Ο «ιμάμης του μίσους» στην Ελλάδα
Ενας αυτόκλητος ιμάμης στο πακιστανικό σουνιτικό τζαμί Ταρίκ των Μεγάρων συνελήφθη στη χώρα μας, αρχές του 2015. Στο παρελθόν, είχε διαφύγει στο Πακιστάν και επιχειρούσε να επιστρέψει στην Ελλάδα για να συνεχίσει το κήρυγμα μίσους στους ομοθρήσκους του. Πρόκειται για τον Χ. Μ. Ι. (σ.σ.: τα πλήρη στοιχεία του βρίσκονται εν γνώσει της «Κ»), που καταγγέλθηκε από συμπατριώτες του όταν τον Νοέμβριο του 2014 προχώρησε σε ένα κήρυγμα σε τζαμί του Αιγάλεω που το σύνολο των προέδρων της πακιστανικής κοινότητας χαρακτήρισε «κήρυγμα μίσους ενάντια σε άλλους μουσουλμάνους και χριστιανούς».
Ο Χ.Μ.Ι,. που ζούσε στην Ελλάδα 6-7 χρόνια, είχε επανειλημμένα διακριθεί για ακραίου περιεχομένου κηρύγματα έχοντας δραστηριοποιηθεί, εκτός από το μικρό τζαμί στη δυτική Αττική και στο Διαδίκτυο. Οι συμπατριώτες του λένε ότι όσο ήταν στο Πακιστάν επηρεαζόταν από την ιδεολογία της εξτρεμιστικής οργάνωσης Lashkar-e-Taiba («ο στρατός του Θεού» ή «ο στρατός των δικαίων» ή «ο στρατός των αγνών», κατά τη μετάφραση από τα Ουρντού – το μόνο βέβαιο είναι ότι πρόκειται για «στρατό»).
Η οργάνωση, που ιδρύθηκε στο Αφγανιστάν με χρήματα του Οσάμα Μπιν Λάντεν, φέρεται να διατηρούσε στενές σχέσεις με τη μυστική υπηρεσία του Πακιστάν (ISI Interservices Intelligence) και είχε διαδραματίσει σημαντικό ρόλο στην ινδική χερσόνησο.
Η πρεσβεία
Τα κηρύγματά του είχαν κεντρίσει αρνητικά την προσοχή των ομοεθνών του που είχαν απευθυνθεί το 2013 στην πρεσβεία του Πακιστάν. Τον Νοέμβριο του 2014 ο Χ.Μ.Ι είχε κληθεί σε τζαμί του Αιγάλεω, όπου κατά τη διάρκεια του κηρύγματος αποκάλεσε άλλους μουσουλμάνους και χριστιανούς «απίστους» και ζήτησε από τους (αληθινούς) πιστούς να «σηκώσουν σπαθί εναντίον τους». Οι πρόεδροι των πακιστανικών κοινοτήτων αλλά και προσωπικότητες -συνολικά 18 άτομα- των 50.000 Πακιστανών που ζουν στην Αθήνα, αποφάσισαν να κινηθούν χωρίς να απευθυνθούν μόνο στην πακιστανική πρεσβεία.
Συνέταξαν εξώδικη διαμαρτυρία, που αφού την κοινοποίησαν στον ίδιο και πέντε ακόμα άτομα που συμμερίζονταν ώς ένα βαθμό τις ιδέες του, την παρέδωσαν και στις υπηρεσίες του υπουργείου Δημοσίας Τάξεως.
Στο εξώδικο που βρίσκεται στην κατοχή της «Κ», ο αυτόκλητος ιμάμης καταγγέλλεται για ομιλία «ακραία, φανατική, επικίνδυνη για τη δημόσια τάξη και την ασφάλεια της χώρας». Το κήρυγμα αυτό σύμφωνα με τους εκπροσώπους των κοινοτήτων διαστρεβλώνει τις παραδόσεις των μουσουλμάνων «αλλά και τα λόγια του προφήτη, προτρέποντας τους πιστούς να προβαίνουν σε «πράξεις βίας».
Ο ιμάμης, ωστόσο, είχε προλάβει να «πετάξει» στο Πακιστάν. Από εκεί επιχείρησε να εισέλθει ξανά στη χώρα μας δύο μήνες μετά την καταγγελία. Συνελήφθη στο αεροδρόμιο, μετήχθη στην Αμυγδαλέζα και απελάθηκε στο Πακιστάν. Οι άλλοι πέντε Πακιστανοί «συγχωρέθηκαν», αλλά οι ομοεθνείς τους που μίλησαν στην «Κ» υπό τον όρο της ανωνυμίας είπαν ότι εξακολουθούν να έχουν τα «μάτια τους επάνω τους».
Ανθρωποι που είχαν παρακολουθήσει το κήρυγμα του ιμάμη είπαν στην «Κ» πως δεν είναι ο μόνος που χρησιμοποιούσε με ευκολία τον όρο «τζιχάντ», ούτε ήταν ο μόνος που παρότρυνε τους λίγους πιστούς του να τιμωρήσουν τους απίστους. «Παρόμοια κηρύγματα δυστυχώς είχαν γίνει σε τζαμιά στο Μενίδι και στον Κολωνό» επισημάνθηκε στην «Κ».
Η Lashkar-e-Taiba θεωρείται η πιο αποτελεσματική ακραία ισλαμιστική οργάνωση της Ν.Α. Ασίας. Οι ΗΠΑ και η Ινδία τη θεωρούν τρομοκρατική. Αντίθετα, το Πακιστάν μέχρι τουλάχιστον τις επιθέσεις στη Βομβάη, ακολουθούσε μια επαμφοτερίζουσα πολιτική απέναντί της. Από τη μία συνελάμβανε στελέχη της που έμεναν κατά κανόνα ατιμώρητα, από την άλλη, οι επικεφαλής της έβρισκαν καταφύγιο στο Πακιστάν. Η οργάνωση ιδρύθηκε το 1979 από τον Αμπντουλά Αζάμ, έναν Παλαιστίνιο που είχε διδάξει ισλαμικές σπουδές στο Αμμάν και τη Σαουδική Αραβία. Ο Αζάμ άνοιξε ένα γραφείο που διευκόλυνε Αραβες μουτζαχεντίν να πολεμήσουν κατά των σοβιετικών τη δεκαετία του ’80 στο Αφγανιστάν.Συνοδοιπόρος του στο «στήσιμο» της οργάνωσης ήταν ο Χαφίζ Μοχάμεντ Σαγιέντ που, όπως και ο Αζάμ, ακολουθούσε τη σαλαφιστική κατεύθυνση (του υπερσυντηρητικού Ισλάμ που αποδέχεται πράξεις βίας εναντίον όσων δεν τηρούν τους ιερούς νόμους).
Το 1989 ο Αζάμ δολοφονήθηκε από βόμβα που πιθανολογείται ότι έβαλε η Μοσάντ και ο Σαγιέντ προήχθη στο κρατικό συμβούλιο για την ισλαμική ιδεολογία, ενώ αργότερα του δόθηκε θέση στο πανεπιστήμιο της Λαχώρης. Το 2005, ο μετέπειτα πρέσβης του Πακιστάν στις ΗΠΑ Χουσεΐν Χακανί ομολόγησε ότι η οργάνωση που είχε προετοιμάσει και εκτελέσει σειρά βομβιστικών και δολοφονικών επιθέσεων στην Ινδία «χρηματοδοτείτο από τη Σαουδική Αραβία και προστατευόταν από τις μυστικές υπηρεσίες του Πακιστάν». Η οργάνωση είχε δημιουργήσει το «Κέντρο για την Διάδοση της Πίστης και της Διδασκαλίας» που διαθέτει ένα ευρύτατο δίκτυο φιλανθρωπικών, εκπαιδευτικών και παραστρατιωτικών εγκαταστάσεων κοντά στη Λαχώρη. Στο Λονδίνο και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες υπάρχουν δεκάδες τζαμιά της οργάνωσης. Οι ηγέτες της βρίσκονται σήμερα σε κατ’ οίκον κράτηση στο Πακιστάν.
Έντυπη Καθημερινή