Λίβανος-Υεμένη: O σεχταρισμός οδηγεί στη διαφθορά
Η καταστροφή στον Λίβανο είναι τρομακτική και η μακαριότητα των αρχών εγκληματική. Οι νεκροί είναι πάνω από 150, οι άστεγοι χιλιάδες. Μια τραγωδία εκτυλίσσεται και στην Υεμένη, όπου δύο εκατομμύρια παιδιά υποφέρουν από ασιτία και η κοινωνία έχει εξαντληθεί από πέντε χρόνια εμφυλίου πολέμου – και τη νέα πληγή του Covid-19.
Οι ξένες κυβερνήσεις προσπαθούν, δικαίως, να βοηθήσουν, ενώ κινητοποιούνται και οι ΜΚΟ. Θα πρέπει όμως να είμαστε ρεαλιστές. Η εθνική κρίση του Λιβάνου προηγήθηκε της έκρηξης και η κρίση της Υεμένης προηγήθηκε του «πολέμου δι’ αντιπροσώπων» που ξέσπασε το 2015. Γιατί το βαθύτερο πρόβλημα αυτών των χωρών δεν είναι οι εκρήξεις, αλλά ο σεχταρισμός. Οι εσωτερικοί διχασμοί που βασίζονται στη φυλή ή τη θρησκεία υπάρχουν εδώ και αιώνες.
Αυτό μπορεί να ακούγεται άκαρδο. Μπορεί να φαίνεται σαν να κατηγορώ τους ανθρώπους για την τύχη τους. Αλλά αυτό δεν είναι πρόθεσή μου. Αυτό που εννοώ είναι πως αν δεν αναγνωρίσουμε τα διαρθρωτικά προβλήματα, δεν θα υπάρξουν ποτέ λύσεις. Η Υεμένη, για παράδειγμα, έχει περισσότερες από 400 φυλές και χιλιάδες οικογένειες που μάχονται για την εξουσία. Ο Λίβανος έχει θρησκευτικές διαιρέσεις που αντανακλώνται στη συμφωνία με την οποία έληξε ο 15ετής εμφύλιος πόλεμος το 1990.
Η ίδια εικόνα παρατηρείται σε άλλες περιοχές του κόσμου που αγωνίζονται να πετύχουν σταθερότητα. Μεγάλες περιοχές της υποσαχάριας Αφρικής ελέγχονται από φυλές, μερικές από τις οποίες υπάρχουν εδώ και χιλιάδες χρόνια. Οι Δυτικοί υποτιμούν συχνά τη δύναμη αυτών των ομάδων. Στον πόλεμο του Βιετνάμ, για παράδειγμα, οι Αμερικανοί δεν κατανόησαν την εθνοτική διάσταση. Δεν διέκριναν δηλαδή ότι οι Βιετναμέζοι υιοθετούσαν τον κομμουνισμό σε αντίδραση προς τη μειονότητα των Κινέζων Χόα, οι οποίοι πλούτιζαν διαρκώς.
Αλλά και στην περίπτωση του Ιράκ, ο Τζορτζ Μπους ο νεότερος και πολλοί άλλοι πίστευαν ειλικρινά ότι η εισαγωγή της δημοκρατίας θα οδηγούσε σε ειρήνη και σταθερότητα, όπως συνέβη στη Γερμανία και την Ιαπωνία μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Δεν κατάλαβαν ότι σε κοινωνίες που ελέγχονται από φυλές, οι δημοκρατικοί θεσμοί παραδίδονται σε συμφέροντα. Οι Σιίτες ήθελαν να κερδίσουν την εξουσία για να εκδικηθούν τους Σουνίτες που τους καταπίεζαν για δεκαετίες. Οι Σουνίτες εξεγέρθηκαν λοιπόν εναντίον των αμερικανών εισβολέων για να εμποδίσουν αυτή την εξέλιξη.
Ο σεχταρισμός δεν είναι απλώς αντίθετος με τη δημοκρατία. Οδηγεί και στη διαφθορά. Κι αυτό, επειδή η διαφθορά δεν θεωρείται ανήθικη, αλλά η ανώτατη μορφή της αρετής. Ενας αξιωματούχος που δωροδοκείται για να εκδώσει ένα δίπλωμα οδήγησης μοιράζεται τα χρήματα με την ομάδα του. Ενας διεφθαρμένος αξιωματούχος της Fifa μου είπε κάποτε ότι θα το θεωρούσε αποτυχία απέναντι στους ανθρώπους του να μην αποσπάσει όσο περισσότερα χρήματα μπορεί.
Όπως το θέτει ο οικονομολόγος Μάικλ Μουθουκρίσνα, «η διαφθορά μπορεί να θεωρηθεί μια μορφή συνεργασίας σε ένα επίπεδο, υπονομεύει όμως τη συνεργασία στο ευρύτερο επίπεδο της κοινωνίας».
Για να επιστρέψουμε στον Λίβανο, μπορεί κανείς να επιβεβαιώσει αυτή την αρχή βλέποντας πώς οι ξένοι παράγοντες αποσταθεροποίησαν συστηματικά αυτό το έθνος, συμμαχώντας με συγκεκριμένα συμφέροντα. Οι Λιβανέζοι, πάλι, τους καλούσαν να αναμιχθούν στις εσωτερικές τους υποθέσεις, ώστε οι πολίτες αυτής της χώρας με τις 18 επίσημα αναγνωρισμένες θρησκείες να αποκτούν πλεονέκτημα έναντι των εγχώριων ανταγωνιστών τους.
Ας κάνω μια παρένθεση. Τον περασμένο μήνα, ο πρόεδρος Τραμπ υπαινίχθηκε στο Twitter ότι οι εκλογές θα μπορούσε να αναβληθούν. Ηθελε προφανώς να δει πώς θα αντιδρούσαν οι ψηφοφόροι. Το συμπέρασμά του ήταν ότι κάτι τέτοιο δεν συζητείται. Το ξεκαθάρισαν τόσο υψηλά στελέχη των Ρεπουμπλικανών, όσο και μεγάλα τμήματα της εκλογικής βάσης του Τραμπ.
Η Αμερική είναι πιο πολωμένη από οποιαδήποτε άλλη στιγμή μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο. Παρά ταύτα, υπάρχει μια κρίσιμη μάζα ανθρώπων που τοποθετούν το εθνικό συμφέρον πάνω από το συμφέρον της ομάδας, την κοινωνία πάνω από το κόμμα.
Αυτή είναι, νομίζω, η μόνη δυνατή μακροπρόθεσμη λύση για τον Λίβανο και την Υεμένη: μια κρίσιμη μάζα να τοποθετήσει το έθνος πάνω από την ομάδα και το κράτος δικαίου πάνω από τον νόμο των οικογενειών. Δεν είναι ένα αδύνατο όνειρο, αλλά δεν μπορεί να εξαγοραστεί με χρήματα ή καλή θέληση. Πρέπει να έρθει από τα μέσα.
(*) Ο Μάθιου Σιέντ είναι αρθρογράφος των Times
(Πηγή: The Times)