Νέες βολές εναντίον της Κίνας εξαπέλυσε ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο.
Σε καθημερινό φαινόμενο εξελίσσονται οι επιθέσεις της κυβέρνησης Τραμπ εναντίον της Κίνας για τη διαχείριση της επιδημίας του κορωνοϊού, με πολλούς Αμερικανούς αναλυτές να εκτιμούν ότι ο πρόεδρος των ΗΠΑ επενδύει συνειδητά στα αντικινεζικά αισθήματα για να ενισχύσει τις πιθανότητες επανεκλογής του.
Μιλώντας σε εκπροσώπους του Τύπου, ο υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο δήλωσε ότι αποτελεί «ισχυρή πεποίθησή» του πως η Κίνα καθυστέρησε να ενημερώσει τη διεθνή κοινότητα για την επιδημία, παραβιάζοντας τους κανόνες του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), και ότι δεν προχώρησε εγκαίρως στους αναγκαίους ελέγχους δειγμάτων ασθενών. Επιπλέον, κατηγόρησε το Πεκίνο ότι εκμεταλλεύεται την πανδημία για να «εκφοβίσει» γειτονικά κράτη.
Από την πλευρά της, η εφημερίδα New York Times αναφέρει σε σχετικό ρεπορτάζ ότι η στοχοποίηση της Κίνας μεσούσης της πανδημίας αποτελεί στρατηγική επιλογή των Ρεπουμπλικανών ενόψει των προεδρικών εκλογών του Νοεμβρίου.
Το επιτελείο Τραμπ, σύμφωνα με τους συντάκτες του ρεπορτάζ, δεν επενδύει πλέον στη διαχείριση της κρίσης από τον πρόεδρο, αλλά στην προσπάθεια να εμφανιστεί ο Δημοκρατικός υποψήφιος Τζο Μπάιντεν «ενδοτικός» έναντι της Κίνας, λόγω των δεσμών που απέκτησε ως αντιπρόεδρος του Μπαράκ Ομπάμα.
Τροφή σε αυτή την επιχείρηση προσφέρει μελέτη ερευνητών του Χονγκ Κονγκ που δημοσιεύθηκε στο βρετανικό ιατρικό περιοδικό Lancet και εικάζει ότι τα κρούσματα COVID-19 στην Κίνα ενδέχεται να είναι έως και τετραπλάσια εκείνων που έχουν ανακοινωθεί από τις κινεζικές αρχές. Μέχρι σήμερα η Κίνα έχει ανακοινώσει 83.000 καταγεγραμμένα κρούσματα επί 2.660.000 σε όλον τον κόσμο, ενώ στις ΗΠΑ τα κρούσματα έφθασαν τις 850.000.
Τις αιτιάσεις για συγκάλυψη και παραπληροφόρηση απέρριψε σε έντονους τόνους ο πρεσβευτής της Κίνας στο Λονδίνο. «Ορισμένοι πολιτικοί θέλουν να υποδυθούν τους αστυνόμους της οικουμένης, αλλά δεν βρισκόμαστε πλέον στην εποχή της διπλωματίας των κανονιοφόρων», δήλωσε ο Λιου Σιαομίνγκ, προσθέτοντας ότι αυταπατώνται «όσοι πιστεύουν ότι μπορούν να εκφοβίσουν την Κίνα και τον κόσμο». Την ίδια ώρα, το Πεκίνο συνέχιζε τη διπλωματία της ήπιας ισχύος, ανακοινώνοντας ότι αυξάνει κατά 30 εκατ. δολάρια τη συνεισφορά του στον ΠΟΥ. Προ ημερών, ο πρόεδρος Τραμπ ανέστειλε την αμερικανική χρηματοδότηση στον διεθνή οργανισμό, κατηγορώντας τον ότι είναι πολύ στενά συνδεδεμένος με το Πεκίνο.
Στο μεταξύ, ο μέχρι πρότινος διευθυντής της αμερικανικής υπηρεσίας βιολογικών και ιατρικών ερευνών BARDA, Ρικ Μπράιτ, κατήγγειλε ότι απομακρύνθηκε από το πόστο του και μετατέθηκε σε άλλη ομοσπονδιακή υπηρεσία επειδή τόνισε την ανάγκη εξονυχιστικής εξέτασης των πιθανών επιπλοκών από χλωροκίνη, φάρμακο που εμφανιζόταν από τον πρόεδρο Τραμπ περίπου ως θαυματουργό, στην αντιμετώπιση του κορωνοϊού. Αίσθηση προκάλεσε, εξάλλου, ρεπορτάζ της Washington Post, σύμφωνα με το οποίο στο μεγαλύτερο δίκτυο νοσοκομείων της Νέας Υόρκης ποσοστό 88% των ασθενών που μπήκαν σε αναπνευστήρα λόγω κορωνοϊού δεν βγήκαν ζωντανοί από τη δοκιμασία.
Χθες, η Βουλή των Αντιπροσώπων επρόκειτο να ψηφίσει το τέταρτο κατά σειρά πακέτο για την αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων από την πανδημία, ανεβάζοντας τα συνολικά ποσά που έχουν διατεθεί σε 3 τρισ. δολάρια. Νωρίτερα, ο επικεφαλής των Ρεπουμπλικανών στη Γερουσία, Μιτς Μακόνελ, είχε εκφράσει την αντίθεσή του στην περαιτέρω χρηματοδότηση πολιτειών από κρατικό χρήμα, λέγοντας μάλιστα ότι θα προτιμούσε να οδηγηθούν σε χρεοκοπία παρά να επιβαρύνουν τους φορολογουμένους.