Το Δυρράχιο αν χρειαστεί θα αντικαταστήσει την Αλεξανδρούπολη
«Η Ελλάδα αποτελεί αξιόπιστο, ισχυρό και συνεπή σύμμαχο και πυλώνα σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή της Αν. Μεσογείου, της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής. Η συνεργασία και οι πρωτοβουλίες που αναπτύσσουμε με άλλες χώρες της περιοχής μας βασίζονται στο Διεθνές Δίκαιο και τις αρχές καλής γειτονίας πάνω απ’ όλα.» Αυτόο ανέφερε από την πρωτεύουσα του Έβρου ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, Νίκος Παναγιωτόπουλος στην ομιλία που πραγματοποίησε στις 3 Δεκεμβρίου και στην ημέρα διακεκριμένων επισκεπτών που διοργανώθηκε στο πλαίσιο της άσκησης Atlantic Resolve 2021.
Τα ίδια ακριβώς ειπώθηκαν και στις προηγούμενες επισκέψεις του Υπουργού Άμυνας στο λιμάνι της Αλεξανδρούπολης. Η πρώτη ήταν κατά τις εργασίες απομάκρυνσης του ναυαγίου βυθοκόρου «ΟΛΓΑ» από το λιμάνι τον Σεπτέμβριο του 2019, μια επιχείρηση που χρηματοδότησαν οι Αμερικανοί, και η δεύτερη στα τέλη Ιουλίου του 2020 στην επετειακή εκδήλωση συμπλήρωσης ενάμιση αιώνα από την ανάδειξη του λιμένα (1870), μετά και την άφιξη του σιδηρόδρομου. Η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε ταυτόχρονα με την υποστήριξη της συμμαχικής άσκησης «Atlantic Resolve 2020» καθώς και τις προετοιμασίες για τη χρήση του σιδηρόδρομου για πρώτη φορά στη σύγχρονη ιστορία του του λιμένα.
Στις πρώτες δύο εκδηλώσεις το κλίμα ήταν ιδιαίτερα θετικό ακόμα και σε αυτή του Ιουλίου (2020) λίγες ημέρες μετά την πρώτη ρήξη του Έλληνα υπουργού άμυνας με τους Αμερικανούς. Όμως στην τελευταία το κλίμα που υπήρχε μεταξύ του Έλληνα Υπουργού Άμυνας και των Αμερικανών ήταν πολύ »βαρύ» παρά την φιλότιμη προσπάθεια του Αμερικανού Πρ΄έσβη να μην φανεί η δυσαρέσκεια των ΗΠΑ στο πρόσωπο του Νίκου Παναγιωτόπουλου. Και η πρόσπάθεια του Τζέφρι Πάιατ δεν είναι μόνο φιλότιμη για να διατηρηθεί το κλίμα θετικό, αλλά και αγωνιώδης ώστε στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού να εξακολουθεί να υπάρχει ενδιαφέρον για το λιμάνι πέρα από τον βασικό λόγο που το χρειάζονται οι Αμερικανοί, που δεν είναι άλλος η μεταφορά των δυνάμεων τους και μόνο, σε Βουλγαρία και Ρουμανία.
Από την αρχή η Αλεξανδρούπολη είχε σημασία για την πολιτική των ΗΠΑ μόνο για τον παραπάνω λόγο και τίποτε άλλο. Ότι εξελίχθηκε σε Καζαμπλάνκα της Νοτιοανατολικής Ευρώπης, κίνησε το ενδιαφέρον επενδυνών – συμμάχων και επενδυτών – ανταγωνιστών, αυτό οφείλειται αποκλειστικά στον Αμερικανό Πρέσβη, Τζέφρι Πάιατ, και τον Πρόεδρο του Ο.Λ.Α (Οργανισμού Λιμένος Αλεξανδρούπολης), Κωνσταντίνο Χατζημιχαήλ.
Οι ΗΠΑ δεν θα αλλάξουν την Στρατηγική αλλά θα αλλάξουν αν χρειαστεί το μέσο για την πετύχουν
Η Αλεξανδρούπολη είναι σημαντική για τις ΗΠΑ για δύο λόγους, ο ένας είναι το Σιδηριδρομικό δίκτυο, και ο δεύτερος η Εγνατία Οδός σε συνδυασμό τις κάθετες οδούς σε αυτή. Έχοντας τα δύο αυτά δίκτυα μπορούν να μεταφέρουν άμεσα δυνάμεις στις περιοχές ενδιαφέροντος. Όμως η Ελληνική κυβέρνηση, και ειδικά το Υπουργείο Ναυτιλίας, έχει επιλέξει να μην χρησιμοποιήσει τα δύο αυτά πλεονεκτήματα για μια καλύτερη διαπραγμάτευση με τις ΗΠΑ όσο αφορά τις επενδύσεις στην περιοχή και στην Ελλάδα συνολικά, αλλά για να κρατήσει γεωπολιτικές ισορροπίες κλείνοντας ουσιαστικά το μάτι σε Κινέζους και Ρώσους.
Το άξιο απορίας είναι πως το Μαξίμου έχει ήδη τα αποτελέσματα της Κινεζικής πολιτικής σε Πειραία και Θεσσαλονίκη (ο ΟΛθ ουσιαστικά ανήκει σε Κινέζους) και παρ’ όλ’ αυτά δεν θα είχε κανένα πρόβλημα να δει τους Κινέζους να αποκτούν το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης. Αυτό πρακτικά θα σήμαινε πως όταν οι Αμερικανοί θα μετακινούν δυνάμεις από το λιμάνι θα πρέπει να συνεργάζονται με Κινέζους και Ρώσους. Σε αυτή την περίπτωση είναι βέβαιο πως οι τελευταίοι θα δημιουργούν τεράστια προβλήματα στις διαδικασίες, και το κυριότερο, θα έχουν άμεση πρόσβαση σε πληροφορίες διακίνησης, υλικού κ.α
Εκείνη την στιγμή οι Αμερικανοί θα λειτουργήσουν ακριβώς όπως και σε όλο τον υπόλοιπα κόσμο, θα αγνοήσουν την γεωγραφία, θα τραβήξουν μια ευθεία γραμμή, και θα κοιτάξουν το λιγότερο κόστος. Για την συγκεκριμένη περίπτωση το λιγότερο κόστος θα είναι να αντικαταστήσουν το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης με το λιμάνι του Δυρραχίου στην Αλβανία, την Εγνατία οδό να την αντικαταστήσουν με το Οδικό Διάδρομο VIII που ενώνει την Αδριατική με τη Μαύρη Θάλασσα, και το κατά μία ημέρα πιο αργό Σιδηροδρομικό δίκτυο΄ Αλβανίας – Βόρειας Μακεδονίας – Βουλγαρίας.
Αυτή η εναλλα΄κτική των ΗΠΑ δεν είναι απλά στα σχέδια αλλά ήδη προετοιμάζονται για αυτό το ενδεχόμενο. Στις 15 Ιουλίου η Βουλή της Βόρειας Μακεδονίας ψήφισε για την κατασκευή του Οδικού Διαδρόμου VIII ενώ το έργο ανέλαβε να το κατασκευάσει η αμερικανική εταιρεία Bechtel & Enka. Στις 15 Ιουλίου επίσης, οι Πρέσβεις των ΗΠΑ σε Σκόπια και Τίρανα, βρέθηκαν στο συνοριακό πέρασμα Kjafasan.
Το Δυρράχιο στην θ΄έση της Αλεξανδρούπολης
Αν οι Αμερικανοί εξακολουθήσουν να χρησιμοποιούν την Αλεξανδρούπολη μόνο ως εργαλείο για την μεταφορά στρατευμάτων, τότε ανά πάσα στιγμή αυτό θα το αλλάξουν και θα χρησιμοποιούν πλέον το λιμάνι του Δυρραχίου στην Αλβανία στο οποίο έχουν κάνει ήδη τις προετοιμασίες.
Στις 4 Μαΐου 2020 στο λιμάνι της γειτονικής χώρας έγινε η επίσημη έναρξη της άσκησης «Defender Europe 21»ο Λιμάνι του Δυρραχίου,την οποία παρακολούθησαν παρακολούθησαν ο Πρόεδρος Μέτα, ο πρωθυπουργός Έντι Ράμα, ο στρατηγός των ΗΠΑ Tod D. Wolters, ο Ανώτατος Συμμαχικός Διοικητής της ΝΑΤΟ Ευρώπης Jeffrey Harrigian, Διοικητής της Πολεμικής Αεροπορίας των ΗΠΑ στην Ευρώπη – Air Force Africa, καθώς και ο Christopher Cavoli.
Στο λιμάνι είχαν φτασει εκείνες τις ημέρες χιλιάδες στρατεύματα, στρατιωτικά οχήματα και εξοπλισμός, αριθμοί μεγαλύτεροι από αυτούς που έφτασαν στην Αλεξανδρούπολη. Μόνο από τις ΗΠΑ, 6.000 στρατεύματα είχαν φτάσει σε 6 στρατιωτικές βάσεις στην Αλβανία. Οι Αλβανοί έδωσαν τεράστια σημασία στο γεγονός για αυτ΄ό και παραβρέθηκαν ο Πρόεδρος και Πρωθυπουργός της χώρας.
«Συγχαίρουμε την Αλβανία που δεν δίστασε να βοηθήσει τους συμμάχους της. Μας δείξατε το στρατηγικό και τακτικό δυναμικό της Αλβανίας. Αυτή η εκπαίδευση στην Αλβανία είναι ιστορική από μόνη της. Αυτή η εφοδιαστική επιχείρηση για την οποία έχετε δει όλοι, δείχνει την ικανότητα των ΗΠΑ να στέλνουν στρατιωτικές δυνάμεις όπου χρειάζονται. Η Αλβανία έχει στρατηγική θέση. Η υποστήριξή μας για το ΝΑΤΟ είναι εμφανής », είχε δηλώσει η πρέσβης των ΗΠΑ Γιούρι Κιμ