Στρατηγική αναβάθμιση της Σούδας

Πίσω από τη συζήτηση για την ανανέωση της Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας (MDCA) ανάμεσα στην Αθήνα και την Ουάσιγκτον κρύβεται ένα παρασκήνιο αρκετών μηνών. Η συμφωνία τελικά επεκτάθηκε για ένα έτος, όπως συμβαίνει κατά τη διάρκεια των τελευταίων 27 ετών (και είχε αποκαλυφθεί από την «Κ» στις 17 Ιουλίου). Τελικά υπερίσχυσαν λόγοι οι οποίοι αφορούν το εσωτερικό πολιτικό παίγνιο και τις ανάγκες της κυβερνητικής ενδοκομματικής ισορροπίας σε μια δύσκολη περίοδο, αλλά και μια άτυπη συνεννόηση ανάμεσα σε Ελλάδα και ΗΠΑ σχετικά με το εύρος των εργασιών και επεκτάσεων που δύνανται να πραγματοποιήσουν οι Αμερικανοί εντός της βάσης της Σούδας. Προφανώς, επί τούτου δεν υπάρχουν περιορισμοί, παρά την ύπαρξη ορισμένων ενστάσεων, οι οποίες κάποια στιγμή τέθηκαν από την Αθήνα για την επέκταση ορισμένων χρήσεων ή μετασταθμεύσεων αμερικανικών δυνάμεων στη Σούδα.

Επί της ουσίας, ήδη πραγματοποιούνται εργασίες οι οποίες πριν από ένα έτος δεν θεωρούνταν δεδομένες από τους Αμερικανούς. Τότε, οι Αμερικανοί διαφωνούσαν με την επέκταση του νεωρίου (drydock) στη Σούδα, με τη λογική ότι όταν υπάρχει ανάγκη επισκευών για πλοία του Στόλου, αυτές μπορεί πάντα να παραχωρηθούν σε ιδιωτικά ναυπηγεία ανά τον κόσμο. Για λόγους οι οποίοι αφορούν τη ραγδαία επιδείνωση των γεωστρατηγικών παραμέτρων στην Ανατολική Μεσόγειο, αλλά και πρακτικούς (τους τελευταίους μήνες έχουν σημειωθεί σοβαρότατα δυστυχήματα αμερικανικών πολεμικών), οι ΗΠΑ αναθεώρησαν αυτήν την τακτική τους. Οι υφιστάμενες εγκαταστάσεις στη Σούδα ήδη διευρύνονται, προκειμένου να εξυπηρετήσουν την επισκευή ακόμη και αντιτορπιλικών τύπου Arleigh Burke, τα οποία έχουν διαστάσεις περίπου 150-160 μ. επί 20-22 μ. και αποτελούν ίσως τις μεγαλύτερες, μετά τα αεροπλανοφόρα, μονάδες επιφανείας του Αμερικανικού Ναυτικού.

Οι Ειδικές Δυνάμεις

Δεδομένου ότι στη Σούδα υφίσταται αποβάθρα στην οποία έχουν τη δυνατότητα να ελλιμενισθούν ακόμη και αεροπλανοφόρα (το κρηπίδωμα Κ-14), γίνεται απολύτως σαφές πως –ανεξάρτητα από τις επιμέρους λεπτομέρειες που τελικά μπορεί να εμπλουτίσουν στην πράξη την ελληνοαμερικανική αμυντική συνεργασία– οι Ενοπλες Δυνάμεις (Ε.Δ.) των ΗΠΑ ήδη διαφυλάσσουν για τη ναυτική βάση έναν ρόλο πολύ ευρύτερο από εκείνον που διαδραμάτιζε στο πρόσφατο παρελθόν. Δεδομένου ότι οι αμερικανικές Ε.Δ. χρησιμοποιούν ήδη και το παρακείμενο στρατιωτικό αεροδρόμιο για τη μεταφορά βαρέος οπλισμού, πυραύλων και ανεφοδιασμό, η Σούδα αποκτά μια ευρύτερη αεροναυτική διάσταση, υποστηρικτική και στο κρίσιμο σκέλος της επιμελητείας. Οι Αμερικανοί εξακολουθούν να επιθυμούν εντονότερη συνεργασία σε ζητήματα ειδικών δυνάμεων (Navy Seals), κάτι που αποτελεί και προτεραιότητα της στρατιωτικής ηγεσίας στην Αθήνα, ενώ εκκρεμεί και το αίτημα αξιοποίησης της αεροπορικής βάσης του Καστελλίου, στο Ηράκλειο Κρήτης, που είχε θέσει ο υπουργός Αμυνας των ΗΠΑ Τζέιμς Μάτις στον ομόλογό του Π. Καμμένο, κατά την επίσκεψή του στην Ουάσιγκτον.

Ως προς το χρονικό εύρος της συμφωνίας, η ενδοκομματική ισορροπία στον ΣΥΡΙΖΑ υπερίσχυσε. Πιθανή αλλαγή της συμφωνίας, με χρονική επέκτασή της σε 5 ή 7 έτη, θα έπρεπε να περάσει από τη Βουλή και ο κ. Τσίπρας ήθελε να αποφύγει ένα τέτοιο ρίσκο. Δημοσίως, υπέρ μιας τέτοιας πολυετούς συμφωνίας είχε ταχθεί εκ των κυβερνητικών μόνο ο κ. Καμμένος – μάλιστα το έθεσε και στον κ. Μάτις. Ο κ. Καμμένος τόνιζε ότι η Ελλάδα διαπραγματεύεται ανταλλάγματα τα οποία περιελάμβαναν είτε παραχώρηση εξοπλισμών είτε διευκολύνσεις για την απόκτηση ή τον εκσυγχρονισμό αμυντικών συστημάτων. Είχε ξεκινήσει, μάλιστα, ζητώντας τροποποίηση της συμφωνίας, ώστε η Ελλάδα να παραλαμβάνει πολεμικό υλικό από τις ΗΠΑ στο πλαίσιο των υφιστάμενων συμφωνιών της Ουάσιγκτον με την Αίγυπτο ή το Ισραήλ. Από το καθ’ ύλην αρμόδιο υπουργείο Εξωτερικών η αντιμετώπιση ήταν διαφορετική. Το Μέγαρο Μαξίμου και το υπουργείο Εξωτερικών κινούνταν σε μια λογική ανταλλαγμάτων, τα οποία ξεφεύγουν από το αμιγώς στρατιωτικό σκέλος και επεκτείνονται σε στρατηγικά ή και πολιτικά ζητήματα. Ευθύς εξαρχής η παραχώρηση «δωρεάν» εξοπλισμών ήταν μάλλον μια δύσκολη υπόθεση. Για το Πολεμικό Ναυτικό το χρονοδιάγραμμα για την απόκτηση (ή έστω τον εκσυγχρονισμό υφισταμένων) ναυτικών μονάδων που μπορούν να εξισορροπήσουν την τουρκική παρουσία στην Ανατολική Μεσόγειο, παραμένει ζητούμενο. Ενώ την ίδια στιγμή το Γενικό Επιτελείο Αεροπορίας αναμένει την εξέλιξη των συζητήσεων για τον εκσυγχρονισμό του στόλου των F-16.

Ελληνοσκοπιανή συνάντηση

Τα αποτελέσματα των τοπικών εκλογών στην ΠΓΔΜ, σε περίπου ενάμιση μήνα από σήμερα, θα κρίνουν σε σημαντικό βαθμό και το περιθώριο κινήσεων που θα έχει ο νέος, μετριοπαθής πρωθυπουργός της χώρας Ζόραν Ζάεφ, με τον οποίο συναντήθηκε σε θετικό κλίμα την περασμένη Πέμπτη στα Σκόπια ο υπ. Εξωτερικών Ν. Κοτζιάς. Στις τοπικές εκλογές του 2013, το εθνικιστικό κόμμα του Νίκολα Γκρούεφσκι κέρδισε 56 από τους 82 δήμους στη γειτονική χώρα. Το Σοσιαλιστικό Κόμμα του κ. Ζάεφ και οι αλβανικοί σχηματισμοί που συγκροτούν τον σημερινό κυβερνητικό συνασπισμό, είχαν καταλάβει μόλις 20 (εκ των οποίων οι Σοσιαλιστές είχαν συγκεντρώσει μόλις τέσσερις). Αν ο κυβερνητικός συνασπισμός κατορθώσει να μειώσει αισθητά τη διαφορά με τον κ. Γκρούεφσκι, τότε θα είναι ευκολότερη και η ουσιαστική στροφή του κ. Ζάεφ προς μια λογική συνεννόησης με την Αθήνα. Οι δημοτικές εκλογές αποτελούν σημείο έναρξης των όποιων διαπραγματεύσεων για το ονοματολογικό και στην αντίληψη Αμερικανών που τάσσονται υπέρ ταχείας διευθέτησης της ελληνοσκοπιανής διαφοράς και ένταξης της ΠΓΔΜ κατ’ αρχάς στο ΝΑΤΟ. Για την Ε.Ε. (ιδίως το Βερολίνο) τα πράγματα είναι λίγο διαφορετικά. Υφίστανται ορισμένες δεύτερες σκέψεις, καθώς υπάρχουν παραδείγματα όπως εκείνο της Αλβανίας, η οποία αμέσως μετά την ένταξη στο ΝΑΤΟ φαίνεται να είναι μάλλον διστακτική –αν όχι αδιάφορη– να εκπληρώσει τα κριτήρια που αφορούν την ευρωπαϊκή πορεία της. Σε κάθε περίπτωση, η συζήτηση αυτή ακόμη αργεί, καθώς προϋπόθεσή της είναι να αρθούν οι ελληνικές ενστάσεις και επιφυλάξεις.

Έντυπη Καθημερινή

ViaDiplomacy Newsroom