Επιστροφή στον «Ψυχρό Πόλεμο» για Ρωσία και Δύση ;
Η κρίση της Ουκρανίας έχει φέρει Δύση και Ρωσία στα πρόθυρα μιας επικίνδυνης αντιπαράθεσης, μιας επιστροφής στο Ψυχρό Πόλεμο με απρόβλεπτες επιπτώσεις τόσο για την ευρωπαϊκή όσο και για την παγκόσμια ασφάλεια. Η αναμενόμενη αυριανή τετραμερής κρίσιμη συνάντηση κορυφής Ρωσίας, Ουκρανίας, Γερμανίας και Γαλλίας στο Μίνσκ της Λευκορωσίας αποτελεί για ορισμένους αναλυτές μια τελευταία ευκαιρία για την αποκλιμάκωση της κρίσης της Ουκρανίας πριν ξεφύγει από κάθε έλεγχο. Οι δυο αντίπαλοι, Κίεβο και Μόσχα καταστρώνουν τις κινήσει τους με στόχο να αποκτήσουν πλεονεκτήματα ο ένας έναντι του άλλου στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Οι κινήσεις των «μονομάχων»
Η κατάσταση είναι τεταμένη καθώς συνεχίζονται οι συγκρούσεις στην ανατολική Ουκρανία μια μέρα πριν την κρίσιμη συνάντηση της γερμανίδας καγκελάριου Άνγκελα Μέρκελ, του γάλλου προέδρου Φρανσουά Ολάντ, του προέδρου της Ουκρανίας Πέτρο Ποροσένκο και του ρώσου προέδρου Βλαντιμίρ Πούτιν στο Μινσκ. Οι ουκρανικές δυνάμεις εξαπέλυσαν ξαφνική επίθεση κοντά στο στρατηγικού σημείου λιμάνι της Μαριούπολης σε μια προφανή προσπάθεια να καταλάβουν εδάφη ενόψει των κρίσιμων ειρηνευτικών συνομιλιών.
Η Ρωσία από την άλλη πλευρά έκανε μια επίδειξη δύναμης με τη διεξαγωγή στρατιωτικών ασκήσεων στην Κριμαία. Σύμφωνα με την εφημερίδα Rossiyskaya Gazeta δυνάμεις από το Ρωσικό Στόλο της Μαύρης Θάλασσας αρχίσαν μαζικές στρατιωτικές ασκήσεις σε μια ορεινή περιοχή της Κριμαίας. Συμμετέχουν και πάνω από 600 στρατιώτες από τη δύναμη ακτοφυλακής που δημιουργήθηκε στην χερσόνησο το 2014.
Παράλληλα ΗΠΑ και ΝΑΤΟ ετοιμάζονται για κάθε ενδεχόμενη εξέλιξη με την Ουάσιγκτον να εξετάζει τον εξοπλισμό των ουκρανικών κυβερνητικών δυνάμεων και την Ατλαντική Συμμαχία να ανακοινώνει ενίσχυση των δυνάμεών της μέσα στην Ανατολική Ευρώπη.
Ο αμερικανός πρόεδρος Μπάρακ Όμπαμα δέχεται τις πιέσεις του Κογκρέσου καθώς Ρεπουμπλικάνοι και Δημοκρατικοί γερουσιαστές, σύμφωνα με το USNews υποστηρίζουν ότι ήρθε η ώρα για τον πρόεδρο να δράσει δείχνοντας όχι μόνο τη στήριξή του προς το Κίεβο αλλά και το σεβασμό προς το Μνημόνιο της Βουδαπέστης του 1994 όπου η Ουκρανία συμφώνησε να εγκαταλείψει το πυρηνικό οπλοστάσιό της με αντάλλαγμα εγγυήσεις ασφάλειας από ΗΠΑ και Μεγάλη Βρετανία.
Σχετικά με το θέμα της παροχής οπλισμού από τις ΗΠΑ, ο Βόλφγκανγκ Ίσινγκερ – πρώην Γερμανός πρέσβης στην Ουάσιγκτον- επισημαίνει στους Financial Times ότι αν η Μόσχα δεν πείσει τους ρωσοφωνους αυτονομιστές να τηρήσουν την κατάπαυση του πυρός, τότε η Δύση δεν θα έχει άλλη επιλογή από το να εξοπλίσει τους Ουκρανούς με αντιαρματικά και άλλα όπλα για να αντιμετωπίσουν τους «proxy warriors» της Ρωσίας. Η εξέλιξη αυτή θα προσφέρει στους διαπραγματευτές της Δύσης ένα πιο πιεστικό μοχλό επιρροής. Φυσικά αυτό εμπεριέχει και κινδύνους. Οι Ρώσοι ενδέχεται να μην μετατοπίσουν τη θέση τους και να αντιδράσουν με ακόμη περισσότερη βία. Ο κίνδυνος μιας ευρύτερης σύγκρουσης θα πλησιάσει αν οι χώρες του ΝΑΤΟ αντιδράσουν με βία στις ρωσικές προκλήσεις γύρω από τα σύνορά τους.
Όμως υπάρχει και η άποψη ορισμένων ρώσων αναλυτών οι οποίοι εκτιμούν, σύμφωνα με το CNN, ότι η κίνηση της Ουάσιγκτον να δώσει όπλα στην Ουκρανία μπορεί να καταλήξει σε φιάσκο και να χρησιμοποιηθεί από τον Πούτιν στο πλαίσιο της θεωρίας των συνομωσιών του. Ο Sean Kay, ειδικός αναλυτής Ρωσίας – ΝΑΤΟ στο Πανεπιστήμιο του Ohio Wesleyan πιστεύει ότι ο Πούτιν θα μπορούσε άμεσα να αυξήσει τη ρωσική βοήθεια προς τους αντάρτες σε μια προσπάθεια να πετύχει γρήγορα ευνοϊκά αποτελέσματα στο πεδίο της μάχης.
Η νέα δύναμη του NATO
Το ΝΑΤΟ κάνει και αυτό κινήσεις σε περίπτωση μιας αντιπαράθεσης με τη Ρωσία. Η Ατλαντική Συμμαχία ενέκρινε την ενίσχυση των δυνάμεών της στην ανατολική Ευρώπη, δημιουργώντας μια νέα δύναμη ταχείας αντίδρασης και έξι κέντρα διοίκησης σε περιοχές κοντά στη Ρωσία. Η νέα δύναμη θα αποτελείται από 5.000 άνδρες και αναμένεται να αναλάβει δράση το 2016. Η προοπτική είναι να ενσωματώσει έως και 30.000 άνδρες και να έχει δυνατότητα ταχύτατης ανάπτυξης μέσα σε 48 ώρες. Τα έξι κέντρα διοίκησης θα έχουν έδρα την Βουλγαρία, την Εσθονία, τη Λετονία, τη Λιθουανία, την Πολωνία και τη Ρουμανία.
Παράλληλα το ΝΑΤΟ ανησυχεί σύμφωνα με το Reuters και για τη πυρηνική στρατηγική που θα ακολουθήσει η Ρωσία καθώς υπάρχουν ενδείξεις ότι η Μόσχα ενδέχεται να μειώσει το όριο που επιτρέπει τη χρήση πυρηνικών όπλων σε οποιαδήποτε ένοπλη σύγκρουση που μπορεί να προκύψει. Η απειλή ενός πυρηνικού πολέμου Ρωσίας και ΗΠΑ κατά την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου έχει απομακρυνθεί, αλλά οι δυο χώρες διατηρούν το πυρηνικό οπλοστάσιό τους.
Οι χειρισμοί του Βλαντιμίρ Πούτιν στο θέμα της Ουκρανίας παραπέμπουν και σε μια εσωτερική ισορροπία δυνάμεων που αναμένεται να επηρεάσει σε ένα βαθμό τις αποφάσεις του. Ο Πούτιν έχει κάνει μια «συμφωνία» με το ρωσικό λαό, σύμφωνα με αναλυτές, που βασίζεται στη διασφάλιση της τάξης, στην ευημερία και στην επαναφορά του status της Ρωσίας ως μεγάλη δύναμη στη διεθνή σκήνη, με αντάλλαγμα την προθυμία του να απωλέσει κάποιες από τις ελευθερίες που κέρδισε στο τέλος της δεκαετίας του 1990. Η συμφωνία διατηρήθηκε σε ικανοποιητικό επίπεδο καθώς η ρωσική οικονομία είχε μια θεαματική ανάπτυξη για περισσότερο από μια δεκαετία. Όμως τώρα τα δεδομένα έχουν αλλάξει και οι ισορροπίες γίνονται ευαίσθητες από τη στιγμή που η ρωσική οικονομία είναι σε κακή κατάσταση εξαιτίας των ευρωπαϊκών κυρώσεων και των χαμηλών τιμών του πετρελαίου. Η αποφασιστικότητα του Πούτιν, μέχρι στιγμής, δεν φαίνεται να υποχωρεί και οι επιλογές τους φαίνεται να μειώνονται: διαπραγμάτευση ή μεγαλύτερη χρήση βίας στην Ουκρανία, μεγαλύτερη καταπίεση στο εσωτερικό εάν παραστεί ανάγκη.
«Ψυχρός Πόλεμος»
Η ουκρανική κρίση μπορεί να οδηγήσει σε μια πολύ χειρότερη αντιπαράθεση ΗΠΑ και Ρωσίας από εκείνη του Ψυχρού Πολέμου που θα έχει απρόβλεπτές επιπτώσεις. Η ευρωπαϊκή και διεθνής ασφάλεια αντιμετωπίζει πλέον πολύ πιο σύνθετες και ασύμμετρες απειλές. Η επέκταση του ισλαμικού φονταμενταλισμού στη Μέση Ανατολή απειλεί και Ευρώπη και Βόρειο Καύκασο και η επίτευξη μιας συμφωνία για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν είναι κάποια από τα «καυτά» θέματα που απαιτούν τη συνεργασία Ουάσιγκτον και Μόσχας με έναν και μόνο στόχο τη διατήρησης της παγκόσμιας ειρήνης. Ένας «Ψυχρός Πόλεμος» θα επηρεάσει τη διεθνή ισορροπία δυνάμεων καθώς θα εχουμε πάλι «κράτη- δορυφόρους» με τη στενή έννοια όχι μόνο στην Ευρώπη αλλά και στη Μέση Ανατολή από τη στιγμή που θα επιδιωχτούν τέτοιους είδους συμμαχίες.