Ο Ερντογάν χάρισε στην Ελληνοκυπριακή πλευρά την πρωτοβουλία – Στήριξη των Τουρκοκυπρίων και συζήτηση μόνο μετά την απελευθέρωση τους
Στις 22 Απριλίου σε άρθρο μου με τίτλο «οι Τουρκοκύπριοι εξέθεσαν την Άγκυρα – Ο «ιός» του Τουρκικού θρησκευτικού εθνικισμού, εξαπλώνεται» ανέφερα, «μια πρόσφατη είδηση από τα βόρεια της Κύπρου τράβηξε την προσοχή μας στη Θράκη. Απόφαση του «συνταγματικού δικαστηρίου» στα κατεχόμενα, σύμφωνα με την οποία η διδασκαλία των θρησκευτικών πρέπει να ρυθμίζεται από το «υπουργείο παιδείας» και όχι από υπηρεσία θρησκευτικών υποθέσεων, προκάλεσε τη μήνη του τούρκου Προέδρου και ανωτάτων εκπροσώπων του ΑΚΡ.»
Και συνέχιζε το άρθρο «κάνοντας λόγο για «δικαστικό πραξικόπημα» ο Πρόεδρος Ερντογάν υπενθύμισε ότι η βόρεια Κύπρος δεν είναι κοσμική Γαλλία και προειδοποίησε ότι θα υπάρξουν συνέπειες, αν η δικαιοσύνη δεν αλλάξει γνώμη και δεν ευθυγραμμιστεί με τις επιταγές της μητέρας – πατρίδας. Στο ίδιο ύφος ο Διευθυντής Επικοινωνίας της Προεδρίας, Φαχρετίν Αλτούν, χαρακτήρισε «Ιακωβίνους» όσους τάχθηκαν υπέρ της δικαστικής απόφασης, μίλησε για περιορισμό της θρησκευτικής ελευθερίας και κάλεσε τους «υπερασπιστές της δημοκρατίας» να αντιδράσουν. Η προσπάθεια της Diyanet να αποσπάσει τη θρησκευτική εκπαίδευση από το «υπουργείο παιδείας» προσκρούει στις αντιδράσεις της πλειοψηφίας των τουρκοκυπρίων που είναι παραδοσιακά κοσμική. Όπως δηλώνουν, κατά τη διακυβέρνηση του ΑΚΡ έχουν ανεγερθεί στην Κύπρο περισσότερα τεμένη παρά σχολεία. Αντιδρούν, επίσης, σε κάθε προσπάθεια της Τουρκίας να τρομοκρατήσει τη δικαιοσύνη φέρνοντάς την στα μέτρα της πολιτικής της ατζέντας.»
Σήμερα από την Κύπρο ο Τούρκος Πρόεδρος για ακόμη μια φορά έκλεισε το μάτι στους έποικους στην κατεχόμενη Κύπρο παραγκωνίζοντας τους σκλαβωμένους πολίτες στην Βόρεια περιοχή της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Η τελευταία επίσκεψη του Τούρκου Προέδρου στα κατεχόμενα επιβεβαίωσε δύο πράγματα, ότι η Τουρκία όχι μόνο αγνοεί το Διεθνές Δίκαιο αλλά χρησιμοποιείται από άλλες χώρες για να το απαξιώσει, όπως Κίνα – Ρωσία, και επίσης, η Άγκυρα βολεύεται με την προοπτική καμίας Λύσης για το Κυπριακό. Η μη Λύση είναι βολικό για την ίδια ώστε να έχει ένα πεδιό όπου θα μπορεί να εγκλωβίζει δυνάμεις από την Ελλάδα και την Κύπρο, να έχει σε μια διαρκή διαπραγμάτευση την Ευρώπη και τέλος, να μπορεί να χρησιμοποιήσει το κατεχόμενο τμήμα ως αντάλλαγμα προς τις ΗΠΑ.
Αυτή η πολιτική δίνει όμως την ευκαιρία στην Ελληνοκυπριακή πλευρά να αλλάξει τακτική αφού είναι ξεκάθαρο ότι όχι μόνο λύση δεν θα υπάρξει, αλλά οποιαδήποτε άλλη ακόμα και η πρόταση του ΟΗΕ δεν θα φέρει κανένα αποτέλεσμα και θα γυρίσει το νησί προ του 1970.
Ο Ερντογάν χάρισε την πρωτοβουλία στην Ελληνοκυπριακή πλευρά και αυτή δεν είναι άλλη από την στήριξη των πολιτών σε περιοχές της Βόρειας Κύπρου που είναι σκλαβωμένοι από το 1974. Η Λευκωσία θα πρέπει να ακολουθήσει το παράδειγμα του Αζερμπαϊτζάν το οποίο δεν συμμετείχε σε καμιά συζήτηση με την Αρμενία για το Ναγκόρνο – Καραμπάχ όσο η περιοχή παρέμεινε κατεχόμενη σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο.
Έτσι η Λευκωσία θα πρέπει να βάλει στο κάδρο τους πολίτες που βρίσκονται σε κατεχόμενες περιοχές στην Βόρεια Κύπρο από στρατεύματα ξένης χώρας. Θα πρέπει να τους «αγκαλιάσει», να τους δώσει την δυνατότητα να νιώσουν ότι είναι κομμάτι της Κύπρου, της πατρίδας τους. Να τους δώσει αυτά τα προνόμια ώστε να αισθάνονται και οι ίδιοι Ευρωπαίοι πολίτες.
Η Λύση στο Κυπριακο θα πρέπει να έχει πλέον ως αφετηρία την απελευθέρωση των πολιτών, και οι Τούρκοι να ακολουθούν την φρασεολογία της Κυπριακής πλευράς και όχι το αντίθετο. Πρέπει να πάψουμε να αναφέρουμε «δεν γίνεται δεκτή η λύση των δύο κρατών», αλλά να σημειώνουμε «δεν γίνεται η παράλογη πρόταση της κατεχόμενης δύναμης»
Στο σημείο που έχει φτάσει το Κυπριακό κάθε επόμενη λύση θα είναι πολύ χειρότερη από την προηγούμενη, και σήμερα δίνεται μια τεράστια ευκαιρία να τραβηχτεί με κιμωλία η νέα αφετηρία, σε αυτό θα συμφωνούσαν και οι σύμμαχοι μας, Άραβες και Αμερικανοί