Νίκος Παππάς: Η Ελλάδα δεσμεύεται από τη συμφωνία των Πρεσπών
Η εξωτερική πολιτική της Ελλάδος δεν αλλάζει, υπογραμμίζει ο υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης, Νίκος Παππάς, ο οποίος διαβεβαιώνει ότι «η χώρα μας δεσμεύεται στο υψηλότατο επίπεδο για την εφαρμογή της Συμφωνίας των Πρεσπών». Σε συνέντευξη στην εφημερίδα «Χαραυγή της Κυριακής», ο κ. Παππάς θυμίζει ότι σε όλα τα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής υπήρχε απόλυτη ταύτιση ανάμεσα στον πρωθυπουργό και τον Νίκο Κοτζιά. «Ο καθένας έκανε τις επιλογές του, η Ελλάδα προχωρά με τη Συμφωνία των Πρεσπών από την οποία δεσμεύεται», σημειώνει.
Σε ερώτηση, αν αλλάζουν τα πράγματα για την Ελλάδα μετά το δημοψήφισμα στα Σκόπια, ο κ. Παππάς δήλωσε ότι η Ελλάδα στοχεύει στην ευημερία των λαών της ευρύτερης περιοχής, στη συνανάπτυξη των χωρών των Βαλκανίων και στην αποσόβηση πολιτικών επίδοξων «προστατών» της Βαλκανικής χερσονήσου.
«Η χώρα μας έπραξε όσα όφειλε να κάνει ως τώρα. Θεωρούμε και πως η γειτονική χώρα θα κινηθεί προς τη σωστή κατεύθυνση», επισημαίνει.
Επίσης, εκφράζει τη βεβαιότητα ότι υπάρχει πλειοψηφία για να περάσει η συμφωνία των Πρεσπών από τη Βουλή. «Η ανοιχτή πολιτική, που ακολουθήσαμε εμείς, θα επικρατήσει. Σε αντίθεση με την κρυφή διπλωματία Μητσοτάκη-Σαμαρά, όπως “σερβίρεται” από τη Μαρία Σπυράκη», εξηγεί.
Ως περιοχή, και αυτό φαίνεται και από τις τριμερείς Συνόδους Κορυφής Ελλάδας-Κύπρου-Αιγύπτου και Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ, μπορούμε, σημειώνει ο Έλληνας υπουργός, να καταστούμε σημαντικός κόμβος της παγκόσμιας οικονομίας, ενέργειας, εμπορίου, τηλεπικοινωνιών και νέων τεχνολογιών. «Οι ηγέτες των χωρών, που προανέφερα, ξέρουν και ήδη αποδεικνύουν με τις αποφάσεις τους ποιο δρόμο πρέπει να ακολουθήσουμε όλοι μαζί», προσθέτει.
Σε άλλο σημείο της συνέντευξής του ο κ. Παππάς υπογραμμίζει ότι «η νέα μεγάλη πρόκληση της εποχής μας είναι η προστασία της εργασίας και των αποσαθρωμένων εργασιακών δικαιωμάτων», τονίζοντας ότι «η επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων, η κατάργηση του υπο-κατώτατου μισθού, η αύξηση του κατωτάτου μισθού και το οκτάωρο εργασίας λειτουργούν πλέον ως διαιρετική τομή μεταξύ της Αριστεράς και της Δεξιάς».