήκε αντίθετη την πρωτεύουσα του Τιμόρ, Dili. (The Conversation, 2018).
Κίνηση Παραδειγματισμού
Ειδικότερα, η Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS), που υπογράφηκε το 1982 και τέθηκε σε ισχύ δώδεκα χρόνια αργότερα, αφορά τα διάφορα ζητήματα που υπεισέρχονται στις αρμοδιότητες των κρατών σε εθνικό επίπεδο, καθώς και αυτά που συνδέονται με την ανοιχτή θάλασσα. (UNCHR, 2010). Για το λόγο αυτό, το γεγονός ότι το State Department χαιρέτησε θετικά την υπογραφή της Συμφωνίας για την οριοθέτηση των υδάτινων συνόρων μεταξύ της Αυστραλίας και του Ανατολικού Τιμόρ, εξηγώντας πως πρόκειται «για τον πρώτο συμβιβασμό στο πλαίσιο της Σύμβασης του 1982 για το Δίκαιο της Θάλασσας», είναι ένα ζήτημα που χρήζει μελέτης. (abc NEWS, 2018). Κάτι τέτοιο αυτόματα σημαίνει πως οι ΗΠΑ στηρίζουν τη Συμφωνία, σε μία προσπάθεια να παρεμποδίσουν τις επεκτατικές πολιτικές της Κίνας στα ασιατικά περίχωρα, καθώς και στο Ανατολικό Τιμόρ, με την πρώτη να είναι από τις πλέον αναπτυσσόμενες χώρες και οικονομίες, και με όλο και περισσότερα έργα να λαμβάνουν χώρα στα μεταψυχροπολεμικά χρόνια. (World Socialist, 2018). Παράλληλα, η θετική ανταπόκριση των ΗΠΑ θα μπορούσε να λειτουργήσει και παραδειγματικά στις σχέσεις της Ελλάδος και Κύπρου με την Τουρκία, οι οποίες το τελευταίο διάστημα είναι αρκετά τεταμένες, λόγω της αμφισβήτησης της υδάτινης οριοθέτησης της τελευταίας προς τις πρώτες, κυρίως στα νησιά του Αιγαίου, αλλά και στη Μεσόγειο. (Liberal, 2018). Μία τέτοια επιβράβευση, λοιπόν, κρίνεται ιδιαίτερα σημαντική, καθώς οι ΗΠΑ και η Τουρκία είναι δύο χώρες οι οποίες ναι μεν έχουν υπογράψει τη Σύμβαση, ωστόσο δεν έχουν προχωρήσει ακόμη στην επικύρωσή της. Συνεπώς, η μνεία του State Department και η θετική αυτή επιβράβευσή του προς τα δύο κράτη σημαίνει πως η μοναδική ηγεμονεύουσα δύναμη αποδέχεται τη σημαντικότητα που κατέχει η Σύμβαση του Δικαίου της Θάλασσας ως προς τα διεθνή ζητήματα αφορώντα τον υδάτινο χώρο.
Αναμφισβήτητα, η οριοθέτηση των υδάτινων συνόρων ανάμεσα στα όμορα κράτη έχει αποτελέσει το «μήλον της έριδος» πολλές φορές. Είναι λογικό, καθώς έκαστο κράτος επιζητεί να εκμεταλλεύεται τους πόρους που βρίσκονται στον πυθμένα της θάλασσας προς όφελός του, με απώτερο σκοπό να εξαγάγει τα φυσικά πλούτη και να ενισχύει την οικονομική του θέση και τη δύναμή του στο διεθνές σύστημα των κρατών. Το πέρας μίας πολυμερούς διαμάχης ανάμεσα στην Αυστραλία και το Ανατολικό Τιμόρ -παρότι επιτελείται σε αντίξοες συνθήκες- σηματοδοτεί μία κίνηση παραδειγματισμού για τα υπόλοιπα κράτη που ακόμη επιζητούν περιφερειακές ή ηγεμονικές θέσεις. Μία κίνηση που επικροτείται απο τις ΗΠΑ αποτελεί ακόμη το εφαλτήριο για την ειρηνική επίλυση των διαφορών ανάμεσα σε Ελλάδα, Κύπρο και Τουρκία, αλλά και τον περιορισμό της Κίνας στην προκειμένη περιφέρεια.