Γιώργος Κουμουτσάκος – Εντεκα χρόνια από το Βουκουρέστι
Πριν από έντεκα χρόνια, στη Σύνοδο Κορυφής του ΝΑΤΟ της 4ης Απριλίου του 2008 στο Βουκουρέστι, η ελληνική εξωτερική πολιτική κατέγραφε μια ιστορική επιτυχία. Η Ελλάδα κατάφερε να επιβάλει στη Συμμαχία τη δική της θέση. «Μη λύση, μη πρόσκληση». Μετέτρεψε σε «νατοϊκή», και μάλιστα με ομοφωνία, την ελληνική θέση. Ολοι οι Σύμμαχοι προσυπέγραψαν στο τέλος αυτό με το οποίο εξαρχής διαφωνούσαν. Για να το πετύχει αυτό η κυβέρνηση Καραμανλή δούλεψε σκληρά σε πολιτικό και διπλωματικό επίπεδο.
Ανέπτυξε ταυτόχρονα συστηματική προσπάθεια προκειμένου να διαμορφωθούν προϋποθέσεις μιας ισχυρής, μιας αρραγούς εθνικής ενότητας στο θέμα αυτό. Ολοι όσοι μετείχαμε σ’ εκείνη την ομάδα γνωρίζαμε και πιστεύαμε ότι μόνο με ισχυρό εσωτερικό μέτωπο θα μπορούσε να διεξαχθεί με προοπτικές επιτυχίας η μάχη του Βουκουρεστίου. Τόσο η Ντόρα Μπακογιάννη, όσο και πριν από αυτήν ο Πέτρος Μολυβιάτης ενημέρωναν συνεχώς, πλήρως και ουσιαστικά όλες τις πολιτικές δυνάμεις του τόπου. Εκαναν δηλαδή επί χρόνια ό,τι ακριβώς δεν έπραξαν οι κύριοι Τσίπρας και Κοτζιάς. Αντιμετωπίσαμε βέβαια και αντιθέσεις. Κυρίως από τον ΣΥΡΙΖΑ, στελέχη του οποίου ζητούσαν να αναγνωριστεί το γειτονικό κράτος με το όνομα «Μακεδονία» σκέτο. Και βέβαια δεν λιποψυχήσαμε μπροστά στη διεθνή πίεση.
Θυμούμαι έντονα το τηλεφώνημα της τότε ΥΠΕΞ Ντόρας Μπακογιάννη με την Αμερικανίδα ομόλογό της Condoleezza Rice. Ηταν μια επί ίσοις όροις σκληρή αντιπαράθεση θέσεων και επιχειρημάτων. Ομως σ’ εκείνο το τηλεφώνημα, η Ελληνίδα υπουργός των Εξωτερικών δεν εκάμφθη ούτε για ένα δευτερόλεπτο. Και βέβαια δεν θα ξεχάσω την απάντηση του Κώστα Καραμανλή όταν αμέσως μετά την ομόφωνη απόφαση των ηγετών του ΝΑΤΟ του είπα πως «ήταν μια καλή μέρα». «Πράγματι», μου απάντησε, «θα μπορώ να συνομιλώ με ήσυχη συνείδηση με τα φαντάσματα εκείνων που αγωνίσθηκαν για την υπόθεση της Μακεδονίας».
Εκείνο το βράδυ ο Καραμανλής είχε ήσυχη τη συνείδησή του και όλοι εμείς, όχι μόνο της ελληνικής αποστολής, αλλά ολόκληρη η Ελλάδα, κοιμηθήκαμε ενθουσιασμένοι και περήφανοι. Η πολιτική ηγεσία της χώρας με γνώση, ορθή εκτίμηση των δεδομένων και σκληρή διπλωματική δουλειά αποδείκνυε έμπρακτα πως όταν ορίζει κόκκινες γραμμές, τις εννοεί. Ανεξάρτητα από τις αντιδράσεις που αυτό πιθανώς θα μπορούσε να προκαλέσει. Ενίσχυε την αξιοπιστία, το κύρος της χώρας στη διεθνή κοινότητα. Διασφάλιζε την αξιοπρέπειά της εντός και εκτός συνόρων.
Η απόφαση της Συμμαχίας στο Βουκουρέστι ότι τα Σκόπια δεν θα προσκαλούνταν για ένταξη στο ΝΑΤΟ εάν πρώτα δεν λυθεί με αμοιβαία αποδεκτό τρόπο το ζήτημα της ονομασίας, διαμόρφωσε με τρόπο στέρεο το ισχυρότερο, ίσως και το μόνο ουσιαστικό διαπραγματευτικό χαρτί που διέθετε η Ελλάδα στη δύσκολη και σκληρή διαπραγμάτευση. Αντιστάθμισε τις σχεδόν 140 διμερείς αναγνωρίσεις της άλλης πλευράς με το συνταγματικό της όνομα. Και ανέστρεψε τη φορά των πιέσεων από την Αθήνα στα Σκόπια. Από εκείνη τη στιγμή είχαν λόγους να βιάζονται οι γείτονές μας και όχι εμείς. Αυτό το ισχυρό διπλωματικό και διαπραγματευτικό χαρτί, για το οποίο πάλεψε η κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή, όχι χωρίς κόστος για την ίδια, το κληροδότησε σε όλες τις ελληνικές κυβερνήσεις που τη διαδέχθηκαν. Το κληρονόμησε και η παρούσα κυβέρνηση. Το κληρονόμησε αλλά το σπατάλησε, φέρνοντας την εθνικά επιζήμια συμφωνία των Πρεσπών.
Μια σύγκριση ανάμεσα στους πρωταγωνιστές του τότε και του τώρα, καταδεικνύει ξεκάθαρα τη διαφορά σ’ ό,τι αφορά τη συναίσθηση του βάρους της Ιστορίας, αλλά και της ευθύνης για το σήμερα και το αύριο. Τότε πρόσωπα βαριά με αφοσίωση στο χρέος έτοιμα να αναλάβουν βαρύ προσωπικό κόστος για το εθνικό συμφέρον. Τώρα πρόσωπα που δεν δίστασαν να σπαταλήσουν πολύτιμο διπλωματικό κεφάλαιο ετών, να πολώσουν και να διχάσουν πάνω σε ένα εθνικό θέμα, να εγκαταλείψουν πάγιες εθνικές θέσεις. Η Ιστορία θα μας κρίνει όλους. Και εμάς για το 2008 και εκείνους για το 2019.
* Ο κ. Γιώργος Σ. Κουμουτσάκος είναι βουλευτής Β΄ Αθηνών και τομεάρχης Εξωτερικών της Νέας Δημοκρατίας.