Δελτίο θυέλλης Ανατολικής Μεσογείου
Ψύχραιμοι αναλυτές συζητούν για αναβαθμισμένο «θερμό επεισόδιο» στο Αιγαίο μεγαλύτερης έντασης, διάρκειας και διακυβευμάτων από αυτό των Ιμίων. Αρχικώς, φαίνεται ότι ο Ερντογάν στοχεύει σε σύγκρουση στο Αιγαίο με στόχο την εδραίωση του αναβαθμισμένου ρόλου της Τουρκίας. Ο Ερντογάν, όμως, δεν είναι μονοσήμαντος και η τουρκική υψηλή στρατηγική δεν κινείται απλουστευτικά.
Αναμφίβολα, η συγκυρία για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις είναι δυσχερής. Το Αιγαίο, όμως, συνεχίζει να αποτελεί για την Αγκυρα πεδίο δευτερεύουσας σημασίας. Η Τουρκία γνωρίζει ότι ένα θερμό επεισόδιο στο Αιγαίο θα δημιουργήσει χιονοστιβάδα εξελίξεων στις βορειοατλαντικές δομές, οι ευρωτουρκικές σχέσεις θα διακοπούν σε βάθος χρόνου, ενώ αμφισβητούνται οι αντοχές του τουρκικού στρατού, ενός τμήματος του βαθέος τουρκικού κράτους που βρίσκεται σε παρατεταμένη κρίση ταυτότητας.
Η τουρκική εξωτερική πολιτική στοχεύει στην ολιστική κατάρρευση της Ελλάδας μέσω αυξημένης
Η Τουρκία εφαρμόζει και θα συνεχίσει με μεγαλύτερη ένταση στο αμέσως προσεχές διάστημα μια πολιτική «υψηλής φθοράς» στο Αιγαίο, στοχεύοντας σε καθημερινή οικονομική αιμορραγία της Ελλάδας σε καιρούς που η οικονομία της χώρας βρίσκεται μεταξύ σφύρας και άκμονος. Πολλοί ξεχνούν ότι τα κράτη ηττούνται σε πολεμικές επιχειρήσεις, αλλά καταρρέουν μέσω της οικονομικής ολιστικής αδυναμίας και της κοινωνικοπολιτικής αταξίας που ακολουθεί. Η τουρκική εξωτερική πολιτική στοχεύει στην ολιστική κατάρρευση της Ελλάδας μέσω αυξημένης φθοράς, μια στρατηγική κατεύθυνση που συμπίπτει με τον υπερτροφικό αναθεωρητισμό της Αγκυρας κάτι που θα δημιουργήσει νέα δεδομένα στη ΝΑ Ευρώπη και στην Ανατολική Μεσόγειο.
Πράγματι, το πρωτογενές ενδιαφέρον της Τουρκίας επικεντρώνεται στην Ανατολική Μεσόγειο. Το κουρδικό ζήτημα της Συρίας και του Β. Ιράκ αποτελεί αντανάκλαση της διευρυμένης στρατηγικής πραγματικότητας στην Ανατολική Μεσόγειο. Οι σχέσεις της Αγκυρας με τα πανισλαμικά κινήματα του αραβικού κόσμου, που θα συνεχίσουν να απασχολούν την περιοχή μέσω των δομικών μετεξελίξεων της Αραβικής Ανοιξης στο προσεχές διάστημα, εδραιώνονται στην Ανατολική Μεσόγειο. Στην ίδια περιοχή επικεντρώνεται η νέα ανταγωνιστική διάσταση στις αμερικανορωσικές σχέσεις, αλλά και το ενεργειακό παίγνιο, που μετεξελίσσεται σε συνθήκη ζωτικής εφαρμογής power politics.
Η Ελλάδα και το Ισραήλ αποτελούν παράγοντες ανάσχεσης της τουρκικής στόχευσης να αποτελεί τον μοναδικό ισχυρό γηγενή πόλο ισχύος στην περιοχή
Η τουρκική πολιτική στην Ανατολική Μεσόγειο, εκτός της Ελλάδας, στοχοποιεί έμμεσα το Ισραήλ και ανοικτά την Κύπρο. Η Ελλάδα και το Ισραήλ αποτελούν παράγοντες ανάσχεσης της τουρκικής στόχευσης να αποτελεί τον μοναδικό ισχυρό γηγενή πόλο ισχύος στην περιοχή, ώστε να είναι σε θέση να υποστηρίξει με επιπρόσθετα επιχειρήματα την αναβάθμιση του status της σε διεθνές επίπεδο. Οι στενές σχέσεις της Αγκυρας με τη Χαμάς αλλά και οι ανοικτοί δίαυλοι επικοινωνίας με την Τεχεράνη αποσκοπούν, όπως και στην περίπτωση της Ελλάδας, να αυξηθεί η φθορά που δέχεται η Ιερουσαλήμ μέσω των πολλαπλών γεωστρατηγικών τριβών στην ευρύτερη περιοχή.
Ως προς την περίπτωση της Κύπρου, οι συνθήκες είναι διαφορετικές. Η Λευκωσία δεν είναι μέλος του ΝΑΤΟ, ούτε διαθέτει το επίπεδο σκληρής ισχύος του Ισραήλ. Είναι ένας, συγκριτικά, εύκολος στόχος που γίνεται θελκτικότερος λόγω του ενεργειακού παιγνίου που διαδραματίζεται στα χωρικά ύδατα της Κυπριακής Δημοκρατίας. Η Τουρκία, γνωρίζοντας ότι δεν θα επιτύχει μια υπέρ αυτής κεφαλαιοποίηση, επιδιώκει να εμποδίσει επενδύσεις και συνδέσεις της Λευκωσίας με το παγκόσμιο επιχειρηματικό/ενεργειακό πεδίο. Παράλληλα, η Κύπρος «προσφέρει» το πλαίσιο για να επιτυγχάνει η Τουρκία προβολές ισχύος «χαμηλής επικινδυνότητας», που θα προσφέρουν στην Αγκυρα τη δυνατότητα να εμφανίζει τη δυσαρέσκειά της στη διεθνή αρένα αλλά και να επιτυγχάνει κοινωνικές συσπειρώσεις ευρείας κλίμακας στο εσωτερικό του κράτους, όταν οι συνθήκες απαιτούν μεθόδους γρήγορης αποσυμπίεσης.
Η Αγκυρα, παράλληλα, θα επιθυμεί να δει την εξέλιξη ενός θερμού επεισοδίου μεταξύ Ισραήλ και Χεζμπολάχ ώστε να έχει να αντιμετωπίσει μειωμένη διπλωματική πίεση από τις ΗΠΑ, τη Γερμανία ή τη Γαλλία
Η υψηλή στρατηγική της Τουρκίας στο Αιγαίο και ευρύτερα στην Ανατολική Μεσόγειο είναι πολυεπίπεδη και λιγότερο εμφανής από ό,τι παρουσιάζεται. Μπορεί να γίνει πρόβλεψη θερμού επεισοδίου στο αυστηρό μεθοδολογικό πλαίσιο της επιστήμης των Διεθνών Σχέσεων; Ασφαλώς και όχι. Αλλά η ποιοτική ανάλυση των μεταβλητών δείχνει ότι ένα υπολογισμένο θερμό επεισόδιο –και όχι ένα θερμό επεισόδιο απότοκο ατυχήματος εξαιτίας της υψηλής τριβής που κυριαρχεί στην περιοχή– είναι περισσότερο πιθανό να συμβεί εναντίον της Κύπρου. Η Αγκυρα, παράλληλα, θα επιθυμεί να δει την εξέλιξη ενός θερμού επεισοδίου μεταξύ Ισραήλ και Χεζμπολάχ ώστε να έχει να αντιμετωπίσει μειωμένη διπλωματική πίεση από τις ΗΠΑ, τη Γερμανία ή τη Γαλλία, οι οποίες θα έχουν στρέψει την προσοχή τους στα σύνορα Λιβάνου και Ισραήλ.
Η συγκεκριμένη υπόθεση εργασίας αναδεικνύει για άλλη μια φορά πόσο στενά συνδεδεμένη είναι η στρατηγική μοίρα Ελλάδας, Ισραήλ και Κύπρου. Επομένως, επιβάλλεται η ουσιαστικότερη εμβάθυνση της συνεργασίας σε επίπεδο πλέον συμμαχίας. Αναγκαία καθίσταται, επίσης, η υιοθέτηση μέτρων ολικής άμυνας [total defense] από την Κυπριακή Δημοκρατία αλλά και ποιοτικής και ποσοτικής ενίσχυσης των δυνάμεων της ΕΛΔΥΚ από την Ελλάδα, κυρίως με μονάδες «ασύμμετρου πλήγματος», ειδικές δυνάμεις και μονάδες κυβερνοπολέμου.
* Ο κ. Σπύρος Λίτσας είναι αναπληρωτής καθηγητής Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Μακεδονίας και επισκέπτης καθηγητής του Πανεπιστημίου της Grenoble και της Ανώτατης Διακλαδικής Σχολής Πολέμου των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην Έντυπη Καθημερινή