Ομιλία του Προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξη Τσίπρα, στο αμφιθέατρο της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου του Βελιγραδίου: Η Ελλάδα είναι σήμερα σαν μια χώρα που έχει βγει από πόλεμο, χωρίς όμως να τον έχει διεξάγει.
Φίλες και Φίλοι, σας φέρνω θερμούς χαιρετισμούς από την Ελλάδα.
Χαίρομαι ιδιαίτερα που βρίσκομαι μαζί σας σήμερα διότι ξέρω τη σημασία της ελληνοσερβικής φιλίας, που σφυρηλατήθηκε σε δύσκολες στιγμές και άντεξε.
Χαίρομαι επίσης διότι για εμένα τα «επίσημα» ταξίδια στο εξωτερικό δεν μπορούν να βασίζονται μόνο σε συναντήσεις επισήμων. Χωρίς την επαφή με την κοινωνία μιας χώρας, με τη νέα της γενιά, με το φοιτητικό κίνημα από το οποίο προέρχομαι και εγώ πολιτικά, δεν μπορεί κανείς να καταλάβει τις δυσκολίες, τις αγωνίες, και τις ελπίδες μιας χώρας.
Η Ελλάδα, εδώ και περίπου πέντε χρόνια, υφίσταται μια πρωτοφανή οικονομική και κοινωνική καταστροφή. Αλλά ταυτόχρονα είναι και η χώρα που στέλνει σε όλη την Ευρώπη το μήνυμα μιας μεγάλης, ιστορικής αλλαγής.
Η Ελλάδα ήταν το πρώτο θύμα της κρίσης. Όχι όμως το μοναδικό. Η κρίση εξαπλώθηκε. Πέρασε στον ευρωπαϊκό Νότο και σήμερα ακουμπάει πια τον σκληρό πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Απέχουμε πλέον έξι χρόνια από την μεγάλη κατάρρευση του 2008, και τίποτα δεν έχει ξεπεραστεί. Αντίθετα. Η ευρωπαϊκή οικονομία βρίσκεται παγιδευμένη στην στασιμότητα.
Η Ευρώπη οδηγείται σε ένα αδιέξοδο που είναι πλέον ορατό μπροστά μας. Και η βασική αιτία για την κατάσταση αυτή, είναι η πολιτική της λιτότητας που επελέγη ως το φάρμακο για την αντιμετώπιση της κρίσης. Ένα φάρμακο, όμως, που έκανε τον ασθενή χειρότερα από ότι η ίδια η ασθένεια.
Η λιτότητα και οι σκληροί δημοσιονομικοί περιορισμοί επιβλήθηκαν στην Ευρώπη με αφορμή την κρίση που χτύπησε τον τραπεζικό τομέα. Στην πραγματικότητα οι τράπεζες ξεφόρτωσαν τα βάρη στα κράτη, και τα κράτη τα πέρασαν στους πολίτες μέσα από σκληρά οικονομικά και κοινωνικά μέτρα.
Η Ελλάδα ήταν το πρώτο θύμα αυτής της πολιτικής. Η συμφωνία που υπέγραψε το 2012 η ελληνική κυβέρνηση με την Ευρωπαϊκή Ένωση, την Ευρωπαϊκή Τράπεζα και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, έχει καταστρέψει την χώρα.
Η Ελλάδα είναι σήμερα σαν μια χώρα που έχει βγει από πόλεμο, χωρίς όμως να τον έχει διεξάγει. Ένας πόλεμος οικονομικός, χωρίς βομβαρδισμούς και ερείπια, όπως εδώ στη Σερβία, αλλά με χιλιάδες θύματα που έχουν χάσει τις δουλειές τους και την αξιοπρέπεια τους.
Η ανεργία βρίσκεται στο 30%, και η ανεργία των νέων ξεπερνά το 60%. Σχεδόν ο μισός πληθυσμός της χώρας βρίσκεται σήμερα σε κατάσταση φτώχειας, ή υπό την απειλή της φτώχειας.
Ο κοινωνικός τομέας ειδικά η δημόσια υγεία, διαλύεται. Πολλοί είναι οι άνθρωποι που δεν μπορούν πλέον να καλύψουν το κόστος των φαρμάκων που χρειάζονται, ή μιας σοβαρής θεραπείας. Τα ασφαλιστικά ταμεία οδηγούνται σε κατάρρευση. Ο δημόσιος πλούτος, τα λιμάνια και τα αεροδρόμια, το οδικό δίκτυο, το ηλεκτρικό ρεύμα και το νερό, βρίσκονται σε πρόγραμμα ιδιωτικοποίησης ώστε να μετατραπούν σε κερδοφόρες επιχειρήσεις.
Και όλα αυτά, δεν έχουν το παραμικρό αποτέλεσμα. Οι οικονομικοί δείκτες της χώρας παραμένουν καθηλωμένοι. Και το δημόσιο χρέος, για την αντιμετώπιση του οποίου υποτίθεται ότι έγινε όλη αυτή η καταστροφή, έχει αυξηθεί κατά 50%.
Πρόκειται για μια κραυγαλέα αποτυχία του προγράμματος λιτότητας. Μήπως πρόκειται για κάποιο λάθος; Όχι, δεν πρόκειται για λάθος. Πρόκειται για συνειδητή επιλογή.
Οι κυρίαρχοι κύκλοι στην Ευρώπη θεώρησαν την κρίση ως ευκαιρία να ξανασχεδιάσουν την Ευρώπη. Να διαλύσουν το κοινωνικό κράτος. Να καταργήσουν τους νόμους που προστατεύουν την εργασία. Να χειραγωγήσουν τις κοινωνίες με εργαλείο την έκρηξη της ανεργίας. Να διευρύνουν τις κοινωνικές ανισότητες, σπρώχνοντας ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας στην φτώχεια και την ανασφάλεια.
Και τελικά να διαμορφώσουν κανόνες πολλών ταχυτήτων στην Ευρώπη, όπου οι αδύναμοι θα εργάζονται για να δυναμώσουν οι ισχυροί.
Υπάρχει όμως κάτι στο οποίο δεν είχαν υπολογίσει. Δεν προέβλεψαν ότι αυτή η κοινωνική αναταραχή που θα δημιουργούσαν, θα ξέφευγε από την διαμαρτυρία και θα αποκτούσε πολιτικά χαρακτηριστικά. Έτσι, σήμερα η Ελλάδα βρίσκεται πολύ κοντά σε μια μεγάλη πολιτική ανατροπή. Το ίδιο και η Ισπανία. Και το κίνημα αυτό δυναμώνει και σε άλλες χώρες.
Αυτό το κίνημα είναι σε ευθεία αντιπαράθεση με την πολιτική της λιτότητας. Διεκδικεί το δικαίωμα των ανθρώπων στην δουλειά, την ζωή και την αξιοπρέπεια. Υπερασπίζεται τις κατακτήσεις που καθιέρωσαν στην Ευρώπη το κοινωνικό κράτος και την εργατική νομοθεσία. Ζητά δίκαιη αναδιανομή του πλούτου και διοχέτευση πόρων στην πραγματική οικονομία. Βάζει τον άνθρωπο και τις ανάγκες του πάνω από τις τράπεζες και τα κέρδη τους.
Η απάντηση στην καταστροφή είναι να φέρουμε τους ανθρώπους στο προσκήνιο. Με τη στήριξη της κοινωνίας, να υψώσουμε έναν φραγμό στην πολιτική τους και να ανοίξουμε νέους δρόμους.
Αυτό δεν είναι υπόθεση μόνον όσων σήμερα δέχονται τα χτυπήματα. Είναι υπόθεση όλων των Ευρωπαϊκών λαών. Βορά και Νότου, Ανατολής και Δύσης. Είναι υπόθεση των κοινωνικών κινημάτων, των εργαζομένων, της νεολαίας, του κινήματος των πλατειών. Η κοινωνία πρέπει να μπει πάνω από τα οικονομικά συμφέροντα των ισχυρών.
Το ζητούμενο δεν είναι ο απομονωτισμός, ώστε να αγωνίζονται κάθε χώρα και κάθε λαός για τον εαυτό του. Το ζητούμενο είναι να αλλάξουμε την Ευρώπη. Να δώσουμε πραγματική δύναμη στους εργαζόμενους, στους νέους ανθρώπους, στους αδύναμους και τους αποκλεισμένους. Να δώσουμε δύναμη στους λαούς. Και να αναμετρηθούμε με την πολιτική της λιτότητας και της καταστροφής. Να διεκδικήσουμε μια καινούρια Ευρώπη.
Αυτή η Ευρώπη πρέπει να κινητοποιηθεί απέναντι στην κρίση. Να αντιμετωπίσει συλλογικά και με θετικό τρόπο το πρόβλημα του χρέους. Όπως έγινε με την Γερμανία το 1953. Να ενεργοποιήσει τους μηχανισμούς που περιορίζουν την κερδοσκοπία των χρηματοπιστωτικών αγορών. Να τερματίσει την πολιτική λιτότητας και να στηρίξει την επανεκκίνηση των οικονομιών.
Αυτή η Ευρώπη πρέπει να είναι Ευρώπη κοινωνική. Να έχει πραγματική πολιτική μείωσης των κοινωνικών ανισοτήτων. Να δείχνει αλληλεγγύη και να στηρίξει τους πιο αδύναμους. Να αναδιανέμει τον πλούτο που παράγεται.
Τέλος αυτή η Ευρώπη πρέπει να είναι δημοκρατική. Με τους λαούς να συμμετέχουν στην διαμόρφωση των αποφάσεων. Με την ευρωπαϊκή πολιτική, σε κάθε επίπεδο να διαμορφώνεται συναινετικά, μέσα από αντιπροσωπευτικούς και άμεσους δημοκρατικούς θεσμούς.
Δεν πρόκειται για ουτοπία. Η σημερινή Ευρώπη δεν έχει κανένα μέλλον. Οδηγείται στην πολιτική και κοινωνική διάλυση. Η Ευρώπη μπορεί να υπάρξει μόνο αν οι λαοί την πάρουν στα χέρια τους. Μόνο τότε ο αναγκαίος εναλλακτικός δρόμος θα είναι ταυτόχρονα και εφικτός.
Φίλες και Φίλοι
Οι εξελίξεις αυτές προς μια άλλη Ευρωπαϊκή Ένωση, έχουν ιδιαίτερη σημασία για την περιοχή μας, την περιοχή των Βαλκανίων.
Πρώτον, διότι μια νεοφιλελεύθερη Ευρώπη, με δημοκρατικό έλλειμμα, δέσμια των πολιτικών και οικονομικών ελίτ, δεν θα μπορέσει να συμβάλλει ουσιαστικά στην αναβάθμιση των χωρών που βρίσκονται σε ενταξιακή διαδικασία.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση διαθέτει πολύ σημαντικά εργαλεία και προγράμματα για να βοηθήσει τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων, στην πορεία τους για περισσότερη δημοκρατία, αποτελεσματική διοίκηση, υγιή οικονομία χωρίς διαφθορά.
Ωστόσο, τα εργαλεία ακυρώνονται σε σημαντικό βαθμό, όταν συνοδεύονται από νεοφιλελεύθερες προϋποθέσεις, που προωθούν τις ιδιωτικοποιήσεις δημόσιων αγαθών, και διαλύουν τις εργασιακές σχέσεις και το κράτος πρόνοιας.
Χρειαζόμαστε μια άλλη αντίληψη για την ανάπτυξη στην Ευρώπη. Που θα επενδύσει στο σημαντικό ανθρώπινο κεφάλαιο των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων. Που θα στηρίξει νέες παραγωγικές δυνατότητες. Που θα αναγνωρίζει το διαφορετικό επίπεδο ανάπτυξης της κάθε χώρας κα θα αξιοποιεί τα συγκριτικά της πλεονεκτήματα.
Δεν θέλουμε μια Ευρώπη που θα προβάλει ως βασικό προτέρημα των Βαλκανίων την μόνιμα φτηνή εργασία. Ούτε μια ενταξιακή διαδικασία που θα εξελίσσεται με τον ίδιο ρυθμό για όλες τις χώρες, ανεξάρτητα από το ποιό είναι το επίπεδο ανάπτυξής τους.
Ένα δεύτερο σημαντικό σημείο είναι ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση χρειάζεται μια νέα ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική που θα σέβεται τις σημαντικές ιστορικές σχέσεις της Ευρώπης με τις ΗΠΑ, καθώς και τον ρόλο τους στη παγκόσμια και περιφερειακή ασφάλεια.
Από την άλλη όμως θα διασφαλίζει τη συνεργασία με τη Ρωσία, καθώς η Ευρωπαϊκή Ασφάλεια μπορεί να εξασφαλισθεί μόνο σε συνεννόηση με αυτή τη χώρα και όχι εναντίον της.
Οι σημαντικές αρχές του διεθνούς δικαίου στις οποίες πιστεύουμε, πρέπει να προστατευθούν με αποφασιστικότητα. Αλλά δεν μπορούν να κατοχυρωθούν, μέσα σε ένα νέο κλίμα νατοϊκής ψυχροπολεμικής ρητορικής, στρατιωτικοποίησης, κυρώσεων και εμπορικών πολέμων.
Η εξωτερική πολιτική της Ευρώπης, δεν μπορεί να υποστηρίζει τις στρατιωτικές δήθεν «ανθρωπιστικές επιχειρήσεις» που, όπως ξέρετε εσείς οι Σέρβοι πολύ καλά, καταστρέφουν για ολόκληρες γενιές μια χώρα.
Η δημοκρατία και ο ανθρωπισμός δεν εξάγονται με βομβαρδισμούς. Οι δημοκρατικές και προοδευτικές δυνάμεις κάθε χώρας είναι υπεύθυνες για την ανατροπή του αυταρχισμού ή της δικτατορίας στον τόπο τους. Όπως ξέρουμε πολύ καλά εμείς οι Έλληνες, αλλά και οι Ισπανοί και οι Πορτογάλοι.
Ασφαλώς η Ευρώπη και η διεθνής κοινότητα ΠΡΕΠΕΙ να δραστηριοποιείται διεθνώς ειδικά σε μια εποχή αυξανόμενων κρίσεων και εντάσεων όπως η δική μας.
Για να μπορέσει η Ε.Ε. να αντιμετωπίσει ανησυχητικά φαινόμενα, όπως αυτό της ανάδυσης του φασισμού ή του τζιχαντισμού που απειλούν την ανθρωπότητα, οφείλει και η ίδια να διατηρήσει τον σεβασμό στο διεθνές δίκαιο και τις αποφάσεις του ΟΗΕ ως βάση για την επίλυση διαφορών. Ειδικά δε στη δική μας περιοχή.
– Η Ε.Ε. πρέπει να μπορεί να καταδικάζει ευθέως τις προκλητικές ενέργειες της Τουρκίας έναντι της Κύπρου, η οποία αποτελεί κράτος – μέλος της.
– Η Ε.Ε. πρέπει να αναγνωρίζει ότι για να μην οδηγηθεί το ζήτημα του Κοσσόβου σε νέες κρίσεις και εντάσεις, πρέπει να επιλυθεί στη βάση μιας αμοιβαίας αποδεκτής λύσης. Γι’ αυτό η Ελλάδα δεν αναγνωρίζει το Κόσσοβο. Γι’ αυτό δεν θεωρούμε ότι η αναγνώριση συμβάλλει στην εξασφάλιση της σταθερότητας στην περιοχή.
– Η Ε.Ε. πρέπει να αντιμετωπίζει με ειλικρίνεια και πολυδιάστατες πρωτοβουλίες τον αυξανόμενο εθνικισμό στα Βαλκάνια που επηρεάζει όλους μας – ΚΑΙ τις χώρες μας – και ενισχύεται.
Ενισχύεται στην ΠΓΔΜ όπου συντηρείται μια στείρα άρνηση για ουσιαστικές προσπάθειες επίλυσης του ζητήματος του ονόματος. Ενισχύεται στην Αλβανία όπου η εθνική ταυτότητα πολλές φορές ορίζεται σε αντιδιαστολή με άλλους λαούς των Βαλκανίων. Ενισχύεται στην Βοσνία – Ερζεγοβίνη όπου η ευαίσθητη ισορροπία στην οποία βασίζεται το κράτος, ταρακουνιέται.
Γι’ αυτόν τον λόγο ο αγώνας για τα ευρωπαϊκά Βαλκάνια της ειρήνης και ανάπτυξης είναι πολύ σημαντικός. Είναι αγώνας που πρέπει να δοθεί σε συνεργασία με τους εταίρους μας στην Ευρώπη. Αλλά όχι καθ’ υπόδειξή τους. ΧΩΡΙΣ ξένους προστάτες. Είναι αγώνας τον οποίο, πρέπει, πρώτα απ’ όλα, να δώσουμε εμείς οι λαοί των Βαλκανίων. Μαζί. Ή, όπου αυτό δεν είναι ακόμα εφικτό, τουλάχιστον με αλληλοσεβασμό.
Φίλες και Φίλοι,
Αύριο θα επισκεφθώ το μνημείο του Ρήγα Φεραίου. Ενός Έλληνα οραματιστή του 18ου αιώνα, που αγωνίσθηκε για την απελευθέρωση των Βαλκανίων. Και σκοτώθηκε εδώ, σε αυτόν τον τόπο, από τις τότε δυνάμεις της Αντίδρασης και του Μίσους.
Οι αγώνες αυτού το λαμπρού ανθρώπου, που πίστεψε ότι η συνεργασία μεταξύ των λαών των Βαλκανίων και η συνταγματική κατοχύρωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μπορεί να αποτελέσει την απαρχή για ένα άλλο μέλλον, μας εμπνέουν και σήμερα. Είναι ευθύνη των λαών μας, της γενιάς μας, να αγωνισθούμε γι’ αυτά τα ιδανικά.
Σας ευχαριστώ.