Ευριπίδης Στυλιανίδης: Η ΑΜ-Θ ως ενεργειακός κόμβος και τα οφέλη της Ροδόπης

Η γεωπολιτική αναβάθμιση της Ελλάδας στην ευρύτερη περιοχή, συνδέεται με ένα ειδικό ρόλο που καλείται να διαδραματίσει η Περιφέρεια Αν. Μακεδονίας και Θράκης ως Πύλη αλλά και Γέφυρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης προς την Ανατολή.

Μια Περιφέρεια με 9 συνοριακές διαβάσεις (τις περισσότερες στη χώρα), την Εγνατία Οδό με τους κάθετους άξονες, 3 λιμάνια, 2+1 αεροδρόμια, τη Σιδηροδρομική Εγνατία που χρήζει ακόμα αναβάθμισης και επέκτασης, 5 Βιομηχανικές Περιοχές και Βιομηχανικά Πάρκα, μπορεί με βεβαιότητα να αποτελέσει Διεθνή Επενδυτικό Προορισμό.

Αυτή την προοπτική την ενισχύει η ύπαρξη ενός πλούσιου κάμπου, του τρίτου της χώρας σε παραγωγικότητα, καθώς και η παρουσία του πολυθεματικού και πολυκεντρικού Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης, το οποίο διαθέτει το ανθρώπινο δυναμικό που είναι απαραίτητο, εφόσον συντρέξουν οι κατάλληλες πολιτικές, όχι μόνο για να καταστήσει την περιοχή Διεθνές Εκπαιδευτικό Κέντρο αλλά και για να στηρίξει με εξειδικευμένη τεχνογνωσία καινοτόμες επενδύσεις.

Το ενδιαφέρον είναι ότι η ίδια η γεωγραφία μπορεί να διευκολύνει και να μετεξελίξει την περιοχή σε ένα πραγματικό Ορμητήριο Οικονομικής Εξωστρέφειας της Ελλάδας και της ΕΕ προς την ευρύτερη αγορά της Ασίας.

Η Αν. Μακεδονία και Θράκη τα τελευταία χρόνια μεταβάλλεται:

Σε επήνειο της Ευρωβαλκανικής ενδοχώρας στη Μεσόγειο

Σε γέφυρα της ΕΕ προς τη μεγάλη Τουρκική αγορά

Σε θαλάσσιος δρόμος- μέσω των λιμανιών σύνδεσης με τα λιμάνια της Μαύρης θάλασσας, βάση της Συμφωνίας που υπογράψαμε ως ελληνική προεδρία στο πλαίσιο του Οργανισμού Συνεργασίας Ευξείνου Πόντου το 2005.

Σε σημείο εκκίνησης του «Δρόμου των Αργοναυτών», δηλαδή του οδικού δακτύλιου γύρω από τη Μαύρη Θάλασσα, που επίσης υπογράψαμε επί ελληνικής προεδρίας στον ΟΣΕΠ κατά τη θητεία μου ως υφυπουργού Εξωτερικών.

Σε φυσική προέκταση του «Δρόμου του Μεταξιού» στο πλαίσιο της στρατηγικής «Της Ζώνης και των Δρόμων» που ακολουθεί η Κίνα για να έλθει κοντύτερα στην Ευρωπαϊκή αγορά.

Όλα αυτά μπορούν να ενισχυθούν από μια Ανοιχτή Διαπολιτισμική Τοπική Κοινωνία, που διαθέτει το απαραίτητο ανθρώπινο δυναμικό να υποστηρίξει, όχι μόνο την παραγωγή, αλλά και την προώθηση προϊόντων και υπηρεσιών.

Οι εξειδικευμένοι ντόπιοι επιστήμονες που διατηρούν επαφές με τις χώρες της ΕΕ και τις ΗΠΑ όπου συμπλήρωσαν συνήθως τις μεταπτυχιακές σπουδές τους, η μουσουλμανική μειονότητα που μπορεί να αποτελέσει τη γέφυρα συνεργασίας λόγω γλώσσας και κουλτούρας με την Τουρκική και τη Κεντροασιατική αγορά, οι Πομάκοι με τη γλωσσική συγγένεια τους με πληθυσμούς της Βαλκανικής ενδοχώρας, οι παλιννοστούντες Πόντιοι με τα δίκτυα που διαθέτουν στις πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες και τη Ρωσία, η Αρμενική Κοινότητα μέσω των σχέσεων της με την Αρμενία και το παγκόσμιο δίκτυο των ομοεθνών τους, όλοι μαζί αποτελούν ένα πρόσθετο συγκριτικό πλεονέκτημα της περιοχής, που μπορεί να ενισχύσει μια Οργανωμένη Πολιτική Εξωστρέφειας.

Όλα αυτά όμως δε θα αρκούσαν να καταστήσουν την ΑΜΘ Ιδανικό Διεθνή Επενδυτικό Προορισμό, ούτε Προνομιακό Ορμητήριο Ευρωπαϊκής Οικονομικής Εξωστρέφειας, αν η περιοχή δε έμπαινε επιθετικά τα τελευταία 15 χρόνια στον διεθνή ενεργειακό χάρτη ως ενεργειακός κόμβος εξαιρετικής γεωστρατηγικής υπεραξίας, τόσο για τον Ευρωατλαντικό παράγοντα όσο και για άλλους διεθνείς παίχτες.

Η μετεξέλιξη της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης σε Κέντρο Παραγωγής και κυρίως σε Διεθνή Κόμβο Διέλευσης Ενέργειας (Νότιος Ενεργειακός Διάδρομος) της διασφαλίζει ένα νέο ρόλο διεθνούς υπεραξίας, αυτόν του Εγγυητή Ενεργειακής Ασφάλειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Συγκεκριμένα η ενεργειακή ασφάλεια εδράζεται σε τρεις πυλώνες:

  • Διαφοροποίηση μορφών ενέργειας,
  • Διαφοροποίηση πηγών ενέργειας,
  • Διαφοροποίηση δρόμων ενέργειας, ώστε να μη δημιουργούνται μονομερείς εξαρτήσεις της ευρωπαϊκής αγοράς, που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν καταχρηστικά για την ανατροπή των  γεωπολιτικών ισορροπιών στην ΕΕ.

Η είσοδος της ΑΜΘ στον παγκόσμιο ενεργειακό χάρτη, από τον οποίο τα προηγούμενα χρόνια απουσίαζε η Ελλάδα, χάρη στο ρίσκο που ανέλαβε με κόστος η κυβέρνηση Κ. Καραμανλή, καθιστά σήμερα την περιοχή μας αναγκαίο Εγγυητή Ενεργειακής Ασφάλειας, τόσο για τους Ευρωπαίους Εταίρους μας, όσο και για τους Αμερικανούς συμμάχους μας.

Η περιοχή τα τελευταία χρόνια χάρη σε μια έξυπνη και πολυμερή ενεργειακή διπλωματία επιχείρησε και σε πολλές περιπτώσεις πέτυχε σημαντικά αποτελέσματα που της κατοχυρώνουν όλο και περισσότερο τον ρόλο που οραματίζεται για τον εαυτό της και τη χώρα, συμβάλλοντας στην ενίσχυση και των τριών παραμέτρων ενεργειακής ασφάλειας.  Συγκεκριμένα:

Ολοκληρώθηκε το 2006 ο πρώτος ελληνοτουρκικός αγωγός φυσικού αερίου με απόληξη την ΒΙ.ΠΕ. Κομοτηνής, ως πρώτο βήμα μιας ευρύτερης συνεργασίας.

Εγκρίθηκε και υπεγράφη από την ΕΕ και τα εμπλεκόμενα κράτη (Ρωσία-Βουλγαρία-Ελλάδα) με την ανοχή των ΗΠΑ, ο πετρελαιαγωγός Burgas-Αλεξανδρούπολη και συστήθηκε η σχετική εταιρεία. Το μήκος του έργου θα έφτανε τα 280 χλμ. και η ετήσια χωρητικότητα τα 35-50 εκ. τόνους ρωσικού πετρελαίου και λίγο αργότερα πετρελαίου από το Καζκστάν και την Κ. Ασία για τις δυτικές αγορές. Με παρέμβαση μου νομοθετήθηκε από τον αείμνηστο υπουργό Δ. Σιούφα με τη στήριξη του τότε πρωθυπουργού διάταξη, ώστε κάθε χρόνο μερικές δεκάδες εκατομμύρια ευρώ να παραμένουν στους νομούς Έβρου, Ροδόπης και Ξάνθης αναλογικά, ως αντισταθμιστικά οφέλη για έργα στην περιοχή. Επίσης πρότεινα στη διαχείριση του έργου να συμμετέχουν και οι ΗΠΑ (γίνεται σχετική αναφορά και στα wiekieliks) προκειμένου να αναβαθμιστεί η στρατηγική υπεραξία του έργου για δύο λόγους: α) θα παρέκαμπτε το τουρκικό μονοπώλειο διέλευσης ενέργειας (Βόσπορος και άλλοι αγωγοί) εμπλέκοντας άλλες δύο χώρες του ΝΑΤΟ τη Βουλγαρία και την Ελλάδα και β) θα καθιστούσε τη Θράκη σημείο συνάντησης και συνεργασίας Ευρωπαϊκών, Αμερικανικών και Ρωσικών συμφερόντων κατά μήκος του ποταμού Έβρου, θωρακίζοντας έτσι την περιοχή οριστικά έναντι της εξ ανατολών απειλής. Το έργο πάγωσαν στη συνέχεια οι κυβερνήσεις Μπορίσωφ και Παπανδρέου.

Άδοξο τέλος είχε η προσπάθεια δημιουργίας του αγωγού South Stream, Ρωσικών κυρίως συμφερόντων, που στόχευε στη μεταφορά ρωσικού αερίου μέσω Τουρκίας -Ελλάδας – FYROM – Σερβίας στην Κεντρική Ευρώπη δια της Αυστρίας. Προκάλεσε τη εύλογη αντίδραση των ΗΠΑ που θέλησαν να αποτρέψουν τη μονομερή εξάρτηση της ευρωπαϊκής αγοράς από μια πηγή και μία μορφή ενέργειας, αυτή του Ρωσικού αερίου, σε μια εποχή που το ρωσικό αέριο κάλυπτε ήδη το 45% (2002 και μετά) της Ευρωπαϊκής αγοράς και το ρωσικό πετρέλαιο το 29% και είχε ήδη προηγηθεί η έγκριση του Βόρειου Αγωγού από τον Γερμανό Καγκελάριο Σροέντερ. Ο αγωγός ακυρώθηκε μετά από απόφαση του Προέδρου Πούτιν, διότι η Ρωσία έχασε πάνω από 700 εκ. Η κυβέρνηση Κ. Καραμανλή ενσυνείδητα πλήρωσε ακριβά το πολιτικό τίμημα αυτού του παράτολμου ανοίγματος, αλλά πέτυχε την επαναχάραξη άλλων αγωγών που πριν παρέκαμπταν την Ελλάδα (π.χ. NABBUCO), βάζοντας οριστικά την Αν. Μακεδονία και Θράκη στον παγκόσμιο χάρτη των δρόμων της Ενέργειας με τον αγωγό Trans Andriatic Pipeline (TAP).

Ο TAP είναι ένας αγωγός εξαιρετικής γεωστρατηγικής σημασίας για τις ΗΠΑ, την ΕΕ και φυσικά για την Ελλάδα. Υποστηρίζεται θερμά από τα Ευρωατλαντικά συμφέροντα, γι’ αυτό υλοποιείται και με ταχύτατους ρυθμούς και εξαιρετικά αποτελέσματα για την τοπική οικονομία. Έχει μήκος 791 χλμ. (478χλμ. Ελλάδα, 204 χλμ Αλβανία, 105 χλμ offshore και 4 χλμ Ιταλία). Ένα από τα πλεονεκτήματα του είναι ότι διαφοροποιεί τις πηγές και του δρόμους ενέργειας. Τις πηγές διότι αντλεί αέριο από το Αζερμπαϊτζάν, την Κασπία και αργότερα ευρύτερα την Κ. Ασία. Τους δρόμους, διότι αν συμπληρωθεί η υποδομή του από την πλωτή εξέδρα της Αλεξανδρούπολης θα δημιουργηθούν πρόσθετες δυνατότητες σε πηγές και δρόμους.

Η δημιουργία LNG TERMINAL στην Αλεξανδρούπολη διαφοροποιεί περαιτέρω το τοπίο. Μπορεί εκεί να μεταφέρεται υγροποιημένο αέριο με Ελληνικά tankers τόσο από την Κύπρο, την Ανατολική Μεσόγειο, τον Κόλπο, τη Βόρεια Αφρική όσο και σχιστολιθικό αέριο από τις ΗΠΑ που θα αεριοποιείται και θα χύνεται μέσα στον TAP διασφαλίζοντας την βιωσιμότητα του project. Κάτι τέτοιο διαφοροποιεί πλήρως πηγές και δρόμους συμβάλλοντας καθοριστικά στην ενεργειακή ασφάλεια της ΕΕ και καθιστά την Αλεξανδρούπολη σημαντικό διεθνές ενεργειακό Hub-Λιμάνι στη Μεσόγειο. Αυτό θα συμπαρασύρει σε μια αναπτυξιακή κούρσα όλη τη Θράκη και φυσικά τη Ροδόπη, μια που από την Κομοτηνή ξεκινά και ο αγωγός IGB, που θα μεταφέρει ενέργεια προς τη Βουλγαρία και την Ευρωβαλκανική ενδοχώρα.

Το ενεργειακό τοπίο συμπληρώνεται από την υφιστάμενη παραγωγή πετρελαίου στον Πρίνου της Θάσου από την ENERGEAN και τη δυνατότητα στους άδειους θύλακες του κοιτάσματος, να δημιουργηθούν αργότερα πρόσθετοι αποθηκευτικοί χώροι φυσικού αερίου.

Στη Ροδόπη αναπτύσσεται επίσης δυναμικά το τρίτο μεγαλύτερο Πάρκο Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας με 260MW μέχρι στιγμής που συνεχώς αυξάνονται από αιολική και ηλιακή ενέργεια. Λειτουργεί με φυσικό αέριο Εργοστάσιο Ηλεκτρικού Ρεύματος στην ΒΙ.ΠΕ. Κομοτηνής της ΔΕΗ με Α600MW δυναμική. Αναξιοποίητα παραμένουν τα πλούσια Γεωθερμικά Πεδία, που θα μπορούσαν να συμβάλλουν στην ανάπτυξη Θερμοκηπίων στον πρωτογενή τομέα ή στη μείωση του ενεργειακού κόστους οικιακού η βιομηχανικού, με εφαρμογές τηλεθέρμανσης.

Όλα τα παραπάνω φυσικά και επίκτητα συγκριτικά πλεονεκτήματα της Περιφέρειας Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης μπορούν να αξιοποιηθούν πολλαπλά, μόνο αν εφαρμοστούν συγκεκριμένες πολιτικές:

Τα ενεργειακά δίκτυα πρέπει οπωσδήποτε να συνδεθούν άμεσα με τις πόλεις και τους μεγάλους οικισμούς της περιοχής, προκειμένου να μειώσουν το κόστος της οικιακής ενέργειας στηρίζοντας τον τοπικό πληθυσμό.

Τα ενεργειακά δίκτυα πρέπει να συνδεθούν με τις ΒΙ.ΠΕ. και τα ΒΙΟ.ΠΑ. για να διασφαλιστεί ενεργειακή επάρκεια και να μειωθεί ραγδαία το κόστος ενέργειας των βιομηχανιών και άλλων επιχειρήσεων, ώστε να καταστούν βιώσιμες και ανταγωνιστικές στο διεθνές περιβάλλον.

Η διπλωματία των αγωγών και η εν γένει ενεργειακή διπλωματία μας, θα πρέπει να αναδείξει τη σημασία της Θράκης ως εγγυητή της Ευρωπαϊκής Ενεργειακής Ασφάλειας, που συμβάλει καθοριστικά στη διαφοροποίηση των μορφών, των πηγών και των δρόμων της ενέργειας και να χτίσει τις αντίστοιχες διεθνείς συμμαχίες για να τη θωρακίσει εθνικά έναντι νέων κινδύνων και απειλών.

Η ενεργειακή επάρκεια και το χαμηλό κόστος της ενέργειας, είναι εργαλεία που μπορεί να καταστήσουν με σωστές πολιτικές την Περιφέρεια μας ιδανικό διεθνή επενδυτικό προορισμό, προσελκύοντας νέες και αναβαθμίζοντας υφιστάμενες επιχειρήσεις.

Μόνο μια ολοκληρωμένη ενεργειακή και αναπτυξιακή στρατηγική που θα δεσμεύει την εκάστοτε ελληνική κυβέρνηση και θα ακολουθείται με συνέπεια από όλους, θα επιτύχει γρήγορα αποτελέσματα, καθιστώντας μας πραγματικό ορμητήριο οικονομικής εξωστρέφειας της ΕΕ αλλά πολύ περισσότερο της Ελλάδας προς τις νέες αγορές της Ανατολής.

Του Δρ. Ευριπίδη Στ. Στυλιανίδη, επικ. καθηγητή Νομικής Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου, πρώην υπουργού και υπ. Βουλευτή Ροδόπης

ViaDiplomacy Newsroom