Γιατί μια ισχυρή Ελλάδα και μια ισχυρή Ευρώπη «πάνε πακέτο», Toυ Δρα. Γιώργου Κωστάκου
Η προεκλογική εκστρατεία που τελειώνει εστιάστηκε σε μεγάλο βαθμό στο θέμα της διαχείρισης του χρέους και της λιτότητας, παραβλέποντας έτσι σειρά σημαντικών άλλων θεμάτων, ακόμα και στον τομέα της οικονομίας (αναπτυξιακή προοπτική). Η Ευρώπη μπήκε στην συζήτηση με το όνομα της κας Μέρκελ και του κ. Ντράγκι, για το πιστωτικό κομμάτι, αλλά και με δηλώσεις πολιτικών ιδίως από τον Ευρωπαϊκό Νότο που εξέφρασαν την αλληλεγγύη τους προς τον ελληνικό λαό και τα αδελφά τους κόμματα στην Ελλάδα. Την περίοδο μετά τις εκλογές η νέα κυβέρνηση, όποια κι αν είναι αυτή, θα πρέπει να χειριστεί την ευρεία γκάμα θεμάτων στον τομέα της οικονομίας, αλλά και της διπλωματίας και της άμυνας. Η Ευρώπη θα είναι μέρος της συζήτησης και γι’ αυτά τα θέματα, γι’ αυτό καλό θα ήταν να ξεκαθαριστούν μερικά πράγματα, ώστε να μεγιστοποιηθεί το κέρδος τόσο για την Ελλάδα όσο και για την υπόλοιπη Ευρώπη.
Υπάρχουν τουλάχιστον δυο τρόποι να δει κανένας την Ευρώπη, από την Ελλάδα αλλά κι από άλλες χώρες της ΕΕ. Ο ένας τρόπος την θέλει ως τρίτη οντότητα, ξεχωριστή από τα κράτη της, που κάποιες φορές βοηθάει (π.χ. ΕΣΠΑ, άλλες χρηματοδοτήσεις) κι άλλες φορές επιβάλλει (π.χ. λιτότητα), δρώντας υπό την επίδραση των πιό ισχυρών κρατών μελών και κατ’ εξοχήν της Γερμανίας. Ο άλλος τρόπος να δει κανείς την Ευρώπη είναι ως μια κοινή προσπάθεια των Ευρωπαϊκών λαών να βρουν έναν τρόπο αρμονικής συμβίωσης κι ευημερίας που ξεπερνάει τις δυνατότητες μεμονωμένων εθνών και μπορεί να επιτευχθεί μόνο στο πλαίσιο αυτού του μεγαλύτερου συνόλου.
Ξέρουμε πολλά για τον πρώτο, μάλλον ανταγωνιστικό και διεκδικητικό τρόπο. Θα ήθελα να στρέψω την προσοχή μας προς τον δεύτερο.
Κατά τη γνώμη την δικιά μου και άλλων Ευρωπαίων «Φεντεραλιστών» (από την λέξη “federation” που σημαίνει ομοσπονδία) αυτό που χρειαζόμαστε είναι μια Ευρώπη που είναι κομμάτι της ταυτότητάς μας και δεύτερη, μεγάλη πατρίδα μας. Μια Ευρώπη που ανήκει εξίσου σε Έλληνες, Γερμανούς, Ισπανούς, Σουηδούς και Τσέχους, για να αναφέρω αντιπροσωπευτικά μερικούς από τους λαούς της. Σ’ έναν κόσμο με ισχυρούς γεωστρατηγικούς και οικονομικούς πόλους όπως η ΗΠΑ, η Κίνα, η Ινδία, η Ιαπωνία, η Ρωσία κλπ, μια χαλαρή Ευρωπαϊκή ένωση του τύπου της παρούσας ΕΕ δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα των Ευρωπαϊκών κρατών στην οικονομία και την ασφάλεια, ούτε συμβάλλει στην παγκόσμια σταθερότητα.
Οι κίνδυνοι είναι πολλοί αν η Ευρώπη συνεχίσει να είναι ασταθής, με εσωτερικές διαφωνίες και διχασμούς, και εξωτερική πολυφωνία κι αναποφασιστικότητα. Έχω ζήσει από την εμπειρία μου στον ΟΗΕ τα προηγούμενα χρόνια, αλλά και τώρα στις Βρυξέλλες όπου εργάζομαι (δεν είμαι υπάλληλος της ΕΕ), αυτήν την μακράν του ιδανικού κατάσταση, όπου η ΕΕ παίρνει περισσότερο χρόνο για να διαπραγματευτεί στο εσωτερικό της παρά για να υπερασπιστεί τα κοινά της συμφέροντα έναντι τρίτων, ή εμφανίζεται πολυφωνική και διχασμένη, με Βρετανούς, Γερμανούς και άλλους να επιδιώκουν διαφορετικούς στόχους και να συμβάλουν στην χειροτέρευση επικίνδυνων καταστάσεων, όπως στην Ουκρανία και παλιότερα στην Γιουγκοσλαβία.
Αντίθετα, μια Ευρώπη που έχει διαμορφώσει ένα κοινό στρατηγικό συμφέρον και μια κοινή, όχι πολυφωνική φωνή προς τρίτους θα μπορεί να διεκδικήσει και να πετύχει πράγματα πολύ καλύτερα, με την δύναμη των άνω των 500 εκατομμυρίων πολιτών της και την θέση της ως πρώτης εμπορικής και οικονομικής δύναμης στον κόσμο. Μια τέτοια Ευρώπη θα θεωρούσε και θα υπερασπιζόταν τα ελληνικά σύνορα ως δικά της και θα πρόσφερε πιο ξεκάθαρα την αλληλεγγύη της, ακόμα και για την διαμόρφωση της αναπτυξιακής προπτικής της χώρας μας. Ελπίζω την επομένη των εκλογών η κυβέρνηση που θα προκύψει, πιθανόν ευρύτερης συνεργασίας και συμπαράταξης, να διαπραγματευθεί με ένα τέτοιο όραμα της Ευρώπης για το μέλλον, καθώς αυτό είναι προς το συμφέρον της Ελλάδας αλλά και των υπολοίπων κρατών της ΕΕ.
Γιώργος Κωστάκος
Αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Φεντεραλιστικού Κόμματος και υποψήφιος στην Β’ Αθήνας με το ΠΑΣΟΚ.