Επιστροφή στο «Ψυχρό Πόλεμο» για Ρωσία – ΗΠΑ

Μόσχα και Ουάσινγκτον εισέρχονται σε μια πορεία διπλωματικής σύγκρουσης εξαιτίας της κρίσης της Ουκρανίας που θα έχει επιπτώσεις τόσο στο ευρωπαϊκό όσο και στο παγκόσμιο σύστημα ασφαλείας. Η Μόσχα φαίνεται να θεωρεί ότι έχει επέλθει οριστική ρήξη στις σχέσεις με την Ουάσινγκτον και αποκλείει την «επαναφορά» τους στην προηγούμενη περίοδο.
Ο πρόεδρος της Ρωσίας Βλαντιμίρ Πούτιν σε συνέντευξη στη σέρβικη εφημερίδα Politika κατηγόρησε την Ουάσινγκτον ότι υποκίνησε την κρίση της Ουκρανίας υποστηρίζοντας τους ακραίους εθνικιστές του Κιέβου, επισήμανε ότι σύντομα θα συνειδητοποιήσουν πόσο μάταιο είναι να εκβιάζεις τη Ρωσία και ότι μια αντιπαλότητα των πιο μεγάλων πυρηνικών δυνάμεων μπορεί να υπονομεύσει τη στρατηγική σταθερότητα.

Ο πρωθυπουργός Ντίμτρι Μεντβέντεφ από την πλευρά του κατέστησε σαφές σε συνέντευξη στο αμερικάνικο τηλεοπτικό δίκτυο CNBC ότι η «επαναφορά» των σχέσεων με τις ΗΠΑ είναι «αδύνατη» και ότι οι δεσμοί μεταξύ των δύο δυνάμεων έχουν καταστραφεί από τις κυρώσεις που έχουν επιβληθεί στη χώρα του.
O ρωσικός στρατός σύμφωνα με το Jamestown Foundation επανεξοπλίζεται και διεξάγει ασκήσεις σαν να προετοιμάζεται για ένα παγκόσμιο πόλεμο. Η ανωτάτη κυβερνητική ηγεσία δείχνει ιδιαίτερα επικριτική προς τις ΗΠΑ γεγονός που διαφαίνεται και από τη συνέντευξη του γραμματέα του Εθνικού Συμβούλιου Ασφαλείας Νικολάι Πατρούτσεφ στην εφημερίδα Rossiyskaya Gazeta με τίτλο «Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος». Ο Πατρούτσεφ κατηγόρησε τις ΗΠΑ ότι εδώ και δεκαετίες προσπαθούν να απομονώσουν τη Ρωσία και να της στερήσουν τη δυνατότητα να επηρεάζει τις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες.
Ο πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν είναι από τη φύση του καχύποπτος απέναντι προς τις ΗΠΑ, έχει αντιδράσει σε όλες τις αμερικάνικες μονομερείς ενέργειες και η χώρα του έχει συγκρουστεί με την Ουάσινγκτον μέσα στο Συμβούλιο Ασφαλείας για το θέμα της Συρίας του προέδρου Μπασάρ Άσαντ και παλαιότερα για το Ιράν. Η στάση της Ρωσίας στην κρίση της Ουκρανίας (οδήγησε στην ανεξαρτητοποίηση της ρωσόφωνης Κριμαίας) προκάλεσε την έντονη αντίδραση των ΗΠΑ και στο διπλωματικό σκηνικό επανήλθαν οι μνήμες του «ψυχρού πολέμου». Τότε στη ψυχροπολεμική εποχή το παγκόσμιο σύστημα ασφαλείας ήταν περιφερειακό (με ΗΠΑ και Σοβιετική Ένωση να έχουν «κράτη- δορυφόρους») ενώ σήμερα στη μετά-ψυχροπολεμική εποχή είναι ηγεμονικό με μονό μια υπερδύναμη, τις ΗΠΑ.
Η Ρωσία για να μην απομονωθεί από τη διεθνή κοινότητα πρέπει να ενισχύσει τις σχέσεις με την Κίνα και με περιφερειακές δυνάμεις που θεωρούν ότι η Ουάσινγκτον αποτελεί κοινή απειλή. Το σημαντικό για τη Ρωσία είναι να βρει νέες αγορές, εκτός της Δύσης, για το πουλήσει το πετρέλαιο και το φυσικό της αέριο. Η Ρωσία έχει υπογράψει στο πλαίσιο αυτό με την Κίνα ενεργειακή συμφωνία, αξίας 400 δις. δολαρίων. Η ρωσική Gazprom θα προμηθεύσει την κρατική China National Petroleum Corp με 38 δις. κυβικά μέτρα φυσικού αερίου σε ετήσια βάση, αρχής γενομένης από το 2018. Η συμφωνία περιλαμβάνει και την κατασκευή ενός αγωγού που θα συνδέει τη βορειοανατολική Κίνα με μια γραμμή εφοδιασμού που θα μεταφέρει φυσικό αέριο από τη δυτική Σιβηρία στο λιμάνι του Βλαδιβοστόκ που είναι στο Ειρηνικό Ωκεανό. Η ανάπτυξη ενός τερματικού σταθμού φυσικού αερίου θα δώσει τη δυνατότητα στους ρώσους να το εξάγουν και στην αγορά της Νότιου Κορέας αλλά και της Ιαπωνίας.
Στο «μέτωπο» της Μέσης Ανατολής, η Μόσχα θα παραμείνει στο σιίτικο άξονα Συρίας και Ιράν για να μπορέσει σε ένα βαθμό να επηρεάσει τις εξελίξεις στη περιοχή που διαμορφώνονται και από τη δράση της εξτρεμιστικής οργάνωσης Ισλαμικό Κράτος σε Ιράκ και Συρία (ISIS). Σε ευρωπαϊκό περιφερειακό επίπεδο η Μόσχα θα θέσει σε ισχύ από 1ης Ιανουαρίου 2015 την Ευρασιατική Οικονομική Ένωση που θα έχει κράτη – μέλη Ρωσία, Λευκορωσία, Καζακστάν και Αρμενία ενώ γίνονται συζητήσεις για συμμετοχή με Ινδία και Βιετνάμ.
Η Ουάσινγκτον από την πλευρά της διαθέτει τους μηχανισμούς για να πιέσει τη Μόσχα σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο. Η Ευρωπαϊκή Ένωση επιδιώκει απεγνωσμένα να μειώσει την εξάρτηση από το ρωσικό φυσικό αέριο και το NATO που έχει πλέον εξελιχθεί σε μια παγκόσμια στρατιωτική συμμαχία έχει τη δυνατότητα να φέρει τη Ρωσία στα όρια της εάν προχωρήσει σε μια εκ νέου διεύρυνση προς ανατολάς. Παράλληλα η Ουάσινγκτον έχει υιοθετήσει σύμφωνα με διεθνή δημοσιεύματα, ένα είδος «proxy war» κατά της Μόσχας, έχοντας συνάψει μια μυστική συμφωνία με τη Σαουδική Αραβία για την πτώση των τιμών του πετρελαίου με στόχο να στραγγαλίσει οικονομικά τη Ρωσία που εξάγει πετρέλαιο και φυσικό αέριο.
Η αντιπαράθεση Ρωσίας και ΗΠΑ αποσταθεροποιεί το διεθνές σύστημα ασφάλειας σε μια περίοδο που η συνεργασία και η συλλογική προσπάθεια κρίνεται αναγκαία για να αντιμετωπιστούν οι ασύμμετρες απειλές κατά της παγκόσμιας ειρήνης, όπως είναι η επέκταση του Ισλαμικού φονταμενταλισμού. Εάν τελικά κυριαρχήσει η συγκρουσιακή λογική οι ΗΠΑ θα διατηρήσουν τα ηνία στη διαχείριση των παγκοσμίων υποθέσεων έχοντας ως στόχο και τη Ρωσία η οποία θα αρκεστεί στο να δημιουργήσει ένα αντί-αμερικάνικο μπλοκ.

Συγγραφέας: Γιώργος Ξ. Πρωτόπαπας

Γιώργος Ξ. Πρωτόπαπας

Δημοσιογράφος - Αναλυτής διεθνών θεμάτων και γεωπολιτικής στο μηναίο περιοδικό Άμυνα & Διπλωματία.