Μια ενωμένη Κύπρος με στρατό κατοχής; Τι είδους ανεξάρτητη χώρα θα είναι αυτή;
Tου Αθανάσιου Έλλις
Η διεθνής κοινότητα πιέζει για λύση του Κυπριακού. Τη θέλουν, περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον, η Ελλάδα και οι Ελληνοκύπριοι. Αλλά δεν είναι λογικό η λύση να προβλέπει την παραμονή κατοχικών δυνάμεων σε μια χώρα-μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Τι είδους ανεξάρτητη χώρα θα είναι αυτή;
Η πορεία των σχέσεων Ε.Ε. – Τουρκίας είναι αβέβαια. Τους χωρίζουν διαφορές, χθες για το προσφυγικό, σήμερα για τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις πολιτικές ελευθερίες, αύριο για κάτι άλλο.
Εάν οι σχέσεις αυτές εξελιχθούν ομαλά, έχει καλώς. Εάν η Τουρκία ενταχθεί στην Ε.Ε., ακόμη καλύτερα. Αλλά εάν υπάρξουν εντάσεις; Συγκρούσεις; Σε όλη αυτή τη διαδρομή ένα κράτος-μέλος της Ε.Ε. θα έχει στο έδαφός του στρατιωτικές δυνάμεις της Τουρκίας; Το ερώτημα τίθεται πρωτίστως προς την Ευρωπαϊκή Ένωση αφού θα πρόκειται για ευρωπαϊκό έδαφος.
Και δεν μιλάμε για μια «πολύ σύντομη» περίοδο κάποιων εβδομάδων ή μηνών, την οποία επιβάλλουν λόγοι πρακτικοί, και στη διάρκεια της οποίας θα μπορούσε να υπάρξει ένας συνδυασμός σταδιακής εφαρμογής προνοιών της λύσης κάθε φορά που θα αποχωρούσε ένα σημαντικό τμήμα των δυνάμεων.
Αλλά εδώ κάποιοι μιλούν για… χρόνια. Η σχετική πρόταση-απαίτηση αγγίζει τα όρια της κοροϊδίας, και από τη φύση της θέτει υπό αμφισβήτηση όχι μόνο την προοπτική εφαρμογής, αλλά και την ίδια την πρόθεση να υπάρξει λύση.
Όσο για αυτούς που επιμένουν να υπάρχουν οπωσδήποτε δυνάμεις στο νησί, αυτές θα μπορούσαν να προέλθουν από διεθνείς παράγοντες ή οργανισμούς. Αν όχι από τον ΟΗΕ που δεν διαθέτει την απαιτούμενη αποτρεπτική ισχύ, ή την Ε.Ε. της οποίας η Τουρκία δεν είναι μέλος, ίσως από το ΝΑΤΟ στο οποίο ανήκουν και η Τουρκία και η Ελλάδα; Αλλά όχι τουρκικές ή ελληνικές δυνάμεις. Σε ό,τι αφορά το εδαφικό, είναι σαφές ότι οι αριθμοί επιβάλλουν την επιστροφή της Μόρφου.
Δεν γίνεται αλλιώς. Και αν χρειάζονται κάποιες ειδικές ρυθμίσεις σε ό,τι αφορά μείζονος σημασίας τουρκοκυπριακούς οργανισμούς ή ιδρύματα, όπως για παράδειγμα ένα νοσοκομείο, ή ακόμη ιδιωτικούς φορείς, εκεί εύκολα μπορεί να βρεθεί μια χρυσή τομή.
Είναι σαφές ότι οι εδαφικές αναπροσαρμογές πρέπει να είναι τέτοιας έκτασης και μορφής που να επιτρέπουν την επιστροφή των περισσότερων προσφύγων. Αυτό επιβάλλεται όχι μόνο από μια αίσθηση δικαίου και αποκατάστασης της κανονικότητας, αλλά και για λόγους οικονομικούς. Ο γράφων εκφράζεται σαφώς υπέρ της λύσης, απλώς είναι προφανές ότι δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή «οποιαδήποτε λύση».
Όλοι γνωρίζουμε ότι εν έτει 2017 οι Τουρκοκύπριοι δεν «απειλούνται» από τους Ελληνοκύπριους. Αντίθετα, οι τελευταίοι έχουν υποστεί παρενοχλήσεις από την Τουρκία. Η ελληνοκυπριακή πλευρά θέλει την επανένωση της πατρίδας της και υπό αυτό το πρίσμα προβαίνει σε παραχωρήσεις και υποχωρήσεις.
Οι Τουρκοκύπριοι αποτελούν την αριθμητική μειοψηφία, αλλά η ελληνοκυπριακή πλειοψηφία έχει προχωρήσει σε σειρά υπερβάσεων προσφέροντας πολύ αυξημένα ποσοστά εκπροσώπησης σε θεσμούς, μηχανισμούς, κ.λπ. Και φθάνουμε στην εκ περιτροπής προεδρία που είναι επίσης κάτι που δεν μπορεί να υπερψηφίσει η ελληνοκυπριακή κοινότητα, η οποία αποτελεί πάνω από το 80% του πληθυσμού.
Να υπάρχει μια ισχυρή αντιπροεδρία με αυξημένες δικαιοδοσίες, ναι. Να υπάρχουν επιπρόσθετες «δικλίδες ασφαλείας», φυσικά. Αλλά ο κάθε πολίτης, Ελληνοκύπριος ή Τουρκοκύπριος, πρέπει να έχει το δικαίωμα να εκλεγεί πρόεδρος, όχι να επιβάλλεται συνταγματικά η ανάδειξη του εκπροσώπου της μειοψηφίας στο ανώτατο αξίωμα.
Οι παραπάνω θέσεις αντανακλούν την κοινή λογική και αφορούν θεμελιώδεις αρχές, που, αν παραβιαστούν βάναυσα, θα καταστήσουν αδύνατη την υπερψήφιση της προτεινόμενης λύσης από τους Ελληνοκύπριους σε δημοψήφισμα.
Πηγή Καθημερινή