Γερμανίδα υπουργός Άμυνας: Οι στρατιωτικές εφεδρείες της Ρωσίας μπορεί να είναι μικρότερες από ό,τι νομίζαμε

Η Μόσχα έχει υποστεί σοβαρές απώλειες στρατιωτών και εξοπλισμού στην Ουκρανία και ο αντίκτυπος της πιο πρόσφατης αντεπίθεσης του Κιέβου μπορεί να αποκαλύψει πως οι στρατιωτικές εφεδρείες της Μόσχας είναι μικρότερες απ΄ό,τι θεωρείται, δήλωσε η υπουργός Άμυνας της Γερμανίας στο πρακτορείο Reuters.
Ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντίμιρ Πούτιν δεν έχει ακόμη σχολιάσει δημόσια την οπισθοχώρηση που υπέστησαν οι δυνάμεις του αυτό τον μήνα. Ουκρανοί αξιωματούχοι δηλώνουν πως 9.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα έχουν ανακτηθεί, μια περιοχή περίπου στο μέγεθος της Κύπρου.

“Ο στρατός της Ρωσίας έχει υποστεί σημαντικές απώλειες μέχρι τώρα — τόσο σε στρατιώτες όσο και σε εξοπλισμό”, δήλωσε η υπουργός Άμυνας Κριστίνε Λάμπρεχτ σε μια συνέντευξη που δόθηκε προχθές, Τετάρτη, και δημοσιοποιήθηκε σήμερα.

“Η ιδέα πως οι ρωσικές δυνάμεις έχουν ουσιαστικά απεριόριστα στρατιωτικά μέσα στη διάθεσή τους… δεν αντιστοιχεί στην πραγματικότητα”, πρόσθεσε, σημειώνοντας πως η Ρωσία πρέπει να επιδιορθώσει μεγάλο μέρος του εξοπλισμού και δυσκολεύεται να στρατολογήσει αρκετό νέο προσωπικό.
“Θα είναι πολύ ενδιαφέρον να δούμε πόσο μεγάλες είναι πραγματικά οι εναπομείνασες εφεδρείες του ρωσικού στρατού. Νομίζω πως είναι σημαντικά λιγότερες απ΄ό,τι νομίζαμε αρχικά”, είπε η Λάμπρεχτ.

“Ωστόσο, δεν πρέπει να κάνουμε λάθος: η Ρωσία είναι μακράν του να έχει ηττηθεί και έχει ακόμη διάφορες στρατιωτικές επιλογές.”.
Παράλληλα, η Λάμπρεχτ χαιρέτισε το θάρρος των Ρώσων που εκφράζουν δημόσια τις επικρίσεις τους για τον Πούτιν, αν και, όπως είπε, δεν περιμένει πως οι αντιφρονούντες θα είναι αρκετοί για να προκαλέσουν την πτώση του Πούτιν βραχυπρόθεσμα.

“Όταν σκεφτείτε τι σύστημα εκφοβισμού έχει οικοδομήσει με συνέπεια ο Πούτιν τα τελευταία χρόνια, είναι πολύ εντυπωσιακό όταν άνθρωποι στη Ρωσία εκφράζουν τόσο ανοικτά τις επικρίσεις τους”, είπε.

“Αλλά δεν έχω την εντύπωση πως αυτές οι επικρίσεις έχουν φθάσε σε τέτοιο βαθμό ώστε να οδηγήσουν στην επερχόμενη πτώση του Πούτιν”, πρόσθεσε η υπουργός.

“Μπορώ να κατανοήσω την ελπίδα αλλά δεν  το βλέπω ακόμη να συμβαίνει. Βέβαια, ελπίζω πως αυτές οι επικρίσεις θα ενθαρρύνουν και άλλους να μιλήσουν δημόσια”.

Η Λάμπρεχτ είπε ακόμη πως το Βερολίνο είναι έτοιμο να υποστηρίξει το Κιεβο μακροπρόθεσμα.

Η Ουκρανία πιέζει εδώ και μήνες το Βερολίνο να προμηθεύσει το Κίεβο με περισσότερα βαρέα όπλα και να αρχίσει να παραδίδει σύγχρονα δυτικά άρματα μάχης, απαίτηση που έχει απορρίψει κατ΄επανάληψη ο Γερμανός καγκελάριος Όλαφ Σολτς.

Την Πέμπτη, η Λάμπρεχτ δεσμεύθηκε για την παράδοση επιπλέον πολλαπλών εκτοξευτών ρουκετών, ρουκετών και θωρακισμένων οχημάτων μεταφοράς προσωπικού στο Κίεβο, αλλά όχι των αρμάτων μάχης που ζητά η χώρα.

Απαντώντας σε ερώτηση αν περιμένει ότι οι Γερμανοί θα συνεχίσουν να υποστηρίζουν τις κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας τον ερχόμενο χειμώνα, παρά τις εκτινασσόμενες τιμές της ενέργειας και τον υψηλό πληθωρισμό, η Λάμπρεχτ είπε πως η κυβέρνηση πρέπει να καταστήσει σαφές ότι θα αντιμετωπίσει τις υπαρξιακές ανησυχίες του λαού στη Γερμανία.

“Βέβαια, δεν μπορούμε να αντισταθμίσουμε τα πάντα”, είπε. Αλλά “αν το κάνουμε αυτό [αν αντιμετωπίσουμε τις ανησυχίες αυτές] τότε είμαι σίγουρη ότι η υποστήριξη του λαού εδώ στη χώρα για την Ουκρανία θα παραμείνει ισχυρή”.

Η Κριστίνε Λίμπρεχτ είπε επίσης πως η Γερμανία παρακολουθεί  με ανησυχία τη στρατιωτική ενίσχυση της Κίνας και τα γυμνάσια με τη Ρωσία διαμηνύοντας παράλληλα τη δέσμευσή της σε μια τάξη βασισμένη σε κανόνες στην περιοχή του Ινδικού-Ειρηνικού ωκεανού με την αυξανόμενη παρουσία της εκεί.

Η εστίαση της Γερμανίας αυτή την περίοδο στον πόλεμο στην Ουκρανία δεν σημαίνει ότι αποσπά την προσοχή της από τις εξελίξεις ασφαλείας αλλού, είτε πρόκειται για το κατώφλι της στα δυτικά Βαλκάνια είτε στον Ινδικό-Ειρηνικό, είπε κατά τη συνέντευξη που παραχώρησε στο υπουργείο Άμυνας στο Βερολίνο. Εισβολές μπορούν να συμβούν παντού.

“Παρακολουθούμε φυσικά τη στρατιωτική ενίσχυση της Κίνας με ανησυχία και παρακολουθούμε εντελώς κάθε βήμα εκεί”, είπε η Λάμπρεχτ.
Η Γερμανία συντάσσεται όλο και περισσότερο με άλλες δυτικές χώρες στην επίδειξη μεγαλύτερης δύναμης στην περιοχή του Ινδικού-Ειρηνικού εν μέσω αυξανόμενων ανησυχιών για τις εδαφικές φιλοδοξίες του Πεκίνου, ακόμη και με τον κίνδυνο να εκνευρίσει τον μεγαλύτερο εμπορικό εταίρο της.
Πέρυσι, το Βερολίνο έστειλε το πρώτο πολεμικό πλοίο του εδώ και σχεδόν 20 χρόνια στα διαφιλονικούμενα ύδατα της Νότιας Σινικής Θάλασσας και αυτό τον μήνα έστειλε 13 στρατιωτικά αεροσκάφη σε κοινά γυμνάσια στην Αυστραλία.

“Μέσω της παρουσίας και της συμμετοχής μας στα γυμνάσια στέλνουμε ξεκάθαρα μηνύματα”, είπε η υπουργός. “Είμαστε στην πλευρά των εταίρων που υποστηρίζουν μια τάξη βασισμένη σε κανόνες”.

Κάθε στρατός έχει τον δικό του εξοπλισμό, άρα οι χώρες πρέπει να κάνουν κοινές ασκήσεις και να επιλύουν οποιαδήποτε προβλήματα, είπε. Τα γυμνάσια στην Αυστραλία αποδείχθηκαν “πολύ εποικοδομητικά” και έδειξαν πως η Γερμανία μπορεί να εκπληρώσει τη δέσμευσή της προς τους εταίρους στην περιοχή καθώς και προς τη Βορειοατλαντική Συμμαχία.

Απαντώντας σε ερώτηση αν η Γερμανία θα στείλει πολεμικό πλοίο στα Στενά της Ταϊβάν όπως έκαναν οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Λάμπρεχτ είπε: “Δεν πρόκειται για πρόκληση ή κλιμάκωση της κατάστασης με οποιονδήποτε τρόπο… Αντίθετα η προσέγγισή μας είναι η αποκλιμάκωση”.
Η σχέση της Γερμανία με την Κίνα επικεντρωνόταν επί μακρόν σε αμοιβαία επωφελείς επιχειρηματικές ανταλλαγές, με τη ραγδαία οικονομική επέκταση της Κίνας να καθοδηγεί τη δική της ανάπτυξη.

Όμως η Λάμπρεχτ είπε πως η Γερμανία έμαθε να μην εξαρτάται τόσο πολύ από οποιαδήποτε χώρα από την ενεργειακή κρίση που προκάλεσε η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.

“Πρέπει τώρα να γίνουμε πιο ανεξάρτητοι σε άλλους τομείς, όχι μόνο στην ενέργεια, να μπορούμε να ενεργούμε ελεύθερα”, είπε η Λάμπρεχτ. “Είμαστε δεσμευμένοι με την Κίνα μέσω οικονομικών σχέσεων αλλά αυτό δεν πρέπει να μας σταματήσει από το να παίρνουμε καθαρές θέσεις σε ορισμένες αποφάσεις.”

ViaDiplomacy Newsroom