Πρωθυπουργός: Καμία συζήτηση δεν μπορεί ν’ αφορά στην Ελληνική κυριαρχία και τα δικαιώματα της χώρας
Η Ελλάδα προσέρχεται στις διερευνητικές επαφές με την Τουρκία με ελπίδα, αισιοδοξία και αυτοπεποίθηση, αλλά και μηδενική αφέλεια ως προς τη διγλωσσία και τη στάση της γείτονος, τόνισε από το βήμα της Βουλής ο πρωθυπουργός, Κυριάκος Μητσοτάκης, κατά την παρέμβασή του στη συζήτηση του νομοσχεδίου για την επέκταση της κυριαρχίας στο Ιόνιο στα 12 ναυτικά μίλια («Καθορισμός του εύρους της αιγιαλίτιδας ζώνης στη θαλάσσια περιοχή του Ιονίου και των Ιονίων Νήσων μέχρι το Ακρωτήριο Ταίναρο της Πελοποννήσου»).
«Η δική μας θέση ήταν σαφής εξαρχής: σταματούν οι προκλήσεις, αρχίζουν οι συζητήσεις», επισήμανε ο πρωθυπουργός, ξεκαθαρίζοντας ότι η Ελλάδα παγίως τάσσεται υπέρ του διαλόγου υπό αυτές τις δύο συνθήκες: να πάψουν οι τουρκικές προκλήσεις εντός της ελληνικής ΑΟΖ και να επανεκκινήσουν οι διερευνητικές επαφές από εκεί όπου σταμάτησαν το 2016 με ευθύνη της ‘Αγκυρας, για το ένα και μοναδικό ζήτημα της οριοθέτησης των θαλασσίων ζωνών στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, υπό το φως του Διεθνούς Δικαίου. Όπως τόνισε, σημειώνοντας ότι πρόκειται για άτυπες και μη δεσμευτικές συζητήσεις, αυτή τη στιγμή υπάρχει η προοπτική ουσιαστικών κυρώσεων από την ΕΕ σε βάρος της Τουρκίας, αλλά και η έκθεση Μπορέλ εν όψει της Συνόδου Κορυφής του Μαρτίου, καθώς και η αποφασιστική στάση των ΗΠΑ.
Επανέλαβε ότι οι κυρώσεις δεν αποτελούν αυτοσκοπό, αλλά μέσο για να επιστρέψει η Τουρκία στο δρόμο του Διεθνούς Δικαίου και της κοινής λογικής, καθώς, όπως τόνισε, αυτό θα είναι προς όφελος και των δύο λαών κι επίσης μια συνολική προσέγγιση θα μπορούσε να οδηγήσει στην επίλυση και άλλων ζητημάτων, όπως είναι το προσφυγικό και μεταναστευτικό. Πρόσθεσε, ωστόσο, με έμφαση και παρρησία, όπως είπε χαρακτηριστικά, ότι καμία συζήτηση δεν μπορεί ν’ αφορά στην ελληνική κυριαρχία και τα δικαιώματα της χώρας ούτε την παραβίαση των διεθνών συνθηκών και του Διεθνούς Δικαίου.
«Η Ελλάδα θ’ ασκήσει το ίδιο δικαίωμα στην Κρήτη σε χρόνο, με τρόπο και υπό συνθήκες που η ίδια θα επιλέξει»
Ο πρωθυπουργός ξεκίνησε την παρέμβασή του στην Ολομέλεια της Βουλής με μία αναφορά στο Κράτος των Ιονίων Νήσων που απέκτησε συνταγματική υπόσταση το 1818 και υπήρξε η πρώτη μορφή εδαφικής αναφοράς του Ελληνισμού μετά από 400 χρόνια σκλαβιάς. «Περισσότερο από ενάμιση αιώνα μετά, η Ελλάδα μεγαλώνει ξανά στο ίδιο μέρος», τόνισε, προσθέτοντας ότι αυτό είναι το δεύτερο μεγάλο ουσιαστικό βήμα μετά από το πρώτο που είναι το Προεδρικό Διάταγμα για τους κλειστούς κόλπους στην ίδια περιοχή. «Η Ελλάδα προφανώς μπορεί και στην Κρήτη να ασκήσει αυτό δικαίωμα. Όμως, σε χρόνο, με τρόπο και υπό συνθήκες που η ίδια θα επιλέξει», ανέφερε, επισημαίνοντας πως με την κίνησή της η κυβέρνηση στέλνει ένα πολύ καθαρό μήνυμα σε όσους με απειλές και λεονταρισμούς επιχειρούν να στερήσουν αυτό το δικαίωμα από την πατρίδα μας.
Ο κ. Μητσοτάκης υπογράμμισε ότι η σημερινή εξέλιξη δεν ήταν τυχαία και αυτονόητη, αλλά οφείλεται στην άσκηση ενεργητικής διπλωματίας εκ μέρους της κυβέρνησης, η οποία άφησε, όπως είπε, πίσω της αγκυλώσεις και φοβικά σύνδρομα. Απαρίθμησε τις συμφωνίες με Ιταλία και Αίγυπτο, αλλά και αυτή με την Αλβανία για την προσφυγή σε δικαιοδοτικό όργανο, για τις οποίες τόνισε ότι αποτελούν αποτέλεσμα σκληρών και δύσκολων διαπραγματεύσεων υπό τον υπουργό Εξωτερικών, Νίκο Δένδια.
«Πρόκειται για δυο κρίκους ειρήνης και συνεργασίας, αλλά και υπόδειγμα ασφάλειας και σταθερότητας σε μία περιοχή που κάποιοι απειλούν να μετατρέψουν σε ναρκοπέδιο. Μόλις πρόσφατα, εξάλλου, ο Αλβανός πρωθυπουργός δήλωσε ότι η επέκταση στα 12 μίλια είναι αναφαίρετο δικαίωμα της Ελλάδος, αποδεικνύοντας ότι η Μεσόγειος μπορεί να γίνει θάλασσα ειρήνης», σημείωσε, αναφερόμενος στην αναβάθμιση των σχέσεων της Ελλάδα και με σημαντικούς παίκτες στη Μέση Ανατολή, όπως τα Αραβικά Εμιράτα και η Σαουδική Αραβία.
Όπως σημείωσε ο πρωθυπουργός, η επέκταση των χωρικών υδάτων αποτελούσε μόνιμο επιχείρημα κάθε κυβέρνησης, αλλά σήμερα, για πρώτη φορά, η έκφραση πρόθεσης μετατρέπεται σε χειροπιαστό αποτέλεσμα και τρέχουσα πραγματικότητα. Εκτίμησε δε ότι αυτό που διαφοροποιήθηκε το 2020 ήταν η ελληνική στάση έναντι των προκλήσεων και συγκεκριμένα η αξιοποίηση του ευρωπαϊκού κεκτημένου που οδήγησε στην αναγνώριση του Έβρου και του Αιγαίου ως ανατολικού άκρου της Ευρώπης και όχι απλώς ως ελληνοτουρκικών συνόρων.
(πηγή: ΑΠΕ ΜΠΕ)