Μετα-δημοσκοπήσεις: Η αλάνθαστη μέθοδος αντιπρόταση στις αποτυχημένες δημοσκοπήσεις
Γράφει ο κ. Δημήτρης Βαγενάς*
Η εκλογή Τράμπ φαίνεται ότι έπιασε τους περισσότερους δημοσκόπους στον ύπνο. Φυσικά δεν είναι η πρώτη φορά.
Σαφέστατα δεν μπορούμε να απαντήσουμε στο ερώτημα γιατί αποτυγχάνουν οι δημοσκόποι.
Ο στόχος αυτής της παρέμβασης είναι να αναδείξουμε πως οι μετά-δημοσκόποι επιτυγχάνουμε.
Γιατί η πρόβλεψη για την εκλογή του Τράμπ να διευκρινίσουμε ότι ήταν η έκτη (στις έξι) επιτυχημένη πρόβλεψη σε διάστημα δύο και πλέον χρόνων όπως παρουσιάζονται περιεκτικά στο παρακάτω πίνακα.
Πρώτα απ’ όλα να διευκρινίσουμε ότι ήταν συμπτωματική η ενασχόλησή μας με το θέμα των δημοσκοπήσεων.
Οι προβλέψεις εκλογικών αποτελεσμάτων ήταν μέρος της έρευνας για την αντικειμενική ποσοτικοποίηση της Διαφάνειας στο τμήμα Επιστήμης Υπολογιστών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης κατόπιν συζητήσεων με συναδέλφους από τη RAND Corporation.
Σαν μια τυχαία εφαρμογή θεωρήσαμε ότι είναι καλό να εντοπίζουμε το εάν και κατά πόσο οι εκλογική διαδικασία και αποτέλεσμα «πειράζονται».
Επακόλουθο αυτού του ερωτήματος είναι η απάντηση στο ερώτημα:
«Πόσο θα έπρεπε να είναι το εκλογικό αποτέλεσμα εάν υποθέσουμε ότι η διαδικασία είναι καθαρή;».
Στην προσπάθεια μας για την απάντηση σε αυτό το ερώτημα παρατηρήσαμε ότι οι προβλέψεις της ιδανικής διαδικασίας ήταν σε απόλυτη συμφωνία με τα τελικά αποτελέσματα.
Στην πρώτη μας προσπάθεια -στην περίπτωση του Δημοψηφίσματος της Σκωτίας- είμασταν 0.6% εκτός (ενώ ο ο μέσος όρος των δημοσκοπήσεων ήταν πάνω από 5% εκτός) ενώ στο δημοψήφισμα για το Brexit είμασταν μόλις 0.1% εκτός του τελικού αποτελέσματος σε μια πρόβλεψη που έγινε ένα μήνα πριν τις εκλογές.
Πώς λοιπόν βγάζουμε αυτά τα αποτελέσματα;
Η μέθοδός μας εδράζεται στις παρακάτω βασικές αρχές:
- Οι επιλογές που έχει κάποιος στις εκλογές ή ένα δημοψήφισμα δεν έχουν το ίδιο βάρος.
Π.χ. η θετική απάντηση στο ερώτημα «να πατήσω αυτό το κουμπί που δεν γνωρίζω τι θα συμβεί αν το πατήσω» έχει, σαφέστατα, πολύ μεγαλύτερο βάρος από το να μην το πατήσω.
Η απάντηση για την διακρίβωση του βάρους του ερωτήματος έχει να κάνει τόσο με την διατύπωση (και παρουσίαση) της κάθε επιλογής στο ερώτημα όσο και με τα χαρακτηριστικά και τα συναισθήματα του κοινού, ενώ επίσης υπάρχουν και οι επιλογές «δεν έχω αποφασίσει ακόμη», «δεν με ενδιαφέρει», «δεν με νοιάζει» κλπ. (βλέπε σχετική παρουσίαση του Αμάρτυα Σεν στον Ίδρυμα Δημοκρατίας Γ.Α. Παπανδρέου).
Οι τελευταίες μετατρέπονται είτε σε μια από τις δύο επιλογές είτε απέχουν από την εκλογή, επηρεάζοντας τη συμμετοχή και κατά συνέπεια, έστω και έμμεσα, το αποτέλεσμα.
Σαφέστατα, μη αναμενόμενα γεγονότα (π.χ. τρομοκρατικές ενέργειες), αποκαλύψεις κλπ. μπορούν να επηρεάσουν, υπό συνθήκες, το κοινό αίσθημα και κατά συνέπεια το αποτέλεσμα.
Επίσης, δεδομένου ότι, όπως προ είπαμε, οι επιλογές δεν έχουν το ίδιο βάρος, ακόμη και περιβαλλοντικοί παράγοντες (π.χ. κακοκαιρία και κατά την διάρκεια των δημοσκοπήσεων και κατά την ημέρα της ψηφοφορίας) μπορεί να επηρεάσει και τη συμμετοχή και την επιλογή για όσους συμμετάσχουν, ασύμμετρα.
Για παράδειγμα, στην πρόβλεψή μας για το Brexit είχαμε επισημάνει ότι ενδεχόμενη κακοκαιρία θα ενισχύσει το αποτέλεσμα του Brexit (σ.σ. την ημέρα της ψηφοφορίας είναι πλημμύρες στην Νότια Αγγλία) δεδομένου ότι οι ψηφοφόροι του έχουν ισχυρότερα αισθήματα για την επιλογή τους.
- Οι εκάστοτε επιλογές προσδοκούν να καλύψουν/απαντήσουν σε μια ποικιλία ανθρωπίνων κινήτρων σε διάφορα ποσοστά.
Προς το παρόν ας λάβουμε υπόψη μας τα τέσσερα βασικά ανθρώπινα κίνητρα που χρησιμοποιούνται στην πολιτική επικοινωνία.
Αυτά είναι το Συγκρουσιακό, της Χαράς, των Αναγκών και της Στοργής.
Η παρακάτω εικόνα είναι από το εξαιρετικό βιβλίο του Γ. Γεωργαλά, «Η Προπαγάνδα». Η μέθοδός μας χρησιμοποιεί Big Data Analytics για να παντρέψει τα κίνητρα του πληθυσμού με τα κίνητρα που φιλοδοξεί να απαντήσει η κάθε επιλογή όπως επικοινωνείτε στο κοινό.
Τόσο την περίπτωση του Brexit όσο και των Αμερικάνικων Εκλογών παρατηρήσαμε ότι οι νικητές αξιοποίησαν πρωτίστως το Συγκρουσιακό Κίνητρο σε συνδυασμό με το κίνητρο της Χαράς (έχοντας ως μπροστινούς εύθυμους ανθρώπους όπως τον Μπόρις Τζόνσον, τον Ναϊιτζελ Φαράντζ και τον Ντόναλντ Τράμπ) με στόχο να εξομαλύνουν την επιλογή προς το… άγνωστο, ενώ οι ηττημένοι επέλεξαν να επενδύσουν στο κίνητρο των Αναγκών σε συνδυασμό με το κίνητρο της Στοργής.
Οι προτεινόμενες πολιτικές αυτές κάθε αυτές έπαιξαν απλά τον ρόλο του να υποδείξουν, τονίσουν τα κίνητρα που κάθε εκστρατεία ήθελε να τονίσει.
Είναι δε χαρακτηριστικό ότι στις περιπτώσεις υψηλής συμμετοχής στις εκλογές τα ταπεινά κίνητρα (Συγκρουσιακό και Χαράς) υπερισχύουν των υψηλών κινήτρων (Αναγκών και Στοργής).
Αυτό μας κάνει να αναρωτιόμαστε για το πώς είναι δυνατόν τόσο το επιτελείο του Κάμερον όσο και της Κλίντον να επιθυμούσαν διακαώς την υψηλή συμμετοχή στις εκλογές!
Πίνακας των Ανθρωπίνων Κινήτρων. Γ. Γεωργαλάς, Προπαγάνδα
- Από το προηγούμενο προκύπτει ότι ιδιαίτερα σημασία αποκτά το πως μεταφράζονται στο κοινό οι ατελώς ορισμένες προσφορές (πολιτικών που φιλοδοξούν να απαντήσουν σε δεδομένα ανθρώπινα κίνητρα) με τα ατελώς ορισμένα αιτήματα (για πολιτικές που απαντούν σε συγκεκριμένα ανθρώπινα κίνητρα).
Αυτή η μετάφραση παρεμποδίζεται περαιτέρω από περιορισμούς των εργαλείων επικοινωνίας, προκαταλήψεις και άλλες πολιτιστικές και πολιτισμικές διαφορές.
- Αντιμετωπίζουμε το δείγμα ωσάν να μην υπάρχουν αναποφάσιστοι. Τα εμπειρικά δεδομένα μας έχει αποδείξει ότι οι αναποφάσιστοι ακόμη κι αν υπάρχουν είναι λιγότεροι από το 4% του δείγματος.
Οι συντριπτική πλειοψηφία των «αναποφάσιστων» είναι πολίτες που επιλέγουν να μην κοινοποιήσουν την επιλογή τους στους δημοσκόπους.
Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ότι στο Σκωτικό Δημοψήφισμα την ίδια μέρα για την ίδια ερώτηση, εμφανίστηκαν 23% «αναποφάσιστοι» όταν ερωτήθηκαν δια ζώσης (στον δρόμο ή στο σπίτι τους), 14% «αναποφάσιστοι» όταν ρωτήθηκαν τηλεφωνικά και λιγότερο από 9% «αναποφάσιστοί» όταν η δημοσκόπηση έγινε μέσω του διαδικτύου.
Οι μεταπτώσεις στο ποσοστό των «αναποφάσιστων» ανάλογα με διάφορα εξωτερικά γεγονότα και συμβάντα μπορεί να βοηθήσει στον εντοπισμό της αλήθειας.
Για παράδειγμα, στο Brexit, ο θάνατος της Ευρωβουλευτίνας Τζο Κόξ, περιόρισε τους αναποφάσιστους από 10 στο 8%, πράγμα που μας έκανε να συμπεράνουμε ότι μόνο το 1/5 των «αναποφάσιστων» θα κατέληγε στο να ψηφίσει Remain.
Απλά οι Brexiters δεν ένοιωθαν άνετα να αποκαλύψουν την επιλογή τους λόγω του χαρακτήρα της καμπάνιας μιας και ίσως να φοβούνταν ότι θα χαρακτηρίζονταν ρατσιστές, εθνικιστές, ξενοφοβικοί, θυμωμένοι, αντικοινωνικοί, παράλογοι κλπ. Σαφέστατα κάτι αντίστοιχο συνέβη και με τους ψηφοφόρους του Τράμπ.
Μέτα-Δημοσκοπήσεις
Είναι η ανάλυση των δημοσκοπήσεων τόσο σε σχέση με άλλες δημοσκοπήσεις όσο και με την συμπεριφορά του κοινού σε άλλα μέσα.
Στο πρόσφατο παράδειγμα των Αμερικανικών Εκλογών καταλήξαμε από τον Αύγουστο ότι η δημοσκόπηση των LA Times\University of Southern California συσχετίζεται άριστα με τα αποτελέσματα της συναισθηματικής ανάλυσης των tweets.
Η συναισθηματική ανάλυση, επεξεργάζεται τα tweets και αποφαίνεται για τα συναισθήματα (θετικά, αρνητικά και ουδέτερα) για το αντικείμενό τους.
Δεν μπορεί δηλαδή την μια μέρα να βρίσκεις ότι όλο το tweeter και τα κοινωνικά δίκτυα βοούν κατά του ενός υποψηφίου και να παρατηρείς ότι εκείνη την μέρα ο ίδιος υποψήφιος αριστεύει σε ορισμένες δημοσκοπήσεις!
Κάπως έτσι προβλέψαμε το βροντερό ΟΧΙ του ελληνικού λαού στο δημοψήφισμα του Ιουλίου 2015 ενώ οι δημοσκοπήσεις έδιναν στο ΟΧΙ περί το 47.5%.
Συμπεράσματα
Από τα παραπάνω μπορούν να εξαχθούν πολύτιμα συμπεράσματα αλλά και να γεννήσουν ενδιαφέρουσες ερωτήσεις.
Π.χ. Εάν εμείς προβλέπουμε με ακρίβεια τα αποτελέσματα κάθε εκλογικής αναμέτρησης εβδομάδες ή και μήνες πριν την κάλπη, είμαστε μόνο εμείς που έχουμε αυτήν την δυνατότητα;
Εάν μπορούμε να προβλέψουμε τα αποτελέσματα χ εβδομάδες πριν τις εκλογές, γιατί να μην μπορούμε να τα προβλέψουμε ακόμη και την ημέρα που προκηρύσσονται οι εκλογές ή, ακόμη καλύτερα, να προκηρύσσουμε τις εκλογές την ημέρα και με το … πακέτο κινήτρων που θα αποβεί νικηφόρο;
Εάν συμβαίνει όντως αυτό, μήπως τελικά ο πολίτης δεν αποφασίζει μπροστά στην κάλπη, αλλά έχει αποφασίσει πολύ πριν χωρίς καν να το έχει συνειδητοποιήσει;
Εάν συμβαίνει αυτό, μήπως όλα τα θεατρικές των προεκλογικών παίζουν ελάχιστο ρόλο, δεν επηρεάζουν εν τέλει σχεδόν κανέναν ψηφοφόρο (άρα απευθύνονται στους πολιτικούς και στις σχέσεις τους με τα special interests) γιατί το αποτέλεσμα είναι σαν να είναι προδιαγεγραμμένο;
Εάν συμβαίνει αυτό μήπως πρέπει να αναθεωρήσουμε την κατανόηση του τι είναι Δημοκρατική διαδικασία;
Για παράδειγμα υπάρχουν χώρες που υπάρχουν ψηφοφορίες αλλά δεν είναι δημοκρατικές και ότι εν τέλει οι δημοκρατικές χώρες είναι αυτές που υπάρχει ελευθερία της έκφρασης, ιδιοκτησία και αυτοδιάθεση αλλά και θεσμοί (checks and balances) βασισμένοι στις Ανθρωπιστικές Αρχές και Ιδεώδη;
Καλώς ήλθατε στη μεταπολιτική.
Ο κ. Δημήτρης Βαγενάς είναι μεταπτυχιακός φοιτητής – ερευνητής Θεωρητικής Επιστήμης Υπολογιστών, Μαθηματικών και Φιλοσοφίας, Exeter College, University of Oxford. Ιδρυτής – metapoll.co.uk. Το άρθρο δημοσιεύθηκε στο www.tribune.gr