Ευριπίδης Στυλιανίδης: «Η Τουρκία ζει στη φυλακή της γεωγραφίας της»
«Η ελληνική κυβέρνηση υποτίμησε, από την αρχή το θέμα, και έδειξε ότι έχει καθόλου καλά μελετημένη την τουρκική διπλωματία» δηλώνει, στη συνέντευξή του στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο Ευριπίδης Στυλιανίδης, μιλώντας για το ζήτημα που έχει προκύψει με την κράτηση των δύο Ελλήνων στρατιωτικών.
Ο πρώην υπουργός και πρώην βουλευτής Ροδόπης της ΝΔ ερωτηθείς εάν είναι αισιόδοξος για θετική έκβαση σε σύντομο χρονικό διάστημα απαντά ότι «είναι λάθος διαπραγματευτικά αυτού του είδους οι προεκτιμήσεις» και υποστηρίζει πως «κύρια επιδίωξη της κυβέρνησης Ερντογάν είναι να ρίξει, και σε αυτό το θέμα, “οθωμανικό χαστούκι” με σκοπό να εδραιώσει το ρόλο της Τουρκίας ως ισότιμης περιφερειακής δύναμης».
Αναφερόμενος στην Κυπριακή ΑΟΖ και στην εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων, ο κ. Στυλιανίδης υποστηρίζει ότι «η Τουρκία ζει στη φυλακή της γεωγραφία της, στην οποία, επιχειρεί τις τελευταίες δεκαετίες να εγκλωβίσει και την Ελλάδα».
Τέλος, μιλώντας για την ανάγκη συνταγματικής αναθεώρησης, ο πρώην υπουργός σημειώνει ότι «η πρώτη μεγάλη ανάγκη που υπάρχει σήμερα είναι να εφαρμόζεται το Σύνταγμα» ωστόσο πιστεύει ότι «αν πάρα ταύτα ανοίξει το θέμα, η ΝΔ δεν μπορεί να απουσιάζει».
Ακολουθεί η συνέντευξη του Ευρυπίδη Στυλιανίδη στην Ευτυχία Αδηλίνη για το Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Κύριε Στυλιανίδη, εκτιμάτε ότι, με τη συνεχιζόμενη κράτηση των δύο Ελλήνων στρατιωτικών, παίζεται ένα bras de fer από την μεριά του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, για συμψηφισμό ανάμεσα στις υποθέσεις των 8 Τούρκων στρατιωτικών με τους δύο Έλληνες στρατιωτικούς;
Η ελληνική κυβέρνηση υποτίμησε από την αρχή το θέμα και έδειξε ότι δεν έχει καθόλου καλά μελετημένη την τουρκική διπλωματία. Δεν είναι δυνατόν να αγνοείς ότι η γείτονα χώρα βρίσκεται σε πόλεμο και σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης και να λειτουργείς στα σύνορα της χαλαρά, όπως σε παρελθούσες ήρεμες περιόδους. Είναι εξίσου επιπόλαιο να μιλάς είτε για «λύση ωρών», είτε για «λύση δεκαπενταετίας…». Ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν απάντά με το ίδιο νόμισμα στον Αλέξη Τσίπρα, αξιοποιώντας την επιπόλαιη αρχική του απάντηση για την επιστροφή των 8 Τούρκων. Η ειρωνική αναφορά του στην «Ανεξάρτητη Τουρκική Δικαιοσύνη» δείχνει τη διάθεση να παίξει στις κόκκινες γραμμές… υιοθετώντας στη λογική του «το ανατολίτικο παζάρι». Βγάζει βέβαια και εκνευρισμό διότι η διεθνής κοινότητα στηρίζει την υπόθεση των Ελλήνων στρατιωτικών, όχι όμως των 8 Τούρκων, ενδεχομένως διότι δεν πιστεύει σε μια δίκαιη δίκη της Τουρκικής Δημοκρατίας.
Είστε αισιόδοξος ότι η όλη υπόθεση θα έχει θετική έκβαση σε σύντομο χρόνο;
Είναι λάθος διαπραγματευτικά αυτού του είδους οι προεκτιμήσεις. Μη ξεχνάτε ότι η Τουρκία δεν διστάζει να χρησιμοποιήσει ως πίεση την κράτηση Αμερικανών, Γερμανών και άλλων Ευρωπαίων πολιτών. Κινείται έξω από λογικές διεθνούς δικαίου και δυτικής δημοκρατικής νοοτροπίας. Στη συνάντηση του με τον Γερμανό υπουργό Εξωτερικών, ο κ. Τσαβούσογλου δεν δίστασε να συνδέσει την απελευθέρωση του Γερμανοτούρκου δημοσιογράφου με τη δημιουργία γραμμής παραγωγής τεθωρακισμένων στην Τουρκία που ξεπερνά τα 6 δισ. ευρώ κόστος…
Η υπόθεση αυτή δεν αποδυναμώνει απλά, αλλά εκθέτει την Ευρωατλαντική Συμμαχία και υπονομεύει το διεθνές κύρος του ΝΑΤΟ. Αυτό πρέπει να το καταλάβει εγκαίρως η Δύση. Είναι αδιανόητο δύο συμμαχικοί στρατοί που υπάγονται σε κοινό στρατηγείο του ΝΑΤΟ, να μην μπορούν να συνεννοηθούν αυτομάτως για τέτοια θέματα. Η Τουρκία, κατά τη γνώμη μου, υπονομεύει συνειδητά την ανατολική πτέρυγα της Συμμαχίας και παρουσιάζει ως «διακοσμητικό και αδύναμο Πόντιο Πιλάτο» την ηγεσία της που επιμένει να κρατά ουδέτερη στάση για τόσο πρακτικά ζητήματα συλλειτουργίας.
Κύρια επιδίωξη της κυβέρνησης Ερντογάν, και σε αυτό το θέμα, είναι να ρίξει «οθωμανικό χαστούκι…» -όπως είπε και ο ίδιος- στις ΗΠΑ, με σκοπό να εδραιώσει το ρόλο της Τουρκίας ως ισότιμης περιφερειακής δύναμης. Το παιχνίδι του αυτό δεν έχει μόνο στόχο την εσωτερική πολιτική του ενδυνάμωση, αλλά και την επιβολή του στην ευρύτερη περιοχή.
Ωστόσο, κύριε Στυλιανίδη, βοηθούν λέτε δηλώσεις όπως η πρόσφατη του πρωθυπουργού ότι «η Ελλάδα είναι κράτος δικαίου και έχει πρωθυπουργό και όχι σουλτάνο»;
Όταν έχεις το διεθνές δίκαιο με το μέρος σου, διπλωματικά δεν έχεις κανένα λόγο να προκαλείς με τη ρητορική σου. Η άσκηση εξωτερικής πολιτικής για εσωτερική κατανάλωση, βλάπτει σοβαρά τα εθνικά συμφέροντα.
Πέραν της Ελλάδας, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ξιφουλκεί εναντίον και των ΗΠΑ και της Γαλλίας και του Ισραήλ. Πιστεύετε ότι η αιχμή του δόρατος είναι η κυπριακή ΑΟΖ και η εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων;
Η Τουρκία ζει στη φυλακή της γεωγραφίας της, στην οποία επιχειρεί τις τελευταίες δεκαετίες να εγκλωβίσει και την Ελλάδα. Είναι μια μεγάλη σε χερσαία έκταση χώρα με μακρά ακτογραμμή, που νιώθει όμως περίκλειστη, διότι δεν έχει πρόσβαση στην εκμετάλλευση υδρογονανθράκων. Αυτό της δημιουργεί εκνευρισμό και διπολικότητα. Χρησιμοποιεί η ίδια το δίκαιο της θάλασσας στον Ευξείνου Πόντο, αλλά το αρνείται για την Ελλάδα, την Κύπρο, την Αίγυπτο και το Ισραήλ στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Επιδιώκει με την επιθετική ρητορική της και τη συγκρουσιακή λογική της να εκβιάσει τις ΗΠΑ με τα φιλορωσικά ανοίγματα, το Ισραήλ με το άνοιγμα της στο Ιράν και την Παλαιστίνη, τη Γαλλία γιατί ενοχλείται από την ενδεχόμενη στήριξη της στους Κούρδους. Η επιθυμία της να εδραιωθεί ως περιφερειακή δύναμη μέσα από τη σύγκρουση και όχι τη συνεργασία, μπορεί να υπονομεύσει όχι μόνο την περιφερειακή σταθερότητα και ειρήνη αλλά και την ίδια την ύπαρξη της.
Ένα τόσο τεντωμένο σκηνικό μπορεί να οδηγήσει, λέτε, σε ένα ελληνοτουρκικό επεισόδιο;
Η Ελλάδα οφείλει να είναι πάντα έτοιμη αποτρεπτικά και διπλωματικά να αντιμετωπίσει με αποφασιστικότητα τα χειρότερα. Μόνο η δική μας ετοιμότητα αποτελεί εγγύηση της ειρήνης και της συνεργασίας στην περιοχή. Αυτό όμως είναι θέμα πράξεων και όχι δηλώσεων. Αντίθετα η έντονη παραφιλολογία περί θερμού επεισοδίου, υπονομεύει την κοινή τουριστική περίοδο αλλά και την ομαλή έξοδο της χώρας προς τις αγορές μετά τη μακρόχρονη περιπέτεια της οικονομικής κρίσης.
Σε αυτή την κρίσιμη για τα εθνικά θέματα στιγμή, η Ελλάδα διαθέτει ισχυρούς συμμάχους κ. Στυλιανίδη;
Πρώτος σύμμαχος μας θα έπρεπε να είναι ο καλός μας εαυτός, δηλαδή η ενότητα και η εθνική συνεννόηση. Δεν είναι όμως δυνατόν κάτι τέτοιο, όταν η Βουλή μετατρέπεται σε ένα διαρκές δικαστήριο και όταν η γόνιμη πολιτική και ιδεολογική αντιπαράθεση, αντικαθίστανται από προσωπικά πάθη και υβριστικές επιθέσεις. Είναι χρέος του πρωθυπουργού να ενημερώνει τους πολιτικούς αρχηγούς και να σέβεται τις απόψεις τους.
Η συμμετοχή μας στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ παραμένουν πολύτιμες. Δεν ισχυρίζομαι ότι θα πολεμήσουν άλλοι για τα δικά μας συμφέροντα. Πιστεύω όμως ότι μας προσθέτουν γεωπολιτική, οικονομική, ακόμα και στρατιωτική υπεραξία, την οποία πρέπει να έχουμε το μυαλό να αξιοποιούμε, όπως έκανε η Κύπρος με την ΑΟΖ της. Κάτι αντίστοιχο θα τετραπλασίαζε το μέγεθος και τη δύναμη της Ελλάδας. Επίσης είμαι πλέον πεπεισμένος ότι η ενίσχυση της αμερικανικής και ΝΑΤΟϊκής επενδυτικής και στρατιωτικής παρουσίας στον ελλαδικό χώρο και πέραν της Σούδας, π.χ. Θράκη-Αιγαίο, καθώς και της FRONTEX στα ευρωπαϊκά σύνορα μας, θα ενδυνάμωνε τη θέση μας, θα ενίσχυε την ασφάλεια της πατρίδας μας και θα αναβάθμιζε τη γεωστρατηγική μας υπεραξία. Όλα αυτά θυσιάστηκαν τα προηγούμενα χρόνια, εξαιτίας της ιδεοληψίας και του αντιαμερικανισμού της Αριστεράς.
Η πρόσφατη τοποθέτηση του Αμερικανού πρεσβευτή στην Αθήνα Τζέφρι Πάιατ ότι «οι Ηνωμένες Πολιτείες υποστηρίζουν σθεναρά τις ελληνικές διμερείς προσπάθειες με το Ισραήλ και την Κύπρο και την τριμερή Ελλάδας-Αιγύπτου-Κύπρου», αποτελούν εγγύηση σταθερότητας για τα κοιτάσματα τόσο της Ελλάδας όσο και της Κύπρου;
Η παρουσία του δραστήριου και έμπειρου Αμερικανού πρεσβευτή κ.Πάιατ στην Ελλάδα το τελευταίο διάστημα, συνδυασμένη με την ενίσχυση της αμερικανικής παρουσίας στην περιοχή, δημιουργεί αναμφισβήτητα θετικές προσδοκίες στους Έλληνες. Αναβαθμίζει τις διμερείς πολιτικές σχέσεις, φαίνεται να υποστηρίζει αποτελεσματικά την ενίσχυση των ελληνοαμερικανικών οικονομικών σχέσεων μέσα από την προσέλκυση αμερικανικών επενδύσεων ιδιαίτερα στη Β. Ελλάδα, συμβάλει στην αναβάθμιση του γεωστρατηγικού μας ρόλου στο NATO μέσα από κοινές ασκήσεις και στην ενίσχυση της στρατιωτικής θωράκισης της χώρας μας, ενθαρρύνει τη δημιουργία ενός ενιαίου αμυντικού αλλά και ενεργειακού χώρου με την Αίγυπτο, την Κύπρο και το Ισραήλ. Όλα αυτά τα δεδομένα, εφόσον προχωρήσουν, θα αλλάξουν σημαντικά το τοπίο τόσο στη ΝΑ Ευρώπη, όσο και στην Αν. Μεσόγειο. Μακάρι και η Τουρκία να εγκατέλειπε τον Νεοοθωμανικό Αναθεωρητισμό και να επέστρεφε στην εποχή της «Εμπιστοσύνης και της Ευρωατλαντικής Ισλαμοδημοκρατίας» που είχε επιδείξει αρχικά ο Ρ.Τ. Ερντογάν. Ακόμα όμως κι αν δεν το πράξει, η Ελλάδα είναι υποχρεωμένη να διαδραματίσει μαζί με τους συμμάχους της, τον σταθεροποιητικό της ρόλο στην περιοχή: Πατώντας σταθερά στη Δύση, να απλώνει χέρι συνεργασίας στην Ανατολή.
Να περάσουμε και στο έτερο εθνικό θέμα, της επίλυσης του ζητήματος με την ΠΓΔΜ. Μετά και την ενημέρωση των κομμάτων της αντιπολίτευσης από τον υπουργό Εξωτερικών Νίκο Κοτζιά και την συνάντηση του της 12ης Απριλίου με τον Νικολά Ντιμιτρόφ, εκτιμάτε ότι το θέμα θα έλθει στην ελληνική Βουλή;
Δεν νομίζω. Νιώθω περισσότερο ότι οι δύο κυβερνήσεις έχουν μπει μάλλον σε ένα παιχνίδι σκοπιμότητας και μεταβίβασης της ευθύνης.
Η τυχόν έλευση του θέματος στη Βουλή θα δυσκολέψει τη ΝΔ αναφορικά με τη στάση που θα κρατήσει;
Η Νέα Δημοκρατία έχει διαχρονικά κρατήσει τολμηρή, ξεκάθαρη, ρεαλιστική και συνεπή στάση, που είναι μάλιστα απολύτως εναρμονισμένη με το λαϊκό αίσθημα και την εθνική αντίληψη για το θέμα. Το πρόβλημα είναι της κυβέρνησης που αντιμετωπίζει το λαό σαν «ετερόκλητο όχλο» και ασκεί εξωτερική πολιτική με το βλέμμα, όχι στις επόμενες γενιές, αλλά στις επόμενες εκλογές….
Κύριε Στυλιανίδη φοβάστε τυχόν δημιουργία «Λέγκας του Βορρά»;
Δεν είναι δυνατόν οι μικροκομματικές σκοπιμότητες ή τα συμφέροντα κάποιων να δημιουργούν τέτοιες ανόητες θεωρίες. Όσο αδικημένες και αν νιώθουν η Μακεδονία και η Θράκη από ορισμένες συμπεριφορές της κεντρικής εξουσίας, είναι απόλυτα αφοσιωμένες στην εθνική προσπάθεια, για να μην πω ότι αυτές σηκώνουν κυρίως στην πλάτη τους το μεγαλύτερο βάρος της εθνικής ανασυγκρότησης και της αποκατάστασης της εξωστρέφειας της χώρας. Ξέρετε, εμείς ενσωματωθήκαμε στον εθνικό κορμό 100 χρόνια αργότερα από την υπόλοιπη Ελλάδα και μάλιστα με μεγάλες θυσίες των γονιών μας. Ας μην παίζουν λοιπόν κάποιοι τα μικρά παιχνίδια τους πάνω μας γιατί θα τους τιμωρήσει η ιστορία.
Να περάσουμε και στο θέμα της συνταγματικής αναθεώρησης και να σας ρωτήσω, με την ιδιότητά σας και του καθηγητή Συνταγματικού Δικαίου, υπάρχει ανάγκη συνταγματικής αναθεώρησης στη χώρα;
Η πρώτη μεγάλη ανάγκη που υπάρχει σήμερα είναι, το Σύνταγμα να εφαρμόζεται. Δυστυχώς, οι αλλαγές δεν ευνοούνται ούτε από τη διεθνή αλλά ούτε και από την εσωτερική συγκυρία. Διεθνώς, διότι η εφαρμογή «Προκατασκευασμένων Μνημονίων Αυξημένης Τυπικής Ισχύος» θέτουν σε δοκιμασία την αντοχή δημοκρατικών αξιών και κοινωνικών κατακτήσεων του νομικού και πολιτικού μας πολιτισμού, που μπορεί μέχρι και να καταργήσουν το Σύνταγμα στην πράξη. Εσωτερικά, διότι δεν υπάρχει ούτε η πολιτική ωριμότητα, ούτε η παιδεία, ούτε η εθνική συνεννόηση, ώστε η Αναθεώρηση να είναι προσανατολισμένη σε αλλαγές, που θα συμπυκνώνουν θεσμικά τον νέο προσανατολισμό του πολιτισμού μας, της κοινωνίας μας, του έθνους μας και της Πολιτείας μας.
Φοβούμαι ότι η όποια αναθεωρητική προσπάθεια κινδυνεύει να βουλιάξει στην κυρίαρχη ιδεοληψία, τη μικροκομματική σκοπιμότητα και τους εφήμερους τακτικισμούς. Ενδιαφέρουσες προτάσεις για ένα νέο Οικονομικό Σύνταγμα που θα ευνοεί την ανάπτυξη της πραγματικής οικονομίας, θα καθιστά την Ελλάδα διεθνές εκπαιδευτικό Κέντρο, θα αναζωογονεί τους δημοκρατικούς θεσμούς και θα αναδεικνύει την σύγχρονη πολιτιστική μας ταυτότητα κινδυνεύουν να χαθούν στο βωμό της εφήμερης και άγονης αντιπαράθεσης.
Τουτέστιν η ΝΔ πρέπει να καθίσει στο τραπέζι με τον πρωθυπουργό και να συζητήσει με την κυβέρνηση τη συνταγματική αλλαγή;
Αν πάραυτα ανοίξει το θέμα, δεν μπορούμε να απουσιάζουμε. Εμείς γνωρίζουμε τι πρέπει να αλλάξει και τι πρέπει να προστατευτεί. Θα κάνουμε το καθήκον μας τώρα και στην επικείμενη Αναθεωρητική Βουλή ως πλειοψηφία θα προχωρήσουμε με τόλμη στις απαραίτητες αλλαγές.