Ευριπίδης Στυλιανίδης: «Η Θράκη είναι η περιοχή που ενδείκνυται ως ορμητήριο εξωστρέφειας για την Ελληνική Οικονομία»
Συνέντευξη στον Γιώργο Ξ. Πρωτόπαπα
Ο Ευριπίδης Στυλιανίδης, εκ νέου υποψήφιος Βουλευτής της ΝΔ στο νομό Ροδόπης και πρώην υπουργός, σε μια αποκαλυπτική συνέντευξη στο ViaDiplomacy, μας μιλάει για τις προσπάθειες που κάνει σε διεθνές επίπεδο για να αναδείξει το διεθνή ρόλο της Θράκης και να προασπίσει τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα. Ο Ευριπίδης Στυλιανίδης αγωνίζεται για αναδείξει τη Γεωστρατηγική υπεραξία της Θράκης για την Ελλάδα, τη Θράκη ως Προνομιακό ορμητήριο εξωστρέφειας για την Ελληνική Οικονομία και τη Θράκη ως Διεθνές Εκπαιδευτικό Κέντρο. Μας μιλάει: για τους επιτυχείς χειρισμούς ως Επικεφαλής της Ελληνικής Κοινοβουλευτικής Αντιπροσωπείας στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση του ΝΑΤΟ, το πώς από τη θέση του υφυπουργού Εξωτερικών άνοιξε το δρόμο για την ενεργειακή συνεργασία Ελλάδας – Αζερμπαϊτζάν που τελικά κατέληξε στην κατασκευή του αγωγού TAP, για την μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης, για την ελληνική οικονομική διπλωματία και το σημαντικό ρόλο της Θράκης και τέλος για την πολυμορφία των πολιτιστικών αγαθών της Ευρωπαϊκής Ένωσης που είναι και το συγκριτικό της πλεονέκτημα.
Γιώργος Πρωτόπαπας: Ως επικεφαλής της Ελληνικής Κοινοβουλευτικής Αντιπροσωπείας στην Κοινοβουλευτική Συνέλευση του ΝΑΤΟ θα ήθελα ένα σύντομο απολογισμό της θητείας σας που έκλεισε το 2014 με μια πολύ σημαντική επιτυχία, την υιοθέτηση στο τελικό κείμενο της Κ.Σ του ΝΑΤΟ των ελληνικών θέσεων.
Ευριπίδης Στυλιανίδης: Το ΝΑΤΟ και το Συμβούλιο της Ευρώπης είναι οι πιο σημαντικές εκφράσεις της Ελληνικής Κοινοβουλευτικής Διπλωματίας. Εγώ είχα την τιμή να ηγούμαι της Ελληνικής Αντιπροσωπείας στο ΝΑΤΟ κι αυτό μου έδωσε τη δυνατότητα να προωθήσω μια σειρά από ελληνικές θέσεις για τα κυριαρχικά μας συμφέροντα και τα εθνικά δίκαια της χώρας μας. Φέτος ήταν μια κρίσιμη χρονιά, πρώτον, γιατί για πρώτη φορά, μετά από είκοσι χρόνια, με ευθύνη μου διοργανώθηκε στο ελληνικό κοινοβούλιο μια συνάντηση της Επιτροπής για τη Μεσογειακή Συνεργασία και την Ασφάλεια του ΝΑΤΟ στην ευρύτερη περιοχή με σημαντικές συμμετοχές και δεύτερον, διότι στο πλαίσιο αυτής της Επιτροπής, αλλά και της Ολομέλειας της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης που έγινε στη Χάγη, είχα την ευκαιρία να υπερασπιστώ τις ελληνικές θέσεις και να καταθέσω περίπου 29 τροπολογίες για την Ενεργειακή Διπλωματία, περνώντας γραμμή-γραμμή όλες τις θέσεις ελληνικού ενδιαφέροντος, με έναν τρόπο, ο οποίος ανέδειξε και τον ειδικό ρόλο που καλείται να παίξει η Ελλάδα για τη σταθερότητα και την ειρήνη στην περιοχή. Αυτό θεωρήθηκε εθνική επιτυχία της Κοινοβουλευτικής μας Διπλωματίας και αναδείχθηκε και από τα κεντρικά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης
Γ.Π: Πόσο δύσκολο είναι για εσάς να προασπίζετε τα εθνικά μας συμφέροντα μέσα στην K.Σ του ΝΑΤΟ από τη στιγμή που έχετε να αντιμετωπίσετε μια προκλητική Τουρκία και όχι μόνο;
Ευρ. Σ.: Ακούστε, η πολιτική στους Διεθνείς Οργανισμούς δεν μπορεί να είναι μονοδιάστατη ούτε να ετεροπροσδιορίζεται. Το τι θα υποστηρίξει, δηλαδή, η Ελλάδα δε συνδέεται πάντοτε με το τι θα υποστηρίξει η Τουρκία. Γίνεται μια ουσιαστική προσπάθεια προσέγγισης των δύο χωρών η οποία όταν γίνεται με σοβαρότητα, ευθύνη και αποφασιστικότητα, νομίζω πως δημιουργεί τις προϋποθέσεις για σταθερά βήματα προς τα εμπρός. Μπορεί να μην είναι άλματα, αλλά είναι βήματα σταθερά προς τη σωστή κατεύθυνση. Σε κάθε περίπτωση, όταν εκπροσωπείς τα συμφέροντα της χώρας σου σε μία τέτοια Συνέλευση, είσαι υποχρεωμένος να είσαι σοβαρός, στοιχειοθετημένος και να προσπαθείς πάντοτε έξυπνα και διπλωματικά, αυτό που συμφέρει στη χώρα σου να το κάνεις συμβατό, με αυτό που συμφέρει στη Συμμαχία. Αυτό, πιστεύω, ότι ήταν το μυστικό της επιτυχίας της πολύμηνης διαδρομής μου σ’ αυτήν την κρίσιμη και σημαντική, εθνικά, θέση και νομίζω ότι αυτό έφερε και αποτελέσματα.
Γ.Π: Η Θράκη αποτελεί ιδιαίτερο σημείο αναφοράς για σας. Με τη διπλωματική σας εμπειρία έχετε προωθήσει και τα συμφέροντα της Θράκης στα διεθνή φόρουμ. Είναι βαριά η ευθύνη που φέρετε ως εκπρόσωπος του θρακιώτικου λαού;
Ευρ. Σ. : Αναμφισβήτητα. Αυτήν την ευθύνη τη συναισθάνομαι από την πρώτη στιγμή. Έχω επιδιώξει, με τις πολιτικές που έχω υποστηρίξει και από κυβερνητικές θέσεις, αλλά και από το βήμα της Βουλής την οικοδόμηση μιας Ανοιχτής Δημοκρατικής Κοινωνίας που θα σέβεται απόλυτα τα Ανθρώπινα και Μειονοτικά Δικαιώματα και νομίζω πως σ’ αυτήν την κατεύθυνση πετύχαμε. Αυτό, άλλωστε αποτυπώνεται σε όλες τις Διεθνείς Εκθέσεις -των Ηνωμένων Εθνών, του State Department, του Συμβουλίου της Ευρώπης. Αυτό, το οποίο θέλει προσοχή -και δίνω ιδιαίτερο βάρος- είναι η ανάδειξη και η ανάπτυξη της περιοχής, δηλαδή, ενώ παλιότερα υπήρχε το ενοχικό σύνδρομο κάθε φορά όταν μιλούσαμε για τη Θράκη κι έπρεπε να απολογούμαστε διεθνώς για αστοχίες, ενδεχομένως, της ελληνικής διοίκησης, τώρα πιστεύω, ότι επιθετικά θα πρέπει να αναδείξουμε την πολιτική «θετικής διάκρισης» που με επιτυχία εφαρμόσαμε στην περιοχή, αλλά και να μη διστάσουμε να πούμε ορισμένες αλήθειες.
Ποιες είναι αυτές οι αλήθειες; Ότι η κρίση, αφήνει στην περιοχή μας ανοιχτές πληγές, ότι η εκτίναξη της ανεργίας, μετά το 2009, οδήγησε στη δημογραφική απογύμνωση του τόπου με πρώτα θύματα, κυρίως Χριστιανούς, οι οποίοι είχαν λιγότερες χρηματοδοτικές ευκαιρίες για να μπορέσουν να ξεκινήσουν την επαγγελματική τους σταδιοδρομία είτε ως εξαρτημένοι εργαζόμενοι είτε ως ελεύθεροι επαγγελματίες. Η ανατροπή της ισορροπίας των σύνοικων στοιχείων, Χριστιανών και Μουσουλμάνων, άνοιξε ξανά ορέξεις σε ακραίους κύκλους του εξωτερικού, οι οποίοι προσπάθησαν με τη χειραγώγηση της εκλογικής συμπεριφοράς της μειονότητας να επαναφέρουν διαχωριστικές γραμμές του παρελθόντος και πολιτικές αποκλεισμού και γκετοποίησης. Η ψύχραιμη αντιμετώπιση από την πλευρά μας, κατά τη γνώμη μου, είναι η καλύτερη απάντηση σε όλους αυτούς, διότι θεωρώ ότι η περιοχή θα πρέπει να έχει ισορροπία και θα πρέπει να συνεχίσει να βασίζεται και να λειτουργεί στον αλληλοσεβασμό και την ανοχή. Για να γίνει κάτι τέτοιο θα πρέπει η εκπροσώπησή της σε όλα τα επίπεδα της τοπικής κοινωνίας να είναι δίκαιη και ισόρροπη. Θα πρέπει να εκπροσωπούνται και οι Χριστιανοί και οι Μουσουλμάνοι, ώστε να φτάσουμε σε βαθμό ωριμότητας, όπου η θρησκεία, η γλώσσα και η καταγωγή να μην αποτελούν κριτήρια επιλογής, αλλά η αξιοσύνη, η καθαρότητα των θέσεων και η αποτελεσματικότητα στην άσκηση πολιτικής. Εγώ δεν πρόκειται να συμβιβαστώ και να σκύψω το κεφάλι. Θα συνεχίσω να παλεύω για τις αξίες που πιστεύω, δηλαδή, για τη δίκαιη και ισόρροπη εκπροσώπηση, για την ανοιχτή και δημοκρατική κοινωνία, για την υπεράσπιση της ελεύθερης συνείδησης των πολιτών, για τη μη χειραγώγηση της εκλογικής συμπεριφοράς. Παράλληλα, όμως είμαι υποχρεωμένος να προστατεύω σε κάθε περίπτωση και τα δικαιώματα της χριστιανικής πλειονότητας όταν αυτά απειλούνται από παρεμβατικές συμπεριφορές ξένων κέντρων. Η ανάπτυξη, η αντιμετώπιση της ανεργίας και η δημογραφική ενίσχυση της περιοχής είναι η πιο ουσιαστική απάντηση σε όλους τους ακραίους κύκλους που εκδήλωσαν ξανά το ενδιαφέρον τους για την περιοχή, όπως προκύπτει και από τα αποτελέσματα των τελευταίων ευρωεκλογών στη Ροδόπη και την Ξάνθη.
Γ.Π: Ποια πρέπει είναι η θέση της Θράκης μέσα στο διεθνή περίγυρο, στα Βαλκάνια;
Ευρ. Σ. : Η Θράκη, είναι κατά τη γνώμη μου, πρότυπο και ως πρότυπο πρέπει να λειτουργήσει. Είναι η μοναδική περιοχή, η οποία επένδυσε στη μετριοπάθεια και τον αλληλοσεβασμό, υιοθέτησε μετριοπαθή μοντέλα συμβίωσης των σύνοικων στοιχείων και γι’ αυτό διατήρησε τη σταθερότητα, την ειρήνη, τη δημοκρατία, το σεβασμό στα δικαιώματα, την ώρα που στα Βαλκάνια εξελίχθηκαν πόλεμοι, γενοκτονίες διχασμοί, σε μια περίοδο, που στην ευρύτερη περιοχή, εμφανίστηκαν φονταμενταλιστικά, τζιχαντιστικά, ακραία, τρομοκρατικά κινήματα που δηλητηρίασαν και μάτωσαν τις κοινωνίες. Αυτά τα χαρακτηριστικά πρέπει να τα προστατεύσουμε και για να γίνει αυτό, πρέπει να επιμείνουμε στην πολιτική της ανοιχτής κοινωνίας, απομονώνοντας όλους αυτούς που επιδιώκουν, χειραγωγώντας ένα μέρος της μειονότητας να επιβάλουν ξανά διχαστικές γραμμές και πολιτικές διακρίσεων ή να χρησιμοποιήσουν τη μειονότητας για να κάνουν εθνικιστική πολιτική.
Γ.Π: Τι απαντάτε σε εκείνους που βαφτίζουν «τουρκική μειονότητα» τη μουσουλμανική μειονότητα της Θράκης, μια άποψη που ευνοεί τις τουρκικές θέσεις;
Ευρ. Σ. : Ακούστε, αυτό το θέμα είναι ξεκάθαρο. Η Ελλάδα είναι η πρώτη και ίσως η μόνη χώρα στην περιοχή που αναγνώρισε το δικαίωμα του ατομικού αυτοπροσδιορισμού, κάτι που δεν έκανε η Τουρκία, ίσως γιατί το φοβάται. Αυτό όμως είναι κάτι διαφορετικό. Σύμφωνα με το Διεθνές Δίκαιο και τις Διεθνείς Συνθήκες, οι μειονότητες προσδιορίζονται και χαρακτηρίζονται με βάση τις Συνθήκες. Η μειονότητα στην περιοχή μας βασίζει την ύπαρξή της στη Συνθήκη της Λοζάνης, χαρακτηρίστηκε ως θρησκευτική και προσδιορίστηκε ως μουσουλμανική, παρότι συναποτελείται από διαφορετικές εθνοτικές και πολιτισμικές ομάδες, όπως είναι οι Πομάκοι, οι τουρκογενείς και οι Αθίγγανοι. Αυτό δεν μπορεί να μεταβληθεί, όσο κι αν βολεύει κάποιους, όσο κι αν επιχειρείται από κάποιους ούτε μπορεί να επιτραπεί από μια ευρωπαϊκή δημοκρατία η «τουρκοποίηση» των δύο άλλων υπο-ομάδων της μειονότητας, όταν αυτή επιδιώκεται. Στην Ευρώπη που ζούμε, στην ανοιχτή δημοκρατία την οποία έχουμε αποδεχτεί ως το καλύτερο πολίτευμα, θα πρέπει να γίνονται σεβαστές και οι μειονότητες της μειονότητας, διαφορετικά και η απαίτηση για σεβασμό που υποβάλλεται προς την ελληνική πολιτεία είναι υποκριτική.
Γ.Π: Το 2007 επισκεφθήκατε ως υφυπουργός Εξωτερικών το Αζερμπαϊτζάν και με το σχέδιο μνημονίου ενεργειακής συνεργασίας Ελλάδας-Αζερμπαϊτζάν θέσατε ουσιαστικά τις βάσεις για μια συνεργασία που μετά δεκατέσσερα χρόνια υλοποιήθηκε με τη συμμετοχή της χώρας μας στον αγωγό TAP. Πως νιώθετε σήμερα;
Ευρ. Σ.: Την περίοδο της θητείας μου στο υπουργείο Εξωτερικών, όπως γνωρίζετε, ήμουν ο επικεφαλής της Ενεργειακής και Οικονομικής Διπλωματίας κι είχα εξουσιοδότηση, από τον τότε πρωθυπουργό Κώστα Καραμανλή να διαχειριστώ μια σειρά από κρίσιμα, για την Ελλάδα, ζητήματα, που αφορούν στο θέμα αυτό. Τότε έγινε το πρώτο μεγάλο άνοιγμα στις διεθνείς αγορές: στη ρωσική, την ουκρανική, στην αγορά του Καζακστάν, του Αζερμπαϊτζάν, της Τουρκίας, στην αγορά της Κίνας. Από εκείνη την έξυπνη διπλωματία που ακολουθήσαμε, η οποία ήταν και παράτολμη σε πάρα πολλά σημεία της ήρθαν κάποια αποτελέσματα. Τότε, ουσιαστικά, συμφωνήθηκε και υλοποιήθηκε ο ελληνοτουρκικός αγωγός φυσικού αερίου, ο οποίος λειτουργεί και σήμερα, τότε προχώρησε ο αγωγός Μπουργκάς-Αλεξανδρούπολη και φτάσαμε μέχρι το εταιρικό σχήμα, αλλά μετά, πάγωσε λόγω των πολιτικών εξελίξεων και την αδιαφορία της επόμενης κυβέρνησης, μετά το 2009, τότε άρχισε να προωθείται και η σχέση της Ελλάδας με το Αζερμπαϊτζάν, προκειμένου να προωθηθεί και αυτή η στρατηγική συμμαχία. Θυμάμαι, από τις επισκέψεις που είχα κάνει -που ήταν και οι πρώτες αποκατάστασης αυτής της επικοινωνίας- το αποτέλεσμα εκείνης της δουλειάς που έγινε τότε είναι και η προώθηση του TAP, ο οποίος είναι ένα στρατηγικό επίτευγμα που θα αναβαθμίσει την περιοχή μας, θα τη βοηθήσει να μπει στον ενεργειακό χάρτη ως σημαντικός ενεργειακός κόμβος και φυσικά θα την αναπτύξει. Δεν είναι τυχαίο, ότι προβλέπεται -και ανακοινώθηκε κι από τον πρωθυπουργό- η σύνδεση των οικισμών των Σαπών και της Κομοτηνής με τον αγωγό για να έχουν και οι βιομηχανικές περιοχές αλλά και οι οικισμοί φθηνότερη ενέργεια. Πιστεύω ότι θα δημιουργηθούν θέσεις εργασίας από το Σταθμό Υγροποίησης ή Αποθήκευσης που μπορεί να γίνει στην Αλεξανδρούπολη, εκτιμώ ότι οι άμεσες και έμμεσες θέσεις εργασίας που θα δημιουργήσει αυτή η συνεργασία θα είναι πολλές. Μόνον οφέλη έχουμε να περιμένουμε από την εξέλιξη αυτής της πολιτικής, το σπόρο της οποίας είχαμε βάλει, αναπτύσσοντας έξυπνες πολιτικές.
Γ.Π: Έχετε διαδραματίσει σημαντικότατο ρόλο στη χάραξη της ελληνικής οικονομικής διπλωματίας. Ποσό σημαντική είναι για τη χώρα μας και για τις ελληνικές επιχειρήσεις που θέλουν να επενδύσουν στο εξωτερικό;
Ευρ. Σ.: Η Οικονομική Διπλωματία είναι η λύση, κατά τη γνώμη μου, στο πρόβλημα που σήμερα αντιμετωπίζει η Ελλάδα. Απλώς, πριν την αναπτύξουμε οργανωμένα και αναλυτικά θα πρέπει να καταλήξουμε από ποιους τομείς επιδιώκουμε να βγάλουμε φρέσκο χρήμα. Τουρισμός, Ναυτιλία, Μικρή Βιομηχανία, Πρωτογενής Τομέας, Εμπόριο είναι πεδία στα οποία μπορεί να διακριθεί η ελληνική επιχειρηματικότητα. Για να γίνει αυτό προϋπόθεση είναι ότι η ελληνική πολιτεία θα απλουστεύσει τις διαδικασίες, το ελληνικό φορολογικό σύστημα θα πρέπει να διευκολύνει και να κινητροδοτήσει τη ρευστότητα της αγοράς και να γίνουν έξυπνες κινήσεις εξωστρέφειας. Η Θράκη είναι η περιοχή που ενδείκνυται ως ορμητήριο εξωστρεφούς άσκησης οικονομικής διπλωματίας για την Ελλάδα και μπορεί από δω πραγματικά να περάσει η ανάκαμψη της Οικονομίας αν αξιοποιήσουμε τα συγκριτικά πλεονεκτήματα που έχουμε. Και ποια είναι αυτά: είμαστε ενεργειακός κόμβος που θα ενισχυθεί τα επόμενα χρόνια γιατί εδώ θα συναντηθούν τα διεθνή συμφέροντα της Ενέργειας, από και προς την Ευρώπη, από και προς την Ασία. Είμαστε κέντρο συνδυασμένων μεταφορών και διαμετακομιστικού εμπορίου με μία Εγνατία ολοκληρωμένη, με τους καινούριους κάθετους άξονες, με τα τρία λιμάνια, Αλεξανδρούπολη – Καβάλα και Πόρτο-Λάγος, με τα δύο αεροδρόμια, με όλα τα οργανωμένα κέντρα εισόδου και εξόδου στη χώρα. Έχουμε 7 οργανωμένες εισόδους και εξόδους στη χώρα με τις περισσότερες διελεύσεις -με πρώτη, αυτήν της Κομοτηνής- που εμείς ανοίξαμε. Είμαστε ο τρίτος πιο παραγωγικός κάμπος, έχουμε εξαιρετικά πλούσιο υπέδαφος, έχουμε μοναδικές περιβαλλοντικά, προστατευόμενες περιοχές και έχουμε -κι αυτό είναι πολύ σημαντικό- ένα ανθρώπινο δυναμικό υψηλού επιπέδου, με το τρίτο μεγαλύτερο πανεπιστήμιο, που θα μπορούσε να φέρει κόσμο στην περιοχή από το εξωτερικό να καταστήσει τη Θράκη εκπαιδευτικό κέντρο να τη θωρακίσει πνευματικά και να υποστηρίξει την οποιαδήποτε καινοτομία της είτε στον πρωτογενής είτε στο δευτερογενή ή στον τριτογενή τομέα.Όλα αυτά είναι εγγυήσεις. Ολοκληρωμένη πολιτική χρειάζεται. Χρειάζεται ισχυρή εκπροσώπηση της περιοχή, στα κέντρα λήψης των αποφάσεων και βεβαίως, χρειάζεται και ενδιαφέρον από το κέντρο, το οποίο θα πρέπει να το κάνουμε να στρέψει και πάλι τη ματιά του προς τα εδώ, όπως το είχαμε κάνει, κάθε φορά, που συμμετείχαμε στις ελληνικές κυβερνήσεις. Δεν πρέπει η Οικονομική Διπλωματία να προσανατολιστεί στην έξοδο των ελληνικών επιχειρήσεων, αλλά στην κινητροδότηση του επαναπατρισμού των επιχειρήσεων και στην εξωστρέφεια των ελληνικών προϊόντων και υπηρεσιών, καθώς και στη συνεργασία με τις διεθνείς αγορές.
Γ.Π: Με το σημαντικό σας άρθρο – παρέμβαση στην έγκριτη ευρωπαϊκή εφημερίδα «New Europe» αναφέρεται ότι «η Ε.Ε. χρειάζεται να συνθέσει μια κοινή ταυτότητα συλλέγοντας τα ποιοτικότερα στοιχεία των εθνικών πολιτισμών και να χαράξει μια κοινή μοίρα που δε θα αφορά μόνο στη γραφειοκρατία των Βρυξελλών, αλλά θα εμπνέει, θα κινητοποιεί και θα σέβεται τους λαούς της «Ευρωπαϊκής Συμπολιτείας». Θα ήθελα να μας επεκτείνετε το συλλογισμό σας.
Ευρ. Σ.: Η πολυμορφία των πολιτιστικών αγαθών της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι το συγκριτικό της πλεονέκτημα, το οποίο δεν πρέπει να χάσει. Είναι λάθος να επιδιώξουμε να κλωνοποιήσουμε να ενιοποιήσουμε να ομογενοποιήσουμε τα πολιτιστικά χαρακτηριστικά του καθενός κράτους στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Κάθε ένας θα πρέπει να κρατήσει την ταυτότητά του και θα πρέπει, παράλληλα να «τρέχουν» οι διαδικασίες εμβάθυνσης και δημιουργίας μια ενιαίας ευρωπαϊκής ταυτότητας, η οποία θα συνθέτει τα καλύτερα χαρακτηριστικά από το κάθε εθνικό πολιτισμό. Έτσι μόνο θα μπορέσουμε να απευθυνθούμε πειστικά στις διεθνείς αγορές, έτσι θα μπορέσουμε να αναδείξουμε την ποιοτική υπεροχή της γηραιάς ηπείρου, έτσι θα μπορέσουμε να ανανεώσουμε όχι μόνο την εικόνα, αλλά και το «προϊόν» που μπορεί να εξάγει η κοινή μας δράση, σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Προσωπικά, πιστεύω ότι σε αυτήν τη Συμπολιτεία -όποτε επιτευχθεί και όπως την οραματίστηκαν οι πατέρες της Ευρώπης- η Ελλάδα και ο ελληνικός πολιτισμός έχει να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο. Μπορεί, ως κράτος να μην τα έχουμε πάει και τόσο καλά -παρότι θεωρώ ότι το ενοχικό αίσθημα που μας έχουν καλλιεργήσει είναι υπερβολικό- όμως ως Έθνος έχουμε διαπρέψει σε υψηλότερο επίπεδο, από το πραγματικό μας μέγεθος κι αυτό συμβαίνει διότι έχουμε επενδύσει, κυρίως σε αξιακούς κώδικες και στην ποιότητα. Αν θέλουμε να ανακάμψουμε και ως κράτος θα πρέπει να αξιοποιήσουμε τα πραγματικά συγκριτικά μας πλεονεκτήματα που είναι, πρώτον, η Παιδεία και ο Πολιτισμός, δεύτερον, ο Ελληνισμός της Διασποράς και τρίτον, το εξαιρετικού επιπέδου ανθρώπινο δυναμικό μας, το οποίο αναζητά ένα στέρεο αξιακό σύστημα για να μπορέσει να βρει το δρόμο του και να επιστρέψει στην πατρίδα τα οφέλη και τις επενδύσεις που έκανε η πατρίδα πάνω σ’ αυτό. Σ’ αυτήν την κατεύθυνση εμείς οι Θρακιώτες είμαστε χρήσιμοι -πολύτιμοι θα έλεγα- διότι έχουμε μάθει να ζούμε με διαφορετικές κουλτούρες, όπως έχουμε μάθει να δημιουργούμε συνθετικά την εικόνα εκείνη που απαιτείται ώστε να αναδειχθεί η υπεροχή του πολιτισμού μας, όχι μόνο προς δικό μας όφελος, αλλά και προς όφελος όλων.