Σχεδιάζοντας τα νέα Σκόπια
Του Τάσου Τέλογλου
Από την πιτσαρία στο κέντρο των Σκοπίων βλέπεις τα οπίσθια του αλόγου του «έφιππου πολεμιστή», αγάλματος ύψους 16 μ., με το οποίο η προηγούμενη κυβέρνηση ήθελε να καταστήσει σαφές στους πολίτες της πόλης ότι ο Μέγας Αλέξανδρος είναι και δικό τους πολιτισμικό κληρονόμημα. Οι δύο καθηγητές της αρχιτεκτονικής σχολής των Σκοπίων έχουν έρθει για να μας πουν πόσο πολύ τραυματίζει την κληρονομιά της πόλης τους αυτό που ο προηγούμενος πρωθυπουργός, Νίκολα Γκρούεφσκι, προσπάθησε τα προηγούμενα επτά χρόνια να επιβάλει ως αρχιτεκτονική ταυτότητα στην πιο μοντέρνα από τις πόλεις τής πάλαι ποτέ Γιουγκοσλαβίας. Και οι δύο αρχιτέκτονες είναι 50άρηδες, «παιδιά» αυτής της παράδοσης.
«Εχετε δει το αρχείο Δοξιάδη;» ρωτάμε.
«Οχι δεν το γνωρίζουμε», είναι η απάντησή τους.
Οι δύο καθηγητές της αρχιτεκτονικής είναι οι πρώτοι επαγγελματίες από τη γειτονική χώρα που έχουν δηλωθεί για να εξετάσουν τον επόμενο μήνα το αρχείο Δοξιάδη. Το εν λόγω αρχείο στεγάζεται στο Μουσείο Μπενάκη και μεταξύ των άλλων σπάνιων ντοκουμέντων του αρχείου της μελετητικής εταιρείας, περιλαμβάνει το σύνολο των τεκμηρίων που βρέθηκαν για τη συμβολή των Doxiadis Associates (Γραφείο Μελετών Δοξιάδη) στον επανασχεδιασμό της πόλης των Σκοπίων (μάστερ πλαν) μετά τον καταστροφικό σεισμό του 1963.
Τα ξημερώματα της 26ης Ιουλίου του 1963 η πόλη των Σκοπίων συγκλονίστηκε από σεισμό εντάσεως 6,1 στην κλίμακα Ρίχτερ. Σκοτώθηκαν 1.070 άνθρωποι, 3.000 τραυματίστηκαν, ενώ 200.000 έμειναν άστεγοι καθώς το 75% των κατοικιών της πόλης καταστράφηκε.
Τα Ηνωμένα Εθνη δημιούργησαν τότε ειδικό ταμείο με επικεφαλής τον Αντολφ Τσιιμπρόφσκι και τον Νοέμβριο του 1964 συμφώνησαν με το Γραφείο Δοξιάδη στις λεπτομέρειες της εμπλοκής του τελευταίου στον σχεδιασμό των νέων Σκοπίων. Συνολικά, το Γραφείο Δοξιάδη απέστειλε 21 ειδικούς στα Σκόπια (μηχανικούς, συγκοινωνιολόγους, αρχιτέκτονες, ειδικούς στα υδραυλικά έργα) με επικεφαλής τον Περικλή Παπαματθαίου.
Οσοι συμμετείχαν στο έργο θα έπρεπε να λάβουν υπ’ όψιν τους τις ανάγκες της ευρύτερης περιοχής των Σκοπίων ώς το 1970 και θα στηρίζονταν σε παραδοχές του τοπικού Ινστιτούτου Πολεοδομικού Σχεδιασμού. Φυσικά, προηγουμένως θα έπρεπε να εκτιμηθεί το μέγεθος της καταστροφής που είχε προκαλέσει ο σεισμός. Ορισμένοι από τους συνεργάτες του Γραφείου Δοξιάδη έφυγαν με τις οικογένειές τους, ένας εξ αυτών με το νεογέννητο παιδί του, για μια πόλη όπου δεν υπήρχαν ακόμα ούτε τα αναγκαία.
Συνολικά είχε εκτιμηθεί ότι θα απαιτούνταν 27 μήνες από τις αρχές του 1964 για την ολοκλήρωση του έργου και το κλιμάκιο των Σκοπίων θα χρειαζόταν βοήθεια από τα κεντρικά γραφεία της Αθήνας.
Οι συνθήκες της δουλειάς ήταν δύσκολες, καθώς οι Γιουγκοσλάβοι δεν ήταν σε θέση να εγγυηθούν μια στοιχειώδη υποδομή, όπως π.χ. δακτυλογράφους που να γνωρίζουν αγγλικά. Ετσι επιστρατεύθηκαν δακτυλογράφοι από την Αθήνα που αρχικά τα Ηνωμένα Εθνη θεώρησαν «ακριβές».
Αφού συγκεντρώθηκαν εκατομμύρια στατιστικών στοιχείων, η κάθε ομάδα ειδικών άρχισε να καταλήγει σε σχέδια πάνω σε συγκεκριμένους τομείς όπως το οικιστικό, που η πρόταση του Γραφείου Δοξιάδη ήταν 1,2 άτομα ανά δωμάτιο ή 15 τετραγωνικά μέτρα κατοικήσιμης επιφάνειας ανά κάτοικο. «Ο καθορισμός των οικιστικών στάνταρντ είναι θέμα επιστημονικής ανάλυσης και πολιτικής απόφασης», ανέφερε το Γραφείο σε επιστολή του προς τον Γκιμπόροφσκι (ο οποίος δεν έχανε ευκαιρία να επιδιορθώνει τη μερσεντές του όταν βρισκόταν στην Αθήνα για δουλειά).
Ομως, δεν ήταν μόνο το ζήτημα της στέγασης που έπρεπε να αντιμετωπίσουν με τη μελέτη του μάστερ πλαν τους οι συνεργάτες του Γραφείου. Η σιδηροδρομική σύνδεση της πόλης στο δίκτυο της Γιουγκοσλαβίας και της περιοχής εν γένει, η χρήση του νερού και η ηλεκτροδότηση ήταν βασικά ζητήματα που βρέθηκαν στο επίκεντρο της μελέτης στην οποία συμμετείχαν εκτός από Ελληνες και ξένοι ειδικοί.
Εκθέσεις προόδου
Κάθε μήνα το Γραφείο παρέδιδε μια έκθεση προόδου. Στην έκθεση προόδου του Ιανουαρίου του 1965, ο Παπαματθαίου ομολογεί ότι η αποστολή των Σκοπίων παρουσιάζει ορισμένες δυσκολίες προκειμένου να συγκεντρώσει κάποια στατιστικά στοιχεία σχετικά με το εισόδημα και τις κοινωνικές διαφορές στη στέγαση, παρ’ όλα αυτά προχωράει τις μελέτες σε όλα τα ζητήματα του μάστερ πλαν της πόλης. Παρά το γεγονός ότι για την επεξεργασία των στοιχείων με τους υπολογιστές της εποχής («ηλεκτρονικούς διερευνητές», στην ορολογία του Παπαματθαίου) υπήρχε στοιχειώδης υποδομή στο Βελιγράδι, οι συνεργάτες του Γραφείου Δοξιάδη συμφώνησαν να γίνει στο Λονδίνο η επεξεργασία των στοιχείων για τη μελέτη ροών κυκλοφορίας.
Σε ένα έγγραφο του Δημήτρη Αλιφέρη, συνεργάτη του Παπαματθαίου –στις 12 Απριλίου 1965 (C YUG S 300)– υπογραμμίζεται ότι από το μάστερ πλαν θα εξαρτάτο η επιφάνεια δόμησης για κατοικίες που θα χρηματοδοτούσε η Γιουγκοσλαβία ώς το 1970. Το δημοτικό συμβούλιο των Σκοπίων είχε συνεδριάσει λίγες ημέρες προτού συνταχθεί το συγκεκριμένο σημείωμα, στις αρχές Απριλίου 1965, και είχε αποφασίσει ότι εφόσον κρίνονταν ότι στους κατοίκους θα αναλογούσαν 14,7 τετραγωνικά, λαμβάνοντας υπόψη όσες από τις παλιές κατασκευές είχαν επιβιώσει του σεισμού, η επιφάνεια ανά κάτοικο θα κυμαινόταν στα 12,5 τετραγωνικά.
Στο τέλος του 1965, το Γραφείο Δοξιάδη και η πολωνική υπηρεσία που επίσης συνεργαζόταν με τη γιουγκοσλαβική κυβέρνηση για τον σχεδιασμό της νέας πόλης των Σκοπίων, διοργάνωσαν έκθεση δομικών υλικών με τα οποία θα κτιζόταν η νέα πόλη. Ενα χρόνο αργότερα ολοκληρώθηκε η εργασία του Γραφείου Δοξιάδη, οι Γιουγκοσλάβοι ευχαρίστησαν και παρασημοφόρησαν τους πρωτεργάτες της προσπάθειας και την υλοποίηση των σχεδίων ανέλαβε ο διάσημος Ιάπωνας αρχιτέκτονας Κένζο Τάνγκε, φίλος του Κων. Δοξιάδη, ο οποίος έμελλε να μετατρέψει τα Σκόπια σε βιότοπο του αρχιτεκτονικού μοντερνισμού της εποχής.
Φωτογραφίες και στοιχεία αυτού του δημοσιεύματος προέρχονται από το Αρχείο Κωνσταντίνου Α. Δοξιάδη
© Ιδρυμα Κωνσταντίνου και Εμμας
Δοξιάδη.
Έντυπη Καθημερινή