Τζέφρι Πάιατ: Οι επενδυτές ζητούν προβλεψιμότητα

Την άρση των εμποδίων για τις επενδύσεις και την επιχειρηματικότητα, μέσω της μεταρρύθμισης του κράτους, προκρίνει ο πρέσβης των ΗΠΑ στην Ελλάδα Τζέφρι Πάιατ, σε συνέντευξη στη «Ναυτεμπορική» με αφορμή την 83η ΔΕΘ, ως το στοιχείο που είναι σε θέση να απελευθερώσει τη δυναμική της ελληνικής οικονομίας. Προτρέπει επίσης την κυβέρνηση να στείλει το μήνυμα ότι δεν θα σπαταλήσει τα δημοσιονομικά οφέλη που η χώρα αποκόμισε μέσα από τις θυσίες των προηγούμενων ετών. Υπό αυτές τις δύο προϋποθέσεις, ο Αμερικανός αξιωματούχος δηλώνει αισιόδοξος ότι η Ελλάδα μπορεί να υπολογίζει σε αμερικανικές επενδύσεις κάποιων δισεκατομμυρίων δολαρίων μέσα στο επόμενο έτος, διαμηνύοντας την πολιτική δέσμευση των ΗΠΑ στην υποστήριξη της ελληνικής οικονομίας. Η λέξη-κλειδί; «Προβλεψιμότητα». Ο ρόλος της Ουάσιγκτον το 2015 και η συζήτηση του Αμερικανού πρέσβη με μια νέα Ελληνίδα επιχειρηματία στη Σίλικον Βάλεϊ. Η αμυντική συνεργασία και η ατζέντα των ΗΠΑ στην ενέργεια. Η αμερικανική πολιτική των δασμών και η ελληνική σωληνουργεία.

Τι θα λέγατε ότι συμβολίζει η συμμετοχή των ΗΠΑ ως τιμώμενης χώρας στη φετινή ΔΕΘ;

«Έχουμε προβεί σε μια τεράστια πολιτική δέσμευση στη φετινή ΔΕΘ. Όταν μιλούσαμε γι’ αυτό πριν από έναν χρόνο με τον πρωθυπουργό Τσίπρα, δεν μπορούσαμε να φανταστούμε αυτό το μέγεθος της επιτυχίας. Δεν είναι απλώς η συμμετοχή αυτή καθαυτή, περισσότερες από 50 κορυφαίες αμερικανικές επιχειρήσεις, αλλά η ευρύτερη παρουσία του αμερικανικού brand. Από το μεγάλο πολιτιστικό πρόγραμμα και τις δραστηριότητες καινοτομίας και τεχνολογίας, έως την εκπροσώπηση της αμερικανικής κυβέρνησης με επικεφαλής τον υπουργό Εμπορίου Γουίλμπουρ Ρος, και την παρουσία πλοίου του ναυτικού μας. Όταν είχα επισκεφθεί τη Θεσσαλονίκη πριν από δύο χρόνια, ο περιφερειάρχης Τζιτζικώστας μου είχε πει “πού είναι οι Αμερικάνοι, δεν σας βλέπουμε εδώ γύρω πια”. Αυτό λοιπόν δεν ήταν πρόβλημα φέτος».

Η Ελλάδα έχει ολοκληρώσει το τρίτο πρόγραμμα προσαρμογής, αλλά δεν έχει επιστρέψει στις αγορές. Η οικονομία έχει επιστρέψει σε θετικό ρυθμό ανάπτυξης, ωστόσο χαμηλό, αν αναλογιστεί κανείς την ύφεση των προηγούμενων ετών. Ποια είναι η εικόνα που εσείς αποκομίζετε από την ελληνική οικονομία σε αυτό το στάδιο των εξελίξεων; 

«Μετά το τέλος του μνημονίου είστε καπετάνιοι του δικού σας σκάφους. Η Ελλάδα θα καθορίσει τις δικές της οικονομικές πολιτικές. Υπάρχει πολλή και σκληρή δουλειά να γίνει προκειμένου να αποκατασταθεί η απώλεια του 25% στην ελληνική οικονομία, η οποία συνεχίζει με ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα ανεργίας. Όμως υπάρχει πρόοδος και η αμερικανική επιχειρηματική κοινότητα κοιτάζει ξανά προς τη μεριά της Ελλάδας. Έχω κάνει πολλή δουλειά προς αυτήν την κατεύθυνση κι έχει υπάρξει μεγάλη ενθάρρυνση από τον πρόεδρο Τραμπ και τον Λευκό Οίκο. Ωστόσο, στο αμερικανικό σύστημα, όταν η κυβέρνηση λέει κάτι, δεν σημαίνει αυτομάτως ότι οι επιχειρήσεις θα ανταποκριθούν. Αλλά υπάρχει μεγάλη πολιτική δέσμευση, η οποία αποτυπώνεται στη ΔΕΘ -Exxon Mobil, Coca Cola, Microsoft, Google- αντικατοπτρίζοντας την ενίσχυση της αυτοπεποίθησης στην ελληνική οικονομία. Υπάρχουν ευκαιρίες εδώ. Όχι μόνο στην Ελλάδα, ως αγορά 11 εκατ. ανθρώπων, αλλά και στην Ελλάδα ως κόμβο στην ευρύτερη περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης και των Βαλκανίων. Αυτό που αναζητούν οι αγορές και δη οι αμερικανικές αγορές είναι το σήμα ότι η κυβέρνηση σκοπεύει να μη σπαταλήσει τα δημοσιονομικά κέρδη που αποκόμισε έπειτα από μεγάλες θυσίες τα προηγούμενα χρόνια και να συνεχίσει την πρόοδο στη διοικητική μεταρρύθμιση. Αίροντας εμπόδια για τις επενδύσεις. Εξορθολογίζοντας το κράτος. Δημιουργώντας ένα περιβάλλον που θα επιβραβεύει την καινοτομία και θα ωθεί τις επιχειρήσεις μπροστά».

Από τη μία πλευρά, η 8ετής ελληνική κρίση. Από την άλλη πλευρά, η αυξανόμενη δυναμική στις σχέσεις των δύο χωρών. Πώς εξελίσσονται οι διμερείς οικονομικές σχέσεις και τι δείχνουν τα νούμερα προς αυτήν την κατεύθυνση;

«Η Ελλάδα είναι σήμερα μια από τις πιο γρήγορα αναπτυσσόμενες πηγές άμεσων ξένων επενδύσεων στις ΗΠΑ. Υπάρχει επίσης η δυναμική για την έλευση πολύ μεγάλων αμερικανικών επενδύσεων στην Ελλάδα. Βλέπουμε επενδύσεις κάποιων δισεκατομμυρίων δολαρίων τον επόμενο χρόνο, αν η ελληνική κυβέρνηση στέλνει τα σωστά σήματα. Oι εμπορικές μας σχέσεις είναι μικρότερες απ’ ό,τι θα έπρεπε να είναι, καθώς επηρεάστηκαν από την κρίση των προηγούμενων ετών. Τώρα, οι αμερικανικές επιχειρήσεις επιστρέφουν. Κι αυτήν ακριβώς την ευκαιρία αντιπροσωπεύει η ΔΕΘ».

Σε ποιους τομείς οικονομικής δραστηριότητας επικεντρώνεται κυρίως το αμερικανικό ενδιαφέρον επένδυσης στην Ελλάδα; Ποια παραδείγματα θα ξεχωρίζατε;

«Τουρισμός, όπου εταιρείες όπως η Avis αυξάνουν σημαντικά τις επενδύσεις τους στην Ελλάδα. Ενέργεια, με τη χορηγία της Exxon Mobil στη φετινή ΔΕΘ να αντικατοπτρίζει τη δυναμική στη συνεργασία με τα Ελληνικά Πετρέλαια για τη διερεύνηση ευκαιριών στην περιοχή της Κρήτης. Logistics, όπου έχουμε την επένδυση στα ναυπηγεία της Σύρου και το ενδιαφέρον στην ιδιωτικοποίηση του λιμένα της Αλεξανδρούπολης. Startups, ένας τομέας εντυπωσιακής δυναμικής, με Ελληνοαμερικανούς της Σίλικον Βάλεϊ και της Βοστώνης να αναζητούν ευκαιρίες στην Ελλάδα».

Πού δίνουν έμφαση, κατά τη γνώμη σας, Αμερικανοί επενδυτές προτού εμπλακούν σε ένα project στην Ελλάδα;

«Μία λέξη: Προβλεψιμότητα. Ο υπ’ αριθμόν 1 παράγοντας για τους Αμερικανούς επενδυτές είναι ο ρόλος του κράτους. Γι’ αυτό και είναι τόσο σημαντική η διοικητική μεταρρύθμιση και η άρση των γραφειοκρατικών εμποδίων».

Προβλεψιμότητα, για παράδειγμα, στο επίπεδο της φορολόγησης;

«Νομίζω ότι η φορολόγηση είναι τελικά κάτι που ο επενδυτής μπορεί να προϋπολογίσει. Αυτό το οποίο αντιθέτως δεν μπορεί να προϋπολογίσει είναι οι ασύμμετρες ανατροπές στις εκάστοτε πολιτικές. Γι’ αυτό, για παράδειγμα, είναι τόσο σημαντικό να προχωρήσει η επένδυση στο Ελληνικό. Έχουμε πολύ μεγάλες αμερικανικές εταιρείες που ενδιαφέρονται να συμμετάσχουν στην επένδυση. Την πρώτη μέρα που ήρθα στην Ελλάδα υπήρχαν στα πρωτοσέλιδα δημοσιεύματα για τριβές κατά την υλοποίηση της επένδυσης. Σήμερα συζητάμε ακόμη για τα ίδια θέματα».

Είναι διαδεδομένη η άποψη ότι οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις διανύουν μια από τις καλύτερες περιόδους ιστορικά. Πού αποδίδετε αυτήν την εξέλιξη; 

«Η ηγεσία και οι προσωπικότητες επηρεάζουν αναμφίβολα. Αλλά αυτό που επίσης έχει μεγάλη σημασία είναι η σύγκλιση των εθνικών συμφερόντων. Και αυτό συμβαίνει σήμερα σε μεγάλο βαθμό ανάμεσα στις δύο χώρες. Οι ΗΠΑ βλέπουν την Ελλάδα ως βασικό πυλώνα σταθερότητας σε μια ασταθή περιοχή, σημαντικό εταίρο μας που μοιράζεται τις αξίες μας. Υπάρχει ισχυρή συνεργασία των δύο χωρών στα στρατιωτικά θέματα, καθώς και σύγκλιση συμφερόντων στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας και την αντιμετώπιση της αστάθειας στην περιοχή της Μέσης Ανατολής. Οι ελληνοαμερικανικές σχέσεις έχουν περάσει σκαμπανεβάσματα. Διανύουμε πράγματι ένα πολύ θετικό μομέντουμ, το οποίο και γιορτάζουμε στη φετινή ΔΕΘ. Για εμάς, αυτή η στιγμή είναι μέρος μιας συνεχιζόμενης διαδικασίας δέσμευσης και υποστήριξης στην Ελλάδα».

Η θέση των ΗΠΑ στην πραγματικότητα ταυτίζεται με τον πυρήνα της ατζέντας του ΔΝΤ: τολμηρή ελάφρυνση χρέους και ευέλικτη δημοσιονομική πολιτική. Ωστόσο, ο βασικός πιστωτής της Ελλάδας είναι η Γερμανία, που κινείται προς την αντίθετη κατεύθυνση. Μέσα σε αυτό το σύνθετο περιβάλλον, ποιος ήταν πρακτικά ο βαθμός της καλώς εννοούμενης παρέμβασης των ΗΠΑ στη διαχείριση της ελληνικής κρίσης;

«Οι ΗΠΑ αναμείχθηκαν βαθιά στη διαχείριση της ελληνικής κρίσης το 2015, όταν το τραπεζικό σύστημα αντιμετώπιζε σοβαρή κατάσταση και υπήρχε η ανησυχία για έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ. Τόσο ο τότε υπουργός Οικονομικών Τζακ Λιου -ήταν σε επαφή με Σόιμπλε και Λαγκάρντ- όσο και ο τότε πρόεδρος και ο αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, είχαν αναμειχθεί βαθιά, διότι πιστεύαμε ότι το ελληνικό ζήτημα θα μπορούσε να θέσει σε κίνδυνο ολόκληρη την Ευρωζώνη, γεγονός που θα είχε αντίκτυπο στην ανάκαμψη της αμερικανικής οικονομίας. Εκείνη την περίοδο οι ΗΠΑ τάχθηκαν σαφώς υπέρ μιας ουσιαστικής ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους. Ο πρόεδρος Τραμπ έχει επίσης υιοθετήσει αυτήν την άποψη δημοσίως. Δεν βρισκόμαστε στην κατάσταση που ήμασταν το 2015, κατ’ επέκταση η αμερικανική εμπλοκή είναι σήμερα λιγότερη. Όμως αυτό που μπορεί και κάνει η αμερικανική κυβέρνηση είναι να ενισχύει τα κίνητρα για την ανάπτυξη των διμερών επενδυτικών σχέσεων. Αυτή ακριβώς είναι η ιδέα που προβάλλουμε μέσα από τη φετινή ΔΕΘ».

Οι ΗΠΑ αποτελούν τον κύριο πόλο προσέλκυσης υψηλά καταρτισμένων νέων. Πώς το καταφέρνουν; Και πώς θα λέγατε ότι η Ελλάδα είναι σε θέση να αξιοποιήσει τους καλά εκπαιδευμένους νέους ανθρώπους της, που εγκαταλείπουν τη χώρα, ακόμη και σήμερα;

«Προέρχομαι από την Καλιφόρνια και αισθάνομαι πολύ περήφανος για αυτό που αντιπροσωπεύει η οικονομία της. Είχα πρόσφατα μια ενδιαφέρουσα συζήτηση με μια νέα γυναίκα επιχειρηματία από την Ελλάδα, απόφοιτη του Πολυτεχνείου, που τώρα ζει στο Σαν Φρανσίσκο. Έχει μια startup φαρμακευτικής τεχνολογίας, που την ίδρυσε μαζί με φίλους της από το Μεξικό, τη Χιλή και την Αργεντινή. Μου είπε ότι στη Σίλικον Βάλεϊ μπορεί και κάνει πράγματα που δεν θα μπορούσε να κάνει πουθενά αλλού στον κόσμο. Μηχανικοί, δικηγόροι πατέντας, άνθρωποι του μάρκετινγκ και του σχεδίου, ειδικοί τεχνολογίας. Όλοι μαζί σε ένα μέρος. Τη ρώτησα “θα γυρνούσες πίσω;”. Μου απάντησε “μέσα σε ένα δευτερόλεπτο. Αγαπώ την Ελλάδα, την οικογένεια, το σπίτι μου. Aν είχα το κατάλληλο επιχειρηματικό περιβάλλον, θα έφερνα την εταιρεία μου στην Ελλάδα”. Αρχίζουμε πλέον και το βλέπουμε αυτό. Στην επένδυση της Tesla στην Αθήνα θα συμμετέχει μια ομάδα Ελλήνων που αποφοίτησαν από το Πολυτεχνείο, πήγαν στην Καλιφόρνια, δούλεψαν για τον Elon Musk, ανέπτυξαν τη φήμη τους μέσα στην Tesla, και έπεισαν τη διοίκηση της εταιρείας ότι μπορούν να συνεχίσουν να κάνουν την ίδια δουλειά εδώ στην Αθήνα, αλλά θα μπορούν επίσης να προσλάβουν και άλλα ελληνικά ταλέντα ως μέλη της ερευνητικής τους ομάδας. Αυτή είναι η φύση της διασυνδεδεμένης οικονομίας στην οποία ζούμε. Οι ΗΠΑ προσπαθούν να είναι όσο γίνεται πιο υποστηρικτικές στην Ελλάδα σε αυτόν τον δυναμικό τομέα της οικονομίας. Όποτε συζητάω με ανθρώπους από την κοινότητα των startups και τους ρωτάω: “Τι χρειάζεστε από την κυβέρνηση;”. Η απάντηση είναι κοινή: “Να μείνει έξω από τον δρόμο μας. Να μας αφήσει να κάνουμε τη δουλειά μας”. Και νομίζω ότι αυτή η ιδέα αντιπροσωπεύει ένα πολύ διαφορετικό οικονομικό μοντέλο για την Ελλάδα, όπου ιστορικά έχει υπάρξει μια πολύ στενή σχέση μεταξύ της πολιτικής και της κυβέρνησης με τον επιχειρηματικό τομέα».

Οι ΗΠΑ ενθαρρύνουν τη διαφοροποίηση των πηγών ενέργειας στην Ε.Ε. και μέσα σε αυτό το πλαίσιο θέτουν ορισμένες παραμέτρους, με φόντο τον ρωσικό παράγοντα. Ποιες είναι οι προτεραιότητες των ΗΠΑ σε σχέση με την ευρωπαϊκή ενεργειακή πολιτική και πώς αξιολογείτε σε αυτό το επίπεδο την ελληνική προοπτική;

«Οι ΗΠΑ έχουν μια ισχυρή θέση υπέρ της ενεργειακής ασφάλειας της Ευρώπης, περιλαμβάνοντας τη διαφοροποίηση των πηγών και της προέλευσης ενέργειας. Ένα στοιχείο που έχει αλλάξει σημαντικά στην ατζέντα των διμερών σχέσεων ΗΠΑ και Ελλάδας κατά τη θητεία μου είναι η σημασία της ενεργειακής ασφάλειας και της ενεργειακής συνεργασίας ως μέρος των ευρύτερων διμερών μας σχέσεων, το οποίο αντανακλά την εμφάνιση της Ελλάδας ως ενός βασικού ενεργειακού κόμβου της Ευρώπης. Το πιο σημαντικό κομμάτι είναι η επιτυχία του αγωγού TAP. Δεν είναι βέβαιο ότι πολλοί στην Αθήνα έχουν εκτιμήσει επαρκώς πόσο μεγάλο project είναι ο TAP, πόσο μεγάλη είναι η αξία του με κεφάλαια δισεκατομμυρίων ευρώ, πόσο μεγάλο έργο είναι από μηχανολογική άποψη, και πόσο σημαντική εξέλιξη είναι για τη συνολική ενεργειακή εικόνα της Ευρώπης, ως η πρώτη νέα υποδομή ενέργειας που κατασκευάζεται στην Ευρώπη συγκεκριμένα για να μεταφέρει μη ρωσικό αέριο στην αγορά. Ο ΤΑΡ λοιπόν είναι μια πολύ μεγάλη στρατηγική εξέλιξη και θα έχει ολοκληρωθεί τον επόμενο χρόνο. Δεν είναι βεβαίως το μοναδικό κομμάτι της ιστορίας. Yπάρχουν επίσης projects όπως η συνεργασία της Exxon Mobil με την Τotal και τα Ελληνικά Πετρέλαια για την Κρήτη. Η δυναμική για τη Βορειοανατολική Ελλάδα να καταστεί σημαντικός ενεργειακός κόμβος με την ολοκλήρωση του FSRU. Ο αγωγός IGP στον οποίο έχουν δεσμευτεί ο πρωθυπουργός Τσίπρας και ο Βούλγαρος πρόεδρος Μπορίσοφ – σημαντική η παρουσία της υπουργού Ενέργειας της Βουλγαρίας Πετκόβα στη Θεσσαλονίκη. Η επέκταση του τερματικού σταθμού της Ρεβυθούσας. Το project EastMed με την εμπλοκή της Κύπρου, του Ισραήλ και της Αιγύπτου. Στο βάθος όλων αυτών βρίσκεται η εμφάνιση των ΗΠΑ ως σημαντικού εξαγωγέα ενέργειας στις διεθνείς αγορές. Η ενέργεια είναι τομέας στον οποίο τα συμφέροντα των ΗΠΑ και της Ελλάδας συγκλίνουν 100%. Η Ελλάδα συμμερίζεται την αμερικανική εναντίωση στον Nord Stream 2, που πιστεύουμε ότι μπορεί να αδυνατίσει την ενεργειακή ασφάλεια της Ε.Ε. Συμμερίζεται επίσης την αμερικανική εναντίωση στον δεύτερο αγωγό του Turkish Stream, για τους ίδιους λόγους».

Υπάρχει η ανησυχία ότι η αμερικανική πολιτική των δασμών στο διεθνές εμπόριο, έχουμε και την περίπτωση της ελληνικής σωληνουργείας, διαμορφώνει κινδύνους για το παγκόσμιο οικονομικό σύστημα. Πώς προσεγγίζει η Ουάσιγκτον αυτήν τη συζήτηση;

«Το πιο σημαντικό, όπως είδατε στη συνάντηση Τραμπ και Γιούνκερ, είναι η σαφής δέσμευση των αμερικανικών και ευρωπαϊκών αρχών να δουλέψουν πάνω στις εμπορικές διαφορές μας. Η διατλαντική σχέση αφορά τη μεγαλύτερη επένδυση εμπορικών σχέσεων στον κόσμο. Οι οικονομίες μας και η ευημερία μας είναι βαθιά συνυφασμένες. Ένα παράδειγμα που μου αρέσει να χρησιμοποιώ είναι ότι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας αυτοκινήτων από τις ΗΠΑ είναι η BMW. Ο πρόεδρος Τραμπ έχει ξεκαθαρίσει ότι η βασική του ανησυχία αφορά τις εμπορικές συμφωνίες με την Ασία, τις οποίες χρειάζεται να επαναδιαπραγματευθούμε με καλύτερους όρους. Με έναν πιο δίκαιο τρόπο για τους Αμερικανούς εργαζόμενους και τους Αμερικανούς εξαγωγείς. Ορισμένοι από τους Ευρωπαίους εταίρους μας μοιράζονται τις ίδιες ανησυχίες. Η Ελλάδα ενδιαφέρεται προφανώς τα ζητήματα αυτά να μη θίξουν την οικονομική της ανάκαμψη. Είμαι αισιόδοξος ότι η Ουάσιγκτον και οι Βρυξέλλες αναγνωρίζουν τη σημασία της συνεργασίας μας και τη σημασία να επικεντρωνόμαστε στην ουσία του προβλήματος. Θίξατε το ζήτημα της Σωληνουργείας Κορίνθου. Θα το έβαζα σε ξεχωριστή κατηγορία. Είναι σημαντικό να καταλάβουμε εδώ ότι πρόκειται για μια προκαταρκτική εξέλιξη ως μέρος μιας ανεξάρτητης διαδικασίας που κινήθηκε από ιδιωτικές αμερικανικές εταιρείες και την ανησυχία τους ότι έρχονται σε μειονεκτική θέση λόγω ντάμπινγκ. Στο επόμενο στάδιο της διαδικασίας αξιωματούχοι του υπουργείου Εμπορίου θα έρθουν στην Ελλάδα και θα κάτσουν στο τραπέζι με τις εταιρείες που επηρεάζονται ώστε να ακούσουν τις θέσεις και τα στοιχεία τους για να εξετάσουν αν υπάρχει η βάση για μια διαφορετική τελική αξιολόγηση της υπόθεσης. Είμαι αισιόδοξος ότι τα ζητήματα αυτά θα εξεταστούν με διαφάνεια, δεν είναι πολιτικό το ζήτημα, και με έναν τρόπο που θα αντανακλά τη δέσμευση και των δύο πλευρών να βλέπουν τις εμπορικές τους σχέσεις να συνεχίσουν να αναπτύσσονται προς όφελος και των δύο χωρών».

ViaDiplomacy Newsroom