Συμφωνία με ΗΑΕ- Ο πόλεμος στην Ουκρανία, η εξωτερική πολιτική της Ελλάδας στο επίκεντρο των τοποθετήσεων των κομμάτων

Στις γεωπολιτικές αλλαγές που συντελούνται από τον πόλεμο της Ρωσίας στην Ουκρανία και την ασκούμενη εξωτερική πολιτική της χώρας μας απέναντι στις εξελίξεις, επικεντρώθηκαν οι τοποθετήσεις των εισηγητών και ειδικών αγορητών των κομμάτων κατά τη συζήτηση του σχεδίου νόμου του υπουργείου Εξωτερικών για την «Κύρωση της Συμφωνίας μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων σχετικά με την κοινή συνεργασία στην εξωτερική πολιτική και την άμυνα και των ρηματικών διακοινώσεων σχετικά με το ελληνικό πρωτότυπο κείμενο της Συμφωνίας».

Ο εισηγητής της ΝΔ Ανδρέας Νικολακόπουλος ζήτησε «την απόλυτη καταδίκη της Ρωσίας για την εισβολή στην Ουκρανία, χωρίς αστερίσκους, συμψηφισμούς και δικαιολογίες». 

Ο εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ Γιώργος Τσίπρας ανέφερε πως οι εξελίξεις μάς καλούν να δούμε την κατάσταση που δημιουργεί ο πόλεμος στην Ουκρανία στην ευρύτερη περιοχή μας, από τα Βαλκάνια και το Αιγαίο μέχρι την Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή και βέβαια στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Τόνισε πως η Δύση ενώ θα έπρεπε να κάνει ό,τι είναι δυνατόν για τον τερματισμό του πολέμου και της αιματοχυσίας, «δυστυχώς πράττει ό,τι είναι δυνατόν για την ενίσχυση τής μιας πλευράς, του αμυνόμενου», και «κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να κοστίσει η εισβολή και η κατάφωρη παραβίαση του διεθνούς δικαίου στη Ρωσία και να οδηγήσει σε πλήρη ρήξη τις σχέσεις Δύσης και Ευρώπης με τη Ρωσία». Αναρωτήθηκε γιατί το ΝΑΤΟ δεν δεσμεύεται ότι δεν θα δεχτεί στους κόλπους του άλλες χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, ότι δεν θα ενταχθεί η Ουκρανία. 

Καταλόγισε στην κυβέρνηση ότι από την πρώτη στιγμή «επέλεξε τον πιο επικίνδυνο δρόμο, όχι αυτόν της ειρήνης, αλλά της εμπλοκής, αδιαφορώντας για τις μακροπρόθεσμες συνέπειες». Πήρε, είπε, στα γρήγορα μία απόφαση επιπόλαιη με μοναδικό κριτήριο ότι η Ελλάδα πρέπει να είναι ένας δεδομένος, προβλέψιμος εταίρος. Χαρακτήρισε επιπόλαιη την απόφαση αποστολής οπλισμού στην Ουκρανία, μια απόφαση που ελήφθη χωρίς καν τη συμμετοχή του υπουργείου Εξωτερικών και χωρίς κάποια απόφαση του ΚΥΣΕΑ. Επέκρινε, επίσης, την κυβέρνηση ότι δεν ανέλαβε πρωτοβουλία για την απομάκρυνση των Ελλήνων ομογενών της Μαριούπολης και δεν εξάντλησε τα περιθώρια που υπήρχαν. 

Υπογράμμισε πως «οι ισχυροί παίκτες στην περιοχή αλλάζουν πολιτικές και προτεραιότητες. Οι χώρες όλης της περιοχής, μηδεμιάς εξαιρουμένης, αντισταθμίζουν τις σχέσεις και τις δικές τους προτεραιότητες». Προσέθεσε πως στο πλαίσιο αυτό, η Ελλάδα έχει την ανάγκη χάραξης μιας νέας εθνικής στρατηγικής, «Χρειάζεται σχεδιασμό, πολυδιάστατη, ενεργητική, διεκδικητική εξωτερική πολιτική και περισσότερη διαβούλευση». Αντιθέτως, η κυβέρνηση «επέλεξε εν μία νυκτί να αλλάξει το δόγμα της εξωτερικής πολιτικής με την αποστολή στρατιωτικής μονάδας στη Σαουδική Αραβία και να εμπλακούμε σε πολεμικούς τυχοδιωκτισμούς άλλων στο Σαχέλ της Αφρικής, κοντά στις ακτές του Ατλαντικού, έξω από το πλαίσιο διεθνών οργανισμών». Για την κυβέρνηση είπε ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ «είναι προφανές ότι έχει πολύ μεγαλύτερο βάρος η επικοινωνία από την ουσία για αυτό και φλυαρεί περί δήθεν απομόνωση της Τουρκίας που όμως δεν συμβαίνει». Ζήτησε «η χώρα να διαβουλευτεί, να σταθμίσει, να σχεδιάσει εκ νέου τις σχέσεις, τις συμμαχίες, τις συνεργασίες στην περιοχή και διεθνώς»

Ο ειδικός αγορητής του ΚΙΝΑΛ Ανδρέας Λοβέρδος τόνισε πως η επέμβαση της Ρωσίας στην Ουκρανία είναι «παράνομη εισβολή και κατοχή που απαιτεί την έμπρακτη καταδίκη μας και η Ελλάδα είναι σε ένα καλό δρόμο». Χαρακτήρισε θετικό ότι η Ελλάδα και η Κύπρος είναι ανάμεσα στις 38 χώρες που υπέγραψαν το αίτημα παραπομπής της Ρωσίας στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης. Εκτίμησε πως «είμαστε όχι στο τέλος αυτής της κρίσης, αλλά ούτε και στην αρχή της. Στο πεδίο των πολεμικών επιχειρήσεων ενδεχομένως σε λίγο καιρό να έχουμε τέλος, αλλά μέχρι να ξαναγυρίσουμε στη νέα κανονικότητα, γιατί η παλιά είναι ξεχασμένη, θα απαιτηθεί χρόνος και έχουμε μπροστά μας δρόμο». Σχετικά με τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, μετά τη συνάντηση Μητσοτάκη- Ερντογάν, ανέφερε πως «καλό είναι να κρατάμε μικρό καλάθι», «να επενδύουμε σε ένα ειρηνικότερο περιβάλλον, αλλά δεν είμαστε και αφελείς». 

Ο ειδικός αγορητής του ΚΚΕ Νίκος Παπαναστάσης ανέφερε πως «η Ουκρανία είναι κοντά. Ακούγονται οι καμπάνες που χτυπάνε και αυτό σημαίνει ακόμα μεγαλύτερους κινδύνους», σημειώνοντας πως η εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης «προσδοκά οφέλη από την αναβάθμιση του ρόλου της στα σχέδια ΗΠΑ- ΝΑΤΟ- ΕΕ» και «επιδεικνύει παράλληλα τη χρησιμότητά της ως “προτιμώμενου εταίρου”, στα σχέδια ανάσχεσης ανταγωνιστριών δυνάμεων, κυρίως της Κίνας και της Ρωσίας». Είπε ότι το ΚΚΕ καταψήφισε τη Συμφωνία με τα ΗΑΕ γιατί «αυτή εντάσσεται στη δρομολόγηση των εξελίξεων βάζοντας την Ελλάδα όμως όλο και πιο μέσα “στο στόμα του λύκου” των αμερικανοΝΑΤΟικών σχεδιασμών σε Μ. Ανατολή, Περσικό και στην “αναβάθμιση” της αστικής τάξης, μέσα από ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις». Τόνισε πως αυτή την ώρα, «ο αμερικανοΝΑΤΟικός σχεδιασμός στην περιοχή απέναντι στο Ιράν, όπως και στην επιρροή Κίνας και Ρωσίας ξετυλίγεται, οξύνοντας ακόμη παραπάνω τους ανταγωνισμούς και η Ελλάδα με την εν λόγω Συμφωνία δεσμεύεται να συμβάλει στρατιωτικά, ακόμα και να πολεμήσει στο πλευρό των Εμιράτων, όπως προφανώς και των συμμάχων τους στην περιοχή, σε περίπτωση στρατιωτικής εμπλοκής». Είναι, είπε, “ηλίου φαεινότερον” ότι «η ελληνική κυβέρνηση δεν υπογράφει συμφωνίες με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, απλά για να αναζητήσει στρατιωτικό “αντίβαρο” στην επιθετικότητα της Τουρκίας, αλλά ήδη, ο αμερικανοΝΑΤΟικός άξονας, επικαιροποιώντας τα συμφέροντά του, επέβαλε την προσέγγιση Τουρκίας και ΗΑΕ»
O ειδικός αγορητής από την Ελληνική Λύση Κωνσταντίνος Χήτας υπερψήφισε τη Συμφωνία με επιφυλάξεις σχετικά με την τήρηση της αμοιβαιότητας από τα ΗΑΕ καθώς όπως είπε έχουν υπογράψει ταυτόχρονα συμφωνίες με την Τουρκία και οι σχέσεις των δύο χωρών παρουσιάζουν μια οβιδιακή μετάλλαξη. Επισήμανε πάντως πως «η χώρα μας σαφώς και ωφελείται με τη σύναψη οποιασδήποτε συνεργασίας με τρίτη χώρα που βρίσκεται στη λεκάνη της Μεσογείου είτε στην ευρύτερη περιοχή, ειδικά αν αυτή η χώρα αποτελεί μια οικονομικά αναπτυγμένη χώρα, η οποία πέρα από τη σύναψη αμυντικών συμφωνιών μπορεί στο μέλλον να συζητήσει και να συνάψει και εμπορικές και επενδυτικές συμφωνίες με τη χώρα μας» για αυτό και το κόμμα του την ψηφίζει.

Η ειδική αγορήτρια του ΜέΡΑ 25 Σοφία Σακοράφα ανέφερε πως «η Ευρώπη ζει άλλον έναν πραγματικό πόλεμο, με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Οι ισορροπίες στο τρίπτυχο ΗΠΑ-ΕΕ-Ρωσία φαίνεται πως αλλάζουν ριζικά και μπαίνουν σε νέα ιστορική φάση». «Έχουμε έναν πόλεμο στα όρια του ΝΑΤΟ» και «η Ελλάδα λειτουργεί -και λόγω θέσης και λόγω βάσεων- σαν ένα προκεχωρημένο φυλάκιο της Δύσης». Είχαμε, μάλιστα ήδη και άμεση εμπλοκή, με την αποστολή πολεμικού υλικού προς το ένα από τα εμπόλεμα μέρη. Σημείωσε πως «η ΕΕ σύρεται ξανά πίσω από τις ΗΠΑ. Οι Ευρωπαίοι οδηγούνται σε βαρύτατη ύφεση και, μάλλον αναπόφευκτα, σε στασιμοπληθωρισμό και η χώρα μας καλείται να πληρώσει το βαρύτατο τίμημα των αστόχαστων πρωθυπουργικών επιλογών αυτή τη φορά άμεσα, στην ενέργεια». Τόνισε πως «η εθνική μας στρατηγική “έχει πάει περίπατο” και η εξωτερική πολιτική καθορίζεται από προσωπικές αντιλήψεις». Καταλόγισε στον κ. Μητσοτάκη ότι «εφαρμόζει το διαχρονικό δόγμα τού πάντα δεδομένου και πρόθυμου συμμάχου, που ενεργεί με αχρείαστο ζήλο, για να επιδείξει την προσκόλλησή του στους λεγόμενους “ισχυρούς συμμάχους”». Υποστήριξε πως «οι ΗΠΑ είναι εκείνες που υψώνουν τους τόνους και εκείνοι που καλούνται να καταβάλουν το κύριο τίμημα είναι οι Ευρωπαίοι» και «το όφελος θα ανήκει και πάλι στην ολιγαρχία εξωτερικού και εσωτερικού». Προειδοποίησε μάλιστα η βουλευτής του ΜέΡΑ25 ότι «προσεγγίζουμε επικίνδυνα τη ναζιστική πρακτική», «υψώνοντας τείχη μισαλλοδοξίας» με μποϋκοτάζ σε πολιτιστικές εκδηλώσεις όταν «στην βαρβαρότητα του πολέμου, ο πολιτισμός είναι το αντίπαλο δέος»! Τέλος επισήμανε ότι «μέσα στην ΕΕ, οι ισορροπίες ανατρέπονται ριζικά, με τον υπερεξοπλισμό της Γερμανίας. Η Γερμανία ακολουθεί μεθοδικά αναθεωρητική πολιτική ως προς τις συνέπειες των δύο παγκοσμίων πολέμων. Και σήμερα, πια, απροκάλυπτα. Το Παρίσι παρακολουθεί, μάλλον αμήχανα, τις εξελίξεις. Το Λονδίνο, ούτως ή άλλως, έκανε την επιλογή του Brexit, για να αποδεσμευθεί από τη γερμανική ηγεμονία στην ΕΕ» ενώ για την παραπομπή της ρωσικής ηγεσίας στο Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο έκρουσε τον κίνδυνο «της ενδεχόμενης ανατροπής των σχέσεων ανάμεσα στα πέντε μόνιμα μέλη του Συμβουλίου Ασφαλείας». 

ViaDiplomacy Newsroom