Η χειραφέτηση των Αλεβιτών της Θράκης
Λίγες βδομάδες πριν στο ορεινό χωριό του Μεγάλου Δερείου στον Έβρο έλαβε χώρα ένα γεγονός, η σημασία του οποίου δεν έχει γίνει αισθητή ακόμα στη χώρα μας. Ίσως και να παραμείνει στα ψιλά της ειδησιογραφίας δυτικά του Νέστου, ωστόσο στις γειτονικές μας χώρες, τόσο σε αυτές στα βόρεια, όπου διαβιούν μουσουλμανικοί πληθυσμοί, όσο και στην Τουρκία, η είδηση αρχίζει να εξαπλώνεται ραγδαία.
Ο ευκτήριος οίκος (cemevi) της θρησκευτικής κοινότητας των αλεβιτών μουσουλμάνων του Μ. Δερείου αποτελεί τον πρώτο λατρευτικό χώρο αλεβιτών της Ελλάδας που αποκτά επίσημη άδεια λειτουργίας από την Ελληνική Πολιτεία. Ίσως αυτό να μην ακούγεται εντυπωσιακό εκ πρώτης όψεως, ωστόσο η τοποθέτησή του στο πολιτικό πλαίσιο της Θράκης και η αντιπαραβολή του με την αντιμετώπιση των 20 περίπου εκατομμυρίων αλεβιτών της Τουρκίας από το τουρκικό κράτος αποκαλύπτει τις πραγματικές διαστάσεις του γεγονότος.
Από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 η (σουνιτική) Τουρκία θέτει σε εφαρμογή μια συντονισμένη πολιτική χειραγώγησης των 4.000 περίπου αλεβιτών της Θράκης που διαβιούν κυρίως στην ανατολική ορεινή Ροδόπη και Έβρο και αποτελούν κλάδο του σιϊτικού Ισλάμ που ακολουθεί τη σουφική διδασκαλία του Χατζή Μπεκτάς Βελή. Το 1997 με την καθοδήγηση και την οικονομική συνδρομή της Τουρκίας ιδρύεται ο Μειονοτικός Εκπολιτιστικός & Μορφωτικός Σύλλογος «ΧΙΛΙΑ», με σκοπό την ανάληψη της διοργάνωσης των λατρευτικών και εορταστικών εκδηλώσεων των Αλεβιτών της Θράκης. Απώτερος σκοπός της Τουρκίας αποτελεί η θρησκευτική ομογενοποίηση των μουσουλμάνων της Θράκης υπό σουνιτική (τουρκική) σημαία κατ’ αναλογία της προσπάθειας ταυτοτικής ομογενοποίησης των συνιστωσών της μουσουλμανικής μειονότητας (Πομάκων και Ρομά).
Ο ανωτέρω σύλλογος, που συνενώνει για πρώτη φορά τους (ανυποψίαστους ακόμα) αλεβίτες της Θράκης, αρχίζει από τα μέσα της δεκαετίας του 2000 να εισαγάγει πρακτικές και έθιμα από τη γειτονική Τουρκία (μουσικά συγκροτήματα, ψάλτες, παλαιστές, κλπ), ενώ αρχίζει να εγγράφει ως μέλη και σουνίτες (με δεδηλωμένα φιλοτουρκικά φρονήματα). Επιπλέον, από τα τέλη της δεκαετίας του 2000 στα μεγάλα πανηγύρια αρχίζουν να κάνουν την εμφάνισή τους ο τούρκος Γενικός Πρόξενος της Κομοτηνής, ο αντίστοιχος «ψευτομουφτής» και οι γνωστοί φιλοπροξενικοί παράγοντες της μειονότητας, οι οποίοι αναλαμβάνουν πολυδάπανα έργα εντός του ιερού αλεβιτικού χώρου του Τεκέ της Ρούσας (του δεύτερου ιερότερου χώρου των αλεβιτών μετά τoν τάφο του Χατζή Μπεκτάς Βελή στην Καππαδοκία της Τουρκίας), ενώ αρχίζουν να ανακαινίζουν και το κοντινό τέμενος της Ρούσας για να προσελκύσουν και να αναδείξουν το σουνιτικό στοιχείο.
Η όλο και εντονότερη επέμβαση των σουνιτών αρχίζει να προκαλεί τη δυσφορία και την καχυποψία των αλεβιτών, ενώ η σταγόνα που ξεχειλίζει το ποτήρι είναι η εκλογή το 2015 ενός σουνίτη προέδρου στον ανωτέρω σύλλογο. Για πρώτη φορά τότε ο επικεφαλής της άτυπης Επιτροπής Προστασίας του Τεκέ της Ρούσας (που αποτελείται από εκπροσώπους των 12 αλεβιτικών χωριών της Θράκης) απευθύνεται στην Ελληνική Πολιτεία για προστασία. Η έκκληση αυτή θα καταλήξει το 2018 στην άτυπη αναγνώριση της Επιτροπής των Αλεβιτών του Τεκέ της Ρούσας -που αρχίζει να συνειδητοποιεί το παιχνίδι της Τουρκίας και να αποκολλάται από τις φιλοπροξενικές δομές στη Θράκη- ως μοναδικό δικαιούχο διοργάνωσης του μεγαλύτερου ετήσιου πανηγυριού των αλεβιτών «Seçek Yaylası» στο ύψωμα «χίλια» του Νομού Σουφλίου. Από την άλλη, ο Σύλλογος “ΧΙΛΙΑ” αρχίζει να διοργανώνει αντιπανηγύρι σε διαφορετική περιοχή, το οποίο σταδιακά εκφυλίζεται και του γυρνά την πλάτη η πλειοψηφία των αλεβιτών. Με το τουρκικό εγχείρημα να αποτυγχάνει, επόμενο βήμα στην απεξάρτηση του αλεβιτικού στοιχείου από τον τουρκικό εναγκαλισμό και στην αυτόνομη ύπαρξή του αποτελεί η χορήγηση άδειας του πρώτου λατρευτικού χώρου (cemevi) των αλεβιτών του Μ. Δερείου το Μάρτιο του 2021.
Τη στιγμή, λοιπόν, που η Ελληνική Πολιτεία κάνει πράξη τη θρησκευτική ελευθερία για μια ομάδα πιστών ενός ισλαμικού δόγματος που διαβιεί στη χώρα μας και την προστατεύει έναντι ακόμη μιας κακόβουλης επέμβασης της Τουρκίας στα εσωτερικά της χώρας μας, οι Αλεβίτες της Τουρκίας που αποτελούν περίπου το 15-20% του πληθυσμού της και είναι η δεύτερη μεγαλύτερη θρησκευτική ομάδα μετά το σουνιτικό Iσλάμ, βρίσκεται υπό διωγμό. Η τουρκική κυβέρνηση αρνείται μέχρι σήμερα να αναγνωρίσει τους ευκτήριους οίκους των Αλεβιτών (κάτι για το οποίο έχει καταδικαστεί 2 φορές από το ΕΔΔΑ), ενώ οι αλεβίτες αναγνωρίζονται ως πολιτιστική και όχι ως θρησκευτική κοινότητα και αδυνατούν να λάβουν κρατική οικονομική ενίσχυση.
Βλέποντας άλλη μια αντίφαση του τουρκικού κράτους απέναντι στις μειονότητές του που από τη μια διώκει απηνώς τους αλεβίτες στη χώρα του (σφαγές στο Μαράς το 1973, στη Σεβάστεια το 1993 και στην Κωνσταντινούπολη το 1995 και το 2014) και από την άλλη προσπαθεί να τους «προστατέψει» στη Θράκη, οι αλεβίτες της Θράκης μπορούν πλέον να θεωρούν ότι βρίσκονται σε ασφαλή δρόμο. Το αποδεικνύει, άλλωστε, η επίθεση στην Πολιτεία των γνωστών φιλοπροξενικών μειονοτικών «δημοσιογράφων» που ανακαλύπτουν «προσπάθεια διάσπασης της τουρκικής μειονότητας και της φιλειρηνικής συνύπαρξης των αδελφών (!) σουνιτών και αλεβιτών μπεκτασήδων στη Θράκη», αλλά και τα συγχαρητήρια δημοσιεύματα από τις γύρω χώρες που κάνουν λόγο για χειραφέτηση των αλεβιτών από την τουρκική καταπίεση.