Γιατί ο Πούτιν αποσύρει τον ρωσικό στρατό από τη Συρία
Η στρατιωτική εμπλοκή της Ρωσίας στη Συρία τον περασμένο Σεπτέμβριο υπήρξε μια έκπληξη πρώτου μεγέθους. Η ανακοίνωση από τον Vladimir Putin του τερματισμού της δεν αιφνιδίασε λιγότερο. Όπως μάλιστα συνέβη με την εν κρυπτώ μεταφορά των ρωσικών μαχητικών στη Συρία, έτσι και τώρα αντιλαμβάνεται κανείς ότι των αποφάσεων του Κρεμλίνου προηγήθηκε έντονο παρασκήνιο.
Πρόκειται για μία από τις “σκακιστικές κινήσεις” στις οποίες αρέσκεται ο Ρώσος πρόεδρος (όπως λ.χ. η προσάρτηση της Κριμαίας ή η ακύρωση του αγωγού South Stream). Εκδηλώνεται δε σε μία συγκυρία που η ρωσική εμπλοκή έμοιαζε εντονότερη από ποτέ (με Ρώσους στρατιωτικούς λ.χ. να μεσολαβούν προσωπικά στις δημογεροντίες εξεγερμένων περιοχών για τη συμφιλίωσή τους με την κεντρική εξουσία) και σε μία ημερομηνία συμβολικά φορτισμένη: στην πέμπτη επέτειο από την έναρξη της αιματοχυσίας στη Συρία και την μέρα ακριβώς που ο μεσολαβητής του ΟΗΕ Staffan de Mistura συγκαλεί στη Γενεύη νέο γύρο συνομιλιών για την πολιτική διευθέτηση της κρίσης
Οι απορίες που δημιουργούνται είναι πολλές. Όμως, ο ένοικος του Κρεμλίνου τουλάχιστον αποσαφήνισε την κυριότερη, που έμενε εκκρεμής επί πέντε μήνες: το ποια δηλαδή “στρατηγική εξόδου” διαθέτει στην συριακή του περιπέτεια.
Στους Ρώσους πολίτες είχε ήδη υποσχεθεί ότι η στρατιωτική εμπλοκή στη Συρία θα είχε διάρκεια περίπου τριών μηνών. Τόσο σε αυτούς, όσο και κυρίως, στον δε Αμερικανό πρόεδρο Barack Obama, ο οποίος έχει επανειλημμένα εκτιμήσει ότι η Ρωσία έχει παγιδευτεί σε “βάλτο”, ο πρόεδρος της Ρωσίας μπορεί πλέον να λέει ότι ελέγχει τους όρους του παιχνιδιού και δεν υπνοβατεί προς το δικό του “Αφγανιστάν”.
Απευθυνόμενος στους υπουργούς Εξωτερικών και Άμυνας Segei Lavrov και Sergei Shoigu , ο Putin διαπίστωσε ότι η ρωσική αποστολή εκπλήρωσε “σε γενικές γραμμές” τους στόχους της και συνεπώς μπορεί να αρχίσει ο σταδιακός επαναπατρισμός του μεγαλύτερου μέρους της.
Ο ορισμός του “μεγαλύτερου μέρους” φαίνεται πως είναι καθαρά αριθμητικός και αφορά κυρίως τα τμήματα πεζικού που είχαν αναλάβει τη φύλαξη των ρωσικών βάσεων της Ταρτούς και της Λατάκιας (οι οποίες προφανώς και δεν κλείνουν) ή τις ειδικές δυνάμεις που η ρωσική πλευρά δεν είχε παραδεχτεί ότι είχε αναπτύξει στη Συρία. Σίγουρα πάντως δεν αφορούν τα αντιαεροπορικά συστήματα που έχουν “σφραγίσει” τον συριακό εναέριο χώρο, ίσως ούτε και τα σταθμευμένα στη Λατάκια μαχητικά αεροσκάφη. Με αυτή την έννοια, ο “τερματισμός” των επιχειρήσεων θα πρέπει να σχετικοποιηθεί, όπως και η σημασία της επιτόπιας στρατιωτικής παρουσίας, όπως υπενθυμίζουν με παλαιότερες κινήσεις της, σαν την εκτόξευση πυραύλων στη Συρία από την Κασπία Θάλασσα. Άλλωστε η Ρωσία δηλώνει ότι παραμένει στρατευμένη στην “διεθνή προσπάθεια” κατά των τζιχαντιστών.
Έχει ενδιαφέρον να θυμηθεί κανείς πώς ο ίδιος ο Putin προσδιόριζε τους στόχους της ρωσικής επέμβασης τον περασμένο Οκτώβριο. Σε συνέντευξή του στο τηλεοπτικό κανάλι “Ρωσία 1” δήλωνε τότε ότι οι ένοπλες δυνάμεις της χώρας του εμπλέκονται στη Συρία προκειμένου να σταθεροποιήσουν τις νόμιμες κυβερνητικές αρχές αφενός και να δημιουργήσουν τις συνθήκες για έναν πολιτικό συμβιβασμό αφετέρου.
Σε αυτά μπορούν να προστεθούν και δύο στόχοι τους οποίους δεν κατονόμασε: ο άμεσος, αφορούσε την εξόντωση των τζιχαντιστών από τον Καύκασο που δρούσαν στη Συρία και αποτελούσαν μελλοντική απειλή για τη Ρωσία και ο περισσότερο στρατηγικός το να υποχρεωθεί η Ουάσιγκτον να αντιμετωπίσει τη Μόσχα ως συνομιλητή – για τα θέματα της Μέσης Ανατολής και όχι μόνο.
Πέντε μήνες μετά τη ρωσική επέμβαση, όχι μόνο δεν έχει καταρρεύσει η κρατική υπόσταση της Συρίας (παρότι από το περασμένο καλοκαίρι Αμερικανοί διπλωμάτες εκμυστηρεύονταν σε ομολόγους τους, σύμφωνα με τον Ρώσο πρεσβευτή στο Λονδίνο, ότι τον Οκτώβριο το Ισλαμικό Κράτος θα έμπαινε στη Δαμασκό), αλλά η Ρωσία και οι ΗΠΑ είναι συνανάδοχοι μιας κατάπαυσης του πυρός, η οποία λειτουργεί καλύτερα από ό,τι προεξοφλούσε η διάχυτη περί τη Συρία απαισιοδοξία και δίνει στον de Mistura έδαφος να κινηθεί.
Η ανακοίνωση του Πενταγώνου στις 8 Μαρτίου ότι εξοντώθηκε σε αμερικανικό αεροπορικό βομβαρδισμό ο εκ του Καυκάσου ορμώμενος Omar al-Shishani, κύριος στρατιωτικός ηγέτης του Ισλαμικού Κράτους, αποτελεί μιαν “ευτυχή σύμπτωση” που δεν θα πρέπει να παραβλεφθεί.
Με αυτή την έννοια, ο Putin μπορεί να ισχυρίζεται ότι οι στόχοι του (σύμμετροι προς τα μεγέθη της χώρας του και του στρατού της) έχουν όντως εκπληρωθεί. Διότι σε αυτούς δεν περιλαμβανόταν λ.χ. ούτε η υπεράσπιση του Assad μέχρις εσχάτων (άλλωστε όταν προσφάτως ο Σύρος πρόεδρος δήλωσε ότι θα συνεχίσει να μάχεται μέχρι την ανακατάληψη όλης της Συρίας, ο πρεσβευτής της Ρωσίας του ΟΗΕ Vitali Churkin ανέλαβε να του υπενθυμίσει ότι σε αυτό δεν έχει την ρωσική υποστήριξη), ούτε η μονομερής ανάληψη του αγώνα εναντίον του Ισλαμικού Κράτους – αν και μόλις την Κυριακή ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών έκανε λόγο για μία συνεννόηση με την αμερικανική πλευρά, ώστε οι μεν ρωσικές δυνάμεις να επικεντρώσουν στην μάχη για την ανακατάληψη της Παλμύρας, οι δε αμερικανικές (με ρωσική βοήθεια) στην ανακατάληψη της Ράκκα. Το πώς αυτή η παραχώρηση πρωτοκαθεδρίας στην αμερικανική πλευρά σε ό,τι αφορά το ανατολικό μέτωπο διαπλέκεται ενδεχομένως με την εντεινόμενη συζήτηση περί “ομοσπονδιοποίησης” της Συρίας είναι πρόωρο να φανεί.
Σε κάθε περίπτωση, η διακήρυξη του τέλους των ρωσικών στρατιωτικών επιχειρήσεων αφαιρεί μία αφορμή τριβών, ή και ενδεχομένως μεγαλύτερων ρίσκων, που ήταν οι καταγγελίες της Δύσης ότι οι αεροπορικές επιδρομές της Ρωσίας πλήττουν τη “μετριοπαθή αντιπολίτευση” και όχι τζιχαντιστές. Εντάσσεται δε, δίχως αμφιβολία, σε μία ευρύτερη συνεννόηση με το επιτελείο Obama, οι καρποί της οποίας θα πρέπει να φανούν πριν από την αλλαγή φρουράς στον Λευκό Οίκο.
Πηγή: capital.gr