Ο Τζο Μπάιντεν είναι «καταδικασμένος» να πετύχει

του Max Boot (*)

Η πρόκληση – και η ευκαιρία – για τον Τζο Μπάιντεν είναι ότι διαδέχεται τον χειρότερο πρόεδρο στην ιστορία των Ηνωμένων Πολιτειών.

Η θητεία του Ντόναλντ Τραμπ χαρακτηρίστηκε από κολοσσιαία ανικανότητα και αδιαφορία για το δημόσιο καλό. Ο τρόπος που διαχειρίστηκε την πανδημία οδήγησε σε περισσότερα από 24,1 εκατομμύρια κρούσματα στις Ηνωμένες Πολιτείες και σχεδόν 400.000 θανάτους. Επί της προεδρίας του δεν σημειώθηκε μόνο ο μεγαλύτερος αριθμός θανάτων μετά τη γρίπη του 1918, αλλά και η χειρότερη ανεργία μετά την Υφεση. Ο Τραμπ είναι ο πρώτος πρόεδρος στη σύγχρονη ιστορία που στη θητεία του υπήρξε καθαρή μείωση θέσεων εργασίας.

Οι αριθμοί αυτοί, όσο καταστροφικοί κι αν είναι, δεν αποτελούν παρά την αρχή των αποτυχιών του Τραμπ.

Ηταν ο πιο ανέντιμος πρόεδρος όλων των εποχών: είπε πάνω από 30.000 ψέματα.

Ηταν ο πιο διεφθαρμένος πρόεδρος όλων των εποχών. Χρησιμοποίησε την εξουσία του για να εμπλουτίσει τις επιχειρήσεις του, επενέβη σε ανακρίσεις του Υπουργείου Δικαιοσύνης, προέβη σε παρακώλυση της δικαιοσύνης, υπονόμευσε το Κονγκρέσο, αρνήθηκε να δημοσιοποιήσει τις φορολογικές του δηλώσεις και απένειμε χάρη σε συνεργάτες του και ανθρώπους που συνωμότησαν μαζί του.

Ηταν ο πιο ρατσιστής πρόεδρος της σύγχρονης εποχής. Προσπαθούσε συστηματικά να κινητοποιήσει την εκλογική του βάση με επιθέσεις κατά των μη λευκών. Oι πράξεις του ήταν αντίστοιχες με τα λόγια του: το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν όταν διέταξε να χωριστούν τα παιδιά παράτυπων μεταναστών από τους γονείς τους.

Ηταν ο πρώτος πρόεδρος που αρνήθηκε να αναγνωρίσει την εκλογική του ήττα και διέσπειρε περίεργες θεωρίες συνωμοσίας για να υπονομεύσει την εμπιστοσύνη στο εκλογικό σύστημα.

Και έγινε ο μόνος πρόεδρος που παραπέμφθηκε σε δίκη δύο φορές – την πρώτη επειδή προσπάθησε να εκβιάσει την Ουκρανία για να τον βοηθήσει πολιτικά και τη δεύτερη επειδή υποκίνησε μια βίαιη εξέγερση με σκοπό την παραμονή του στην εξουσία.

O Τραμπ εγκαταλείπει την εξουσία με μια δημοτικότητα που δεν ξεπερνά το 34%, έχοντας υπάρξει ο πρώτος πρόεδρος που δεν έσπασε ποτέ το φράγμα του 50%.

Λόγω των καταστροφικών λαθών και αποτυχιών του Τραμπ, ο Μπάιντεν θα ορκιστεί χωρίς την παρουσία του κόσμου σε μια πόλη που έχει περισσότερους αμερικανούς στρατιώτες από το Ιράκ και το Αφγανιστάν μαζί. Ο Μπάιντεν θα ηγηθεί μιας χώρας όπου το 75% των Ρεπουμπλικανών δεν πιστεύουν ότι εξελέγη νομίμως και όπου ο Τραμπ και το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα θα συνεχίσουν να τον υπονομεύουν σε κάθε του βήμα.

Ο νέος πρόεδρος θα αντιμετωπίσει προκλήσεις που δεν αντιμετώπισε κανείς άλλος πρόεδρος μετά τον Φραγκλίνο Ρούσβελτ, το 1933. Ο Μπάιντεν δεν πρέπει μόνο να σταματήσει την πανδημία και να αναβιώσει την οικονομία, αλλά και να αντιμετωπίσει το φαινόμενο του θερμοκηπίου, την εισοδηματική ανισότητα, τη φυλετική αδικία, την έλλειψη εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση, το έλλειμμα στο κράτος δικαίου και την πολιτικοποίηση των κυβερνητικών υπηρεσιών.

Παραδόξως, όμως, καθώς αναλαμβάνει την εξουσία σε μια τόσο κακή στιγμή της αμερικανικής ιστορίας, δεν μπορεί παρά να πετύχει.

Το μεγαλύτερό του πλεονέκτημα είναι ότι υπάρχουν ήδη αποτελεσματικά εμβόλια για την Covid-19. Ακόμη κι αν το επιτελείο του δείξει μικρή αποτελεσματικότητα – και όλα δείχνουν ότι θα δείξει μεγάλη -, ο εμβολιασμός θα προχωρήσει με ταχείς ρυθμούς. Σήμερα εμβολιάζονται 800.000 Αμερικανοί την ημέρα και ο Μπάιντεν έχει θέσει στόχο να γίνουν 100 εκατομμύρια εμβολιασμοί σε 100 ημέρες.

Αν λοιπόν δεν εμφανιστούν νέα μεταλλαγμένα στελέχη, ο ιός μπορεί φέτος να νικηθεί. Κι όταν εξαφανιστεί η πανδημία, η οικονομία θα ανακάμψει. Αυτές οι δύο μεγάλες νίκες θα χαρίσουν στον Μπάιντεν έναν νικηφόρο πρώτο χρόνο. Και θα του δώσουν χρόνο να αντιμετωπίσει τις μεγάλες προκλήσεις που θα έχει μπροστά του στη συνέχεια.

(*) Ο Μαξ Μπουτ είναι αρθρογράφος της Washington Post

(Πηγή: Washington Post)

ViaDiplomacy Newsroom