Γιατί έχει δίκιο η Ευρώπη και γιατί η Θράκη δεν είναι Ρότερνταμ
Είναι εξαιρετικά βεβιασμένη και ιδεολογικά φορτισμένη η σπουδή που επιδεικνύεται προκειμένου να δικαιολογηθεί η οργή και οι απαράδεκτες αντιδράσεις του τουρκικού καθεστώτος για τις απαγορεύσεις προεκλογικών συγκεντρώσεων υπουργών και κομματαρχών του Ερντογάν σε ευρωπαϊκές χώρες για το δημοψήφισμα της 16ης Απριλίου.
Ήδη ακούσθηκαν οι αντιρρήσεις ότι οι συγκεκριμένες απαγορεύσεις, η επίσημη αποθάρρυνση για τέτοιες συγκεντρώσεις, πλήττει τις ευρωπαϊκές αρχές και αξίες, την ελευθερία διακίνησης ιδεών, την ελευθερία συνείδησης και έκφρασης.
Σε καμιά περίπτωση δεν πρόκειται και δεν πρέπει να υπερασπισθούμε την αντίληψη του «κοιτά ποιος μιλάει».
Ότι το καθεστώς που έχει ξεκινήσει ένα ανελέητο κυνήγι μαγισσών στοχοποιώντας τους πολιτικούς αντίπαλους του, που έχει φυλακίσει εκατοντάδες δημοσιογράφους, υπαλλήλους, αλλά και αυτούς ακόμη τους βουλευτές του τρίτου σε μέγεθος κόμματος της χώρας του HDP, το καθεστώς που πυροδοτώντας το μίσος και το διχασμό σε έναν λαό, επιχειρεί να πετύχει τους πολιτικούς στόχους εξάγοντας την κρίση της χώρας. Ένα σύστημα εξουσίας που επιχειρεί να μετατραπεί σε ένα αυταρχικό καθεστώς, μέσω ενός δημοψηφίσματος το οποίο θα γίνει σε καθεστώς ανελευθερίας του Τύπου, με φιμωμένη κάθε αντίθετη φωνή και ενώ θα ισχύει ακόμη η κατάσταση έκτακτης ανάγκης.
Φυσικά και οι ευρωπαϊκές χώρες δεν λειτουργούν με «ανταποδοτικό» τρόπο, ώστε να μην αναγνωρίζουν στην Τουρκία ή στους τουρκικής καταγωγής πολίτες και μετανάστες βασικά δικαιώματα και ελευθερίες, με την επίκληση της δραματικής κατάστασης των βασικών ελευθέριων στην ίδια την Τουρκία.
Όμως υπάρχει κάτι διαφορετικό: οι προεκλογικές συγκεντρώσεις και οι καμπάνιες των εκπροσώπων του καθεστώτος Ερντογάν, επιχειρούν να μεταφέρουν στις ευρωπαϊκές πόλεις που ζουν Τούρκοι μετανάστες τον εσωτερικό διχασμό και το φανατισμό που επικρατεί στο εσωτερικό της χώρας. Ένας φανατισμός που έχει οδηγήσει σε βίαια επεισόδια και σε σοβαρές παραβιάσεις ανθρωπίνων και δημοκρατικών δικαιωμάτων και ο οποίος στοχοποιεί και πολίτες ή κατοίκους ευρωπαϊκών χωρών (τουρκικής καταγωγής) οι οποίοι διαφωνούν με τις επιλογές Ερντογάν.
Αν στην σημερινή Τουρκία είναι ατιμώρητη η στοχοποίηση των υποστηρικτών του ΟΧΙ στο δημοψήφισμα και η μετατροπή τους αυτομάτως σε εχθρούς του τουρκικού έθνους, προδότες και σε συνοδοιπόρους του ISIS και του PKK, είναι προφανές ότι δεν μπορεί να επιτραπούν σε καμιά ευρωπαϊκή χώρα τέτοιου είδους φασιστικές μέθοδοι εξόντωσης πολιτικών αντιπάλων.
Με δεδομένο ότι έχουν προηγηθεί και άλλα περιστατικά που δοκιμάζουν τις δημοκρατικές αντοχές της Ευρώπης, όπως η λειτουργία ειδικών κέντρων παρακολούθησης και φακελώματος πολιτών τουρκικής καταγωγής από ιμάμηδες που λειτουργούν κατ’ εντολή της τουρκικής κυβέρνησης και της Διεύθυνσης Θρησκευτικών Υποθέσεων, η άρνηση παροχής προξενικών υπηρεσιών από τουρκικά προξενεία σε τούρκους πολίτες που είναι υποστηρικτές του ΟΧΙ στο δημοψήφισμα, η Ευρώπη σωστά αρνείται να αποδεχθεί τη μετατροπή των τουρκικών κοινοτήτων σε πεδίο σύγκρουσης και εξόντωσης των αντιπάλων του Ερντογάν.
Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις ενημέρωσαν εκ των προτέρων την Άγκυρα, παρόλα αυτά σε μια προσπάθεια επίδειξης δύναμης και κατασκευής «εχθρών», όπως παγίως επιδιώκει ο κ. Ερντογάν, επιχειρήθηκε η επιβολή ντε φάκτο της επιλογής της τουρκικής κυβέρνησης, αγνοώντας προσβλητικά τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Κυβερνήσεις οι οποίες έχουν και τη δική τους εσωτερική κοινή γνώμη και μάλιστα αντιμετωπίζουν και δύσκολες εκλογικές αναμετρήσεις (Ολλανδία, Γερμανία ), όπου οι πολιτικές για το ισλάμ και τους μετανάστες είναι στην κορυφή της ατζέντας.
Πολύ περισσότερο οφείλουν να απαντήσουν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις στην ξενοφοβία και την ισλαμοφοβία που καλλιεργείται από τέτοια φαινόμενα, αλλά και από την γκετοποίηση των τουρκικών κοινοτήτων σε χώρες όπως η Γερμανία, καθώς το τουρκικό καθεστώς έχει προτρέψει να «μην αφομοιωθούν» στην γερμανική κοινωνία, κάτι που και ο ίδιος ο Ερντογάν είχε ζητήσει στις προεκλογικές συγκεντρώσεις που έκανε πριν τρία χρονιά στην Γερμανία.
Σε ό,τι αφορά στην Ελλάδα: είναι τραγικό να γίνονται συζητήσεις ακόμη και από κυβερνητικούς παράγοντες (όπως ο κ. Κατρούγκαλος) για το ενδεχόμενο να επιτραπεί σε τούρκους αξιωματούχους να επισκεφθούν τη Θράκη στο πλαίσιο της προεκλογικής εκστρατείας για το δημοψήφισμα.
Στη Θράκη, ΔΕΝ υπάρχουν τούρκοι πολίτες και ψηφοφόροι αλλά έλληνες πολίτες, μουσουλμάνοι στο θρήσκευμα και ένα μέρος της μειονότητας είναι και τουρκικής καταγωγής. Τίποτε περισσότερο. Όσα μέλη της μειονότητας απέκτησαν την τουρκική υπηκοότητα είναι εγκατεστημένοι και ζουν στην Τουρκία…
Συνεπώς η συζήτηση και από μονή της είναι λάθος, άνευ αντικειμένου και απολύτως προβληματική. Και έτσι δεν τίθεται καν θέμα να δινόταν άδεια σε τούρκους κυβερνητικούς παράγοντες να μεταφέρουν και να «μπολιάσουν» στην φιλήσυχη μουσουλμανική μειονότητα τον διχασμό και το μίσος που πυροδοτεί στην χώρα του ο κ. Ερντογάν.