Σύμπλευση ΗΠΑ και Ευρώπης – Πως διαμορφώνονται οι συμμαχίες για την Αθήνα
Η στρατηγική των συμμαχιών που επιδιώκει να δημιουργήσει η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα εναντίον της Γερμανίας, ενός ισχυρότατου αντιπάλου που ελέγχει την ΕΕ και έχει μεγάλο διεθνές εκτόπισμα δεν αποδίδει όπως φαίνεται τα προσδοκόμενα αποτελέσματα.
Η νέα κυβέρνηση άρχισε τη διαπραγμάτευση επικαλούμενη τη νωπή ισχυρή λαϊκή εντολή για τέλος του μνημονίου, επικρίνοντας το πρόγραμμα της σκληρής λιτότητας και προτάσσοντας το ορθό επιχείρημα ότι πρέπει να γίνει στροφή προς μια αναπτυξιακή πολιτική. Η στρατηγική της Αθήνας ήταν να απομονώσει το Βερολίνο δημιουργώντας συμμαχίες με επιλεγμένες ισχυρές χώρες της Ευρώπης που νιώθουν την πολιτική της λιτότητας του Βερολίνου.
Οι ευρωπαίοι εταίροι μας δείχνουν συμπάθεια και κατανόηση μόνο σε επίπεδο δηλώσεων και πάντα μέσα στο πλαίσιο των τηρήσεων των δεσμεύσεών μας και των κανόνων της ΕΕ. Ολοι διαμορφώνουν τις κινήσεις τους με βάση τα οικονομικά και τα γεωπολιτικά συμφέροντα τους. Οι ευρωπαίοι εταίροι μας θέλουν να τηρηθεί το συμφωνημένο πρόγραμμα και να πληρωθεί το χρέος και η Ουάσιγκτον να αποτρέψει οποιασδήποτε διάσπαση του ενιαίου αντιρωσικού μετώπου που έχει δημιουργηθεί στην Ευρώπη μετά την προσάρτηση της Κριμαίας και την έμμεση υποστήριξη των αυτονομιστών ρωσόφωνων της Ανατολικής Ουκρανίας από τη Μόσχα.
Στο πλαίσιο αυτό το EuroGroup μέσω του πρόεδρου του Γερούν Ντάισελμπλουμ έδωσε στην Ελλάδα προθεσμία μέχρι την 16η Φεβρουαρίου για να καταθέσει αίτημα για παράταση του προγράμματος. Ωστόσο η μεγάλη στροφή προήλθε από τις ΗΠΑ όπου μετά από τις αρχικές δηλώσεις του προέδρου Μπάρακ Ομπάμα «αδειάσε» την Ελλάδα προτρέποντας την να συνεργαστεί με τους ευρωπαίους εταίρους της. Ο αμερικανός αντιπρόεδρος Τζον Μπάιντεν έκανε μια παρέμβαση υπέρ της συμφωνίας Ελλάδας – Ευρώπης από τις Βρυξέλλες και το ίδιο μήνυμα έστειλε και ο αμερικανός πρέσβης Ντέιβιντ Πιρς που κάλεσε την κυβέρνηση να «συνεργαστεί με τους ευρωπαίους εταίρους της και το ΔΝΤ».
Η επιλογή της νέας κυβέρνησης της Αθήνας να προσεγγίσει με το «καλημέρα» τη Ρωσία, σε μια περίοδο όπου οι σχέσεις με τις ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ είναι τεταμένες εξαιτίας της Ουκρανίας θεωρείται από αναλυτές ως μια κίνηση υψηλού πολιτικού ρίσκου, αφού βρισκόμαστε εν μέσω μιας νέας αντιπαράθεσης Δύσης- Ανατολής με αιτία την προσπάθεια των αμερικάνων και της ΕΕ να ανασχέσουν τη στρατηγική της Ρωσίας που έχει στόχο να επανακτήσει την επιρροή της στις περιφερειακές χώρες που αποτελούσαν πρώην επαρχίες της Σοβιετικής Ενωσης.
ΗΠΑ και Ρωσία οδηγούνται προς ένα νέο «ψυχρό πόλεμο» με την Ουάσινγκτον να εξετάζει το ενδεχόμενο να εξοπλίσει με όπλα την Ουκρανία για να αντιμετωπίσει τους ρώσοφωνους αυτονομιστές. Παράλληλα το ΝΑΤΟ όπως ανακοίνωσε ο γενικός γραμματέας του Γενς Στόλτενμπεργκ ενέκρινε την ενίσχυση των δυνάμεών του στην ανατολική Ευρώπη δημιουργώντας μια νέα δύναμη ταχείας αντίδρασης και έξι κέντρα περιφερειακής διοίκησης σε περιοχές που είναι κοντά στη Ρωσία.
Οι συμμαχίες μέσα στην ευρωπαϊκή και διεθνή πολιτική αρένα πρέπει να καθορίζονται με βάση την υφιστάμενη ισορροπία δυνάμεων και να εξετάζονται οι σχέσεις ανάμεσα στους ισχυρούς δρώντες και στις μεγάλες δυνάμεις που διαμορφώνουν τη λήψη αποφάσεων. Παράλληλα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη ο πολιτικός και οικονομικός ρεαλισμός, η πολιτική και οικονομική θέση της χώρας στο διεθνές γίγνεσθαι καθώς και οι εξαρτήσεις της χώρας από παράγοντες που καθορίζουν τη λειτουργία της οικονομίας – όπως ενέργεια, πρώτες ύλες, εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης, πρόσβαση στις διεθνείς αγορές.