Ο Ερντογάν αδειάζει τους Ουιγούρους στην Κίνα για τα δολάρια του Πεκίνου
Στις αρχές Φεβρουαρίου 2019 ο εκπρόσωπος του υπουργείου Εξωτερικών της Τουρκίας, είχε απευθύνει έκκληση προς τις κινεζικές αρχές να απελευθερώσουν (Ουιγούρους) «όσους κρατούνται παρανόμως» και να κλείσουν «τα στρατόπεδα συγκέντρωσης και τις φυλακές» στην αυτόνομη περιοχή Σιντζάν-Ουϊγούρ. Λίγο αργότερα το Πεκίνο προέβη σε διάβημα προς την Άγκυρα για τις δηλώσεις του τουρκικού υπουργείου Εξωτερικών που αφορούσαν την ύπαρξη στρατοπέδων συγκέντρωσης για τους Ουϊγούρους, που είναι μουσουλμάνοι και διαβιούν στη αυτόνομη περιοχή Σιντζάν-Ουϊγούρ.
Η ένταση ανάμεσα στις δύο χώρες πάνω από τους Ουιγούρους συνεχίστηκε στον πόλεμο στην Συρίας. Ο Τούρκος Πρόεδρος είχε σχέδια για τους 300.000 χιλιάδες Ουιγούρους που μετέφερε από Κινεζική αυτόνομη περιοχή Σιντζάν-Ουϊγούρ στην Τουρκία. Πολλοί από αυτούς χρησιμοποιήθηκαν στην επαρχία Αφρίν και την κατάληψη της πόλης, ενώ ακόμα περισσότεροι Ουιγούροι πολεμούν μέχρι σήμερα στην Ιντλιμπ. Από τον Φεβρουάριο του 2015 και σύμφωνα με έρευνα του Middle East Media Research Institute (MEMRI) περίπου 3.500 Ουιγούροι έχουν ήδη εγκατασταθεί στην επαρχία Idlib μαζί με τα μέλη της οργάνωσης Turkistan Islamic Party ενώ ακόμη 20.000 Ουιγούροι εκπαιδεύονται από τις τουρκικές μυστικές υπηρεσίες για να πολεμήσουν κατά των Κούρδων (YPG)
Αυτά όσο αφορά τους μαχητές. Για τους οικογένειες τους τα σχέδια των Τούρκων ήταν (και είναι) να χρησιμοποιηθούν για τον εποικισμό της Ζώνης στην Βόρεια Συρία, ώστε η Άγκυρα να αποκτήσει τον έλεγχο της στρατηγικής σημασίας χερσαίας λωρίδας γης που συνδέει τις ακτές της Μεσογείου με την συριακή ενδοχώρα μέχρι τα σύνορα με το Ιράκ. Η πολιτική εποικισμού της Άγκυρας στην βόρεια Συρία συνδέεται με τον βασικότερο λόγο την πρόκληση του συριακού εμφύλιου πολέμου, που δεν είναι άλλος από τον ενεργειακό ανταγωνισμό μεταξύ των Σουνιτικών κρατών της Σ. Αραβίας και του Κατάρ και του Σιιτικού Ιραν και πιο ειδικά η προσπάθεια των δύο πλευρών να αποκτήσουν πρόσβαση στην ευρωπαϊκή αγορά φυσικού αερίου μέσω των τουρκικών ακτών στη Μεσόγειο.
Υποστήριξη μέχρι να φτάσουν τα Κινέζικα δολάρια
Και ενώ αυξανόταν η ένταση ανάμεσα στις δύο χώρες (2019), η Τουρκία συμφωνεί να στείλει 10 “παρατηρητές” στα στρατόπεδα συγκέντρωσης όπου βρίσκονταν 1.000.000 Ουιγούροι και η κεντρική τράπεζα της Κίνας μεταβίβασε στην Τουρκία 1 δισ. δολαρία, το μεγαλύτερο πακέτο στήριξης του Πεκίνου για τον Πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, λίγο πριν τις Τουρκικές εκλογές. Αυτή η εισροή πόρων σηματοδοτούσε την πρώτη φορά που η Τουρκία έλαβε ένα τόσο σημαντικό ποσό σε εφαρμογή της συμφωνίας ανταλλαγής λιρών – γουάν με το Πεκίνο που χρονολογείται από το 2012.
Επίσης το καλοκαίρι του 2020 η Λαϊκή Τράπεζα της Κίνας επέκτεινε την ανταλλαγή για την τουρκική λίρα αξίας 400 εκατομμυρίων δολαρίων. Σύμφωνα με την Morgan Stanley, το έλλειμμα της Τουρκίας τον Απρίλιο έφτασε στα 5,60 δισεκατομμύρια δολάρια από μόλις 500 εκατομμύρια δολάρια στα τέλη του 2019, στο τέλος του 2020 το έλλειμμα αυτό άγγιξε τα 50 δις.
Για το Πεκίνο η κατάσταση της Τουρκικής οικονομίας είναι η χρυσή ευκαιρία για να διασφαλίσει ότι η Τουρκία θα γίνει ζωτικό μέρος της πρωτοβουλίας Belt and Road (BRI). Μια κινεζική εταιρεία logistics αγόρασε πρόσφατα το 48% του Kumport Terminal για 940 εκατομμύρια δολάρια. Οι εγκαταστάσεις βρίσκονται στη βορειοδυτική ακτή της θάλασσας του Μαρμαρά, και είναι ο τρίτος μεγαλύτερος τερματικός σταθμός εμπορευματοκιβωτίων της Τουρκίας ενώ αποτελεί στρατηγικό κόμβο προς την Ευρώπη.
Διμερή συμφωνία έκδοσης υπόπτων με στόχο τους Ουιγούρους
Πίεση ασκείται διεθνώς στην Τουρκία να μην επικυρώσει τη διμερή συμφωνία έκδοσης υπόπτων που έχει υπογράψει η Άγκυρα με το Πεκίνο, διότι θα αφήσει έκθετο τον μουσουλμανικό πληθυσμό των Ουιγούρων που υποτίθεται πως προστατεύει η Τουρκία από την Κίνα.
Η μειονότητα των Ουιγούρων έχει υποστεί διώξεις από το καθεστώς του Πεκίνου, ωστόσο η Άγκυρα έχει εσχάτως αποφύγει κάθε νύξη περί προστασίας τους, προφανώς για να μη θέσει σε κίνδυνο τη σχέση της με την Κίνα, σε αντίθεση με κάθε άλλη περίπτωση παγκοσμίως όπου η Τουρκία εμφανίζεται ως υπερπροστάτιδα των απανταχού Μουσουλμάνων.
Η τουρκοκινεζική συνθήκη που υπεγράφη το 2017 επικυρώθηκε από το Πεκίνο πριν μερικές ημέρες, αλλά στη γείτονα χώρα υπάρχει σημαντική αντίσταση στην επικύρωσή της από την τουρκική εθνοσυνέλευση.
Τα κρατικά μέσα ενημέρωσης στην Κίνα κάνουν σαφές ότι η συνθήκη θα χρησιμοποιηθεί για καταπολέμηση της τρομοκρατίας, κατηγορία που συχνά ακολουθεί μέλη της μειονότητας των Ουιγούρων, κυρίως στην περιοχή Σιντζιάνγκ, σύμφωνα με τη βρετανική εφημερίδα Guardian. Η Κίνα αρνείται τις κατηγορίες περί γενοκτονίας και περί απειλών κατά συγγενών που ζουν στην Κίνα των ακτιβιστών που έχουν διαφύγει στο εξωτερικό.
«Αυτή η συνθήκη θα προξενήσει αγωνία μεταξύ των Ουιγούρων που έχουν φύγει από την Κίνα και δεν έχουν ακόμη γίνει Τούρκοι πολίτες», δήλωσε στο Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο Ντιλσάτ Ρασίτ, εκπρόσωπος της Παγκόσμιας Συνέλευσης των Ουιγούρων, με έδρα τη Γερμανία.
Μη κυβερνητικές οργανώσεις καλούν την Τουρκία να μην επικυρώσει τη συμφωνία με το Πεκίνο, ενώ έντονη αντίθεση υπάρχει και από τα κόμματα της τουρκικής αντιπολίτευσης. Ωστόσο η δύσκολη οικονομική κατάσταση της Τουρκίας καθιστά πιθανότερο να υποκύψει η κυβέρνηση Ερντογάν στις σχετικές πιέσεις από το Πεκίνο, η οικονομική ενίσχυση του οποίου είναι σημαντική για το τουρκικό καθεστώς.