Στις 24 Ιανουαρίου η ψηφοφορία για την ανάδειξη του επόμενου προέδρου της Ιταλικής Δημοκρατίας

Το ιταλικό κοινοβούλιο συγκαλείται στις 24 Ιανουαρίου για να εκλέξει τον διάδοχο του προέδρου της Ιταλικής Δημοκρατίας Σέρτζιο Ματαρέλα, η θητεία του οποίου ολοκληρώνεται στις 3 Φεβρουαρίου, ανακοίνωσε σήμερα η ιταλική Βουλή.

Το ενδεχόμενο ο πρωθυπουργός Μάριο Ντράγκι να αναλάβει την προεδρία της Δημοκρατίας παραμένει.

Ακόμη και αν οι αρμοδιότητές του είναι κυρίως συμβολικές, ο πρόεδρος της Ιταλικής Δημοκρατίας έχει ρόλο κλειδί σε περίπτωση κυβερνητικής κρίσης.

Στο πλαίσιο αυτό άλλωστε ο απερχόμενος πρόεδρος Σέρτζιο Ματαρέλα προσέφυγε το περασμένο Φεβρουάριο στον πρώην πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για να αντικαταστήσει τον πρωθυπουργό Τζουζέπε Κόντε, όταν έχασε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία.

Ο Μάριο Ντράγκι, 74 ετών, βρίσκεται από τότε επικεφαλής ευρέως κυβερνητικού συνασπισμού που καλύπτει το φάσμα από την αριστερά μέχρι την εθνικιστική δεξιά του Ματέο Σαλβίνι περνώντας από την δεξιά του Σίλβιο Μπερλουσκόνι.

Επικεφαλής αυτού του ετερόκλιτου κυβερνητικού συνασπισμού, ο Μάριο Ντράγκι, που χαίρει εκτίμησης στην διεθνή σκηνή, και κυρίως στις Βρυξέλλες, κατόρθωσε να διαχειρισθεί την υγειονομική κρίση και να εισαγάγει μεταρρυθμίσεις (ψηφιοποίηση, μεταρρύθμιση της δημόσιας διοίκησης, οικολογική μετάβαση…) χρησιμοποιώντας τους πόρους του ευρωπαϊκού ταμείου οικονομικής ανάκαμψης.

Η τρίτη σε μέγεθος οικονομία της ευρωζώνης έχει ενισχυθεί με 191,5 δισεκατομμύρια ευρώ για την περίοδο 2021-2026.

Ο Μάριο Ντράγκι, ο οποίος δεν έχει αποκαλύψει δημοσίως το πιθανό ενδιαφέρον του για την προεδρία, «είναι εξ ορισμού ο υποψήφιος φαβορί, διότι δεν βλέπω κανέναν άλλον να είναι σήμερα σε θέση να εξασφαλίσει την υποστήριξη όλων των πολιτικών κομμάτων», δηλώνει στο AFP ο Lorenzo Codogno, προσκεκλημένος καθηγητής του London School of Economics.

Πολύπλοκη διαδικασία

Η μεταπήδηση του Μάριο Ντράγκι στην προεδρία της Ιταλικής Δημοκρατίας θα έθετε το ακανθώδες ζήτημα της εξεύρεσης διαδόχου στην πρωθυπουργία ικανού να διατηρήσει την συνοχή της σημερινής ετερόκλιτης πλειοψηφίας, με τις συνιστώσες της ήδη να κινούνται προς διαφορετικές κατευθύνσεις, και ενδεχομένως θα οδηγούσε σε πρόωρες εκλογές.

Πολλοί είναι εκείνοι που θα προτιμούσαν να παραμείνει στην πρωθυπουργία μέχρι τις βουλευτικές εκλογές του 2023 για να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις που ξεκίνησε εδώ και έναν χρόνο.

«Ο Ντράγκι έκανε καλή δουλειά, αλλά οι περισσότερες από τις μεταρρυθμίσεις που ξεκίνησε βρίσκονται ακόμη σε εξέλιξη και απέχουν από την ολοκλήρωσή τους», λέει ο Lorenzo Codogno. «Θα είναι σημαντικό να υπάρχει μία νέα κυβέρνηση τόσο προσηλωμένη στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων όσο η σημερινή».

Ο Μάριο Ντράγκι δεν είναι ο μόνος στην κούρσα: στον ιταλικό Τύπο κυκλοφορεί σειρά ονομάτων υποψηφίων για την διαδοχή του Σέρτζιο Ματαρέλα, του 80χρονου Σικελού που ενσάρκωσε την ενότητα μέσα στην θύελλα.

Ανάμεσα στα πλέον προβεβλημένα, ο χριστιανοδημοκράτης πρώην πρόεδρος της Βουλής Πιερ Φερντινάντο Καζίνι, οι πρώην πρωθυπουργοί Πάολο Τζεντιλόνι, ευρωπαίος επίτροπος για την Οικονομία, και Τζουλιάνο Αμάτο, ο 82χρονος ευρωπαϊστής που συμμετείχε στην σύνταξη του ευρωπαϊκού Συντάγματος.

«Ηρθε η ώρα να εκλεγεί μία γυναίκα», δηλώνουν σε άρθρο που δημοσιεύθηκε το σαββατοκύριακο προσωπικότητες του κόσμου του πολιτισμού. Σύμφωνα με ένα τέτοιο σενάριο, η σημερινή υπουργός Δικαιοσύνης Μάρτα Καρτάμπια, 58 ετών, θα μπορούσε να παίξει κάποιον ρόλο, όπως και η Πάολα Σεβερίνο, 73 ετών, επίσης υπουργός Δικαιοσύνης την περίοδο 2011-2013 στην κυβέρνηση του Μάριο Μόντι.

Ο τρόπος εκλογής του προέδρου από το Κοινοβούλιο είναι πολύπλοκος. Βουλευτές και γερουσιαστές, μαζί με τους εκπροσώπους των 20 ιταλικών περιφερειών, δηλαδή συνολικά περί τα χίλια άτομα συγκεντρώνονται για να ψηφίσουν.

Στους τρεις πρώτους γύρους της ψηφοφορίας, απαιτείται πλειοψηφία δύο τρίτων, αλλά από τον 4ο γύρο, αρκεί η απλή πλειοψηφία. Η ψηφοφορία διεξάγεται με μυστική ψηφοφορία, γεγονός που κατά το παρελθόν έχει δημιουργήσει εκπλήξεις, αφού πολλοί δεν δίστασαν να παραβιάσουν την κομματική πειθαρχία.

Η αβεβαιότητα, κατά συνέπεια, παραμένει για την έκβαση της ψηφοφορίας για την ανάδειξη του προέδρου, «πράγμα χαρακτηριστικό της ιταλικής πολιτικής», παρατηρεί ο Lorenzo Codogno.

ViaDiplomacy Newsroom