Στο Αφρίν η Τουρκία επιδιώκει την εθνοκάθαρση
Οι τουρκικές δυνάμεις συνεχίζουν να βομβαρδίζουν το Αφρίν, μια περιοχή στη Συρία που ελέγχεται προς το παρόν από τους Σύριους Κούρδους. Η Τουρκία βασίζει τη δικαιολόγηση των πράξεών της στην ύπαρξη των Λαϊκών Δυνάμεων Προστασίας (YPG), μιας κουρδικής πολιτοφυλακής την οποία η Τουρκία θεωρεί τρομοκρατική ομάδα.
Το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ και το Πεντάγωνο στο μεταξύ, διστάζοντας να δουν τις ήδη αιμορραγούσες σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας να χειροτερεύσουν ακόμη περισσότερο, λεπτολογούν: Εξηγούν ότι η υποστήριξη τους στους Σύριους Κούρδους περιορίζεται στις περιοχές όπου το YPG (ή οι Συριακές Αμυντικές Δυνάμεις, των οποίων το YPG είναι το κυρίαρχο τμήμα) πολεμά το Ισλαμικό Κράτος, αλλά ότι οι ΗΠΑ δεν έχει καμία υποχρέωση να βοηθήσει τις ίδιες ομάδες εκεί όπου ζουν σε άλλα μέρη της Συρίας.
Υπάρχουν δύο προβλήματα με αυτού του είδους τη λεπτολογία: Πρώτον, ενώ μπορεί αυτό να φαίνεται ως κάποιο επεξεργασμένο επιχείρημα στη Ουάσινγκτον, κανείς στον πραγματικό κόσμο δεν ξεγελιέται. Βλέπουν τις ΗΠΑ να εγκαταλείπουν έναν εταίρο σε μια ώρα ανάγκης. Ο κυνισμός που γεννιέται σε ολόκληρη την περιοχή αυτή μπορεί να έχει διαβρωτικά αποτελέσματα.
Δεύτερον, αν ο στόχος είναι ο κατευνασμός της Τουρκίας, τότε κι αυτός ο στόχος είναι καταδικασμένος σε αποτυχία. Η Τουρκία βλέπει το YPG ως μια τρομοκρατική πολιτοφυλακή, τελεία και παύλα. Για την Άγκυρα, αυτό είναι ένα ζήτημα άσπρου-μαύρου χωρίς αποχρώσεις του γκρι. Θα αντιδρά αν οι ΗΠΑ υποστηρίξουν το YPG οπουδήποτε.
Το πρόβλημα όμως με την τουρκική θέσει είναι ότι παραγνωρίζει τόσο το πώς οι ΗΠΑ κατέληξαν στην πολιτική της υποστήριξης των Σύριων Κούρδων, όσο και την πραγματικότητα του Συριακού Κουρδιστάν. Πριν την επίσκεψή μου στη Ροζάβα το 2014, όπως ονομάζουν οι Σύριοι Κούρδοι την ομόσπονδη περιοχή που έχουν εγκαθιδρύσει μέσα στη Συρία, συναντήθηκα με Αμερικανούς διπλωμάτες οι οποίοι είχαν τότε εντολές να μην συνεργαστούν με αξιωματούχους του YPG, τόσο γιατί φοβούνταν ότι η σύνδεση της ομάδας με το Κουρδικό Εργατικό Κόμμα (ΡΡΚ) θα δημιουργούσε αντιδράσεις στην Τουρκία, όσο και γιατί το YPG και η πολιτική του πτέρυγα, το Κόμμα Δημοκρατικής Ενότητας (PYD) δεν συνεργάστηκε αποτελεσματικά με τις συριακές αντιπολιτευτικές ομάδες που υποστήριζαν οι ΗΠΑ.
Σήμερα όμως οι ΗΠΑ και το YPG έχουν γίνει εταίροι. Τι συνέβη;
Πρώτον, η Τουρκία συστηματικά υπονόμευσε τη μάχη εναντίον του σχετιζόμενου με την Αλ Κάιντα, Μετώπου Αλ Νούσρα και το ISIS. Όχι μόνο επέτρεψε την ελεύθερη διέλευση ξένων μαχητών, αλλά και εφοδίασε και εξόπλισε και τις δύο αυτές ομάδες. Όπως και το Πακιστάν, όταν η κριτική εντεινόταν υπερβολικά συμβολικά συνελάμβανε κάποιους τρομοκράτες, αλλά όταν η δημοσιογραφική ή διπλωματική προσοχή μειωνόταν, η τουρκική δικαιοσύνη τους απελευθέρωνε ήσυχα από τη φυλακή. Αντιθέτως, το YPG αποδείχθηκε η αποτελεσματικότερη δύναμη μάχης εναντίον του ISIS.
Ακόμη, τα υπερβολικά παζάρια της τουρκικής διπλωματίας έσπρωξαν ακόμη περισσότερο τις ΗΠΑ στη συνεργασία με το YPG, ιδιαίτερα υπό το πρίσμα των συνεχών απειλών της Τουρκίας να αρνηθεί τη χρήση της αεροπορικής βάσης του Ιντσιρλίκ σε αμερικανικό προσωπικό που συμμετέχει σε αποστολές εναντίον του ISIS. Τέλος, η πραγματικότητα κατέστη σημαντική διορθωτική δύναμη στην προσέγγιση των ΗΠΑ έναντι της συριακής αντιπολίτευσης. Πολλές από τις συριακές ομάδες που υποστήριξαν στο παρελθόν οι ΗΠΑ αντί για δημοκρατικές ήταν είτε ριζοσπαστικές ή ριζοσπαστικοποιήθηκαν στο υπόβαθρο της άνισης και αναξιόπιστης υποστήριξης των ΗΠΑ.
Η Τουρκία έχει δίκιο όταν υποστηρίζει ότι το YPG και το PKK συνδέονται – είναι ανειλικρινές να υποστηρίζεται το αντίθετο. Ενώ όμως η Τουρκία έχει μανία με το ΡΚΚ λόγω του αντάρτικου που διεξάγει εδώ και δεκαετίες η ομάδα εντός της Τουρκίας, δεν είναι σαφές ότι η Τουρκία έχει δίκιο να υποστηρίζει ότι τα μέλη του YPG είναι τρομοκράτες, ανεξαρτήτως των συνδέσεών τους. Ας παραμερίσουμε τo ότι η Τουρκία ζήτησε από τους μαχητές του ΡΚΚ να πάνε στη Συρία ως ένδειξη μιας αρχικής δέσμευσης στις ειρηνευτικές συνομιλίες Τουρκίας-ΡΚΚ.
Και ας παραμερίσουμε και το γεγονός ότι ο ορισμός που δίνει η Τουρκία στην τρομοκρατία είναι υποκειμενικός – ο Τούρκος Πρόεδρος Recep Tayyip Erdogan υποστηρίζει για παράδειγμα τη Χαμάς, μια ομάδα που αδίστακτα στοχοποιεί αμάχους, σε αντίθεση με το ΡΚΚ που διεξάγει ένα πιο παραδοσιακό αντάρτικο. Η αλήθεια είναι ότι η τουρκική κυβέρνηση παρά τις πιέσεις δεν κατέδειξε έστω και μία τρομοκρατική επίθεση εναντίον της Τουρκίας που να εκκίνησε από το Αφρίν. Μάλιστα, οι Τούρκοι αξιωματούχοι δεν κατέδειξαν καμία τρομοκρατική ενέργεια από το YPG.
Οι επισκέπτες του Συριακού Κουρδιστάν μπορούν να δουν μια ομάδα που ασχολείται με την ανοικοδόμηση και τις ευθύνες της διοίκησης – την αποκομιδή απορριμάτων, την εκπαίδευση, την προσφυγική πρόνοια, την παροχή ηλεκτρικής ενέργειας και ασφάλειας – και όχι με την εκπαίδευση τρομοκρατών.
Στην Τουρκία, οι ίδιοι επισκέπτες βλέπουν την κατήχηση στον ισλαμικό ριζοσπαστισμό και μια κατάσταση έκτακτης ανάγκης που επιτρέπει στον Erdogan να ασκεί εξουσία αυθαίρετα. Αυτό δεν σημαίνει ότι το YPG είναι μια δημοκρατική πανάκεια για την περιοχή, όπως υποστηρίζουν κάποιοι από τους υποστηρικτές του. Αντίθετα, το YPG και το ευρύτερο κίνημα με το οποίο συνδέεται συνεχίζουν να έχουν προβλήματα με την δημοκρατική κουλτούρα και την προσωπολατρεία.
Από την άλλη πλευρά όμως, αυτά τα προβλήματα υπάρχουν και μεταξύ των Ιρακινών Κούρδων. Επίσης, ακόμη δεν έχει ολοκληρωθεί η μετεξέλιξη της ομάδας από τον μαρξισμό του πρώην ηγέτη του ΡΚΚ Abdullah Ocalan. Σε κάθε περίπτωση όμως, ως προς τη δημοκρατία, την ανεκτικότητα και τη διακυβέρνηση, το συριακό Κουρδιστάν συγκρίνεται ευνοϊκά προς την Τουρκία.
Η θέση ότι οι ΗΠΑ πρέπει να θυσιάσουν τους Κούρδους και να συνταχθούν με την Τουρκία παρά τη συμπεριφορά της τελευταίας ισοδυναμεί με επανάληψη των λαθών που οι ΗΠΑ διαπράττουν εδώ και δεκαετίες ως προς την υποστήριξη που παρέχουν στο Πακιστάν, μια χώρα που, όπως η Τουρκια του Erdogan, υποδαυλίζει τον ισλαμικό ριζοσπαστισμό.
Πίσω στο Αφρίν: Η Τουρκία δεν εισέβαλε στο Αφρίν για να πολεμήσει την τρομοκρατία – το Αφρίν δεν είναι κέντρο τρομοκρατίας – αλλά στο πλαίσιο της εμμονικής και ανισόρροπης εκστρατείας της εναντίον των Κούρδων. Η επιδίωξη της Τουρκίας στο Αφρίν δεν είναι η εξάλειψη της τρομοκρατίας αλλά η εθνοκάθαρση. Κίνητρο του Erdogan είναι ακόμη η επιθυμία του να διεκδικήσει τις δάφνες του στρατιωτικού ήρωα, κάτι που του λείπε, και να κατασιγάσει την εσωτερική αντιπολίτευση την οποία μπορεί να παρουσιάσει ως προδοτική αν τα μέλη της τον αμφισβητήσουν εν καιρώ πολέμου.
Ο κατευνασμός του Erdogan και η εγκατάλειψη των Κούρδων δεν είναι σοφή πολιτική. Η Τουρκία ήταν σύμμαχός μας σε παλαιότερες δεκαετίες – δεν είναι πλέον. Αντιθέτως, το YPG είναι. Ήρθε η ώρα να πάρουμε θέση για το Αφρίν.
–
Ο Michael Rubin είναι πρώην αξιωματούχος του Πενταγώνου, με κύρια ερευνητικά ενδιαφέροντα τη Μέση Ανατολή, την Τουρκία, το Ιράν και τη διπλωματία.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 29 Ιανουαρίου 2018 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του American Enterprise Institute (ΑΕΙ) και τη συνεργασία του ΚΕΦΙΜ «Μάρκος Δραγούμης».