Η Τουρκία ψάχνει στην Ελλάδα το δικό της «Γιομ Κιπούρ»
Αίγυπτος 1970, ο πρωθυπουργός της Αιγύπτου, Γκαμάλ Άμπντελ Νάσερ, αποβιώνει και ο μέχρι τότε αντιπρόεδρος της, Ανουάρ Σαντάτ, αναλαμβάνει την ηγεσία της χώρας. Πρωταρχικός στόχος του Σαντάτ είναι εδραιωθεί στην χώρα πολιτικά, και για να το πετύχει αυτό αποζητά μια μόνιμη ειρήνη με το Ισραήλ με ταυτόχρονη αποδοχή στην κοινωνία, επιστρέφοντας στην Αίγυπτο τα χαμένο εδάφη από τον «Πόλεμο των Έξι Ημερών».
Πριν τον θάνατο του, ο Νάσερ φρόντισε να προετοιμάσει την Αίγυπτο για μια ακόμη σύγκρουση με το Ισραήλ. Άρχισε ένα εντατικό εξοπλιστικό πρόγραμμα, κατά το οποίο αναπληρώθηκε όλο το στρατιωτικό υλικό που χάθηκε στον Πόλεμο των Έξι Ημερών του 1967 μέσα σε δύο χρόνια. Κύριος προμηθευτής αυτών των εξοπλισμών, με αντισταθμιστικά βεβαίως οφέλη ήταν η ΕΣΣΔ, η οποία και ενίσχυσε με επιπλέον 3.000 στρατιωτικούς συμβούλους το Κάιρο, ανεβάζοντας τον τότε αριθμό των Σοβιετικών στρατιωτικών στην Αίγυπτο στις 20.000. Τον Ιούλιο του ’69 εγκαινιάστηκε από τον Νάσερ ο Πόλεμος της Φθοράς, με την πρόκληση μικρής κλίμακας σποραδικών συγκρούσεων στην ανατολική όχθη της Διώρυγας του Σουέζ, σε αντιστάθμιση παρόμοιων δραστηριοτήτων των Ισραηλινών, επιβάρυνσης της ισραηλινής κοινωνίας λόγω της αδιάκοπης παρενόχλησης στα κατεχόμενα εδάφη και στην προσπάθεια διατήρησης στο αιγυπτιακό συλλογικό υποσυνείδητο του άσβεστου πόθου επανάκτησης του Σινά και της διατήρησης υψηλού φρονήματος γι΄ αυτό το σκοπό
Όμως αυτή η πολιτική εγκαταλείπεται από τον Ανουάρ Σαντάτ ο οποίος πλέον κοιτάει προς τις ΗΠΑ και θεωρεί πως αν απεγκλωβιστεί από την Σοβιετική επιρροή, θα μπορέσει να πείσει τους Αμερικανούς να πιέσουν το Ισραήλ να προχωρήσει σε μια ειρηνευτική διαδικασία.
Κάτι τέτοιο δεν επιτευχθεί ακόμα και όταν τον Ιανουάριο του 1971, ο μεσολαβητής του ΟΗΕ στην περιοχή, Γκούναρ Γιάρινγκ, σε συνεννόηση με την κυβέρνηση Νίξον και τον Χένρυ Κίσινγκερ, ζήτησε υποχωρήσεις και από τις δύο πλευρές. Το Φεβρουάριο, ο Ανουάρ Σαντάτ, μετά από αμερικανικές υποσχέσεις οικονομικής βοήθειας έδωσε το πρώτο αιγυπτιακό “ναι” σε διαπραγματεύσεις. Από το Ισραήλ η Γκόλντα Μεΐρ, έδωσε αρνητική απάντηση, κατηγορώντας τον Γιάρινγκ και τον γενικό γραμματέα του ΟΗΕ, Ου Θαντ, ότι απαιτούσε την αποχώρηση των ισραηλινών δυνάμεων από τις νεοκατεχόμενες περιοχές, στην προ του ’67 εποχή.
Ο χρόνος πίεζε και η οικονομική κατάσταση της Αιγύπτου η οποία μετά από συνεχόμενες συγκρούσεις, τον επανεξοπλισμό, τον Πόλεμο της Φθοράς, αλλά κυρίως, τις αντιδράσεις από τους μουσουλμάνους της χώρας, δεν άφηνε περιθώρια στον Σαντάτ. Στους κύκλους του Αιγύπτιου Πρωθυπουργού υπήρχαν οι απόψεις ότι η ειρήνη με το Ισραήλ θα έρθει όταν και οι δύο κοινωνίες ζήσουν ένα ισχυρό σοκ, τέτοιο που θα δεχτούν τις υποχωρήσεις των κυβερνήσεων τους.
Τον Απρίλιο του 1973 Σαντάτ και Άσαντ (Συρία) προχωρούν σε συμμαχία και αρχίζουν μυστικά να προετοιμάζονται για πόλεμο. Ο Σαντάτ την ίδια στιγμή προσεγγίζει τη Σαουδική Αραβία, η οποία υποσχέθηκε να υποστηρίξει πολιτικά και διπλωματικά την Αίγυπτο και τη Συρία, χρησιμοποιώντας ως «όπλο» το πετρελαίο.
Οι Σύροι θεωρούν πως είναι η ώρα να συντρίψουν τον Ισραήλ, ενώ από Σαντάτ από την πλευρά του έχει ως μοναδικό στόχο την σύναψη Ειρήνης με το Ισραήλ. Αιγύπτιοι και οι Σύριοι κατορθώνουν να αιφνιδιάσουν πλήρως το Ισραήλ, εξαπολύοντας ταυτόχρονη επίθεση στην ανατολική όχθη της Διώρυγας του Σουέζ, στο Σινά (Αιγύπτιοι),και στα Υψίπεδα του Γκολάν (Σύροι), στις 6 Οκτωβρίου 1973, ημέρα θρησκευτικής γιορτής και αργίας για τους Εβραίους (Yom Kippur, Ημέρα της Εξιλέωσης ή Σκηνοπηγίας).
Ο πόλεμος είχε τεράστιες συνέπειες σε όλο τον κόσμο, με τις κοινωνίες να δέχονται το σοκ στο οποίο υπολόγιζαν οι σύμβουλοι του Σαντάτ.
Στις 24 Οκτωβρίου, το Συμβούλιο Ασφαλείας πέρασε το Ψήφισμα 339, καλώντας εκ νέου όλες τις πλευρές να σεβαστούν τους όρους της κατάπαυσης του πυρός που όρισε το Ψήφισμα 338. Κάθε οργανωμένη σύγκρουση σ’ όλα τα μέτωπα τερματίστηκε ως τις 26 Οκτωβρίου. Έγιναν πολλές αεροπορικές επιθέσεις εναντίον της Τρίτης Στρατιάς από τις 25 μέχρι τις 28 Οκτωβρίου. Η κατάπαυση του πυρός δεν τερμάτισε τις σποραδικές αψιμαχίες ανάμεσα στις γραμμές, ούτε χαλάρωσε τις στρατιωτικές εντάσεις.
Το Ισραήλ έλαβε την απειλή του Κίσινγκερ να υποστηρίξει μια λύση απόσυρσης στον ΟΗΕ, αλλά πριν να μπορέσει ν’ απαντήσει, ο σύμβουλος της εθνικής ασφαλείας της Αιγύπτου Χάφεζ Ισμαΐλ έστειλε στον Κίσινγκερ ένα εκπληκτικό μήνυμα – η Αίγυπτος ήταν πρόθυμη να μπει σε απευθείας διάλογο με τους Ισραηλινούς, με τον όρο οι τελευταίοι να συμφωνήσουν να επιτραπεί η διακίνηση μη στρατιωτικών προμηθειών στη στρατιά τους και να συμφωνήσουν σε μια πλήρη κατάπαυση του πυρός. Οι συνομιλίες έγιναν στις 28 Οκτωβρίου, μεταξύ του Ισραηλινού υποστράτηγου Αχαρόν Γιαρίβ και του Αιγύπτιου υποστράτηγου Άμπντελ Γκάνι ελ-Γκαμασί. Εν τέλει, ο Κίσινγκερ έφερε την πρόταση στον Σαντάτ, ο οποίος συμφώνησε σχεδόν χωρίς δεύτερη σκέψη.
Από τότε μέχρι σήμερα, οι δύο χώρες και η περιοχή διανύουν μια παρατεταμένη ειρήνη. Αύξησαν τις εμπορικές συναλλαγές τους, η επιρροή των Ρώσων μειώθηκε, ενώ η Ενεργειακή Συμμαχία που έχουν αναπτύξει κάνει τις σχέσεις ακόμα πιο στενές. Ο Πόλεμος του Γιομ Κιπούρ απέδειξε ότι ωφέλησε κυρίως την Αίγυπτο και την απεγκλώβισε από την κρίση σε οικονομία και κοινωνία στην οποία είχε περιέλθει. Επίσης η απεξάρτηση της από τους Ρώσους, την βοήθησε να έρθει πιο κοντά στην Δύση.
Σε μια παρόμοια κατάσταση έχει περιέλθει η Τουρκία, η οποία ψάχνει τρόπους να απεγκλωβιστεί από τα τεράστια προβλήματα που έχει στην οικονομία, την κοινωνία και την εξωτερική της πολιτική. Από όλες τις χώρες που συνορεύει, η Ελλάδα είναι η μόνη που μπορεί να της δώσει μια διέξοδο, μια διέξοδο που θα μπορέσει να την φέρει ξανά στην Δύση και να την απομακρύνει από την περίεργη σχέση με την Ρωσία. Μια συνεχιζόμενη ειρήνη με την Ελλάδα θα την βοηθήσει, θα φέρει ειρήνη και στα υπόλοιπα σύνορα της, ακόμα και στα νότια, που κατάφερε (περί κατορθώματος πρόκειται) να φέρει την Ρωσία
Όσο για την Αθήνα, να σημειωθεί το εξής, όταν η πρωθυπουργός του Ισραήλ, Γκόλντα Μεΐρ, πιεζόταν από τον υπουργό άμυνας για προληπτικό χτύπημα, απάντησε «αν χτυπήσουμε πρώτοι, δεν θα πάρουμε βοήθεια από κανέναν». Το Ισραήλ ήταν εξαρτημένο αποκλειστικά από τις Ηνωμένες Πολιτείες για το στρατιωτικό του επανεφοδιασμό, και μια κίνηση προληπτικού χτυπήματος θα ανάγκαζε Αμερικανούς και Ευρωπαίους να προβούν σε κυρώσεις.
Μετά την απάντηση της Γκόλντα Μεΐρ, έφτασε ένα μήνυμα από τον Υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ, «Μην ενεργήσετε πρώτοι»