Εύα Καϊλή – Η παράδοση της Μακεδονίας δεν μπορεί να είναι τετελεσμένο

Ένα παλιό αμερικάνικο γνωμικό λέει ότι όταν τα δύο μέρη κλείνουν μία συμφωνία αλλά και οι δύο φεύγουν από το τραπέζι συνοφρυωμένοι, τότε η συμφωνία είναι καλή. Επιπλέον, μία συμφωνία δεν μπορεί να κλείσει αν δεν λύνει κάποια προβλήματα χωρίς να δημιουργεί άλλα.

Αν οι δύο αυτές προτάσεις είναι σωστές, τότε δεν χρειάζεται να είσαι ειδικός στη διπλωματία για να δεις ότι η συμφωνία που υπέγραψε ο κ. Τσίπρας στις Πρέσπες και κύρωσε ο ΣΥΡΙΖΑ με τους «πρόθυμους» στη Βουλή, είναι μία πολύ κακή συμφωνία. Αρκεί να δει κανείς τα κύματα ενθουσιασμού στα Σκόπια, για να καταλάβει αν η συμφωνία ήταν καλή για εμάς ή όχι. Αυτά όμως είναι γνωστά σε όλους μας. Μεγάλος νικητής της υπαναχώρησης της κυβέρνησης ήταν τα Σκόπια και οι Αμερικάνοι.  Ας δούμε όμως το ουσιαστικό μέρος της υπόθεσης.

Μια συμφωνία πρέπει να λύνει έστω κάποια προβλήματα, και να μην ανοίγει άλλα. Τι προβλήματα λύνει η συμφωνία των Πρεσπών και για ποιόν; Το πιο σωστό ερώτημα βέβαια είναι όχι «τι» αλλά «τίνος» τα προβλήματα λύνει. Με απλά λόγια, τα Σκόπια κατάφεραν να άρουν το Ελληνικό βέτο για τη ένταξή τους στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ, πέτυχαν ελληνική αναγνώριση για γλώσσα και εθνότητα (που δεν αναγνωρίζει κανένας από τους γύρω γείτονές τους), και δεσμεύτηκαν να αλλάξουν το όνομά τους σε ένα ορίζοντα πενταετίας (και όχι αμέσως). Ο άλλος που κέρδισε είναι το ΝΑΤΟ καθώς η Ελλάδα, χωρίς κανένα διπλωματικό αντάλλαγμα, έδωσε στις ΗΠΑ ένα πάτημα στα Βαλκάνια.

Η Ελλάδα τι κέρδισε από τη συμφωνία των Πρεσπών; Και σε αυτή τη περίπτωση πρέπει να δώσουμε έμφαση όχι στο «τι» αλλά στο «ποιος» από την Ελλάδα κέρδισε από αυτή τη συμφωνία. Κατά κύριο λόγο, η Ελλάδα απεμπόλησε το κυριαρχικό δικαίωμά της να βάλει βέτο στα Σκόπια αν αυτό είναι απαραίτητο στο μέλλον. Γιατί μπορεί να είναι απαραίτητο στο μέλλον; Πολύ απλά διότι η υπόθεση του ονόματος των Σκοπίων δεν είναι τελεσίδικο. Μπαίνει αντίθετα σε μία δυναμική διαδικασία διαπραγμάτευσης και επαναδιαπραγμάτευσης, σε κάθε επί μέρους συμφωνία που θα ακολουθήσει τα επόμενα χρόνια μεταξύ της Αθήνας και των Σκοπίων, για οποιοδήποτε θέμα, περιφερειακό, πολιτικό, εμπορικό ή πολιτιστικό. Ακόμα και στο «αγαστό» σενάριο ότι «ο… Ζάεφ δεν είναι σαν τους άλλους» (κάτι που πρακτικά δεν είναι προφανές σε εμένα), ποιος βεβαιώνει την Ελληνική πλευρά ότι κατά την επόμενη περίοδο δεν θα έρθει πάλι κάποιος τύπος σαν τον Γκρούεφσκι, που όντας ήδη μέσα στο ΝΑΤΟ και με ενεργή την προ-ενταξιακή διαδικασία στην ΕΕ δεν θα μας λέει «όχι» σε ότι προκύπτει;

Χωρίς βαριά διαπραγματευτικά μέσα πίεσης θα πρέπει να διαπραγματευτούμε με τα Σκόπια από την αρχή, κάθε πολιτικό και εμπορικό διμερές ζήτημα. Η πλευρά των Σκοπίων εγείρει ήδη ζήτημα περί μειονότητας, μιλάει για διώξεις το 1940, μιλά για παλιννόστηση, αποζημιώσεις, αναγνώριση διακριτής πολιτιστικής ταυτότητας, αξιώσεις περί γλώσσας αλλά και για απόδοση τιμών στους «αγωνιστές του Μακεδονικού έθνους». Ποιοι είναι όλοι αυτοί οι «αγωνιστές»; Μα οι πρωτεργάτες του ανθελληνικού κινήματος του Ίλιντεν και οι κομιτατζήδες. Ποιος σε αυτή τη συμφωνία μιλάει και για την ελληνική ιστορική μνήμη; Μα ασφαλώς κανένας. Αναγνωρίστηκε λαός Μακεδονικός, παρότι είναι Σλάβοι Βούλγαροι και Αλβανοί όσοι διεκδικούσαν αυτή την ομπρέλα ψευδούς ταυτότητας με την υπογραφή Τσίπρα, που εξέπληξε αρνητικά, εντός κι εκτός Ελλάδος, εκείνους που αντιλήφθηκαν ότι παρέδωσε κάθε ίχνος αξιοπρέπειας που μπορεί να είχε αυτή η κυβέρνηση, ενώ αναγνωρίστηκε και γλώσσα, πρωτοφανές και απαράδεκτο, όπως πολλοί με ρωτούν πλέον γιατί και ποιος μας εξανάγκασε σε τέτοια υποχώρηση.

Τέλος υπάρχει και η διάσταση του μέλλοντος. Η Ελλάδα, έχει δημιουργήσει ένα σημαντικό brand-name γύρω από την ελληνική ιστορικότητα και τη γεωγραφική αναφορά. Προϊόντα και προορισμοί ονομάζονται «Μακεδονικά» εδώ και δεκαετίες. Ελληνικές επιχειρήσεις, μικρές και μεγάλες, εξάγουν και διακινούν προϊόντα και υπηρεσίες με τον τίτλο «μακεδονικός», που όχι μόνο συνεισφέρουν στο ελληνικό ακαθάριστο εγχώριο προϊόν, αλλά πολύ πιο πρακτικά, δίνουν ψωμί σε ελληνικές οικογένειες. Ποια είναι η προοπτική όλων αυτών σε μία επαναδιαπραγμάτευση; Με απλά λόγια, η συμφωνία των Πρεσπών όχι μόνο δεν λύνει προβλήματα για την ελληνική πλευρά αλλά παίρνει όλα τα δεδομένα και τα εντάσσει σε μία δυναμική λογική αμφισβήτησης.

Είμαι ξεκάθαρα εναντίον της συμφωνίας των Πρεσπών, όπως κάθε λογικός και νοήμον άνθρωπος μπορεί να είναι. Η συμφωνία αυτή είναι μια κακή συμφωνία όχι γιατί κολλάει τον προσδιορισμό «Βόρεια» στην ψευδεπίγραφη ονομασία της Μακεδονίας για τα Σκόπια, αλλά γιατί στο πυρήνα της θέτει σε δυναμική αμφισβήτησης και επαναδιαπραγμάτευσης, και άρα υπό αίρεση, την ενότητα του όρου «Μακεδονία» και «Μακεδονικός» με σημαντικές πρακτικές συνέπειες για την Ελλάδα τόσο σε πολιτικό και εμπορικό, όσο και σε πολιτιστικό επίπεδο.

Έχει τελειώσει το θέμα για την Ελλάδα; Κατηγορηματικά σε καμία περίπτωση. όπως περιέγραψα, μπαίνουμε πλέον σε μία νέα δυναμική δράσης-αντίδρασης, που καλό θα ήταν να είχαμε αποφύγει. Το ιστορικό ατύχημα του κ. Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ μας βάζει σε μία θέση αβεβαιότητας. Το πρώτο βήμα για τον περιορισμό της αβεβαιότητας είναι η αντικατάσταση του κ. Τσίπρα από έναν πολιτικό που θα νοιάζεται για τους Έλληνες πολίτες και τη χώρα του περισσότερο από ότι για του Γερμανούς και τους Αμερικάνους φίλους του. Έχουμε ακόμα δυνάμεις και αξιοπρέπεια και σημαντικό εθνικό κεφάλαιο που δεν έχει ξοδευτεί. Με αυτό θα συνεχίσουμε τις πολιτικές μας μάχες για τη Μακεδονία και τον βαθιά ελληνικό της χαρακτήρα. Το «Σκοπιανό», ότι και να κάνει ο κ. Τσίπρας, δεν κλείνει όσο υπάρχουν πατριώτες να το υπερασπίζονται.

*Η Εύα Καϊλή εκλέχθηκε Ευρωβουλευτής τον Ιούλιο του 2014 με την «Ελιά» και είναι επικεφαλής της Ελληνικής Ομάδας της Προοδευτικής Συμμαχίας των Σοσιαλιστών και Δημοκρατών

ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ ΤΗΣ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑΣ «ΤΥΠΟΣ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ»

ViaDiplomacy Newsroom