Χρήματα του Κυπριακού Ταμείου Αμυντικής Θωράκισης διοχετεύτηκαν από το 1984 για την πληρωμή δημοσίων υπαλλήλων και κοινωνικών επιδομάτων
Μια κρίσιμη πληροφορία για την άμυνα της Κύπρου η οποία αποκαλύφτηκε πριν από ένα μήνα από την κυπριακή εφημερίδα «Σημερινή» για την οποία όμως ουδέποτε υπήρξε περεταίρω ανάλυση φέρνει στην επιφάνεια το Via Diplomacy.
Σύμφωνα με την κυπριακή εφημερίδα η οποία επικαλείται αποκαλυπτικό έγγραφο του Γενικού Λογιστηρίου, το μεγαλύτερο μέρος των χρημάτων που από το 1984 εισπράττονται μέσω της έκτακτης εισφοράς για την ενίσχυση της Άμυνας της Κυπριακής Δημοκρατίας δεν έχουν αξιοποιηθεί για αυτό τον σκοπό αλλά έχουν δαπανηθεί για την καταβολή μισθών δημοσίων υπαλλήλων, κοινωνικών επιδομάτων, επιδοτήσεων και για αγορές αναλωσίμων.
Πιο αναλυτικά δέκα χρόνια μετά την Τουρκική εισβολή και κατοχή του 36% της Κύπρου, η Κυβέρνηση των ελεύθερων περιοχών αποφάσισε με την σύμφωνη γνώμη όλων, την επιβολή μιας έκτακτης εισφοράς στους πολίτες της Δημοκρατίας και στην οικονομικές και τραπεζικές συναλλαγές που λαμβάνουν χώρα στην Κυπριακή Δημοκρατία.
Τα χρήματα που θα συγκεντρώνονταν κάθε χρόνο θα ενίσχυαν το Ταμείο Αμυντικής Θωράκισης και θα χρησιμοποιούνταν για την απόκτηση νέων οπλικών συστημάτων, στρατιωτικού υλικού και πυρομαχικών.
Το μέτρο ξεκίνησε το 1984 και αποτελεί μια επιπλέον πηγή εσόδων για την ενίσχυση της άμυνας της Κυπριακής Δημοκρατίας και εφαρμόζεται έκτοτε μέχρι σήμερα. Όπως αναφέρει η εφημερίδα «Σημερινή» από το 1984 μέχρι το 2016 είχαν εισπραχθεί ποσά της τάξης των 8 δισεκατομμυρίων ευρώ, εκ των οποίων μόνο τα 4,5 δισεκατομμύρια ευρώ κατέληξαν στο Ταμείο Αμυντικής Θωράκισης.
Όσο και αν ακούγεται απίστευτο για μια ημικατεχόμενη χώρα 3,5 δισεκατομμύρια ευρώ από το Ταμείο Αμυντικής Θωράκισης χρησιμοποιήθηκαν όπως αναφέρθηκε παραπάνω για την καταβολή μισθών δημοσίων υπαλλήλων, κοινωνικών επιδομάτων, επιδοτήσεων και για αγορές αναλωσίμων.
Το ποσό αυτό είναι τεράστιο, αφού αντιστοιχεί στο 43,75% του συνόλου των χρημάτων που όλα αυτά τα χρόνια εισπράχτηκαν.
Ο αμυντικός προυπολογισμός της Κυπριακής Δημοκρατίας έχει παραμείνει σχετικά σταθερός τα τελευταία 12 χρόνια αφού το 2005 το ποσό που καταβλήθηκε για την άμυνα ήταν 297 εκατ. ευρώ, το 2006 ήταν 309 εκατ. ευρώ, το 2007 μειώθηκε στα 295 εκατ. ευρώ το 2008 αυξήθηκε στα 301 εκατ. ευρώ.
Το 2009 υπήρξε μια σημαντική αύξηση με τον προυπολογισμό να φτάνει τα 339 εκατ. ευρώ, το 2010 πριν την κρίση ο προυπολογισμός έφτασε στα 361 εκατ. ευρώ ενώ από το 2011 ξεκινά η μείωση του, με αποτέλεσμα ο αμυντικός προυπολογισμός να φτάσει στα 345 εκατ. ευρώ.
Η καθοδική πορεία συνεχίστηκε και το 2012 αφού ο προυπολογισμός μειώθηκε στα 323 εκατ. ευρώ, το 2013 έφτασε στα 290 εκατ. ευρώ για να αυξηθεί ξανά το 2014 και να φτάσει στα 318,95 εκατ. ευρώ.
Ο προϋπολογισμός σταθεροποιήθηκε το 2015 και διατηρήθηκε στα 318,99 εκατ. ευρώ και το 2016 στα 319 εκατ. ευρώ. Τον επόμενο χρόνο, 2017 η Κυπριακή κυβέρνηση αύξησε τον προυπολογισμό, ο οποίος έφτασε τα 352 εκατ. ευρώ, καταγράφοντας αύξηση 33% σε σχέση με το 2016.
Ιδιαίτερα τα τρία τελευταία χρόνια τα ποσά που διοχετεύτηκαν για την αγορά ή την εξόφληση παλαιότερων εξοπλιστικών προγραμμάτων ήταν 69,3 εκατ. ευρώ το 2015, 72 εκατ. ευρώ το 2016 και 65 εκατ. ευρώ το 2017. Ώς ποσοστό επί των συνολικών δαπανών τα ποσά αυτά αντιστοιχούν στο 21,72% του αμυντικού προυπολογισμού για το 2015, στο 22,57% για τον προυπολογισμό του 2016 και στο 18,46% για τον προυπολογισμό του 2017.
Επιπρόσθετα σύμφωνα με τον υποψήφιο για την Κυπριακή Προεδρία Νικόλα Παπαδόπουλο, λόγω των καθυστερήσεων που παρατηρούνται στη διαδικασία προμήθειας αμυντικού υλικού κάθε χρόνο, μόλις το 35% του εξοπλιστικού προϋπολογισμού τελικά δαπανάται περιορίζοντας περεταίρω την αληθινή ετήσια ανανέωση του στρατιωτικού υλικού της Εθνικής Φρουράς.
Τα στοιχεία αυτά προκαλούν έντονο προβληματισμό, ιδιαίτερα δε όταν πρόκειται για μια ημικατεχόμενη χώρα όπως η Κύπρος και στέλνουν λάθος μήνυμα στην Τουρκία και στην διεθνή κοινότητα που επιδιώκει την περεταίρω υποχώρηση των Κυπριακών κυβερνήσεων από τις θέσεις της αναφορικά με τηνμακροχρόνια προσπάθεια επίλυσης του ζητήματος της εισβολής και κατοχής του νησιού από τον Τουρκικό Στρατό και την επιδιωκόμενη διχοτόμηση του με την παράλληλα διεθνή αναγνώριση του ψευδοκράτους των κατεχομένων.