Με «συνταγή» Ιβάν Σαββίδη γίνεται γνωστός στους Έλληνες ο Θεόφιλος Πριόβολος
Πριν μια δεκαετία το όνομα Ιβάν Σαββίδης ήταν άγνωστο. Όμως σε λιγότερο από 5 χρόνια, το όνομα Ιβάν Σαββίδης όχι μόνο ήταν γνωστό σε όλους τους Έλληνες, και ενδιαφερόμενους από το εξωτερικό, αλλά αποτελούσε και έναν σημαντικό οικονομικό παράγοντα τις χώρες, ενώ είχε πρόσβαση ακόμα και στην Ελληνική Κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα.
Σε μόλις μια διετία κατόρθωσε να δημιουργήσει ένα θετικό κλίμα προς το πρόσωπο του και μάλιστα σε μια δύσκολη οικονομικά εποχή για την χώρα. Με έναν έξυπνο τρόπο, και αρκετά χρήματα απέκτησε μεγάλα, γνωστά χρεοκοπημένα brands της Βορείου Ελλάδας. Απέκτησε την ΣΕΚΑΠ και εκτόπισε Τούρκους υποψηφίους αγοραστές (από την οποία κέρδισε δις πουλώντας την σε Ιάπωνες), απέκτησε τον ΠΑΟΚ, το Μακεδονία Palace, την Σουρωτή, το Πόρτο Καρράς και άλλες μικρότερες επιχειρήσεις. Χρησιμοποίησε όλη αυτή την δημοσιότητα και δημοφιλία που απέκτησε για να εδραιωθεί στο οικονομικό και πολιτικό στίβο της χώρας, και μάλιστα έγινε και ιδιοκτήτης μεγάλου καναλιού. Και μέχρι εκεί όλα ήταν εντάξει, μέχρι που ο Ιβάν Σαββίδης βρέθηκε αντιμέτωπος με τους Αμερικανούς, οι οποίοι δεν είχαν και δεν έχουν κανένα πρόβλημα με την επιχειρηματική δραστηριότητα του Ρώσου μεγιστάνα στις περιοχές που οι ίδιοι έχουν γεωπολιτικά συμφέροντα. Έχουν όμως μεγάλο πρόβλημα όταν εμπλέκεσαι στην πολιτική και προσπαθείς να ματαιώσεις σχέδια τους.
Τον Ιανουάριο του 2018, το The American Interest σε άρθρο του με τίτλο Από τη Ρωσία με Αγάπη – Η νέα ελληνική ολιγαρχία , έβαζε τον Ιβάν Σαββίδη σε έναν άλλο ρόλο, τελείως διαφορετικό με το προφίλ που έχτιζε ο επιχειρηματίας. Αφορμή για το άρθρο στάθηκε η συμφωνία για το λιμάνι της Θεσσαλονίκης στο οποίο ο Ιβάν Σαββίδης είχε άμεση εμπλοκή. Να σημειώσουμε πως τα λιμάνια της Ηγουμενίτσας, Θεσσαλονίκης, Καβάλας και Αλεξανδρούπολης, είναι άμεσα συνδεδεμένα με τα Αμερικανικά συμφέροντα και τα σχέδια τους για την ενεργειακή απεξάρτηση της Ευρώπης από το Ρωσικό φυσικό αέριο. Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, ήρθε να προστεθεί ένα ρεπορτάζ των New York Times για τον υποτιθέμενο ρόλο του Ιβάν Σαββίδη στην υπόθεση της συμφωνίας Ελλάδας και ΠΓΔΜ. Το επίμαχο άρθρο δεν αρκούταν μόνο σε αποκαλύψεις και ισχυρισμούς για τη δραστηριότητα του αφεντικού του ΠΑΟΚ στο γεωπολιτικά ακανθώδες ζήτημα με τα Σκόπια, αλλά περιέγραφε και το πώς η γενικότερη παρουσία του Ιβάν στα της Θεσσαλονίκης και της Ελληνικής πολιτικής τον έβαλε στο μικροσκόπιο των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών. Άμεση ήταν τότε η απάντηση του Ιβάν Σαββίδη που σε ανακοίνωση του ανέφερε πως πρόκειται για κακοπαιγμένη φαρσοκωμωδία βασισμένη σε σενάρια ψυχροπολεμικού μυθιστορήματος άλλων εποχών
Θεόφιλος Πριόβολος – Ο εφοπλιστής που αγοράζει προβληματικά Brands και χρηματοδοτεί εκδηλώσεις για ένα «Καινοτόμο Σύνταγμα»
Το όνομα Θεόφιλος Πριόβολος έγινε γνωστό τις τελευταίες ημέρες εξαιτίας της εμπλοκής του στην πώληση των ναυπηγείων Σκαραμαγκά. Λιγότερο γνωστό κατά το ενδιαφέρον του για την απόκτηση της SingularLogic, ενώ ελάχιστοι γνώριζαν το όνομα του στις 30 Ιανουαρίου 2019 όταν στο Πολιτιστικό Κέντρο του Μουσείου Μπενάκη, πραγματοποιήθηκε η παρουσίαση μελέτης για τις οικονομικές προοπτικές της Ελλάδας με τίτλο «Πώς μπορεί η ελληνική οικονομία να πετύχει βιώσιμη ανάπτυξη». Η μελέτη αυτή είχε αναπτυχθεί με την χρηματοδότηση του Παγκόσμιου Ιδρύματος Πολιτών (Global Citizen Foundation) όπου χρηματοδότης είναι ο Θεόφιλος Πριόβολος. Σχεδόν τρία χρόνια πριν, στις 5 Ιουνίου 2016, η «Καθημερινή της Κυριακής» είχε συμπεριλάβει σε ειδική έκδοση το πλήρες κείμενο του προτεινόμενου Συντάγματος «Ενα καινοτόμο σύνταγμα για την Ελλάδα», (μπορείτε να το διαβάσετε εδώ) με χορηγό το Παγκόσμιο Ίδρυμα Πολιτών. Συγγραφείς ήταν οι Νίκος Αλιβιζάτος, Παναγής Βουρλούμης, Γιώργος Γεραπετρίτης, Γιάννης Κτιστάκις, Στέφανος Μάνος και Φίλιππος Σπυρόπουλος ενώ την πρωτοβουλία είχε πάρει ο Στέφανος Μάνος.
Αυτό ήταν το αρχικό ενδιαφέρον του Θεόφιλου Πριόβολου για την χώρα και μάλιστα σε μια εποχή όπου το πολιτικό περιβάλλον ήταν ασταθές και τεταμένο. Έπειτα, όπως και στην περίπτωση του Ιβάν Σαββίδη, ήρθε το ενδιαφέρον για την εξαγορά εμβληματικών Brands φτάνοντας στην αγορά των ναυπηγείων Σκαραμαγκά. Εδώ αξίζει να γίνει μια παρένθεση και να αναφέρουμε ποιοι είναι αυτοί που δεν θα ήθελαν να δούνε τους Αμερικανούς να ολοκληρώνουν το σχέδιο «Τρίαινα», δηλαδή την εξαγορά των ναυπηγείων Σύρου-Ελευσίνας-Σκαραμαγκά.
Οι πρώτοι είναι οι Γερμανοί, οι οποίοι βλέπουν τους Έλληνες εφοπλιστές να χτίζουν έναν στόλο LNG Carrier μεταφέροντας όλο το ΥΦΑ (Υγροποιημένο Φυσικό Αέριο) των ΗΠΑ και άλλων 11 χωρών προς την Ευρώπη, καθιστώντας την Ελλάδα το μεγαλύτερο Hub ενέργειας από διαφορετικές πηγές. Οι επόμενοι είναι οι Κινέζοι που θέλουν να εκδιώξουν τις ΗΠΑ από τις κύριες εισόδους της Ευρώπης, ανάμεσα σε αυτές, ο Πειραιάς και η Θεσσαλονίκη. Τελευταίοι είναι οι Ιταλοί όπου και αυτοί βλέπουν την Ελλάδα να αποκτά έναν ρόλο στην Θάλασσα και την Ενέργεια αντίθετο με τα συμφέροντα της.
Σύμφωνα με το δημοσίευμα του mononews.gr, ο Θεόφιλος Πριόβολος φαίνεται πως ηγείται της προσπάθειας απόκτησης των ναυπηγείων Σκαραμαγκά, την οποία στηρίζουν Mediterranean Shipping Company (MSC), συμφερόντων του Ιταλού μεγιστάνα Τζιανλουίτζι Απόντε (είναι η δεύτερη μεγαλύτερη εταιρεία μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων στον κόσμο μετά την Maersk ενώ στην Ελλάδα επικεφαλής της εταιρείας είναι η Χριστίνα Θεοδωρίκα) και τη γερμανική διαχειρίστρια ναυπηγείων Blohm+Voss (B+V) για τη ναυπήγηση στην Ελλάδα και συγκεκριμένα στα, υπο ειδική διαχείριση, ναυπηγεία Σκαραμαγκά των βασικών δομικών μερών (κύτος και υπερκατασκευές) κρουαζιερόπλοιων.
Η απόκτηση των ναυπηγείων, αν κρίνουμε και από την ανακοίνωση της Pyletech Shipyards του ομίλου του Θεόφιλου Πριόβολου, πρέπει να είναι κομβική για το επιχειρηματικό σχήμα που τα διεκδικεί. Σύμφωνα λοιπόν με την ανακοίνωση τα ναυπηγεία λίγο πολύ περιγράφονται σαν ένα «μεγάλο χωράφι χωρίς περιεχόμενο», την ώρα που υπάρχουν ναυπηγεία στην Ευρώπη με προοπτικές.
«Τα ναυπηγεία που πωλήθηκαν τα τελευταία χρόνια βρίσκονται όλα στην Ευρώπη (Γερμανία, Μ. Βρετανία, Γαλλία, Ουκρανία, Ρουμανία). Μια απλή επίσκεψη στα sites τους αρκεί για να διαπιστώσει και ο πλέον δύσπιστος ότι στην πλειοψηφία τους είναι σε εξαιρετικά καλύτερη κατάσταση από της ΕΝΑΕ, διαθέτουν πολύ πιο σύγχρονες εγκαταστάσεις, υψηλή εξειδίκευση και πολλαπλάσια κατασκευαστική εμπειρία. Πολλά, δε, πουλήθηκαν σε λειτουργία και με ενεργές συμφωνίες και όχι σε κατάσταση cold iron, όπως η ΕΝΑΕ.» σημειώνεται στην ανακοίνωση
Ενώ τονίζεται στην ίδια ανακοίνωση «οι τιμές τους κυμάνθηκαν από 3,5 μέχρι 21,5 εκατ. ευρώ. Μοναδική εξαίρεση η Chantiers de l’Atlantique, ένα από τα πιο σύγχρονα ναυπηγεία της Ευρώπης, με πωλήσεις 1,9 δισ. ευρώ το 2019 και 3.300 εργαζομένους, όπου η πρόταση εξαγοράς του 51% ήταν 59,7 εκατ. ευρώ. Η τιμή αυτή αποδεικνύει πόσο υπερφίαλες και ανυπόστατες είναι οι εκτιμήσεις της αξίας τόσο του Σκαραμαγκά όσο και άλλων ελληνικών ναυπηγείων, που διαρρέουν διάφοροι γνωστοί-άγνωστοι.»
Ο Θεόφιλος Πριόβολος σε συνέντευξη του στην Καθημερινή και στην ερώτηση γιατί θέλει να αποκτήσει τα ναυπηγεία Σκαραμαγκά είχε αναφέρει «εξετάζουμε διαρκώς διάφορες επενδύσεις που σχετίζονται με την προηγμένη τεχνολογία, στην Ευρώπη και στη Βόρεια Αμερική. Σε αυτό το πλαίσιο, εξετάζουμε ορισμένες δυνατότητες και στην Ελλάδα. Λάβαμε επίσης υπόψη τη μελέτη της IHS Markit, που είχαμε παρουσιάσει τον Ιανουάριο του 2019. Η μελέτη, με μια σειρά κριτηρίων, εντοπίζει κλάδους στους οποίους θα πρέπει να στοχεύσουν οι επενδύσεις στην Ελλάδα. Οι κλάδοι αυτοί είναι: η ναυπήγηση σκαφών υψηλής τεχνολογίας, η κατασκευή τμημάτων αεροσκαφών και εξαρτημάτων αεροναυτικής και Διαστήματος καθώς και η κατασκευή μηχανημάτων, μηχανολογικού εξοπλισμού και η ρομποτική.
Εχοντας βαθιά γνώση της αγοράς –λόγω της μακράς ενασχόλησης με τη ναυτιλία– και εμπειρία ναυπήγησης δεκάδων πλοίων, θεωρήσαμε ότι μπορούμε να εξετάσουμε το ναυπηγείο του Σκαραμαγκά. Εχουμε εικόνα της δεινής κατάστασης στην οποία βρίσκονται τα περιουσιακά στοιχεία του: πεπαλαιωμένος εξοπλισμός και εγκαταστάσεις, αλλά και στρατόπεδο με χιλιάδες πρόσφυγες και αυτοσχέδιες ταβέρνες στον χώρο της παλιάς δεξαμενής 5. Γνωρίζουμε όμως πολύ καλά το ναυπηγικό κομμάτι και τις σημαντικές επενδύσεις που απαιτούνται για να καταστούν αυτά τα περιουσιακά στοιχεία διεθνώς ανταγωνιστικά. Δεν γνωρίζουμε ακόμη τους ακριβείς όρους των διαγωνισμών. Μόλις αποκτήσουμε πλήρη εικόνα θα πάρουμε τις τελικές αποφάσεις μας.»