Η Διπλωματική Τανάλια που έστησε το Υπουργείο Εξωτερικών στην Τουρκία
«Η Ελλάδα οφείλει να μπορεί να αντιμετωπίσει οποιαδήποτε κρίση μόνη της. Από κει και πέρα εφικτέο είναι να έχει δίπλα της τους Ευρωπαίους και πέραν της Ευρώπης. Ξανά λέω όμως, υποχρέωση μας είναι, ξεκάθαρη, να μπορούμε να αντιμετωπίσουμε την κρίση και μόνοι μας. Δεν λέω ότι θέλω να είμαστε μόνοι μας, και δεν λέω ότι εύχομαι να είμαστε μόνοι μας, και δεν λέω ότι προβλέπω ότι θα είμαστε μόνοι μας. Κάνουμε ότι μπορούμε ακριβώς, για να μην είμαστε μόνοι μας. Και ακριβώς το να μην είμαστε μόνοι μας, λειτουργεί και ως αποτροπή.»
Αυτά είχε αναφέρει στις 2 Δεκεμβρίου 2019 ο Υπουργός Εξωτερικών, Νίκος Δένδιας, στην πρωινη εκπομπή «Σήμερα» του ΣΚΑΙ, και στους δημοσιογράφους Δημήτρη Οικονόμου και Μαρία Αναστασοπούλου. Μέχρι τότε οι «και πέραν της Ευρώπης» σύμμαχοι ήταν οι Αμερικανοί και ως ένα βαθμό οι Ισραηλινοί. Ένα μήνα μετά ο Έλληνας Πρωθυπουργός ταξίδεψε στις ΗΠΑ όπου συναντήθηκε με τον Αμερικανό Πρόεδρο, Ντόναλντ Τραμπ. Τον πρωθυπουργό συνόδευαν ο υπουργός Εξωτερικών Νίκος Δένδιας, ο υπουργός Εθνικής Άμυνας Νίκος Παναγιωτόπουλος, o υπουργός Ανάπτυξης Άδωνις Γεωργιάδης, η υπουργός Παιδείας Νίκη Κεραμέως, ο υφυπουργός Εξωτερικών αρμόδιος για την οικονομική διπλωματία και την εξωστρέφεια Κώστας Φραγκογιάννης και ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ και κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας.
Το ταξίδι είχε δύο άξονες, ο πρώτος αφορούσε την Εξωτερική Πολιτική και την Άμυνα, και ο άλλος την οικονομία και τους τρόπους αντιμετώπισης της τριπλής κρίσης που θα χτυπούσε το επόμενο διάστημα την χώρα, Ελληνοτουρκικά, Μεταναστευτικό, Πανδημία. Όσο αφορά στο πρώτο σκέλος η Ελληνική πλευρά είχε επιλέξει τον στόχο, και αυτός δεν ήταν άλλος από το να αποδείξει σε νυν και μελλοντικούς συμμάχους ότι η Ελλάδα είναι έτοιμη να υπερασπιστεί τα κυριαρχικά της δικαιώματα. Ο Κυριακός Μητσοτάκης ήταν ξεκάθαρος στον Ντόναλντ Τραμπ, αν η Ελλάδα δεχόταν επίθεση από την Τουρκία η αντίδραση θα ήταν αποφασιστική.
«Κι αν χάσετε;», ρώτησε χαρακτηριστικά σε εκείνο το σημείο τον Έλληνα πρωθυπουργό ο Ντόναλντ Τραμπ. «Δεν θα χάσουμε, κ. πρόεδρε», ήταν η απάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη. Αυτό σημείωνε σε άρθρο το «V» με τίτλο «οι σύμμαχοι στηρίζουν την Ελλάδα για την απόφαση της» ενώ ανέφερε επίσης «η απάντηση αυτή του Έλληνα πρωθυπουργού δεν προέκυψε από τον διάλογο της στιγμής, αλλά είναι μια απόφαση της Ελλάδας η οποία γνωρίζει πολύ καλά πως για να έχει την στήριξη των συμμάχων, θα πρέπει η ίδια να αποδείξει πως είναι διατεθιμένη να υπαρασπιστεί τα συμφέροντα της. Ναι, η πολιτική και η συμπεριφορά του Αμερικανού Πρέσβη στην Αθήνα θα ήταν πολύ διαφορετική αν απέναντι του είχε μια κυβέρνηση και ένα πολιτικό σύστημα το οποίο θα είχε ενδοιασμούς για την στάση απέναντι στην Τουρκία, οι δηλώσεις του Στειτ Ντιπαρτμεντ θα είχαν άλλο περιεχόμενο, η Γαλλία, το Ισραήλ η Αίγυπτος, ακόμα και η Ιταλία θα είχαν μια τελείως διαφορετική ανάγνωση των πραγμάτων και τελείως διαφορετική στάση, αν η Ελλάδα δεν ήταν αποφασισμένη.»
Χρειάστηκαν μόλις δύο μήνες για να αποδειχθούν όλα τα παραπάνω και η αποφασιστικότητα της Αθήνας με την επίθεση της Τουρκίας στον Έβρο. Αν και αυτή έγινε με proxies και με την κάλυψη του μεταναστευτικού, όλος ο κόσμος στάθηκε δίπλα στην χώρα, ενώ κυβερνήσεις άλλων χωρών βρήκαν την ευκαιρία ώστε να αναπτύξουν η να επεκτείνουν την συμμαχία τους με την Ελλάδα. Από εκείνο το σημείο και μετά το Υπουργείο Εξωτερικών ξεκινά ένα μαραθώνιο με τα αποτελέσματα να είναι ορατά σε όλα τα πεδία. Οι Συμφωνίες με Ιταλία και Αίγυπτο αποδεικνύουν ότι η Ελλάδα είναι πρόθυμη να γίνει χώρα Λύσεων αφήνοντας πίσω την φοβική πολιτική του «δεν κάνουμε τίποτα» και αφήνουμε τα προβλήματα για τους επόμενους.
Το υπουργείο εξωτερικών, με την υποστήριξη του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, ανάπτυξε συμμαχίες με τον Αραβικό Κόσμο όπως τα ΗΑΕ, την Σαουδική Αραβία, και την Αίγυπτο. Επανήλθε στην Λιβύη ενώ ξεκίνησε να κάνει αισθητή την παρουσία και στην Αφρική. Στα βόρεια σύνορα, από την μια η Συμφωνία των Πρεσπών και από την άλλη ο Ενεργειακός ρόλος της χώρας, επέτρεψε στο Υπουργείο Εξωτερικών να επανέλθει στα Βαλκάνια ως πυλώνας σταθερότητας και λύσεων.
Σε ενάμιση χρόνο ο Νίκος Δένδιας και το Υπουργείο Εξωτερικών κατάφεραν να χτίσουν ένα πλέγμα συμμαχιών το οποίο δεν έχει κλείσει ακόμα. Λίγες ημέρες πριν είδαμε την προσέγγιση εκ νέου με τους Κούρδους του Ιράκ, την άμεση παρέμβαση στην κρίση στην Γάζα, ενώ η αναβάθμιση της Ελλάδας στο Κόσοβο με την δεύτερη επίσκεψη του Έλληνα Υπουργού, αποδεικνύει ότι η χώρα είναι αποφασισμένη να προχωρήσει δυναμικά αναλαμβάνοντας περιφερειακούς ρόλους
Σε αυτή την «Διπλωματική Τανάλια» που δημιουργεί το Υπουργείο Εξωτερικών υπάρχουν δύο σημεία που πρέπει να προσεχθούν ιδιαίτερα. Το πρώτο είναι η σχέση της χώρας με το Αζερμπαϊτζάν και τα τεράστια συμφέροντα που έχουμε με το Μπακού και τον Αλίγιεφ. Δεν μπορεί η θρησκευτική σχέση με την Αρμενία να είναι εμπόδιο, που στην πραγματικότητα με την ανάπτυξη των σχέσεων Ελλάδας-Αζερμπαϊτζάν μόνο οφέλη θα έχει η Αρμενία. Όσο στο Μπακού η Τουρκία «αλωνίζει» μόνη, Αθήνα και Ερεβάν θα έχουν μόνο απώλειες.
Το δεύτερο είναι το ανθρώπινο δυναμικό. Αυτή η «Διπλωματική Τανάλια» για διατηρηθεί, το Υπουργείο θα πρέπει να στελεχωθεί με περισσότερους νέους διπλωμάτες οι οποίοι θα αποκτήσουν την εμπειρία για να διαχειριστούν τις επόμενες δύσκολες δεκαετίες. Δεν γίνεται στην Κομοτηνή το Τουρκικό Προξενείο να έχει 20 διπλωμάτες, και η Ελλάδα σε χώρες όπως η Βουλγαρία 4 η 5, όταν η Σόφια μόνο στην Θεσσαλονίκη έχει 9.
Δεν γίνεται να είμαστε Ενεργειακό Hub και γύρω από την Κασπία Θάλασσα να έχουμε μόνο έναν Πρέσβη, στο Αζερμπαϊτζάν. Δεν γίνεται στην Λιβύη, στην Τυνησία και την Αλγερία να μην υπάρχει στρατός Ελλήνων διπλωματών ώστε να συνδέονται με τον Ελληνισμό στο Κάιρο.