Ομιλία του Πρωθυπουργού, Αλέξη Τσίπρα, σε συνάντησή του με τους ομογενείς της Νέας Υόρκης
Σεβασμιότατε, κύριε πρόξενε, κυρίες και κύριοι,
Το θερμό χειροκρότημα, πριν, φαντάζομαι ότι αφορούσε και όλα όσα μας είπε ο κ. πρόξενος. Κυρίως αφορούσε όλους αυτούς και αυτές τους οποίους ανέφερε. Τους Έλληνες της διασποράς, της ομογένειας, που η αγάπη για την Ελλάδα τους παρακινεί να προσφέρουν, είτε από το περίσσευμα είτε και από το υστέρημά τους, για τον κοινό σκοπό. Και θέλω να πω ότι αυτή είναι η μεγάλη δύναμη των Ελλήνων, που τη συνειδητοποιούμε καλύτερα όταν βγαίνουμε έξω από τη χώρα. Γιατί, συνήθως, όταν είμαστε μέσα στη χώρα υπάρχουν οι διαφορές μας, οι αντιπαραθέσεις μας. Είμαστε και ένας λαός με έντονα συναισθήματα, που πολλές φορές μας κάνουν να ξεχνούμε το κοινό αυτό χαρακτηριστικό γνώρισμα όλων των Ελλήνων. Της αγάπης τους για την πατρίδα. Εσείς στο εξωτερικό, όμως, έχετε αυτήν την ευλογία, θα έλεγα, να είναι αυτό το χαρακτηριστικό γνώρισμα. Αυτό που σας ενώνει, αυτό που σας κρατάει μαζί. Που σας έχει κάνει για χρόνια ολόκληρα – παρότι πολλοί από εσάς μπορεί να είστε και μετανάστες δεύτερης και τα παιδιά σας τρίτης γενιάς – να κρατάτε ζωντανή τη γλώσσα, τα έθιμα, τις παραδόσεις.
Κάθε φορά που απευθύνομαι στην ομογένεια, είτε εδώ στις ΗΠΑ είτε στις άλλες χώρες, διακατέχομαι από βαθιά συγκίνηση, γιατί γνωρίζω ότι μιλώ στους σημαντικότερους, στους καλύτερους πρεσβευτές της πατρίδας μας, της Ελλάδας και του ελληνισμού στο εξωτερικό. Βεβαίως, όταν μιλώ σε εσάς τους ομογενείς στις ΗΠΑ, μιας χώρας κρίσιμης και σημαντικής που διαμορφώνει τις παγκόσμιες εξελίξεις με τις αποφάσεις της και ξέρω πόσο σημαντικός είναι ο ρόλος σας και στη διαμόρφωση των αποφάσεων εδώ, θέλω να εκφράσω αυτή τη μεγάλη ευγνωμοσύνη εκ μέρους όλων των Ελλήνων και των Ελληνίδων, για αυτή τη σημαντική σας καθημερινή προσφορά.
Πολλοί από εσάς ήσασταν και την προηγούμενη φορά που συναντηθήκαμε πάλι εδώ στη Σύνοδο των Ηνωμένων Εθνών. Πέρασαν αρκετά από εκείνες τις ημέρες. Κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι. Τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά. Όμως, θέλω να θυμηθώ τη βαθιά σας πίστη και την αυτοπεποίθηση ότι η χώρα μας θα μπορέσει να ξεπεράσει τις μεγάλες δυσκολίες και να σταθεί στα πόδια της ξανά. Και θέλω να σας εξομολογηθώ ότι αυτό το συναίσθημα που ένιωθα τότε απέναντι σας, της βαθιάς αυτής πίστης και εμπιστοσύνης, δεν ήταν κάτι το οποίο το ένιωθα πολύ συχνά μιλώντας σε ανθρώπους. Έβλεπα στα μάτια τους την αμφιβολία για το αν θα τα καταφέρουμε. Εσείς έχοντας την πολυτέλεια, θα πω, να βλέπετε τις εξελίξεις της χώρας μας από μακριά, αλλά και να παρατηρείτε την Ελλάδα όχι μόνο στην τρέχουσα καθημερινότητα της, αλλά και την εξέλιξή της στην πορεία των χρόνων, μπορείτε με μεγαλύτερη ευκολία να διαπιστώσετε ότι αυτή η χώρα και αυτός ο λαός έχουν μία τρομακτική ικανότητα: στα δύσκολα να σφίγγουν τα δόντια και να τα καταφέρνουν.
Έτσι και ο ελληνικός λαός αφήνει σήμερα πίσω του μία πολύ μεγάλη και δύσκολη περιπέτεια. Αυτή στην οποία συλλογικά μπήκε η χώρα και ο λαός το 2010. Αυτή τη μεγάλη περιπέτεια της οικονομικής κρίσης, της χρεοκοπίας, των μεγάλων λαθών που μας οδήγησαν στην ακόμη μεγαλύτερη επιδείνωση αυτής της κρίσης τα πρώτα χρόνια.
Όμως, ο λαός μας άντεξε. Η Ελλάδα άντεξε. Η Ελλάδα τα κατάφερε. Και σήμερα δύο χρόνια μετά, είμαι ξανά εδώ απέναντί σας, έχοντας πια πετύχει αυτή τη μεγάλη, σημαντική, ιστορική αλλαγή, να βγούμε από αυτό τον κυκεώνα των οκτώ συνεχόμενων χρόνων, όπου η Ελλάδα είχε χάσει, είχε απολέσει, είχε παραδώσει ένα πολύ μεγάλο μέρος της οικονομικής της κυριαρχίας στους πιστωτές της. Και χάρη στις προσπάθειες του λαού μας, αλλά θα έλεγα και στη δυνατότητά μας να έχουμε ισχυρούς συμμάχους στο διεθνές στερέωμα, καταφέραμε να είμαστε ξανά μία κανονική χώρα.
Όχι πως τελείωσαν όλα τα προβλήματα. Όχι πως από εδώ και στο εξής δεν αντιμετωπίζουμε μεγάλες προκλήσεις. Αλλά βγήκαμε από ένα καθεστώς σκληρής επιτροπείας, που πρόσβαλλε την Ελλάδα και τους Έλληνες όλα τα προηγούμενα χρόνια. Και σήμερα έχουμε τη δυνατότητα πάνω στους συμφωνημένους στόχους να είμαστε εμείς αυτοί, οι αιρετές, οι εκλεγμένες κυβερνήσεις των Ελλήνων που αποφασίζουν για το μείγμα της πολιτικής, προκειμένου να πετυχαίνουμε αυτούς τους στόχους. Όπως συμβαίνει με όλες τις χώρες της Ε.Ε., της Ευρωζώνης, οι κυβερνήσεις των οποίων υπόκεινται σε έλεγχο, σε λογοδοσία πάνω στα συμφωνημένα πλαίσια, αλλά είναι αυτές που αποφασίζουν το μείγμα της πολιτικής.
Και αυτό ξέρετε μετά από οχτώ ολόκληρα χρόνια δεν είναι κάτι το οποίο θα έλεγε κανείς πως είναι ένα φυσικό επακόλουθο, μία εξέλιξη η οποία ήταν δεδομένη. Η μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού δεν την θεωρούσε άλλωστε ως δεδομένη. Είναι μία σημαντική, θετική εξέλιξη. Όμως ακόμη πιο σημαντική εξέλιξη είναι το γεγονός ότι πια είμαστε σχεδόν όλοι και όλες – λέω σχεδόν, γιατί ποτέ δεν μπορεί να είναι το σύνολο των πολιτικών δυνάμεων ή του πληθυσμού – αποφασισμένοι όχι μόνο να μη γυρίσουμε πίσω στα χρόνια της κρίσης, αλλά να καταπολεμήσουμε και τις αιτίες εκείνες που μας οδήγησαν σε αυτήν την κρίση. Τις μεγάλες παθογένειες, την εποχή εκείνη των μεγάλων ελλειμμάτων, την οποία θέλουμε να αφήσουμε πίσω μας, μαζί βέβαια και με τις μεγάλες παθογένειες μιας δημόσιας διοίκησης μη λειτουργικής, πελατειακών σχέσεων, σπατάλης, διαφθοράς, διαπλοκής. Αυτή τη σελίδα θέλουμε να γυρίσουμε στον τόπο μας.
Πριν από δύο χρόνια, λοιπόν, σας είπα ότι είμαι αισιόδοξος πως θα τα καταφέρουμε να ξαναγυρίσουμε σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης μετά από οχτώ χρόνια και πράγματι τα καταφέραμε. Το 2017 οι ρυθμοί ανάπτυξης στην Ελλάδα ξαναγύρισαν με θετικό πρόσημο. 1,4% το 2017, 2,1% το 2018, πρόβλεψη για 2,5% το 2019.
Ταυτόχρονα, όμως, καταφέραμε όλα αυτά τα χρόνια να έχουμε μία εξαιρετικά σημαντική υπεραπόδοση της οικονομίας, έναντι των στόχων που είχαμε θέσει. Με αυτό τον τρόπο καταφέραμε να ανακτήσουμε την εμπιστοσύνη των εταίρων μας στην Ευρώπη, αλλά και του διεθνούς παράγοντα, ο οποίος είχε χαθεί, γιατί κανείς δεν πίστευε πια τις υποσχέσεις των ελληνικών κυβερνήσεων ότι θα μπορέσουν να τηρήσουν τα συμφωνημένα.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι, προκειμένου να επιτευχθεί αυτός ο μικρός άθλος, υπήρξαν κοινωνικά στρώματα, τα οποία επιβαρύνθηκαν δυσανάλογα. Όμως για αυτή την επιβάρυνση έχει έλθει τώρα το πλήρωμα του χρόνου να αποκατασταθεί. Γιατί τώρα πια μπορούμε. Έχοντας προβλέψεις για θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, όχι απλά να πιάνουμε τους συμφωνημένους στόχους, αλλά να δημιουργείται και ο δημοσιονομικός χώρος, που η δική μου και η δική μας δέσμευση είναι ότι, όπως με δικαιοσύνη αποφασίσαμε να μοιράσουμε τα βάρη, έτσι και τώρα με δικαιοσύνη θα αποφασίσουμε να μοιράσουμε και τις ελαφρύνσεις εκείνες, με προτεραιότητα σε εκείνα τα κοινωνικά στρώματα που επιβαρύνθηκαν περισσότερο την περίοδο της κρίσης.
Θέλω όμως να σας θυμίσω και κάτι ακόμη. Από τη συνάντησή μας εκείνη δύο χρόνια πριν μέχρι σήμερα, δεν άλλαξαν μόνο τα οικονομικά μεγέθη. Δεν είναι μόνο ότι γυρίσαμε σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, πιάσαμε τους στόχους, είχαμε υπερπλεονάσματα, μοιράσαμε το περίσσευμα στο τέλος του κάθε χρόνου σε αυτούς που το έχουν ανάγκη, μειώσαμε την ανεργία από το 27% στο 19% σήμερα, δεν είναι μόνο τα οικονομικά επιτεύγματα.
Αλλά είναι και το γεγονός ότι η χώρα μας ανάκτησε τον χαμένο της γεωπολιτικό ρόλο και τη σημασία της ως μια χώρα- πυλώνας σταθερότητας σε μία ευρύτερα αποσταθεροποιημένη περιοχή.
Η Ελλάδα είναι μία κρίσιμη χώρα για τον διεθνή παράγοντα στη νοτιοανατολική Μεσόγειο και την Ευρώπη. Και θέλω να σας θυμίσω ότι αυτά τα δύο χρόνια, αυτή η γεωπολιτική αναβάθμιση της χώρας, αναγνωρίστηκε δημοσίως, όχι μόνο από τους εταίρους μας στην Ευρώπη, αλλά και από αυτή την ισχυρή χώρα του πλανήτη, τις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής.
Ήταν ο Πρόεδρος Ομπάμα, ο οποίος επέλεξε το τελευταίο του ταξίδι στο εξωτερικό να γίνει στην Ελλάδα. Και να έρθει στην Αθήνα, να μιλήσει για τις μεγάλες αξίες, τα μεγάλα ιδανικά που εκπροσωπεί η Ελλάδα στον σύγχρονο κόσμο.
Η Ελλάδα, όχι μόνο ως παγκόσμια κοιτίδα πολιτισμού που την φέγγει αδιάκοπα το αρχαίο της κάλλος, αλλά και η Ελλάδα του σήμερα και του αύριο. Που μπορεί να πρεσβεύει μία σύγχρονη δύναμη υπεράσπισης της δημοκρατίας, της ελευθερίας, πανανθρώπινων αξιών και ιδεών.
Όπως και να παινέσει τη στάση της Ελλάδας και των Ελλήνων κατά τη διάρκεια της προσφυγικής κρίσης. Που ήταν οι Έλληνες και οι Ελληνίδες, οι νησιώτες μας, που άνοιξαν τις πόρτες τους στα νησιά, προκειμένου να υποδεχθούν ανθρώπους κυνηγημένους, την ίδια στιγμή που άλλοι στην Βόρεια Ευρώπη, στην Κεντρική Ευρώπη έχτιζαν τοίχους και ύψωναν φράχτες.
Ίσως γιατί η Ελλάδα και ο ελληνικός λαός έχει μέσα στο DNA του την προσφυγιά. Διότι, σε αυτά τα νησιά πριν από πολλά χρόνια, λιγότερα από 100, τη δεκαετία του 1920, ήρθαν πρόσφυγες, Έλληνες ξεριζωμένοι από τη Μ. Ασία.
Εσείς αυτό μπορείτε να το καταλάβετε ακόμη περισσότερο. Οι γονείς σας, οι παππούδες σας ήρθαν εδώ, ξεριζωμένοι μετανάστες στις ΗΠΑ. Έχουμε λοιπόν μέσα μας αυτή τη συλλογική μνήμη. Και έχοντας αυτή τη συλλογική μνήμη, δεν μπορεί ποτέ η Ελλάδα και ο ελληνικός λαός να υιοθετήσει αυτές τις ακραίες απόψεις του μίσους, του ρατσισμού, της ξενοφοβίας, που σήμερα σκιάζουν ολόκληρη την Ευρώπη.
Γι’ αυτό λοιπόν η Ελλάδα παραμένει σήμερα, όχι μόνο μία χώρα που διαδραματίζει εξαιρετικά σημαντικό ρόλο στην περιοχή, αλλά μία χώρα που υπερασπίζεται διεθνώς, αυτή και ο λαός της, πανανθρώπινες αξίες.
Αυτό, λοιπόν, επέλεξε να το επισημάνει ο Πρόεδρος Ομπάμα, κατά το τελευταίο του ταξίδι στο εξωτερικό, τελειώνοντας την οκταετή θητεία του. Να σας θυμίσω, όμως, ότι αυτή η εξαιρετική σχέση που κάποιοι λένε ότι βρίσκεται στην καλύτερη περίοδο από ποτέ ανάμεσα στις δύο χώρες, αυτή η εξαιρετική σχέση που διαπιστώθηκε, υπογραμμίστηκε και από την πρόσκληση που έλαβα εγώ περίπου ένα χρόνο πριν, να επισκεφθώ τις ΗΠΑ, το Σικάγο και αργότερα την Ουάσιγκτον, από το νέο Πρόεδρο των ΗΠΑ, τον Πρόεδρο Τραμπ.
Και βεβαίως, αυτή η σχέση και η αναγνώριση του ρόλου που διαδραματίζει η χώρα μας και η αναβάθμιση της γεωπολιτικής της αξίας και δυναμικής, επιβεβαιώθηκε και κατά την τελευταία ΔΕΘ, όπου τιμώμενη χώρα ήταν οι ΗΠΑ, παρευρέθηκε ο Υπουργός Εμπορίου Γουίλμπουρ Ρος, αλλά και πολυπληθής αποστολή επιχειρηματιών, αναδεικνύοντας το μεγάλο ενδιαφέρον που έχει η χώρα για ξένες επενδύσεις, για επενδύσεις στην Ελλάδα από επιχειρηματίες από τις ΗΠΑ.
Αγαπητές φίλες, αγαπητοί φίλοι,
Με αυτές τις σκέψεις θα ήθελα να σας πω, να σας επισημάνω, ότι είναι μεγάλη η χαρά μου να μπορώ να μιλώ ενώπιων σας πλέον ως ο Πρωθυπουργός μιας χώρας που ανακτά μεγάλο μέρος της εθνικής της κυριαρχίας. Αλλά, ταυτόχρονα, και ως ο Πρωθυπουργός μιας χώρας που μπορεί να παίζει ηγετικό ρόλο στην περιοχή της νοτιοανατολικής Μεσογείου.
Με τη στρατηγική μας επιλογή να αναβαθμίσουμε το τριμερές πλαίσιο συνεργασιών ανάμεσα στην Ελλάδα, την Κύπρο και την Αίγυπτο, την Ελλάδα, την Κύπρο και το Ισραήλ, διαμορφώνοντας ένα τρίγωνο σταθερότητας στην περιοχή, αλλά και με την επιλογή μας στην εξωτερική πολιτική, να αναβαθμίσουμε το ρόλο και τη σημασία και την παρουσία μας στα Βαλκάνια, ως μία ηγετική χώρα που λύνει προβλήματα δεκαετιών, που δεν κρύβεται μέσα στο καβούκι της, που τολμά να παίζει έναν ρόλο σταθεροποιητικό στην περιοχή.
Και γι’ αυτό προχωρήσαμε και σε αυτή τη δύσκολη, αλλά με βαθιά αίσθηση του πατριωτικού καθήκοντος σας διαβεβαιώνω, συμφωνία με τους βόρειους γείτονές μας, διασφαλίζοντας, όμως, ταυτόχρονα το πιο σημαντικό πράγμα, που για εμάς είναι η ιστορία μας.
Την ιστορία της Μακεδονίας μας. Την αρχαία ελληνική ιστορία της Μακεδονίας. Προχωρήσαμε, λοιπόν, σε αυτή την επιλογή, που ταυτόχρονα μας δίνει τη δυνατότητα να λύσουμε μία διένεξη τριών δεκαετιών, αλλά και να αναβαθμίσουμε τον γεωπολιτικό ρόλο και τη σημασία της χώρας.
Διότι θέλουμε την Ελλάδα πρωταγωνίστρια. Θέλουμε την Ελλάδα πρωταγωνίστρια στη νοτιοανατολική Μεσόγειο, στα Βαλκάνια και όχι μία φτωχή χώρα μέλος της ΕΕ, η οποία ζητά άδεια από τους εταίρους της για να διαμορφώσει την οικονομική της πολιτική. Όχι μία χώρα «ψωροκώσταινα» όπως έλεγαν στο παρελθόν. Αυτό είναι το δίλημμα και οι επιλογές που έχουμε μπροστά μας. Θα οραματιστούμε την Ελλάδα που θα ανοίξει το βήμα μπροστά ή την Ελλάδα που θα γυρίσει πίσω;
Το δικό μου όραμα και θέλω να το μοιραστώ μαζί σας, είναι το όραμα μιας χώρας που θα ανοίξει το βήμα της μπροστά. Δεν ήλθα όμως εδώ, για να σας πω ότι όλα βαίνουν καλώς. Επαναλαμβάνω, έχουμε μπροστά μας μεγάλες προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπίσουμε.
Πρώτα και κύρια, αυτά τα οκτώ χρόνια της κρίσης, χάσαμε ένα πάρα πολύ σημαντικό δυναμικό για τη χώρα. Τους νέους επιστήμονες, που είναι η νέα γενιά των μεταναστών που έφυγε στο εξωτερικό. Αυτή τη φορά όχι το λεγόμενο φθηνό εργατικό δυναμικό, αλλά υψηλά εξειδικευμένοι και μορφωμένοι νέες και νέοι, με ένα και δύο πτυχία, με διδακτορικά, που έφυγαν μαζικά τα χρόνια της κρίσης. Πολλοί από αυτούς βρίσκονται ανάμεσά σας εδώ, στην κοινότητά σας στη Νέα Υόρκη.
Και αυτούς τους ανθρώπους θέλουμε να τους στηρίξουμε. Είναι καθήκον μας να τους στηρίξουμε. Είναι καθήκον και υποχρέωσή μας να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις κάποια στιγμή να μπορέσουν να γυρίσουν στην Ελλάδα με μία δουλειά και με μία αμοιβή αξιοπρεπή, για να χτίσουν τα όνειρά τους πίσω στην πατρίδα, αλλά κυρίως για να βοηθήσουν την πατρίδα να σταθεί ξανά στα πόδια της. Γιατί δίχως το πιο ισχυρό, το πιο δυναμικό κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας, τους μορφωμένους, τους υψηλά εξειδικευμένους Έλληνες και Ελληνίδες, αυτό δεν θα μπορέσουμε να το κάνουμε πράξη.
Έχουμε, λοιπόν, μπροστά μας προκλήσεις, αλλά και σημαντικούς στόχους. Έχουμε την μεγάλη πρόκληση να μειώσουμε την ανεργία. Να δημιουργήσουμε τις συνθήκες, δηλαδή, για νέες θέσεις εργασίας, αλλά και να στηρίξουμε την εργασία. Έχουμε την πρόκληση να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις για να επιστρέψουν οι Έλληνες του εξωτερικού. Οι νέοι, οι υψηλά εξειδικευμένοι.
Έχουμε την πρόκληση να αναβαθμίσουμε περαιτέρω τη γεωπολιτική δυναμική της χώρας, ως μια χώρα με ισότιμο και ισχυρό ρόλο στα Βαλκάνια και τη νοτιοανατολική Μεσόγειο.
Αυτόν τον αγώνα καλούμαστε να δώσουμε όλοι μαζί το επόμενο διάστημα. Τόσο εγώ, όσο και ο Υπουργός Εξωτερικών που είναι μαζί μας. Και στη δική του άοκνη προσπάθεια οφείλεται ένα μεγάλο μέρος αυτής της αναβάθμισης του ρόλου και της σημασίας της χώρας στο εξωτερικό. Οφείλω αυτό να το πω όχι επειδή είναι παρών. Το λέω και όταν δεν είναι παρών. Αλλά και οι υπόλοιποι υπουργοί που με συνοδεύουν για να συναντήσουμε επενδυτές, εκπροσώπους σημαντικούς της επενδυτικής κοινότητας εδώ στη Νέα Υόρκη, αλλά και αντιπροσωπείες άλλων κρατών.
Αυτόν τον συλλογικό αγώνα δίνουμε. Έναν αγώνα που έχει ως βασικό χαρακτηριστικό να δώσει τη δυνατότητα η Ελλάδα να ξαναγίνει μια χώρα σημαντική στην περιοχή, αλλά και να γίνει η χώρα που μας αξίζει. Που αξίζει στην ιστορία μας, στην παράδοσή μας, που αξίζει στους Έλληνες και τις Ελληνίδες.
Με αυτές τις σκέψεις λοιπόν, αγαπητές φίλες και φίλοι, δεν θέλω να μακρηγορήσω άλλο, θέλω μόνο να σας πω, ότι πιστεύω ακράδαντα ότι η ομογένεια μπορεί να παίξει έναν πολύ σημαντικό ρόλο σε αυτή τη συλλογική προσπάθεια. Σε αυτή τη διαδικασία ανοικοδόμησης της ισχυρής Ελλάδας του αύριο. Μια διαδικασία στην οποία έχουν θέση όλοι όσοι επιθυμούν να έχουν θέση και είναι διατεθειμένοι να παλέψουν για την προκοπή της χώρας και του ελληνικού λαού. Από πλευράς μας θα πρέπει να γνωρίζετε ότι θα υπάρξει απεριόριστη στήριξη και κάθε δυνατή συνδρομή, σε κάθε ειλικρινή προσπάθεια για συμβολή σε αυτό το κρίσιμο έργο.
Θέλω, λοιπόν, για ακόμη μία φορά να σας ευχαριστήσω, ιδιαίτερα όλους εσάς που συμβάλλετε, επαναλαμβάνω είτε από το περίσσευμα είτε από το υστέρημα σας για την εύρυθμη λειτουργία του Προξενείου, αλλά και της ελληνικής κοινότητας.
Ως γνωστόν, όπως είχε πει και ο ποιητής, «είτε με αρχαιότητες είτε με την Ορθοδοξία, των Ελλήνων οι κοινότητες φτιάχνουν άλλον γαλαξία». Αυτόν τον ισχυρό γαλαξία της αγάπης για την πατρίδα, αλλά και της συνεργασίας, της αλληλοβοήθειας, της αλληλεγγύης . Σας καλώ να τον συνεχίσετε και να τον ενισχύσετε και να στηρίζετε την πατρίδα μας ιδιαίτερα τώρα που το έχει ανάγκη περισσότερο από ποτέ.
Σας ευχαριστώ θερμά.