Η Αρμενία επανέλαβε το λάθος της Ελλάδας που έκανε το 1954 με το Κυπριακό
Μέχρι το 1954 η Ελλάδα είχε μια σταθερή πολιτική για το Κυπριακό. Δεν διεθνοποιούσε το ζητήμα, ελπίζοντας κάποια στιγμή να το λύσει με την Βρετανία σε μια διμερή συμφωνία, κατά την οποία το Λονδίνο θα επέλεγε σύμφωνα με στρατηγικό συμφέρον και την συμμαχία του με την Ελλάδα.
Αυτή ήταν μια πολιτική του Ελευθερίου Βενιζέλου, ο οποίος δεν ήθελε σε καμιά περίπτωση να θέσει η Ελλάδα ένα θέμα την στιγμή που όλη η Ευρώπη είτε ετοιμαζόταν για πόλεμο, είτε πολεμούσε. Μάλιστα ακόμα και η ίδια η χώρα δεν ήταν σε θέση να πάει κόντρα στην Βρετανική Αυτοκρατορία, σε εκείνες τις κρίσιμες στιγμές της ανθρωπότητας.
Όμως το 1954 κάτω από τον τυχοδιωκτισμό του Μακαρίου, και τις φωνές στον εσωτερικό της Ελλάδας, αναγκάστηκε να προχωρήσει στην διεθνοποίηση του ζητήματος. Όπως σημειώνει ο Αντώνης Κλάψης σε άρθρο στην Καθημερινή [12/10/20140], «η πρώτη ελληνική προσφυγή στον ΟΗΕ για το Κυπριακό κατατέθηκε τον Αύγουστο του 1954. Προκειμένου να αποφύγει διπλωματικούς σκοπέλους, η Ελλάδα δεν ζητούσε την ένωση της Κύπρου με τη μητέρα πατρίδα, αλλά την παροχή στους κατοίκους του νησιού του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης. Ωστόσο, ήταν φανερό ότι η εφαρμογή της αρχής της αυτοδιάθεσης στην Κύπρο (π.χ. μέσω της διεξαγωγής ενός δημοψηφίσματος) θα κατέληγε στην ένωση. Η ελληνική πλευρά πέτυχε την εγγραφή της προσφυγής στην ημερήσια διάταξη της 9ης Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, όμως οι αριθμητικοί συσχετισμοί δεν επέτρεπαν τη λήψη μιας ευνοϊκής απόφασης. Ετσι, τον Δεκέμβριο 1954 η ελληνική αντιπροσωπεία συγκατένευσε στη λύση της μη συζήτησης του θέματος «προς το παρόν», υποστηρίζοντας ότι με αυτόν τον τρόπο γινόταν δεκτό ότι το ζήτημα εξακολουθούσε να εκκρεμεί ενώπιον του διεθνούς οργανισμού.»
Η Βρετανία ήταν ακόμα Αυτοκρατορία, είχε βγει νικήτρια από τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο. Ποια χώρα θα ψήφιζε εναντίον της πολιτικής της; Στο ίδιο κείμενο ο Αντώνης Κλάψης σημείωνε εύστοχα, «έπιπλέον, η μετακίνηση του Κυπριακού από το αυστηρά διμερές στο διεθνές πεδίο ήταν ανεπιθύμητη από το Λονδίνο, με άμεσο αποτέλεσμα την επιδείνωση των ελληνοβρετανικών σχέσεων. Η προκαταβολικά αρνητική τοποθέτηση των Ηνωμένων Πολιτειών έναντι της ελληνικής προσφυγής στερούσε από την Αθήνα την πιθανότητα της υποστήριξης της Ουάσιγκτον, η οποία θα μπορούσε να αμβλύνει τη βρετανική αδιαλλαξία. Η αδύναμη διπλωματική θέση της Ελλάδας διαπιστώθηκε και εντός του ευρύτερου συμμαχικού πλαισίου, καθώς τα υπόλοιπα μέλη του ΝΑΤΟ μοιραία έτειναν να ταυτίζονται με τον ισχυρότερο από τους εμπλεκόμενους στην υπόθεση, δηλαδή στην προκειμένη περίπτωση με τη Μεγάλη Βρετανία. Το χειρότερο: η προσφυγή στον ΟΗΕ έδωσε τη δυνατότητα στην Τουρκία να εμφανιστεί ως ενδιαφερόμενο μέρος στο Κυπριακό, το οποίο στα μάτια της διεθνούς κοινής γνώμης αποκτούσε ολοένα και περισσότερο τα χαρακτηριστικά μιας διένεξης με απρόβλεπτες συνέπειες σε περιφερειακό επίπεδο.»
Το λάθος της Αρμενίας;
Ολο το προηγούμενο διάστημα, η Αρμενία, κατα εξ αναγκασμό της Μόσχας, προσπαθεί να πείσει την κοινή γνώμη μέσα από άρθρα και λόμπι πως στο Καραμπάχ πραγματοποιείται μια γενοκτονία. λόγω του αποκλεισμού του Διαδρόμου Λατσίν.
Από την άλλη μεριά, το Αζερμπαϊτζάν σημείωνε πως υπάρχει και άλλος δρόμος από τον οποίο θα μπορούσαν να περάσουν φορτηγά με ανθρωπιστική – και μόνο – βοήθεια, αυτός του Άγνταμ. Οι λόγοι που το Αζερμπαϊτζάν επιμένει η μεταφορά της βοήθειας να γίνει από τον συγκεκριμένο δρόμο είναι οι εξής. Πρώτον, θεωρεί από τον δρόμο Λατσίν [ο οποίος ελέγχεται και από τους Ρώσους], μαζί με τρόφιμα και άλλα είδη πρώτης ανάγκης θα μεταφερθούν και όπλα. Ο δεύτερος, θέλει να δείξει πως στην επικράτεια του, το Αζερμπαϊτζάν καθορίζει από που θα γίνουν οι μεταφορές στους πολίτες του [το Αζερμπαϊτζάν θεωρεί τους Αρμένιους του Καραμπάχ πολίτες του].
Υπάρχει και ένας τρίτος λόγος πιο περίπλοκος. Αυτός αφορά τους ηγέτες των αυτονομιστών, τους οποίους θέλει να σύρει σε διαπραγματεύσεις στο Μπακού, ώστε να διαπραγμσατευτεί απευθείας μαζί τους το μέλλον τους, είτε μέσα στο Αζερμπαϊτζάν, είτε έξω από αυτό.
Με την απόφαση του Ερεβάν να προσφύγει στο Συμβούλιο Ασφαλείας για τον διάδρομο Λατσίν, έδωσε την ευκαιρία στο Μπακού να δείξει -επίσημα- στις αντιπροσωπείες όλων των Εθνών, πως υπάρχει εναλλακτική, και αφού πρόκειται για ανθρωπιστική βοήθεια, ο δρόμος Άγνταμ είναι διαθέσιμος.
Αυτό που μένει να αποδείξει η ιστορία, είναι αν ο Πασινιάν και οι δυτικοί σύμμαχοι του έφεραν το θέμα στο Σ/Α για να εκθέσουν την προσπάθεια της Μόσχας για κρίση μέσω του Διαδρόμου Λατσίν, και να συμβιβάσουν υπό την πίεση των γεγονότων τους αυτονομιστές.