Πρέσβης του Αζερμπαϊτζάν: Ο πόλεμος του Ναγκόρνο-Καραμπάχ ανήκει στο παρελθόν και οφείλουμε να σκεφτούμε το μέλλον, το πώς θα ζήσουμε μαζί ως γείτονες
(*Ανάρ Χουσεΐνοβ είναι Πρέσβης του Αζερμπαϊτζάν στην Αθήνα και τα Τίρανα)
Όπως είναι γνωστό, παρά την αναποτελεσματικότητα των διαπραγματεύσεων στο πλαίσιο της Ομάδας Μινσκ του ΟΑΣΕ, το Αζερμπαϊτζάν για σχεδόν 30 χρόνια είχε δεσμευτεί για την ειρηνική διευθέτηση της πρώην σύγκρουσης Αρμενίας-Αζερμπαϊτζάν για το Ναγκόρνο-Καραμπάχ. Ωστόσο, ξεκινώντας από το 2018, ως αποτέλεσμα των πολυάριθμων προκλήσεων, και κυρίως με βάση το στρατιωτικό δόγμα της Αρμενίας «νέοι πόλεμοι για νέα εδάφη» που οδήγησε σε μια νέα στρατιωτική επίθεση κατά του Αζερμπαϊτζάν, στέρησε από το Μπακού οποιαδήποτε άλλη επιλογή, παρά μόνο τη στρατιωτική αντεπίθεση. Κατά αυτόν τον τρόπο και ως αποτέλεσμα του πατριωτικού πολέμου του 2020, το Αζερμπαϊτζάν, με γνώμονα τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ που παρέμεναν ανεκπλήρωτες για πολλές δεκαετίες, αποκατέστησε την εδαφική του ακεραιότητα.
Ως αποτέλεσμα του πολέμου, οι ηγέτες του Αζερμπαϊτζάν, της Αρμενίας και της Ρωσίας, ως συμπρόεδροι της προαναφερθείσας Ομάδας Μινσκ, στις 10 Νοεμβρίου 2020, στις 11 Ιανουαρίου και στις 26 Νοεμβρίου 2021, υπέγραψαν τις σχετικές δηλώσεις προβλέποντας τα απαραίτητα μέτρα για τη μακροπρόθεσμη και πλήρη επίλυση της σύγκρουσης με βάση το διεθνές δίκαιο. Ορισμένα σημεία αυτών των δηλώσεων έχουν εκπληρωθεί, ενώ τα υπόλοιπα χρειάζονται επιπλέον αλληλεπίδραση μεταξύ των πλευρών σε διαφορετικά επίπεδα στο πλαίσιο των αντίστοιχων μορφών.
Παρά τις διάφορες εικασίες και την παραπληροφόρηση του πληθυσμού του και της παγκόσμιας κοινότητας από πλευράς του Ερεβάν, οφείλω να σημειώσω ότι κατά τη διάρκεια αυτού του έτους το Αζερμπαϊτζάν επέδειξε μέγιστη εποικοδομητικότητα στην εκπλήρωση των υποχρεώσεων που υπογράφηκαν, στην εξάλειψη των συνεπειών του πολέμου και στην απεμπλοκή των συγκοινωνιακών συνδέσεων. Όσον αφορά τις εν λόγω συνδέσεις, για την ανάπτυξη έργων υποδομής και την οργάνωση συγκεκριμένων βημάτων για τη δημιουργία οικονομικών δεσμών στην περιοχή, έχει συσταθεί και λειτουργεί μια ομάδα εργασίας με επικεφαλής τους αντιπροέδρους της κυβέρνησης του Αζερμπαϊτζάν, της Αρμενίας και της Ρωσίας. Σύμφωνα με τις προαναφερθείσες κοινές δηλώσεις, το Αζερμπαϊτζάν θα έχει συγκοινωνιακή σύνδεση μέσω του εδάφους της Αρμενίας με τη δική της Αυτόνομη Δημοκρατία του Ναχιτσεβάν και η Αρμενία μέσω του εδάφους του Αζερμπαϊτζάν θα έχει σιδηροδρομική σύνδεση με τη Ρωσία και το Ιράν. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι μια τέτοια εξέλιξη θα προσδώσει δυναμική στην ανάπτυξη της περιοχής και θα ενισχύσει την ασφάλειά της.
Ένα άλλο εξαιρετικά σημαντικό θέμα για το Αζερμπαϊτζάν είναι ο καθορισμός και η οριοθέτηση των συνόρων με την Αρμενία. Στις 26 Νοεμβρίου του τρέχοντος έτους, οι πλευρές κατέληξαν σε συμφωνία για τη δημιουργία διμερούς επιτροπής για τον καθορισμό των κρατικών συνόρων μεταξύ Αζερμπαϊτζάν και Αρμενίας με την επακόλουθη οριοθέτησή τους, με τη συμβουλευτική βοήθεια της Ρωσικής Ομοσπονδίας κατόπιν αιτήματος των πλευρών. Η Αρμενία καλείται να προχωρήσει στον καθορισμό και την οριοθέτηση των συνόρων όχι μόνο από τη Ρωσία, αλλά και από τις Ηνωμένες Πολιτείες, τη Γαλλία, την Ευρωπαϊκή Ένωση και πολλές άλλες χώρες του κόσμου.
Δυστυχώς, οι διαθέσεις ρεβανσισμού συνεχίζουν να παραμένουν στην Αρμενία, οι οποίες τροφοδοτούνται ιδεολογικά και οικονομικά τόσο από τους ενδοριζοσπαστικούς κύκλους όσο και από την χορτάτη και ανέμελη αρμενική διασπορά, η οποία απέχει πολύ από την πραγματικότητα της περιοχής και δεν ενδιαφέρεται για την ειρήνη και σταθερότητα σε αυτή. Όσο για την αρμενική διασπορά στην Ελλάδα, όπως και την επίσημη αντιπροσωπεία της Αρμενίας, ανέκαθεν έτρεφαν συναισθήματα ζήλιας για τη συνεργασία ανάμεσα στο Μπακού και την Αθήνα, μεταξύ των συγκεκριμένων αποτελεσμάτων της οποίας είναι ο αγωγός TAP και αξίζει ιδιαίτερης προσοχής. Κατά τη διάρκεια του τελευταίου πολέμου και μέχρι τώρα, οι αρμενικοί κύκλοι της Ελλάδας προσπαθούν να δημιουργήσουν αντιπαράθεση ανάμεσα στις χώρες μας, παραπληροφορώντας τον ντόπιο πληθυσμό. Καταβάλλουν μεγάλη προσπάθεια για να δυσφημίσουν το Αζερμπαϊτζάν, χρησιμοποιώντας τον θρησκευτικό παράγοντα, τη στενής μας συνεργασίας με την Τουρκία, τις λεγόμενες παραβιάσεις των δικαιωμάτων του αρμενικού πληθυσμού του Αζερμπαϊτζάν και αβάσιμα ιστορικά επιχειρήματα. Όσον αφορά τη θρησκεία, το Αζερμπαϊτζάν, σε αντίθεση με τη μονοεθνική Αρμενία, η οποία εξαφάνισε εντελώς την ιστορική, πολιτιστική και θρησκευτική κληρονομιά του Αζερμπαϊτζάν τόσο στην ίδια την Αρμενία όσο και στα πρώην κατεχόμενα εδάφη μας, το πολυεθνικό Αζερμπαϊτζάν είναι γνωστό για τη θρησκευτική του ανεκτικότητα και το σεβασμό προς άλλες θρησκείες καθώς και την πολιτιστική και θρησκευτική τους κληρονομιά. Τις τελευταίες δεκαετίες, κατασκευάσαμε και αποκαταστήσαμε πολλές χριστιανικές εκκλησίες, συμπεριλαμβανομένων των αρμενικών (μία από αυτές βρίσκεται ακριβώς στο κέντρο του Μπακού), στο Αζερμπαϊτζάν και σε μια σειρά ευρωπαϊκών χωρών. Επιπλέον, οφείλω να σημειώσω ότι εδώ και 30 χρόνια το Μπακού προσπαθεί να επιστήσει την προσοχή της UNESCO στην καταστροφή της πολιτιστικής και ιστορικής κληρονομιάς του Αζερμπαϊτζάν στα πλέον απελευθερωμένα εδάφη μας και σήμερα είμαστε έτοιμοι να δεχτούμε στο Αζερμπαϊτζάν μια αντιπροσωπεία ειδικών από αυτόν τον οργανισμό στον κατάλληλο για αυτήν χρόνο.
Οι σχέσεις μας με την Τουρκία έχουν στρατηγικό χαρακτήρα και οικοδομούνται στη βάση αμοιβαίων συμφερόντων στο πλαίσιο του διεθνούς δικαίου. Είναι κατανοητό ότι οι ντόπιοι Αρμένιοι, δεδομένης της ορισμένης έντασης στις σχέσεις μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας, προσπαθούν να χρησιμοποιήσουν αυτό το χαρτί στην αντιαζερμπαϊτζανική προπαγάνδα τους, ιδιαίτερα μέσω των ΜΜΕ. Αυτό ωστόσο λειτουργεί μόνο για έναν στενό κύκλο εξαιρετικά εθνικιστικών και ανενημέρωτωνομάδων του ελληνικού πληθυσμού. Η Αθήνα και το Μπακού, με τη σειρά τους, μετά από μια μικρή παύση στις διμερείς σχέσεις, επανέφεραν τον πολιτικό διάλογο με στόχο τη συνεργασία σε τομείς αμοιβαίου ενδιαφέροντος.
Για πολλά χρόνια η Αρμενία προσπαθεί να δικαιολογήσει την κατοχή και τον αυτονομισμό με την «παραβίαση» των δικαιωμάτων του αρμενικού πληθυσμού του Αζερμπαϊτζάν, αλλά δεν τα καταφέρνει επειδή τα κοινωνιολογικά και οικονομικά στοιχεία των σοβιετικών στατιστικών δεν το επιβεβαιώνουν. Οι Αρμένιοι στο Αζερμπαϊτζάν, συμπεριλαμβανομένης της περιοχής του Καραμπάχ, ζούσαν πολύ πλουσιοπάροχα, σε ειρήνη και αρμονία και χωρίς καμία καταπίεση από το κυρίαρχο έθνος. Και σήμερα πολλές μειονότητες ζουν στο Αζερμπαϊτζάν, γεγονός για το οποίο η Αρμενία δεν μπορεί να καυχηθεί.
Αρμενικοί κύκλοι αναφέρονται συχνά στον ιστορικό δεσμό των Αρμενίων με την περιοχή του Καραμπάχ και κατηγορούν για τα πάντα τον Στάλιν, ο οποίος, σύμφωνα με την εκδοχή τους,μεταβίβασε το Καραμπάχ στο Αζερμπαϊτζάν. Αυτό είναι ένα ψέμα σχεδιασμένο για ακαλλιέργητους ανθρώπους. Οι Αρμένιοι που ζουν σήμερα στον Νότιο Καύκασο θα πρέπει να είναι για πάντα ευγνώμονες στην τσαρική Ρωσία και τους σοβιετικούς ηγέτες, οι οποίοι τους μετεγκατέστησαν κατά τη διάρκεια των 18-20 αιώνων στα εδάφη μας από τη Μικρά Ασία (σήμερα νοτιοανατολική Τουρκία και νοτιοδυτικό Ιράν) επιδιώκοντας γνωστούς πολιτικούς στόχους. Εάν χρειαστεί, μπορούμε να παραθέσουμε πολλές ρωσικές και δυτικές πηγές που επιβεβαιώνουν αυτά τα γεγονότα. Όσο για τον Στάλιν, θεωρώ πως οι Αρμένιοι οφείλουν να τον λατρεύουν, καθώς ακολουθώντας τη γενική πολιτική των προηγούμενων αιώνων, χώρισε το Αζερμπαϊτζάν σε δύο ακόμη μέρη και μετέφερε τα πατρογονικά μας εδάφη στην Αρμενία, αρκεί να κοιτάξει κάποιος τον χάρτη μας σήμερα.
Θα ήθελα να σημειώσω ότι για το Αζερμπαϊτζάν η «σύγκρουση του Ναγκόρνο-Καραμπάχ» ανήκει στο παρελθόν και οφείλουμε να σκεφτούμε το μέλλον, το πώς θα ζήσουμε μαζί ως γείτονες. Η ηγεσία μας έχει επανειλημμένα προτείνει στην αρμενική πλευρά να ξεκινήσουμε τις εργασίες για τη συνθήκη ειρήνης, προκειμένου να λήξει η αντιπαράθεση, προκειμένου να αναγνωριστεί αμοιβαία η εδαφική ακεραιότητα, η κυριαρχία και να ζήσουμε στο μέλλον ως γείτονες, όπως ζούσαμε και στο παρελθόν.
Τέλος, θα ήθελα να σημειώσω ότι πρόσφατα στον τοπικό τύπο δημοσιεύτηκε ένα άρθρο Αρμένιου αρθογράφου με τίτλο «Χρονιά κατοχής και χαμένων ευκαιριών». Συμφωνώ με τον τίτλο αυτού του άρθρου, όχι μόνο «χρονιά», αλλά «δεκαετίες» κατοχής και χαμένων ευκαιριών. Πιστεύω ότι η Αρμενία θα εγκαταλείψει τελικά τις εδαφικές της διεκδικήσεις εναντίον του Αζερμπαϊτζάν και αυτή τη φορά θα αξιοποιήσει τις ευρείες ευκαιρίες συνεργασίας με τους γείτονές της, αν όχι για χάρη της ειρήνης και της ευημερίας στην περιοχή, τότε τουλάχιστον για να βελτιώσει την ευημερία του μειούμενου πληθυσμού της Αρμενίας.