Το δίλημμα της Ε.Ε για τα Βαλκάνια και η ελληνική λύση
Τα Βαλκάνια εσωκλείουν αστάθεια και πάντα συνιστούν μια μονίμως –πολιτικά- σεισμογενή περιοχή. Για δύο φορές (μια στην τελευταία δεκαετία του 20ου αιώνα και μια στην πρώτη του 21ου) απασχόλησαν τη διεθνή κοινότητα. Από όσα μποορούμε να δούμε στο παρόν, θα μας απασχολήσουν και τρίτη φορά. Η Συμφωνία της Οχρίδας έμοιαζε με λύση μόνιμη που τελικά ήταν τόσο προσωρινή, όσο ασταθής είναι η Χερσόνησος του Τρόμου, δηλαδή τα Βαλκάνια. Η μόνη διαφορά ανάμεσα στα Βαλκάνια των προηγούμενων δεκαετιών με τα Βαλκάνια του παρόντος, είναι πως τότε η Ε.Ε παρουσίαζε μια σταθερότητα. Σήμερα η Ε.Ε ψάχνει το μέλλον της και έτσι ο φάκελος «Βαλκάνια» παρουσιάζει διλήμματα που ίσως δώσουν την ευκαιρία στην Ελλάδα να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο.
Ο Juncker και τα Βαλκάνια.
Ο Επίτροπος Γιούνκερ φάνηκε αρκετά συγκρατημένος αναφορικά με το ευρωπαϊκό μέλλον των Δυτικών Βαλκανίων. Ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, αναμένεται να έχει επαφές στη Χερσόνησο του Αίμου. Το κεντρικό θέμα για το οποίο ο Κύριος Juncker θα επισκεφτεί την γειτονιά μας, είναι η διεύερυνση της Ε.Ε με χώρες των Δυτικών Βαλκανίων. Στο πρόσφατο παρελθόν, ο πολιτικός προϊστάμενος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, δήλωσε πως η Σερβία είναι πιο κοντά από όλα τα κράτη των δυτικών Βαλκανίων στην Ε.Ε και οτι το 2025 θα είναι πιθανόν η χρονιά εισδοχής. Παρόλα αυτά, επτά έτη για τα Βαλκάνια και ιειδκά όπως είναι σήμερα, είναι πολλά. Λίγες μέρες πριν, ο Juncker υπνεθύμισε στα υποψήφια κράτη προς ένταξη (Αλβανία, Σερβία, Μαυροβούνιο, Βοσνία, Σκόπια) πως χωρίς την επίλυση των εδαφικών διαφορών, η πλήρης ένταξή τους στην Ε.Ε θα είναι αδύνατη. Δύο εβδομάδες πριν, ο Κύριος Νimetz είχε προτείνει λύση στο Μακεδονικό, μετά την είσοδο των Σκοπίων στην Ε.Ε και στο ΝΑΤΟ. Γιατί ο Juncker φαίνεται να διαφωνεί με την άποψη Nimetz;
Διεύρυνση vs εμβάθυνση.
Τα projects και οι μελέτες για το μέλλον της Ε.Ε δίνουν και παίρνουν. Κοινός παρονομαστής αυτών των μελετών, είναι η περιβόητη Ευρώπη των πολλών ταχυτήτων. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει μελετήσει 5 σενάρια τα οποία σκιαγραφούν τις σχέσεις μεταξύ των εταίρων εντός αυτής. Όλα αυτά τα σενάρια και οι μελέτες, συνιστούν την απόδειξη μιας αμηχανίας στην οποία βρίσκεται η Ε.Ε των πολλών κρίσεων από το 2008 μέχρι σήμερα.
Η πολιτική διεύρυνσης έχει πλέον αρκετούς πολέμιους. Το Brexit σηματοδότητσε μια εποχή ευρωσκεπτικισμού. Ταυτόχρονα, μια μερίδα ευρωπαϊστών υποστηρίζει πως μέχρι να περάσει η μπόρα της «ευρω-αμφισβήτησης», καλό θα ήταν η Ε.Ε να προβεί σε έργο εμβάθυνσης και όχι να προχωρήσει σε διεύρυνση. Με απλά λόγια, η Ε.Ε δεν είναι σε θέση να κάνει δικά της προβλήματα έξαρσης εθνικισμού, πολιτικής αστάθειας, επανεμφανίσεις αλυτρωτισμών μέσω «ανακαλύψεων και εφεύρεσεων» μειονοτήτων. Από την άλλη, η στέρηση του ευρωπαϊκού οράματος από τις χώρες των δυτικών Βαλκανίων, θα μπορούσε να επιφέρει ακόμη μεγαλύτερη αστάθεια στην περιοχή. Η επικράτηση των ακραίων εθνικιστικών φωνών στα Βαλκάνια θα επιφέρει αρνητικές συνέπειες στην Ε.Ε. Επομένως η λύση είναι κάπου στη μέση και αφορά και την Ελλάδα.
Να δούμε ως ευκαιρία την ενασχόληση της Ε.Ε με τα Βαλκάνια.
Το πρόβλημα των Βαλκανίων είναι διαφορετικό από αυτό της Μέσης Ανατολής. Πρώτον γιατί είναι εντός της ευρωπαϊκής ηπείρου. Δεύτερον, το πρόβλημα θεσμών και εκδημοκρατισμού της Βαλκανικής, είναι πιο κοντά στη δομή και στο περιεχόμενο της Ε.Ε. Αν προσθέσουμε και τη ρωσική και την τουρκική διείσδυση στις χώρες των δυτικών Βαλκανίων, τότε εύκολα κατανοούμε πως η Ε.Ε δεν μπορεί να αποκοπεί από τα Βαλκάνια, ούτε γεωγραφικά ούτε πολιτικά. Εδώ, συνδέεται και το δικό μας ζήτημα, το διμερές ζήτημα με τα Σκόπια.
Τα Σκόπια φαίνονται –προσώρας- να αρνούνται τη συνταγματική αλλαγή και επομένως την απάλοιψη όλων εκείνων των εδαφίων που αμφισβητούν την εδαφική ακεραιότητα της Ελλάδας. Το Σκοπιανό, δεν είναι «πρόβλημα ονομματολογίας». Είναι ένα κλασικό πρόβλημα εδαφικής διαφοράς. Η Ελλάδα, ως μέλος της Ε.Ε μπορεί να πετύχει δύο πράγματα, εκμεταλλευόμενη την -προ ολίγων ημερών- δήλωση Juncker (περι επίλυσης διμερών ζητημάτων πριν ολοκληρωθεί κάποια ενταξιακή προσπάθεια).
Η χώρα μας μπορεί να διαδραματίσει ένα περιφερειακό ρόλο σταθεροποίησης των δυτικών Βαλκανίων έτσι ώστε η Ε.Ε να αποδεχθεί τον ηγετικό ρόλο της Ελλάδας στην Χερσόνησο του Αίμου. Οι ιθύνοντες της Ε.Ε γνωρίζουν καλύτερα πως δε νοείται να γίνονται πειράματα ιστορίας και ταυτότητας στα Βαλκάνια. Κάπως έτσι, η Ελλάδα μπορεί να γίνει η χώρα μεταρρυθμιστής της περιοχής και το σκοπιανό Σύνταγμα, να είναι ένα από τα πολλά που πρέπει να υποστεί αλλαγές, με κίνητρο την εισδοχή στην Ε.Ε. Αυτή η διαδικασία, θα έδινε όφελος και στη νέα κυβέρνηση των Σκοπίων καθώς θα μπορούσε να επικαλεστεί το ευρωπαϊκό κεκτημένο ως τη βάση των όποιων αλλαγών οφείλει να κάνει και δε θα χρειαστεί να φανεί η χώρα που «υποχωρεί» στις βουλές της Αθήνας.
Η ενίσχυση της Ελλάδας στα Βαλκάνια, σε συνδυασμό με την ειδική σχέση –έτσι όπως αυτή διαμορφώνεται- με την Κύπρο, την Αίγυπτο, το Ισραήλ και την Ιορδανία, προσφέρει στην Ελλάδα μια αύξουσα γεωστρατηγική σημασία. Δε θα ήταν λοιπόν καθόλου κακή ιδέα, ούτε ένδειξη αδιαλλαξίας από πλευράς της Αθήνας να προχωρήσει σε μια πρόταση που θα έχει σκοπό μια ειδική επιτροπή βαλκανικών υποθέσεων και ευρωπαϊκής προοπτικής χωρών δυτικών Βαλκανίων, συμπληρωματική της Berlin Plus η οποία θα εξετάζει συνολικά τα βαλκανικά ζητήματα και την πρόοδο των συνταγματικών και θεσμικών μεταρρυθμίσεων.
Σε αυτήν την επιτροπή, θα μπορέσει να υπάρξει ένας νέος διαμεσολαβητής ο οποίος θα είναι αξιωματούχος της Ε.Ε. Η ανάδειξη της Ελλάδας ως εγγυήτριας μεταρρυθμιστικής δύναμης στα δυτικά Βαλκάνια, θα δώσει πολύ καλύτερη διαπραγματευτική θέση στην Ελλάδα η οποία ταυτόχρονα, θα καταφέρει να εμποδίσει την τουρκική επιρροή σε αυτά, εξασφαλίζοντας την εμπιστοσύνη τόσο των χωρών των δυτικών Βαλκανίων, όσο και των εταίρων της στην Ε.Ε. Η λογική της επίλυσης διμερών διαφορών μέσα από την περιφεριοποίησή τους, έχει δείξει καλά αποτελέσματα και στα προβλήματα που έχουμε με την Τουρκία και στο Κυπρίακό (βλ. Ελλάδα-Κύπρος-Ισραήλ).