Ταξίδι στην Τουρκία ίσον με ταξίδι στο σκότος
Αν αυτή η εφημερίδα εκδιδόταν στην Τουρκία, το υπόλοιπο της στήλης μπορεί να ήταν εντελώς κενό, με εξαίρεση μια φωτογραφία του αρθρογράφου στην κορυφή και τη λεζάντα να αναφέρει «στερείται την ελευθερία του για 124 ημέρες». Αυτό γράφει συνήθως η «Τζουμχουριέτ», η σημαντικότερη αντιπολιτευόμενη εφημερίδα της Τουρκίας, που παραμένει ακόμη ανοικτή για τους φυλακισμένους αρθρογράφους της. Ενας από τους σημαντικότερους αρθρογράφους της «Τζουμχουριέτ», ο κ. Κάντρι Γκουρσέλ, ο οποίος είναι επίσης μέλος του Διεθνούς Ινστιτούτου για τον Τύπο, έστειλε πρόσφατα ένα συγκινητικό γράμμα που ξεκινάει: «Σας χαιρετώ όλους με αγάπη από τη Β΄ πτέρυγα, κέλι 25 της φυλακής Σιλίβρι».
Σήμερα ένα ταξίδι στην Τουρκία ισοδυναμεί με ταξίδι στο σκότος: δεκάδες χιλιάδες δημόσιοι υπάλληλοι και χιλιάδες πανεπιστημιακοί έχουν απολυθεί, περισσότεροι δημοσιογράφοι είναι φυλακισμένοι στην Τουρκία απ’ οποιαδήποτε άλλη χώρα, μια παγωμένη ομίχλη φόβου κυριαρχεί. Μίλησα με τον κ. Χασάν Τζεμάλ, έναν από τους πλέον καταξιωμένους δημοσιογράφους της χώρας, ο οποίος μόλις καταδικάστηκε σε 15 μήνες φυλάκισης με αναστολή για ερευνητικό ρεπορτάζ σχετικό με έναν ηγέτη του ΡΚΚ – καλό ρεπορτάζ, το οποίο το καθεστώς υποστηρίζει πως εξυμνεί την τρομοκρατία. Ο Τζεμάλ μου εξηγεί με ηρεμία την κατάσταση που επικρατεί στις τουρκικές φυλακές.
Και ανταποκριτές
Προ λίγων εβδομάδων συνελήφθη ο Τουρκογερμανός ανταποκριτής της γερμανικής εφημερίδας Die Welt. Ρεπόρτερ που είχαν αποκαλύψει τα δίκτυα του Γκιουλέν, που είχαν διαδραματίσει, δίχως αμφιβολία, σημαντικό ρόλο στην απόπειρα πραξικοπήματος του 2016, τώρα κατηγορούνται ως υποστηρικτές του Γκιουλέν. Ο κ. Γκιουρσέλ, ο αρθρογράφος της «Τζουμχουριέτ», γράφει πως «περιέργως είμαστε ένοχοι διότι δεν υπάρχει κανένα στοιχείο εις βάρος μας». Καφκική κατάσταση.
Εξω από την αίθουσα διαλέξεων του Πανεπιστημίου του Βοσπόρου, όπου έχω προσκληθεί από την ανεξάρτητη Ακαδημία Επιστημών ώστε να δώσω διάλεξη με θέμα την ελευθερία του λόγου, φοιτητές δίνουν γλυκά στους παρευρισκομένους. Μαζί με τα γλυκά οι φοιτητές δίνουν και μικρά χαρτιά, σαν αυτά που δίνουν στα κινέζικα εστιατόρια, αλλά, αντί για αστεία ή κενές προφητείες, τα χαρτάκια των φοιτητών αναφέρουν: «Η ελευθερία του λόγου απειλείται στο Πανεπιστήμιο του Βοσπόρου εδώ και μήνες. Μη σιωπάτε!». Στη συνέχεια, ορισμένοι πολύ ανήσυχοι φοιτητές με βομβαρδίζουν με ερωτήσεις: «Τι πρέπει να κάνουμε;». Μακάρι να είχα μια καλή απάντηση. Μετά μια νεαρή φοιτήτρια με χλωμό πρόσωπο και έντονα μάτια που με κοιτάνε μέσα από γυαλιά χωρίς σκελετό λέει ότι «νιώθουμε τόσο ανίσχυροι – το μόνο που έχω είναι το σώμα μου… με αυτό θα διαμαρτυρηθώ».
Εχω και εγώ δύο πιεστικές ερωτήσεις. Πρώτον, καθώς πλησιάζουμε στο δημοψήφισμα της 16ης Απριλίου για την αναθεώρηση του συντάγματος, ποιος είναι ο πιο ακριβής χαρακτηρισμός για το σημερινό πολιτικό σύστημα της Τουρκίας; Οι απαντήσεις που παίρνω εδώ στην Τουρκία ποικίλλουν από «καθαρά αυταρχικό» μέχρι «κοινοβουλευτικός αυταρχισμός». Πρόκειται για έναν τύπο καθεστώτος που νομιμοποιεί την αυταρχική διακυβέρνηση μέσω της περιοδικής διεξαγωγής εκλογών ή δημοψηφισμάτων, όπως στη Ρωσία του Βλαντιμίρ Πούτιν και σε μικρότερο βαθμό στην Ουγγαρία του Βίκτορ Ορμπαν.
Το ρεπερτόριο αυτής της νέας γενιάς αυταρχικών πολιτικών είναι πλέον γνώριμο. Ελέγχουν τα ΜΜΕ μέσω των ολιγαρχών που είναι ιδιοκτήτες τους. Υφαίνουν μια κουρελού ασαφών νόμων μέσω των οποίων μπορούν να ασκήσουν δίωξη κατά πάντων. Διασφαλίζουν τον πολιτικό έλεγχο επί των δικαστών. Διαδίδουν το δικό τους εθνικιστικό αφήγημα μέσω της τηλεόρασης και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, ενώ παράλληλα κατηγορούν τα ανεξάρτητα ΜΜΕ και τις τοπικές ΜΚΟ ότι είναι πέμπτη φάλαγγα πληρωμένη από ξένες πηγές. Μέσω της προτεινόμενης συνταγματικής αναθεώρησης, ο πρόεδρος Ερντογάν θα λάβει πολύ σημαντικές νέες εξουσίες, θα του επιτραπεί να παραμείνει πρόεδρος μέχρι το 2029, ενώ στην πράξη ήδη κυβερνάει σαν σουλτάνος.
Πράγμα που με οδηγεί στη δεύτερη ερώτησή μου. Οπως και οι φοιτητές, έτσι αναρωτιέμαι και εγώ «τι πρέπει να κάνουμε». Με το εμείς, εννοώ η Ευρώπη, η Δύση, οι άνθρωποι από κάθε τόπο που αγαπούν την ελευθερία. Παρά τις πιέσεις, δεν είναι δεδομένο το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος. Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ελαφρά υπεροχή του «Ναι», συνεπώς είναι ζωτικής σημασίας η ευρεία παρουσία διεθνών και Τούρκων εκλογικών παρατηρητών. Τι γίνεται με τον ευρωπαϊκό και τον αμερικανικό μοχλό πίεσης; Οι Τούρκοι φίλοι που αναπολούν με νοσταλγία τη χρυσή εποχή στις αρχές του αιώνα, όταν η Τουρκία, υπό την υποτιθέμενη ήπια ισλαμιστική κυβέρνηση, πίστευε πως θα μπορούσε να γίνει μέλος της Ε.Ε. και η Ενωση έμοιαζε να προτίθεται στα σοβαρά να δεχθεί την Τουρκία ως μέλος. Ολα είναι παρελθόν, οριστικά. Καλώς ή κακώς, η κ. Αγκελα Μέρκελ εξακολουθεί να νιώθει ότι εξαρτάται από τον κ. Ερντογάν για να ανακόψει τη ροή προσφύγων μέχρι τις βουλευτικές εκλογές της Γερμανίας. Η Γαλλία είναι υπερβολικά απασχολημένη με τις δικές της εκλογές, ενώ η κ. Τερέζα Μέι πηγαίνει σαν πλασιέ από τον κ. Τραμπ στον κ. Ερντογάν χωρίς να ψελλίζει ούτε μία λέξη υπέρ της ελευθερίας που υποτίθεται ότι υποστηρίζει η Βρετανία. Μόνο κάποιος φρενοβλαβής θα πίστευε πως ο κ. Τραμπ θα υπερασπιστεί αξίες που καταπατάει ο ίδιος.
Τι πρέπει να γίνει
Το συμπέρασμά μου είναι πως, αν πρόκειται να κάνουμε κάτι ώστε να βοηθήσουμε την άλλη Τουρκία, θα πρέπει να το κάνουμε μόνοι μας. Αν και δεν πρέπει να απελπιζόμαστε τελείως, η πίεση από Ε.Ε., ΗΠΑ και άλλες κυβερνήσεις είναι απίθανο να αλλάξει την κατεύθυνση που έχει πάρει η πολιτική στην Τουρκία. Ωστόσο, καμιά φορά λειτουργούν οι λιγότερο φιλόδοξες παρεμβάσεις που γίνονται από χαμηλότερο επίπεδο. Είναι θλιβερό να χρειάζεται να επαναλαμβάνουμε όσα κάναμε με τους αντιφρονούντες της Σοβιετικής Ενωσης, αλλά έτσι είναι. Οπότε πανεπιστήμια απ’ όλο τον κόσμο θα πρέπει να παρεμβαίνουν υπέρ των Τούρκων πανεπιστημιακών και ιδρυμάτων που γνωρίζουν. Τα πανεπιστήμια θα πρέπει να προσφέρουν υποστήριξη προς την ανεξάρτητη τουρκική Ακαδημία Επιστημών.
Ενα από τα θλιβερότερα πράγματα που άκουσα στην Κωνσταντινούπολη είναι πως όλο και λιγότεροι ξένοι πανεπιστημιακοί, συγγραφείς, δημοσιογράφοι και καλλιτέχνες επισκέπτονται την Τουρκία, με αποτέλεσμα οι συνάδελφοί μας να νιώθουν αποκομμένοι. Οποτε μπορούμε θα πρέπει να πηγαίνουμε στην Τουρκία, να ακούμε, να γράφουμε και να μιλάμε υπέρ τους. Οργανώσεις υπεράσπισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της ελευθερίας του λόγου θα πρέπει να εξακολουθήσουν να ασκούν πίεση δημοσιεύοντας τα δεινά που υφίστανται πρόσωπα και ομάδες ανθρώπων. Εφημερίδες και περιοδικά μπορούν να υποστηρίξουν τους Τούρκους δημοσιογράφους είτε αμέσως είτε εμμέσως με το να αναδεικνύουν διεθνώς τι τους συμβαίνει. Οταν οι κυβερνήσεις μας δεν κάνουν μεγάλα βήματα, είναι ακόμη πιο σημαντικό να κάνουμε εμείς πολλά μικρά βήματα. Καθώς ο κ. Ερντογάν αυξάνει την πίεση, τώρα είναι η στιγμή να δείξουμε αλληλεγγύη.
*Ο αρθρογράφος είναι καθηγητής Ευρωπαϊκών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και φέτος θα τιμηθεί με το διεθνές βραβείο «Καρλομάγνος».
Έντυπη Καθημερινή