Η Ελλάδα κινδυνεύει να διολισθήσει σε υποχείριο ορθόδοξων μουλάδων και σε όμηρο ρουβλίων
(Του Σωκράτη Ξυνίδη*)
Έχω την τύχη να γνωρίζω εκ του σύνεγγυς τις απόψεις και τις πράξεις του Σεβασμιότατου Μητροπολίτη Ξάνθης. Ακόμη στη ζωή μου είχα την τύχη να γνωρίσω τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο της Εκκλησίας της Ελλάδος. Και οι δύο θρησκευτικοί λειτουργοί επιβεβαίωσαν, σε τοπικό και εθνικό επίπεδο, τις κοινωνικές προσδοκίες στο θέμα της αντιμετώπισης της πανδημίας και της ανάγκης μαζικού εμβολιασμού του πληθυσμού. Μίλησαν και έπραξαν παραδειγματικά προς τους πολίτες. Θα περίμενε λοιπόν κάποιος να είμαι απολύτως ικανοποιημένος από το μήνυμα της Εκκλησίας στην υγειονομική κρίση, τουλάχιστον ως πολίτης της Ξάνθης.
Όμως, κάθε μέρα, συναντώ ανθρώπους στην περιοχή, που μου δηλώνουν ότι δεν έχουν κάνει το εμβόλιο. Και ότι δεν πρόκειται να το κάνουν. Από τη συζήτηση με αυτούς ή την αναζήτηση της συμμετοχής τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ή ρωτώντας φίλους τους, με λίγα λόγια από την καθημερινή κοινωνικότητα ενός μέσου πολίτη, επιβεβαιώνω ότι ένα πολύ μεγάλο κομμάτι των αρνητών του εμβολιασμού, είναι θρησκευόμενοι.
Γιατί λοιπόν, ενώ η κεφαλή της Εκκλησίας με λόγια και έργα αντιμετωπίζει με απόλυτη ευθύνη και λογική το ζήτημα της αναγκαιότητας του εμβολιασμού, οι θρησκευόμενοι πολίτες δεν ακολουθούν την καθοδήγηση και τη συμβουλή των ανώτατων κληρικών, ιδίως όταν αυτή η καθοδήγηση αποτελεί χαρακτηριστικό στοιχείο της οργάνωσης της Εκκλησίας;
Μία εξήγηση είναι ότι ο Μητροπολίτης και ο Αρχιεπίσκοπος άλλα λένε δημόσια και άλλα πράττουν. Προσωπικά το αποκλείω. Άλλωστε ο ίδιος ο Αρχιεπίσκοπος βίωσε το δράμα αυτής της ασθένειας.
Η άλλη εξήγηση είναι, σωρευτικά, ότι οι συγκεκριμένοι Ιεράρχες, στους οποίους παραπάνω αναφέρθηκα, είναι μία ανομολόγητη μειοψηφία και εξαίρεση στην Ιεραρχία και ότι ο κατώτερος κλήρος δεν υπακούει στις κατευθύνσεις των Ιεραρχών αυτών. Το είπε άλλωστε (πιο καθαρά δε γίνεται) και ο Σεβασμιότατος Μητροπολίτης Δράμας που επέρριψε ευθύνες σε «ιερωμένους, οι οποίοι γίνονται αρχηγοί συμμορίας και μέσα από το facebook καθοδηγούν» και διερωτήθηκε «γιατί μέσα στην Εκκλησία να υπεισέρχεται οργανωτισμός τύπου εγκληματικής οργανώσεως Χρυσής Αυγής».
Βέβαια γνωρίζουμε για το παλαιόθεν πρόβλημα της Εκκλησίας με τις παραεκκλησιαστικές οργανώσεις και τη λειτουργία τους, που αποτέλεσαν ανέκαθεν βαρίδιο σε κάθε προσπάθεια εναρμόνισης της πορείας της Εκκλησίας με τη σύγχρονη (;) ελληνική κοινωνία.
Επί πλέον τα τελευταία χρόνια, ιδιαίτερα στη βόρειο Ελλάδα, ασκούνται και πολιτικές επιρροές. Εκκλησίες ρωσικού ρυθμού χτίζονται από δωρητές, ηγούμενοι Αθωνικών Μονών φιλοξενούνται στη Μόσχα με τιμές αρχηγού κράτους, η Μονή Παντελεήμωνος στον Άθω αποτελεί προέκταση ρωσικού εδάφους, Έλληνες πολιτικοί, που απευθύνονται σε κοινό που αρέσκεται στο λαϊκισμό, αναδύουν τις ορθόδοξες καταβολές του ρωσικού και του ελληνικού λαού, που πρέπει να πορεύονται μαζί, επιχειρηματίες Ρώσοι ή Έλληνες της Ρωσίας αγοράζουν γη, επιχειρήσεις, υποδομές. Προφανώς υπάρχουν και πολλά άλλα που δεν υποπίπτουν στην περιορισμένη αντίληψή μου.
Τίθενται πλέον κάποια ερωτήματα:
Ο Αρχιεπίσκοπος και οι όποιοι φωτισμένοι Ιεράρχες δίπλα του, πριν ολοκληρώσουν πνευματικά ή βιολογικά τη διακονία τους, θα απαλλάξουν την χώρα από τον ολοκληρωτισμό του φονταμενταλισμού που αποπνέουν μεγάλα τμήματα του κατώτερου κλήρου με την καθοδήγηση των παραεκκλησιαστικού τύπου συνονθυλευμάτων και κάθε λογής αυτοαποκλούμενους «πνευματικούς»;
Ο Αρχιεπίσκοπος και οι όποιοι φωτισμένοι Ιεράρχες δίπλα του, θα ορθώσουν πνευματικό τείχος στην προσπάθεια άσκησης επιρροής γεωστρατηγικών συμφερόντων, μέσω της πίστης των Ελλήνων Ορθοδόξων;
Διότι φοβούμαι ότι εάν δεν το πράξουν τώρα οι συγκεκριμένοι Ιεράρχες, για την επόμενη γενιά Ιεραρχών δεν θα υπάρχει η δυνατότητα να το πράξουν. Η θρησκευόμενη Ελλάδα θα έχει διολισθήσει σε υποχείριο ορθόδοξων μουλάδων και σε όμηρο ρουβλίων. Και τότε η απομόνωση και η σύγκρουση με την υπόλοιπη ελληνική κοινωνία θα είναι αναπόφευκτη. Και δεν αναφέρομαι στον οριστικό διαχωρισμό Κράτους–Εκκλησίας σε πολιτισμένη συζήτηση πρωθυπουργού και Αρχιεπισκόπου, κάτι το οποίο προσωπικά επιθυμώ. Αναφέρομαι στον κίνδυνο διαρκούς συγκρούσεως των δύο κόσμων που -και η πανδημία- μας καταδεικνύει ότι υπάρχει στα σπλάχνα αυτής της κοινωνίας. Ενός κόσμου του παρελθόντος, ψευτοπατριωτικού, εθνικιστικού, φονταμενταλιστικού και συνομοσιολογικού και ενός κόσμου του μέλλοντος δημοκρατικού, θεσμικού, ανεκτικού, προοδευτικού.
(Ο Σωκράτης Ξυνίδης είναι Έλληνας δικηγόρος, πολιτικός, πρώην Αναπληρωτής Υπουργός Ανάπτυξης και πρώην βουλευτής/photo greece.com)