Αμυντικές δαπάνες – οδηγίες εξορθολογισμού και εκσυγχρονισμού

Τις προάλλες, με αφορμή τα βλήματα του κ. Καμμένου, συνάντησα δύο φίλους στρατιωτικούς. Ακολούθησε συζήτηση για πολλά θέματα που εδώ και πολύ καιρό με απασχολούν. Γράφω για διάφορα θέματα, αλλά ποτέ μέχρι σήμερα για την άμυνα και ασφάλεια της χώρας. Κακώς. Πολλοί θεωρούν την άμυνα της χώρας δεδομένη και επαρκή. Δεν είναι.

Το συνολικό κόστος της άμυνας απορροφά το 2-2,5% του ΑΕΠ της χώρας. Το ΝΑΤΟ υπολογίζει τις αμυντικές δαπάνες της Ελλάδας κατά τα έτη 2015 και 2016 (εκτίμηση) στο 2,38% επί του ΑΕΠ. Το 70% του ποσού αυτού καλύπτει έξοδα προσωπικού. Από το υπόλοιπο, το 15% καλύπτει εξοπλισμούς (εξόφληση παλαιών αγορών) και το τελευταίο 15% τις λειτουργικές ανάγκες των Ενόπλων Δυνάμεων. Αυτό το τελευταίο 15% για λειτουργικές ανάγκες είναι απολύτως ανεπαρκές.

Τι πρέπει να γίνει; Να αλλάξει η κατανομή της δαπάνης εντός της οροφής του 2,5% του ΑΕΠ. Για να μπορούν οι Ενοπλες Δυνάμεις να προσφέρουν στο έθνος αξιόπιστη αποτρεπτική ισχύ. Σε πρώτη προσέγγιση: 50% για το προσωπικό, 15% για εξοπλισμούς και 35% για λειτουργικές δαπάνες και νέους εξοπλισμούς.

Μείωση της δαπάνης για το προσωπικό, κατά τη γνώμη μου, μπορεί να επιτευχθεί μόνο με τη μείωση του μόνιμου προσωπικού. Ταυτόχρονα, όμως, οι αμοιβές του απομένοντος προσωπικού πρέπει να αυξηθούν ώστε να αντιστοιχούν στις απολαβές αντίστοιχων κλιμακίων του δημόσιου τομέα.

Από τη συζήτηση με τους στρατιωτικούς κατάλαβα ότι στις Ενοπλες Δυνάμεις, όπως και παντού αλλού στη δημόσια διοίκηση, έχουν δημιουργηθεί «στραβές» δομές που θα είναι δύσκολο να διορθωθούν. Πρέπει, όμως, να προσπαθήσουμε. Το πρώτο βήμα είναι να περιγράψουμε την κατάσταση και να τη συγκρίνουμε με τις δομές άλλων ενόπλων δυνάμεων.

Ενα σοβαρό πρόβλημα είναι η αθρόα προαγωγή χαμηλόβαθμων στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων, (ανεξαρτήτως υπάρξεως οργανικών θέσεων), η οποία δημιουργεί πληθωρισμό στους υψηλότερους βαθμούς και έλλειψη στελεχών χαμηλά στην ιεραρχία. Η πρώτη κυβέρνηση Α. Παπανδρέου έδωσε το σύνθημα και σε αυτό δυστυχώς ακολουθήθηκε από τις επόμενες κυβερνήσεις.

Εφεξής, οι σχολές υπαξιωματικών θα μπορούσαν να παράγουν όσους υπαξιωματικούς χρειάζονται οι ένοπλες δυνάμεις. Οι προαγωγές των υπαξιωματικών θα γίνονται μόνο για την κάλυψη κενών οργανικών θέσεων. Οι μη προαγόμενοι θα περιμένουν την επόμενη χρονιά για να κριθούν εκ νέου. Τελικά θα αποστρατεύονται όταν συμπληρώνουν το όριο ηλικίας που προβλέπεται ή θα προβλέπεται για κάθε βαθμό.

Αντιστοίχως και για τους αξιωματικούς. Οι κρίσεις θα γίνονται μόνο κατ’ επιλογήν για κάλυψη κενών οργανικών θέσεων. Με αυτό τον τρόπο δεν θα μπορούν να συνωστίζονται υψηλόβαθμοι αξιωματικοί χωρίς πραγματικό αντικείμενο. Με τη μη προαγωγή εκτός οργανικών θέσεων και την εφαρμογή ορίων ηλικίας ανά βαθμό εξασφαλίζεται ότι η δομή της πυραμίδας προσωπικού διατηρείται όπως έχει σχεδιαστεί. Παράλληλα, εξασφαλίζεται ηλικιακή ανανέωση, ειδικά χαμηλά στην ιεραρχία.

Αντιλαμβάνομαι ότι οι αλλαγές αυτές μπορεί να φαίνονται σκληρές, αλλά είναι νομίζω αναγκαίες για να εξασφαλίσουμε στην ελληνική κοινωνία το αγαθό της ασφάλειας. Αλλωστε, αυτά που περιέγραψα για την εξέλιξη των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων είναι όσα με παραλλαγές ισχύουν στις ένοπλες δυνάμεις των ΗΠΑ, του Η.Β. και άλλων χωρών.

Αν με τις παραπάνω επεμβάσεις εξασφαλίσουμε τη διόρθωση και σταθεροποίηση της πυραμίδας του προσωπικού και τη μείωση του συνολικού μισθολογικού κόστους, θα μπορέσουμε να αντιμετωπίσουμε και άλλα θέματα.

Η επιστήμη και η τεχνολογία παίζουν τεράστιο και αυξανόμενο ρόλο στην άμυνα. Είναι συνεπώς ανάγκη οι στρατιωτικές σχολές να ενισχύσουν τη συνεργασία –που ευτυχώς τα τελευταία χρόνια υπάρχει– με τα πανεπιστήμια και τα πολυτεχνεία, τόσο σε θέματα έρευνας και ανάπτυξης όσο και ως εναλλακτικές πύλες εισόδου αξιωματικών στο στράτευμα μέσω ειδικών προγραμμάτων. Είναι, επίσης, ανάγκη η τετραετής φοίτηση στα Ανώτατα Στρατιωτικά Εκπαιδευτικά Ιδρύματα να είναι ενιαία για όλες τις ειδικότητες. Η εξειδίκευση θα προκύπτει ανάλογα με τις κλίσεις και τις επιδόσεις των σπουδαστών. Ανεξαρτήτως εξειδίκευσης, στο τέλος θα πρέπει όλοι να είναι πολεμιστές.

Η παιδεία υψηλού επιπέδου πρέπει να ενισχυθεί θεσμικά για την απόκτηση και διατήρηση ενόπλων δυνάμεων ικανών να αντεπεξέλθουν στις σημερινές και μελλοντικές συνθήκες. Οι στρατιωτικοί πρέπει σε όλη τους τη ζωή να μαθαίνουν και να μετεκπαιδεύονται σε σχολές, κολέγια πολέμου, πανεπιστήμια στο εσωτερικό και στο εξωτερικό, με στόχο την «αριστεία». Η κατάρτιση του προσωπικού των Ε.Δ. πρέπει να είναι προσαρμοσμένη σε ένα παγκόσμιο περιβάλλον που μεταλλάσσεται με ασύλληπτες ταχύτητες στην οικονομία, στις επιστήμες, στην τεχνολογία και στις πολιτικές ισορροπίες μεταξύ των κρατών.

Για την εξοικονόμηση πόρων, θα πρέπει να μειωθούν οι οροφές του προσωπικού όλων των κλάδων των Ε.Δ. σημαντικά, ιδίως στα υψηλόβαθμα κλιμάκια, μέσω αναδιοργάνωσης και κατάργησης μη απαραίτητων δομών και μονάδων, με τελικό στόχο ένα υψηλών προδιαγραφών, ποιοτικό και λιτό σε οργάνωση στράτευμα που να υποστηρίζεται από ένα υψηλών προδιαγραφών σύστημα διοικητικής μέριμνας. Οι νέες προσλήψεις θα πρέπει να γίνονται με όρους τέτοιους που θα επιτρέπουν τη βέλτιστη αξιοποίηση του προσωπικού στη συνολική διάρκεια της σταδιοδρομίας τους στις Ε.Δ.

Οι ανώτατοι αξιωματικοί, αλλά και γενικά όλο το προσωπικό των Ε.Δ., θα πρέπει να τοποθετούνται σε θέσεις για διάστημα τουλάχιστον δύο ετών. Οι Αρχηγοί των Γενικών Επιτελείων θα πρέπει διά νόμου να μην αλλάζουν σε χρόνο μικρότερο από δύο χρόνια. Θα πρέπει με την αρχή της θητείας τους να εμφανίζονται στη αρμόδια επιτροπή της Βουλής και να εκθέτουν το όραμα και τις προτεραιότητές τους στη διοίκηση και ανάπτυξη των κλάδων. Οι Αρχηγοί θα πρέπει να έχουν αυξημένη ελευθερία κινήσεων σε σχέση με όσα ισχύουν σήμερα, όπως πραγματοποίηση κρίσιμων κατά την κρίση τους πληρωμών με μεταφορές κονδυλίων μεταξύ κωδικών του προϋπολογισμού, διατηρώντας τις όποιες ευθύνες για παραβίαση της νομιμότητας. Οι Αρχηγοί θα πρέπει να έχουν λόγο για ό,τι συμβαίνει ή αφορά τον κλάδο τους.

Το αγαθό της άμυνας και της ασφάλειας είναι βασική προϋπόθεση για την προκοπή του έθνους. Σπάνια, ως κοινωνία, μας απασχολεί. Τη θεωρούμε βασικό κεκτημένο. Δυστυχώς, δεν είναι ακριβώς έτσι. Τα γεγονότα το 1974 στην Κύπρο και το 1996 στα Ιμια ήταν μια οδυνηρή προειδοποίηση.

*Ο κ. Στέφανος Μάνος είναι πρώην υπουργός.

ViaDiplomacy Newsroom