Εμπλοκή του Στρατού στη μάχη κατά της ισλαμικής τρομοκρατίας στο Βρετανικό έδαφος
Τη σοβαρότητα της απειλής που αντιμετωπίζει η Ευρώπη από την ισλαμική τρομοκρατία μετά και τις πρόσφατες επιθέσεις στο ευρωπαϊκό έδαφος, αντικατοπτρίζει η απόφαση της βρετανικής κυβέρνησης για την ενεργότερη εμπλοκή της Δύναμης Ταχείας Αντίδρασης του Βρετανικού Στρατού εντός του Εθνικού έδαφος, σε συνεργασία με την Αστυνομία.
Μέχρι σήμερα οι συγκεκριμένες στρατιωτικές δυνάμεις, αποτελούσαν την αιχμή του δόρατος στις επιχειρήσεις κατά των ισλαμιστών στο εξωτερικό.
Αυτό όπως φαίνεται αλλάζει μετά τις τρομοκρατικές επιθέσεις στο Παρίσι και στην Κοπεγχάγη, όπου μαζί με το Βέλγιο, οι κυβερνήσεις των χωρών αυτών αναγκάστηκαν να κινητοποιήσουν στρατιωτικές δυνάμεις και να τις βγάλουν στους δρόμους των πόλεων με στόχο την καλύτερη φύλαξη των πόλεων και την επαύξηση του αισθήματος ασφάλειας των πολιτών.
Σύμφωνα με την απόφαση της Βρετανικής Κυβέρνησης εκατοντάδες στρατιώτες των ειδικών δυνάμεων θα βρίσκονται σε ετοιμότητα στο βρετανικό έδαφος, για να συνδράμουν στις επιχειρήσεις των αστυνομικών δυνάμεων εφόσον χρειαστεί.
Όπως δήλωσε ο εκπρόσωπος του Βρετανικού υπουργείο Άμυνας, οι υπηρεσίες του υπουργείου συνεργάζονται αυτή την περίοδο με άλλες κυβερνητικές υπηρεσίες για το συντονισμό των προσπαθειών, ώστε ο Βρετανικός Στρατός να μπορεί να είναι έτοιμος όταν χρειαστεί για να συμβάλει με τους άνδρες και τα μέσα που διαθέτει στο βρετανικό έδαφος.
Στην ανακοίνωση του υπουργείου δεν υπήρξε κάποια αναφορά για τον ακριβή αριθμό και τις μονάδες του Βρετανικού Στρατού που θα εμπλακούν σε αυτή την νέα πολιτική αντιμετώπισης τρομοκρατικών απειλών σε βρετανικό έδαφος.
Η συγκεκριμένη απόφαση της Βρετανικής κυβέρνησης αποτελεί ουσιαστικά μια σημαντική ποιοτική αναβάθμιση της στρατηγικής για την αντιμετώπιση της ισλαμικής τρομοκρατίας και ομολογία της κυβέρνησης ότι πλέον η απειλή βρίσκεται και πρόκειται να παραμείνει στο βρετανικό έδαφος.
Παρα το γεγονός ότι τρομοκρατικές επιθέσεις από ισλαμιστές έχουν πραγματοποιηθεί στο παρελθόν σε βρετανικό έδαφος την αντιμετώπιση των οποίων είχαν αναλάβει οι ειδικές δυνάμεις της Αστυνομίας, η νέα απόφαση δείχνει την κλιμάκωση της απειλής και την αύξηση του μεγέθους της, υποδηλώνοντας πλέον ότι τα μέσα της Αστυνομίας δεν επαρκούν.
Το ενδεχόμενο πολλαπλών επιθέσεων από “μοναχικούς λύκους” σε διαφορετικές περιοχές την ίδια περίοδο δηλ. τρομοκράτες οι οποίοι δρουν από μόνοι τους, χωρίς κάποιο συγκεκριμένο υπό κεντρικό έλεγχο επιχειρησιακό σχέδιο, με στόχο την πρόκληση φόβου και τρόμου στον πληθυσμό όπως εφαρμόστηκε πρόσφατα στη Γαλλία αποτελεί την νέα μορφή απειλής για τις Ευρωπαϊκές χώρες.
Όπως ανέφερε και το βρετανικό ίδρυμα ερευνών Quilliam σε πρόσφατη μελέτη του απόσπασμα της οποίας δημοσίευσε στις 22 Φεβρουαρίου το Via Diplomacy η απειλή για την εκδήλωση πολλαπλών τρομοκρατικών επιθέσεων στην Ευρώπη, πρόκειται να αυξηθεί τα επόμενα χρόνια.
Σύμφωνα με το βρετανικό ίδρυμα, ένας από τους βασικούς στόχους του ISIS είναι η μεταφορά εκατοντάδων τρομοκρατών από την Λιβύη στην Ευρώπη, αξιοποιώντας τους χιλιάδες παράνομους μετανάστες που διασχίζουν την Μεσόγειο κάθε χρόνο και η πραγματοποίηση εκατοντάδων επιθέσεων στις ευρωπαϊκές πόλεις, προκαλώντας πανδαιμόνιο σπέρνοντας τον τρόμο και την καταστροφή.
Η χρησιμοποίηση από την ISIS πολεμικά έμπειρων και αποφασισμένων για να πεθάνουν μαχητές μέσα στις ευρωπαϊκές πόλεις, αναβαθμίζει το επίπεδο της απειλής, αφού οι νέες επιθέσεις δεν θα θυμίζουν σε τίποτα τις ερασιτεχνικές και πολλές φορές αυθόρμητες επιχειρήσεις νέων που επηρεάστηκαν από τα λόγια ενός φανατικού ιμάμη ή επιθυμούν να ζήσουν μια διαφορετική “μοναδική εμπειρία ή κατόρθωμα» που θα τους ηρωοποιήσει στα μάτια των συναγωνιστών και φίλων τους.
Η επιλογή της γαλλικής κυβέρνησης να χρησιμοποιήσει περίπου 800 άνδρες των ειδικών δυνάμεων από την Στρατοχωροφυλακή και το Στρατό στις πρόσφατες τρομοκρατικές επιθέσεις δεν ήταν τυχαία.
Όπως φαίνεται, την λύση αυτή επιλέγει και η βρετανική κυβέρνηση υιοθετώντας την στρατιωτικοποίηση της αντιμετώπισης της ισλαμιστικής τρομοκρατίας εντός του εθνικού εδάφους, μια πρακτική που όπως φαίνεται θα ακολουθήσουν και άλλες ευρωπαϊκές χώρες.