Η γεωπολιτική παράμετρος αλλάζει τις ισορροπίες για τον ΔΕΣΦΑ
Υπαρκτός είναι ο κίνδυνος εκτροχιασμού του χρονοδιαγράμματος για την ιδιωτικοποίηση του ΔΕΣΦΑ. Παρότι ξεκίνησε με τους καλύτερους οιωνούς, συγκεντρώνοντας το ενδιαφέρον μεγάλων εταιρειών της Ευρώπης, και έδειχνε ότι αποτελεί την πιο ώριμη ιδιωτικοποίηση του προγράμματος του ΤΑΙΠΕΔ, δεδομένου ότι πολλά κρίσιμα θέματα είχαν επιλυθεί κατά τη διαδικασία του προηγούμενου διαγωνισμού, στην πορεία αναδείχθηκαν πτυχές που καθιστούν την ιδιωτικοποίηση τουλάχιστον πολύπλοκη.
Αυτές συνδέονται με τις γεωπολιτικές εξελίξεις στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη απ’ όπου προέρχεται ο ένας εκ των διεκδικητών του ΔΕΣΦΑ, η ρουμανική Transgaz, και τις οποίες παρακολουθεί με ενδιαφέρον τόσο ο αμερικανικός όσο και ο ευρωπαϊκός παράγοντας. Σε αυτές, μάλιστα, αποδίδουν όσοι γνωρίζουν το θέμα της συμμετοχής της EBRD στον διαγωνισμό του ΔΕΣΦΑ, με ποσοστό 28% στο σχήμα Reganoza – Transgaz.
Με τη γεωπολιτική διάσταση της πώλησης του ΔΕΣΦΑ συνδέεται, σύμφωνα με παράγοντες που παρακολουθούν εκ του σύνεγγυς τη διαδικασία, η καθυστέρηση αποσφράγισης των οικονομικών προσφορών που κατατέθηκαν στις 16 Φεβρουαρίου, η οποία και μετατίθεται από το ΤΑΙΠΕΔ από εβδομάδα σε εβδομάδα. Σύμφωνα με αυτές τις πηγές, η καθυστέρηση έχει προκαλέσει την αντίδραση των θεσμών, που ζήτησαν το άνοιγμα των οικονομικών προσφορών την ερχόμενη εβδομάδα.
Μέχρι και λίγες ημέρες πριν από την κατάθεση των δεσμευτικών προσφορών, τα πράγματα εθεωρούντο σε μεγάλο βαθμό προβλέψιμα, αφού στη δεύτερη φάση του διαγωνισμού είχε προκριθεί η συμμαχία τεσσάρων αρχικώς δυτικοευρωπαίων διαχειριστών, εκ των οποίων οι τρεις παρέμειναν μέχρι τέλους: η ιταλική Snam, η βελγική Fluxys και η ισπανική Εnagas, που είναι βασικοί μέτοχοι του αγωγού TAP. Απέναντί τους βρισκόταν η ισπανική Renagosa.
H αποκαλούμενη «ευρωπαϊκή» κοινοπραξία φάνταζε ως το απόλυτο φαβορί του διαγωνισμού και το στοίχημα για την κυβέρνηση και το ΤΑΙΠΕΔ ήταν να καταφέρει να εισπράξει τίμημα μεγαλύτερο από τα 400 εκατ. ευρώ που είχε προσφέρει η Socar στον προηγούμενο διαγωνισμό.
Εχοντας απέναντί της τη Renagosa, μια μικρού μεγέθους ιδιωτική εταιρεία, η κοινοπραξία των «τριών» (στην οποία η Snam κατέχει το 49% κι οι άλλες δύο από 25,5%) είδε τον διαγωνισμό για τη διεκδίκηση του 66% του ΔΕΣΦΑ ως «περίπατο». Mέχρι τη στιγμή που η Reganosa συμμάχησε αρχικά με τη ρουμανική Τransgaz και εν συνεχεία με την EBRD.
Η συμμετοχή της ΕΒRD στον διαγωνισμό άλλαξε τα δεδομένα στην ιδιωτικοποίηση του ΔΕΣΦΑ και μετέτρεψε τον «περίπατο» σε πραγματική «κούρσα». Το διοικητικό συμβούλιο της ΕΒRD πήρε την απόφαση να συμμετάσχει στον διαγωνισμό λίγες μόλις ώρες πριν από την κατάθεση των δεσμευτικών προσφορών, ανατρέποντας τα μέχρι τότε δεδομένα και για πολλούς στέλνοντας ένα ξεκάθαρο μήνυμα ότι το σχήμα των Reganoza – Tranzgaz έχει τη στήριξη των ΗΠΑ. Η Tranzgaz αποτελεί τον διαχειριστή συστήματος φυσικού αερίου της Ρουμανίας, ο οποίος παίζει κομβικό ρόλο στην ανάπτυξη υποδομών διασύνδεσης των χωρών της Κεντρικής και της Νοτιοανατολικής Ευρώπης.
Εκ των πραγμάτων, στηρίζει την υλοποίηση του αποκαλούμενου «Κάθετου Διαδρόμου» που θα ενώνει τα συστήματα Ρουμανίας, Ουγγαρίας, Αυστρίας, Βουλγαρίας και Ελλάδας και θα διασφαλίζει τη μεταφορά φυσικού αερίου στην Κεντρική Ευρώπη από την περιοχή της Κασπίας αλλά και από άλλες πηγές, όπως το αμερικανικό LNG που αναζητεί δρόμους για να φτάσει στις ευρωπαϊκές αγορές. Η Κομισιόν έχει χρηματοδοτήσει με 179 εκατ. ευρώ την Transgaz για την κατασκευή των παραπάνω υποδομών διασύνδεσης.
Επίσης, πρόσφατα η EBRD χρηματοδότησε τη ρουμανική εταιρεία με 65 εκατ. ευρώ για την ανάπτυξη υποδομών διασύνδεσης με το δίκτυο της Ουκρανίας. Η στήριξη της Ρουμανίας και της Transgaz από τις ΗΠΑ και την Ευρώπη εντάσσεται στο πλαίσιο της προσπάθειας να τροφοδοτείται η Ουκρανία και με άλλο αέριο εκτός του ρωσικού, ώστε να μην είναι το Κίεβο όμηρος – ενεργειακά– της Μόσχας.
(πηγή: Καθημερινή)