Γιατί όχι ένας φράχτης στον Εβρο;
Άγγελος Στάγκος Καθημερινή
Συνεχίζει να δίνει συμβουλές και παροτρύνσεις σε Αθήνα και Αγκυρα να συνομιλήσουν μεταξύ τους «σε πνεύμα καλής γειτονίας» για να λύσουν τις διαφορές τους ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ, ακολουθώντας πιστά τη γραμμή των ίσων αποστάσεων, που χάραξε το 1974 ο τότε γ.γ. της Ατλαντικής Συμμαχίας Γιόζεφ Λουνς.
Φυσικά δεν θα υπήρχε κανένας λόγος να καταφύγει η Ελλάδα στη σοφία και τις υπηρεσίες του γενικού γραμματέα του ΝΑΤΟ, αν επικρατούσε «πνεύμα καλής γειτονίας» στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, αλλά αυτό ήταν αναμενόμενο εκ πείρας και βεβαίως δεν σημαίνει ότι δικαιολογείται οποιαδήποτε σκέψη αποχώρησης της Ελλάδας από την Ατλαντική Συμμαχία, ή έστω από το στρατιωτικό σκέλος της. Αλλωστε, η χώρα πλήρωσε την παρορμητική ανάλογη απόφαση που πήρε όταν πρωτοαισθάνθηκε τη στρατηγική των διεκδικήσεων και προκλήσεων από την τουρκική πλευρά, αλλά και την «ουδέτερη» στάση του ΝΑΤΟ το 1974.
Τα παραπάνω έχουν ασφαλώς σχέση με την «αγέρωχη» και συνεχώς προκλητική στάση της Τουρκίας απέναντί μας, που τώρα μας κατηγορεί ευθέως, μέσω πρωθυπουργού Γιλντιρίμ και υπουργείου Εξωτερικών, ότι προσφέρουμε «ασφαλές λιμάνι» στους αντιπάλους του καθεστώτος Ερντογάν, μετά την πρόσφατη απόφαση του ΣτΕ. Προφανώς η Αγκυρα αρνείται να δεχθεί τη λειτουργία και τις διαδικασίες της ανεξάρτητης Δικαιοσύνης, όπως αυτές ακολουθούνται στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ενωσης, και υποτίθεται ότι και για την υπεράσπισή της (της ανεξάρτητης Δικαιοσύνης) συγκροτήθηκε κάποτε το ΝΑΤΟ. Αλλά είναι σαφές ότι η Τουρκία δεν πρέπει να «πικραίνεται», ακόμη και όταν προσεγγίζει τη Ρωσία και αγοράζει προηγμένα πυραυλικά συστήματα από αυτήν.
Εκτός όμως από την «γκρίνια», υπάρχει και η σκληρή πραγματικότητα που, μεταξύ άλλων, λέει ότι η Τουρκία έχει βάλει μπρος και τη μηχανή αύξησης των προσφυγικών ροών. Το βλέπουμε τους τελευταίους μήνες στη νησιά, το διαπιστώνουμε όμως και στον Εβρο, όπως δείχνουν οι αριθμοί και παραδέχεται ο αρμόδιος υπουργός Δ. Βίτσας σε δηλώσεις και συνεντεύξεις του. Επισημαίνοντας μάλιστα ότι ο ίδιος βρίσκεται σε συνεχή επικοινωνία με τον Τούρκο ομόλογό του, χωρίς, φυσικά, αποτέλεσμα. Αλλωστε, το «προσφυγικό» αποτελεί όπλο με το οποίο απειλεί συνεχώς και ανοικτά την Ευρώπη ο Ερντογάν. Είτε για να διεκδικήσει κονδύλια, δήθεν για να δημιουργήσει και να ενισχύσει τις δομές φιλοξενίας τους, ενώ μάλλον τα διοχετεύει στη χρηματοδότηση των στρατιωτικών επιχειρήσεων στη Συρία, είτε για να περιορίσει την κριτική και να εξασφαλίσει την ανοχή απέναντι στις αυθαιρεσίες του καθεστώτος του.
Είναι φανερό πλέον ότι η Τουρκία στην άσκηση πιέσεων χρησιμοποιεί και τον Εβρο, εκτός από τα νησιά, επιτρέποντας σε αυξανόμενους αριθμούς προσφύγων και μεταναστών να περνούν τα σύνορα προς την Ελλάδα. Αν είχε αντίθετη βούληση, δεν θα το επέτρεπε, όπως αποδεικνύεται από τη σύλληψη των δύο Ελλήνων στρατιωτικών που πέρασαν κατά λάθος τα σύνορα και από τις συλλήψεις αντιπάλων του καθεστώτος που επιχειρούν να τα διαβούν. Επομένως, πρέπει να βρεθεί μια απάντηση, και μια σκέψη ίσως θα ήταν η ανέγερση ενός φράχτη, τουλάχιστον στα σημεία διαβάσεων. Είναι πολλές οι χώρες στα βόρεια σύνορά μας που το έχουν κάνει για να προστατευτούν από τις ροές από την Ελλάδα, υπό τη σιωπηρή συγκατάνευση των υπολοίπων Ευρωπαίων, και άλλες τόσες που έχουν αυξήσει θεαματικά τους ελέγχους. Γιατί όχι και εμείς λοιπόν;
Τόσες και τόσες «κωλοτούμπες» έχει κάνει η κυβέρνηση Συρανέλ, η απομάκρυνση από την χριστοδουλοπούλεια άποψη περί… ελεύθερης μετακίνησης προσφύγων και μεταναστών δεν θα χαλούσε περισσότερο τη διαγωγή της. Σε συνδυασμό φυσικά με βελτίωση της διαδικασίας στις αιτήσεις ασύλου και επιστροφής όσων δεν δικαιούνται όπως προβλέπει η συμφωνία Ε.Ε. – Τουρκίας. Ας φανεί επιτέλους ένα δείγμα στοιχειώδους αποτελεσματικότητας…