Γιατί ο Πούτιν επιδιώκει νομισματική και στρατιωτική ενοποίηση Ρωσίας – Λευκορωσίας – Καζακστάν
Την πιστή εφαρμογή του σχεδίου που έχει καταρτίσει το Κρεμλίνο για την στενότερη διασύνδεση των χωρών της Κοινοπολιτείας Ανεξαρτήτων Κρατών, στις οποίες διαβεί σημαντική ρωσική μειονότητα περιλαμβάνουν οι προτάσεις του Πούτιν προς την ηγεσία της Λευκορωσίας και του Καζακστάν για την ίδρυση μιας νομισματικής Ένωσης.
Ακολουθώντας πιστά το δόγμα της προστασίας των ρωσικών μειονοτήτων στο “Εγγύς Εξωτερικό”, δηλαδή στις χώρες της πρώην ΕΣΣΔ όπου κατοικεί σημαντικό μέρος του Ρωσικού Έθνους και την εδραίωση της ρωσικής επιρροής σε αυτές, ο πρόεδρος Πούτιν προσπαθεί για μια ακόμη φορά να φέρει πιο κοντά στη Μόσχα τις δύο μεγάλες χώρες, οι οποίες επιπλέον αποτελούν σημαντικούς πυλώνες του γεωπολιτικού οικοδομήματος που η Ρωσία επιδιώκει να χτίσει.
Η συγκεκριμένη πρόταση έγινε από τον Πούτιν στον Λευκορώσο πρόεδρο Αλεξάντερ Λουκασένκο και στον Καζάκο ομόλογό του Νουρσουλτάν Ναζαρμπάγεφ, στην πρωτεύουσα Αστάνα του Καζακστάν, κατά την διάρκεια των συζητήσεων που είχαν οι τρεις ηγέτες για τα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν.
Η αρχή της εφαρμογής της πολιτικής του προέδρου Πούτιν για την σταδιακή ενοποίηση των τριών κρατών σε θεμελιώδους τομείς όπως η οικονομία, το εμπόριο, η ενέργεια και η άμυνα, είχε γίνει πριν από περίπου δύο χρόνια, όταν η Μόσχα κατάφερε να πείσει το Καζακστάν να ενοποιήσει τα συστήματα αεράμυνας των δύο χωρών.
Σύμφωνα με τον νόμο που υπέγραψε τον Νοέμβριο του 2013 ο ίδιος ο πρόεδρος Πούτιν, οι δύο χώρες θα εγκαθιδρύσουν ένα ενοποιημένο σύστημα αεράμυνας, το οποίο βασίζεται στο συντονισμό και στις κοινές δράσεις των δυνάμεων της Ρωσίας και του Καζακστάν εν καιρό ειρήνης.
Οι δυνάμεις του ενιαίου ρωσο-καζακικού συστήματος αεράμυνας θα διοικούνται από τις εθνικές διοίκησης τους και θα χρησιμοποιούν κοινά αποδεκτά σχέδια δράσης σε καιρό πολέμου.
Οι κοινές δυνάμεις θα διοικούνται από ένα αξιωματούχο ο οποίος θα διορίζεται μετά από συνεννόηση των δύο υπουργών Άμυνας, Ρωσίας και Καζακστάν, ενώ η έδρα της ενιαίας διοίκησης αεράμυνας θα είναι η πόλη Alma-Ata, στο Καζακστάν. Η περίοδο λειτουργίας του ενιαίου συστήματος αεράμυνας είναι πέντε χρόνια και η συμφωνία θα ανανεώνεται στη λήξη αυτής της περιόδου.
Μετά τη επίτευξη της συμφωνίας, η Ρωσία ξεκίνησε στις αρχές του 2014 να παραδίδει δωρεάν στο Καζακστάν 5 αντιαεροπορικές/αντιβαλλιστικές πυροβολαρχίες του συστήματος S-300PS, με στόχο ο συνολικός αριθμός να φτάσει τις 10 μονάδες επιτρέποντας έτσι στην κεντροασιατική χώρα να καλύψει σημαντικά κενά στην αεράμυνα της.
Τον προηγούμενο χρόνο, το 2013, η Ρωσία παρέδωσε 4 συστήματα S-300 στη Λευκορωσία στο πλαίσιο ανάλογης συμφωνίας για τον έλεγχο και συντονισμό της αεράμυνας των δύο χωρών.
Μάλιστα στην περίπτωση της Λευκορωσίας η Μόσχα έκανε ένα βήμα παραπέρα στέλνοντας σε πρώτη φάση ένα μικρό αριθμό αναχαιτιστικών μαχητικών τύπου Su-27SM3 και ένα ιπτάμενο ραντάρ τύπου Α-50 Mainstay στην αεροπορική βάση Baranavichi της Λευκορωσίας μόλις 40 χλμ από τα σύνορα με την Λιθουανία και 130 χλμ από τα σύνορα με την Πολωνία.
Σύμφωνα όμως με τον Αρχηγό της Ρωσικής Αεροπορίας Viktor Bondarev η παρουσία των ρωσικών μαχητικών στη Λευκορωσία θα γίνει μόνιμη αφού τουλάχιστον μια Μοίρα μαχητικών αεροσκαφών με περίπου 24 μαχητικά, θα εγκατασταθούν από το 2016 στην αεροπορική βάση Babruysk στην κεντρική Λευκορωσία.
Τέλος ένας ακόμη λόγος που η Ρωσία επιδιώκει τη στενότερη συνεργασία των τριών χωρών είναι η παρουσία δύο σημαντικών ραντάρ έγκαιρης προειδοποίησης στο έδαφος της Λευκορωσίας και του Καζακστάν που αποτελούν σημαντικούς αισθητήρες για την αντιπυραυλική της άμυνα.
Το ραντάρ τύπου Volga στην περιοχή της Λευκορωσίας Hantsavichy με δυνατότητα εντοπισμού στόχων σε απόσταση 6.500 χλμ επιτρέπει στην Ρωσική Υπηρεσία Αεροδιαστημική Άμυνας να εντοπίζει στόχους που βρίσκονται στην περιοχή της βόρειας Ευρώπη και του Ατλαντικού, ενώ το ραντάρ τύπου Dnepr στην περιοχή Balklash στο έδαφος του Καζακστάν επιτρέπει τον εντοπισμό στόχων στην περιοχή της Ινδίας, Πακιστάν και δυτικής Κίνας.
Τα δύο συστήματα αποτελούν μέρος ενός συνεχώς διευρυνόμενου δικτύου έγκαιρης προειδοποίησης το οποίο αποτελείται από 11 ραντάρ μεγάλης εμβέλειας (επιτήρηση πέρα από τον ορίζοντα) και ξεκινά από τις ακτές της Βαλτικής φτάνοντας μέχρι την ρωσική Άπω Ανατολή.
Το εν λόγω δίκτυο καλύπτει τις περιοχές από τις οποίες πιθανόν η Ρωσία, αλλά και η Λευκορωσία και το Καζακστάν θα μπορούσαν να δεχτούν επιθέσεις, ενώ επιτρέπει την παρακολούθηση οποιασδήποτε δραστηριότητας στις περιοχές επιτήρησης δίνοντας ένα σαφέστατο πλεονέκτημα στους χρήστες του.
Η αλαζονική συμπεριφορά της Δύσης απέναντι στις χώρες της πρώην ΕΣΣΔ και η επίδειξη ισχύος των Αμερικανών στην Ουκρανία, την Βαλτική, την Μαύρη θάλασσα και την κεντρική Ασία με αφορμή τον πόλεμο στο Αφγανιστάν έχουν στείλει τα κατάλληλα προειδοποιητικά μηνύματα στις ηγεσίες της Λευκορωσίας και του Καζακστάν, οι οποίες ας μην ξεχνάμε έχουν τις ρίζες τους στην εποχή της ΕΣΣΔ και μιλάνε την ίδια γλώσσα με τον Πούτιν
Με βάση αυτά τα δεδομένα δεν είναι καθόλου περίεργο που ο πρόεδρος Πούτιν ζητά από τους ηγέτες των χωρών αυτών την ενίσχυση των διακρατικών σχέσεων παρέχοντας τόσο στη Λευκορωσία, όσο και στο Καζακστάν την εγγύηση μιας ισχυρής στρατιωτικής δύναμης σε ένα γεωπολιτικό περιβάλλον που μεταβάλλεται συνέχεια.
Μέσα από την διαδικασία αυτή η Ρωσία θα μπορέσει στο μέλλον τον οικονομικό ελέγχει των χωρών αυτών αξιοποιώντας ως μηχανισμό συνεργασίας την ρωσική μειονότητα που διαβεί και στις δύο χώρες, αλλά και την ανάγκη της Λευκορωσίας και του Καζακστάν για στενότερη συνεργασία στους τομείς της άμυνας και ασφάλειας, αφού από την μία πλευρά το Μίνσκ νοιώθει ολοένα και περισσότερο την παρουσία του ΝΑΤΟ κοντά στα σύνορά, ενώ από την άλλη πλευρά η Αστάνα ανησυχεί για την εξάπλωση του εξτρεμιστικού ισλαμισμού στην κεντρική Ασία.