Eλλάς – Σερβία, διπλωματική δυσφορία

Ο Σέρβος πρόεδρος Αλεξάνταρ Βούτσιτς αισθάνθηκε την ανάγκη να αναφερθεί στις δηλώσεις του, στο τέλος της τετραμερούς συνάντησης (Ελλάδα, Σερβία, Βουλγαρία, Ρουμανία), την Τετάρτη στη Θεσσαλονίκη, (και) στη συμφωνία των Πρεσπών.

Με «μισή καρδιά» μίλησε για «μια καλή είδηση» για την περιοχή, διευκρινίζοντας ότι η χώρα του δεν αναμειγνύεται σε «διμερή θέματα», παραβλέποντας τη γεωπολιτική σημασία της διευθέτησης της μακροχρόνιας αυτής εκκρεμότητας.

Ο Σέρβος ηγέτης δεν θα μπορούσε να «σφυρίξει» αδιάφορα αγνοώντας το κορυφαίο γεγονός στα Βαλκάνια τούτη την περίοδο, από τη στιγμή που στην πολιτική ατμόσφαιρα, τόσο στην πατρίδα του όσο και διεθνώς, αιωρείται το ερώτημα για την απροθυμία του Βελιγραδίου να χαιρετίσει τη συμφωνία Ελλάδας – Σκοπίων.

Επί της ουσίας δεν είπε τίποτα διαφορετικό απ’ ό,τι είχε δηλώσει ο επί των Εξωτερικών υπουργός του Ιβιτσα Ντάτσιτς, αρκετές ημέρες μετά τις Πρεσπες και ενώ ο Τύπος, σερβικός αλλά και διεθνής, βούιζε για την «εκκωφαντική σιωπή» του Βελιγραδίου.

«Δεν υπήρχε λόγος»

Με τον δικό του ιδιαίτερο λόγο, ο Ντάτσιτς αναγκάστηκε τότε να δηλώσει, σε συνέντευξη Τύπου, και μόνον όταν ρωτήθηκε από δημοσιογράφο γι’ αυτό, ότι «η συμφωνία Αθήνας – Σκοπίων είναι διμερές ζήτημα και δεν υπάρχει ανάγκη ανάμειξης της Σερβίας, αφού δεν είναι προσκεκλημένο μέρος», τονίζοντας πως «δεν απευθύναμε συγχαρητήρια, γιατί δεν υπήρχε λόγος για να συγχαρούμε».

Ο Βούτσιτς στη Θεσσαλονίκη επιβεβαίωσε απλώς ότι η τοποθέτηση του Ντάτσιτς δεν ήταν μια «αυθόρμητη» δική του πρωτοβουλία, από εκείνες που συνηθίζει ο απρόβλεπτος αυτός πολιτικός, αλλά η επίσημη θέση του Βελιγραδίου για μια συμφωνία που επαινέθηκε διεθνώς, αλλά κατά βάθος ενόχλησε κάποιους παίκτες στη Βαλκανική, με τους Σέρβους να μην μπορούν, ή και να μη θέλουν, να το κρύψουν.

Πολιτικοί παρατηρητές εκτιμούν ότι το επίσημο Βελιγράδι προβληματίστηκε από την επίτευξη συμφωνίας διαβλέποντας τον κίνδυνο να αυξηθούν τώρα οι πιέσεις από την Ε.Ε. για την επίλυση του ζητήματος του Κοσόβου.

Οι ερμηνείες γύρω από την απροθυμία των Σέρβων να «χαρούν» για τη συμφιλιωτική κίνηση των Ελλήνων και των τέως συγκατοίκων (Γιουγκοσλαβία) Σλαβομακεδόνων ποικίλλουν, με τους αναλυτές στο Βελιγράδι αλλά και τα ελεγχόμενα από τον Βούτσιτς ΜΜΕ να τη συνδέουν με τον κίνδυνο να αυξηθούν τώρα οι πιέσεις Ευρωπαίων και Αμερικανών για την επίλυση του ζητήματος του Κοσόβου.

Εκφράζεται μάλιστα επ’ αυτού η άποψη ότι, εφόσον η Ευρωπαϊκή Ενωση «ανάγκασε» μία χώρα να αλλάξει όνομα, θα προσπαθήσει να αναγκάσει και τη Σερβία να κάνει ταπεινωτικές υποχωρήσεις στο ζήτημα του Κοσόβου.

Η αλήθεια είναι ότι μετά το κλείσιμο(;) της εκκρεμότητας Αθήνας – Σκοπίων το ενδιαφέρον του διεθνούς παράγοντα αναμένεται να επικεντρωθεί στην επούλωση της άλλης πιο επικίνδυνης πληγής στη Δυτική Βαλκανική, αυτή του Κοσόβου, και εδώ τα πράγματα προβλέπονται πολύ πιο περίπλοκα, λόγω της ενεργού εμπλοκής της Ρωσίας, η οποία είναι βέβαιο ότι θα ενισχύσει με κάθε τρόπο τη διαπραγματευτική θέση των Σέρβων.

Ο συσχετισμός, ωστόσο, της συμφωνίας με πιθανές εξελίξεις στο Κόσοβο δεν ερμηνεύει από μόνος του τη σερβική «μικροψυχία» απέναντι στην «καλή είδηση» ότι Ελλάδα και ΠΓΔΜ τα βρήκαν μεταξύ τους και μάλιστα σε έναν συμβιβασμό που, εφόσον «περπατήσει» στη ζωή, θα ηρεμήσει τον βαλκανικό Νότο.

Ευρωπαϊκές διπλωματικές πηγές που παρακολουθούν από πολύ κοντά τις εξελίξεις στο «καυτό τρίγωνο» της Βαλκανικής θεωρούν πως οι Σέρβοι αντέδρασαν στη συμφωνία διαισθανόμενοι ότι η επιρροή τους στην ΠΓΔΜ υποχωρεί θεαματικά, και μετά την πτώση του Γκρούεφσκι από την εξουσία, υπέρ της Βουλγαρίας, σε μια περιοχή όπου είχαν παραδοσιακά ρόλο «προστάτη» του αδύναμου κράτους.

Ενόχληση και σε Βουλγαρία, Ρωσία

Το παρελθόν και το παρασκήνιο; Οι Σέρβοι οργίστηκαν βλέποντας τον Ζόραν Ζάεφ να υπογράφει με το που ανήλθε στην εξουσία, δύο συμφωνίες, με τη Βουλγαρία πρώτα και με την Ελλάδα στη συνέχεια, που θεωρούν ότι απομακρύνουν το Βελιγράδι από τα Σκόπια.

Οπως με την τωρινή συμφωνία των Πρεσπών, το Βελιγράδι, επί Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς τότε, δεν είχε δει με καθόλου καλό μάτι ούτε και την υπογραφή της ενδιάμεσης συμφωνίας Ελλάδας – ΠΓΔΜ, το 1995, που βελτίωνε το κλίμα στις σχέσεις του νεόκοπου κράτους με την Αθήνα.

«Ο Μιλόσεβιτς δεν ήθελε η Βουλή της Μακεδονίας να επικυρώσει τη συμφωνία, γιατί τότε, εκτός από την Ελλάδα, ούτε η Γιουγκοσλαβία αναγνώριζε τη Μακεδονία. Αν εμείς επικυρώναμε τη συμφωνία στη Βουλή, θα αποκαθιστούσαμε τις σχέσεις με την Ελλάδα και ο Μιλόσεβιτς μας ήθελε μετέωρους για να μας κρατάει στο χέρι. Ηθελε να είμαστε όσο το δυνατόν πιο ασταθείς για να μας έχει στο χέρι και και να μπορεί να λέει στους Ελληνες ότι θα μεσολαβήσει για το όνομα», είχε υποστηρίξει σε συνέντευξή του στην «Κ», τον Οκτώβριο του 2014, ο στενός συνεργάτης του Γκλιγκόροφ και πρόεδρος της Βουλής της ΠΓΔΜ Στόγιαν Αντοφ.

Η εμπλοκή της σερβικής πρεσβείας και των μυστικών υπηρεσιών της στα δραματικά γεγονότα του Απριλίου του 2017, όταν φανατικοί εθνικιστές του VMRO εισέβαλαν στη Βουλή των Σκοπίων και ξυλοκόπησαν άγρια τον Ζαεφ και βουλευτές του, ερμηνεύθηκε από διπλωματικούς κύκλους τότε ως απεγνωσμένη προσπάθεια του Βελιγραδίου να υπερασπιστεί τα σερβικά συμφέροντα που θεωρούσε ότι διακυβεύονται με την ανατροπή του Γκρούεφσκι.

Αλλά δεν ήταν μόνον η Σερβία που δεν πέταξε τη σκούφια της για τη συμφωνία των Πρεσπών. Η ανακοίνωση του βουλγαρικού υπουργείου Εξωτερικών προκάλεσε και αυτή συζητήσεις.

«Το νέο όνομα “Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας” δεν θα πρέπει να ερμηνευθεί ως λόγος για πιθανή αλλαγή των υφιστάμενων συνόρων ή για βλέψεις απέναντι στους γείτονες και συγκεκριμένα για τη γλώσσα, τον πολιτισμό, την ιστορία και την ταυτότητά τους», ανέφερε η Σόφια, διαισθανόμενη μελλοντικούς κινδύνους αλυτρωτικών επιδιώξεων των Σκοπίων στη δική της Μακεδονία του Πιρίν.

Το ότι με τη συμφωνία η Αθήνα αναγνώρισε, έστω με «αστερίσκους», μακεδονικό έθνος, σήμανε για τη Βουλγαρία την οριστική απώλεια ενός ισχυρού συμμάχου με τον οποίο έως την 17η Ιουνίου επέμεναν ότι τέτοια εθνότητα δεν υπάρχει.

Η βουλγαρική αντίδραση θεωρείται βέβαιο ότι δεν θα ήταν τόσο διακριτική αν η υπογραφή της συμφωνίας δεν συνέπιπτε με την άσκηση από τη Σόφια εκείνες τι ημέρες της προεδρίας της Ε.Ε., η οποία την είχε χαιρετίσει σε διθυραμβικούς τόνους.

Στους «τεθλιμμένους συγγενείς» και η Μόσχα, που περιορίστηκε σε μια αδιάφορη πλην υπαινικτική, ως προς τη σταθερότητα στη Βαλκανική, δήλωση του υπουργού Εξωτερικών Σεργκέι Λαβρόφ, ενώ η Αγκυρα, που επίσης «μαγειρεύει» στη «βαλκανική κουζίνα», απορροφημένη από τις προεδρικές εκλογές, δεν βρήκε χρόνο να ασχοληθεί με το θέμα. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν την ενδιαφέρει, και μάλιστα πολύ, το θέμα. Μόνοι ένθερμοι γείτονες υποστηρικτές, τα Τίρανα και η Πρίστινα.

(πηγή: Καθημερινή Σταύρος Τζίμας)

ViaDiplomacy Newsroom